Ιστορία|09.08.2020 16:30

Αύγουστος 1953: Φονικός σεισμός ισοπεδώνει Ζάκυνθο, Κεφαλονιά - «Είπαμε ότι ήρθε η συντέλεια»

Γεώργιος Σαρρής

Τον Αύγουστο του 1953 τρεις σεισμικές δονήσεις θα ισοπεδώσουν την πόλη της Ζακύνθου, την Κεφαλονιά και την Ιθάκη. Η οργή του Εγκέλαδου άφησε πίσω της 455 νεκρούς και 2.412 τραυματίες. Το έργο της ανασυγκρότησης, η συνδρομή από το εξωτερικό και η απαγόρευση μετανάστευσης από την κυβέρνηση Παπάγου.

Οι καταστροφικότεροι σεισμοί στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας συνέβησαν εκείνο το αναθεματισμένο καλοκαίρι του 1953, στα γραφικά νησιά του Ιονίου. Οι αριθμοί είναι ανατριχιαστικοί. Η οργή των σπλάχνων της γης άφησε πίσω της 455 νεκρούς, 2.412 τραυματίες και 21 αγνοουμένους. Η πολυτραγουδισμένη πόλη της Ζακύνθου, το ονομαστό Αργοστόλι και το γραφικό Ληξούρι κυριολεκτικά ισοπεδώθηκαν. ∆εν έμεινε πέτρα πάνω στην πέτρα.

Επί συνόλου 33.000 οικοδομημάτων, τα 26.659 κατέρρευσαν και άλλα 2.780 υπέστησαν σοβαρές ζημιές, ενώ η μανία της φύσης ολοκληρώθηκε με τις πυρκαγιές που ξέσπασαν μετά το πέρασμα του Εγκέλαδου στη Ζάκυνθο και μαίνονταν επί μέρες, με αποτέλεσμα να παραδοθούν στις φλόγες μοναδικά μνημεία, όπως η εκκλησία Παναγία της Φανερωμένης που είχε χτιστεί τον 15ο αιώνα (απέμεινε μονάχα το καμπαναριό της) και το καλαίσθητο μέγαρο της ∆ημόσιας Βιβλιοθήκης με τους χιλιάδες τόμους βιβλίων που μετατράπηκαν δυστυχώς σε τέφρα. 

Ολα ξεκίνησαν εκείνο το ανέμελο ζεστό πρωινό της Κυριακής 9 Αυγούστου 1953. Ωρα 09.41 π.μ., το έδαφος αρχίζει να τραντάζεται προκαλώντας πανικό. Ο σεισμός είναι εντάσεως 6,4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και έχει ως επίκεντρο τον Σταυρό, ένα χωριουδάκι στη βόρεια Ιθάκη. ∆ύο ημέρες αργότερα, στις 05.32 τα ξημερώματα, οι Επτανήσιοι ξυπνούν από το αποκρουστικό βουητό μιας νέας μεγάλης δόνησης που φθάνει τα 6,8 Ρίχτερ. Το έδαφος σείεται παρατεταμένα. Πολλοί άνθρωποι δεν προλαβαίνουν να βγουν από τα σπίτια τους να σωθούν, καθώς οι τοίχοι γκρεμίζονται μέσα σε δευτερόλεπτα και τους θάβουν κάτω από τόνους χαλασμάτων. Το επίκεντρο της δόνησης αυτήν τη φορά βρίσκεται στη θαλάσσια περιοχή βορειοδυτικά της Ζακύνθου, προξενώντας σημαντικές καταστροφές στο νησί αλλά και στην όμορη Κεφαλονιά - ιδίως στο Αργοστόλι και στο Ληξούρι. 

AP image

Την ίδια μέρα οι μετακινήσεις των τεκτονικών πλακών προκαλούν δέκα ακόμη μετασεισμούς εντάσεως έως και 5,3 Ρίχτερ. Οι κάτοικοι στο Ιόνιο μπορεί να έχουν μάθει να ζουν με τους σεισμούς, αλλά αυτό που ένιωσαν τώρα ήταν πολύ διαφορετικό από τις προηγούμενες φορές. ∆εν ξέρουν πώς να αντιδράσουν. Λειτουργούν μηχανικά με το ένστικτο της επιβίωσης. Στα χωριά γονείς θάβουν πρόχειρα τα παιδιά τους και τανάπαλιν. Πριν προλάβουν να τους κλάψουν πρέπει να σκεφτούν πώς θα τα καταφέρουν να παραμείνουν ζωντανοί. Νοικοκυρές χώνονται στα χαλάσματα διακινδυνεύοντας τη ζωή τους προκειμένου να περισώσουν ό,τι μπορούν από το βιός τους και στις πλατείες μαζεύονται ολόκληρες οικογένειες στρώνοντας υποτυπωδώς στο έδαφος να κοιμηθούν το βράδυ. Οι μεγαλύτεροι προσπαθούν να καθησυχάσουν τα παιδιά λέγοντάς τους ότι το κακό πέρασε. Τα χειρότερα όμως έπονται εντός των επομένων ωρών. 

Το φονικότερο χτύπημα 

Ακριβώς στις 11.27 το πρωί της επόμενης μέρας, Τετάρτης 12 Αυγούστου 1953, στα αυτιά των ανθρώπων φτάνει πάλι εκείνο το γνώριμο πλέον υπόκωφο βογγητό που προμηνύει τον ερχομό του θανάτου. Αυτήν τη φορά, όμως, είναι πιο δυνατό. Θυμίζει την τραγική περιγραφή του ευαγγελιστή Ματθαίου όταν ο Ιησούς αφήνει την τελευταία του πνοή πάνω στον Σταυρό: «Και ιδού το καταπέτασμα το ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω, και η γη εσείσθη και αι πέτραι εσχίσθησαν, και τα μνημεία ανεώχθησαν». Ο σεισμός έχει ένταση 7,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ με επίκεντρο τη νοτιοανατολική Κεφαλονιά που υψώθηκε... 60 εκατοστά. Από παντού ακούγονται ουρλιαχτά: «Παναγία μου!». Η γη έτρεμε και σου ανακάτευε τα σωθικά. Κραυγές αγωνίας, κρότοι από τοίχους που γκρεμίζονται, ήχοι από τζάμια που σπάνε και ξύλα που θρυμματίζονται, συνθέτουν ένα απόκοσμο σκηνικό. «Ηταν αδύνατον να σταθείς όρθιος. Η γη κυμάτιζε όπως η θάλασσα. Πιστεύαμε ότι είχε έρθει η συντέλεια του κόσμου» θα πουν όσοι κατόρθωσαν να βγουν ζωντανοί από αυτή την κόλαση.

Ενα τεράστιο σύννεφο από τη σκόνη των καταρρεύσεων σκέπασε μεμιάς τον ήλιο και έγινε σχεδόν νύχτα, κι ας ήταν μεσημέρι. «Το απερίγραπτο τούτο ξέσπασμα κράτησε δέκα δευτερόλεπτα που φάνηκαν σαν δέκα αιώνες. Αμέσως μετά επικράτησε απόλυτη ησυχία. Σαν να πέθαναν όλα και είσαι εσύ ο μόνος ζωντανός, τυλιγμένος σε ένα πηχτό σύννεφο που έχει τη μυρωδιά ξερού ασβέστη, καμένης πίσσας, θειαφιού και νωπού χώματος» θα γράψει χαρακτηριστικά ο απεσταλμένος του «Βήματος» στην Κεφαλονιά Π. Λινάρδος (φύλλο 14ης Αυγούστου 1953). Σχεδόν κανένα κτίριο δεν έμεινε όρθιο. Στην πρωτεύουσα του νησιού, το Αργοστόλι, διασώθηκαν μόνο δύο σπίτια, το ισόγειο του αρχοντικού της οικογένειας Γκιντιλίνη - Κοσμετάτου και ακόμη ένα δίπλα στην Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη η οποία επίσης κατέρρευσε. Στο Ληξούρι παρέμεινε στη θέση του μόνο το τοπικό γηροκομείο και το αρχοντικό της οικογένειας Ιακωβάτων που στεγάζει τη βιβλιοθήκη της περιοχής, ενώ ανάμεσα στα ελάχιστα εναπομείναντα οικήματα στη Λιβαθώ ήταν και αυτό του Βρετανού φιλέλληνα λόρδου Βύρωνα. 

Ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Παπάγος αιφνιδιάζεται από το μέγεθος της καταστροφής και αναζητεί τρόπους αντιμετώπισης της δραματικής κατάστασης στην οποία έχουν περιέλθει τα νησιά του Ιονίου. Υπό τον φόβο ξεσπάσματος ενός νέου προσφυγικού κύματος μετά τον εμφύλιο πόλεμο (1946-1949), ανακοινώνεται πως απαγορεύεται τον πρώτο καιρό η απομάκρυνση του πληθυσμού από τα πληττόμενα νησιά, προκαλώντας με αυτό τον τρόπο αισθήματα οργής και απογοήτευσης. Σε Κεφαλονιά, Ιθάκη και Ζάκυνθο μεταβαίνουν μονάδες των Ενόπλων ∆υνάμεων και του Ερυθρού Σταυρού. Οπως αναφέρουν τα κινηματογραφικά επίκαιρα της εποχής, «ενώ το έδαφος ακόμη σείεται, ο Ελληνικός Στρατός, άξιος φρουρός και προστάτης της πατρικής γης, εκπληροί με υπέροχη αυτοθυσία το καθήκον του. Με τον άρτιο τεχνικό του εξοπλισμό, εκκαθαρίζει τα ερείπια, διανοίγει τους δρόμους, διασώζει ό,τι είναι δυνατόν να σωθεί».

Η πρώτη δύναμη που σπεύδει να συνδράμει από το εξωτερικό είναι το Ισραήλ, που παρεμπιπτόντως έχει συγκροτηθεί σε κράτος μόλις πέντε χρόνια νωρίτερα. Πλοία του Πολεμικού Ναυτικού του καταπλέουν στο λιμάνι του ισοπεδωμένου Αργοστολίου και ακολουθούν αυτά της Μεγάλης Βρετανίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Νέας Ζηλανδίας. Ολοι μαζί βοήθησαν στο έργο της διάσωσης και της περίθαλψης, ενώ η μεταφορά σοβαρά τραυματιών, προμηθειών και υγειονομικού υλικού γινόταν με εναέρια μέσα. 

Χτίσιμο από το μηδέν 

Το έργο της ανασυγκρότησης δεν ήταν εύκολο. ∆ημιουργούνται πρόχειροι καταυλισμοί για τη στέγαση όσων κατάφεραν να σωθούν, ξεκινά ο καθαρισμός των ερειπίων και σύντομα επαναλειτουργούν τα κύρια δίκτυα ηλεκτροδότησης και ύδρευσης. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1950 είχαν κατασκευαστεί 27.394 νέες κατοικίες, βάσει των νέων, αυστηρότερων αντισεισμικών κανονισμών. Με αρωγή της Μεγάλης Βρετανίας ανοικοδομήθηκαν στην Κεφαλονιά η Σάμη και τα Βλαχάτα και με τη βοήθεια της Γαλλίας η Αγία Ευφημία και η Λακήθρα. Η αλήθεια είναι ότι οι νέοι οικισμοί οικοδομήθηκαν με γνώμονα τα σύγχρονα σχεδιαστικά πρότυπα, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να αγνοηθεί η ιστορική τους φυσιογνωμία, με εξαίρεση τα δημόσια κτίρια της πόλης της Ζακύνθου που διατήρησαν την επτανησιακή αρχιτεκτονική. Το ίδιο συνέβη και με τον πολεοδομικό σχεδιασμό οικισμών που σχεδιάστηκαν ευθύς εξαρχής (όπως π.χ. η Σάμη).

Εξαίρεση αποτελούν τα Κουρκουμελάτα, καθώς ο Κεφαλονίτης εφοπλιστής Γιώργος Βεργωτής αποφάσισε να ξαναχτίσει το χωριό του από το μηδέν, λαμβάνοντας υπόψη την ιστορία του τόπου του, με αποτέλεσμα σήμερα να είναι ένας από τους ωραιότερους οικισμούς του νησιού. 

Ζάκυνθος 1953 (AP image)

Οι μετασεισμοί συνεχίστηκαν στα Ιόνια Νησιά μέχρι και τα τέλη Σεπτεμβρίου του 1953, πολλοί από τους οποίους ήταν άνω των 5 Ρίχτερ, ενώ στις 16 Οκτωβρίου καταγράφηκε δόνηση 5,2 Ρίχτερ και στις 20 Οκτωβρίου 5,1 Ρίχτερ. Τα προσωρινά καταλύματα όπου ζούσε ο κόσμος ήταν ξύλινα και άντεξαν αυτήν τη φορά. Οταν πέρασε όμως ο καιρός και ήρθη η κυβερνητική απαγόρευση μετανάστευσης από Κεφαλονιά, Ιθάκη και Ζάκυνθο, πολλοί ήταν αυτοί που αποφάσισαν να φύγουν οικογενειακώς αναζητώντας μια ασφαλέστερη περιοχή. Μετέβησαν στην Πάτρα, στα Ιωάννινα, στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και στις άλλες μεγάλες πόλεις.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 1951 ο πληθυσμός των τριών νησιών ανερχόταν σε 92.706 κατοίκους. Είκοσι χρόνια αργότερα, το 1971, η απογραφή έδειξε ότι είχαν μείνει 66.929, τουτέστιν υπήρχε μια μείωση του πληθυσμού της τάξης του 27,8%. Τα νησιά όσο περνούσαν τα χρόνια άρχιζαν σταδιακά και πάλι να αναπτύσσονται. Νέες πόλεις όπως αυτή της Ζακύνθου πήραν εξ ολοκλήρου τη θέση των παλαιών, που θα ζουν για πάντα στην ανάμνηση και στη φαντασία μας. Μετά τον άγριο χαλασμό, οι νέοι οικισμοί είναι αυτοί που δέχονται τώρα το μυρωμένο αγέρι του Ιονίου Πελάγους. 

σεισμοί ΙόνιοΚεφαλονιάΕπτάνησασεισμός Ζάκυνθοςσεισμός