Ιστορία|18.09.2020 20:10

Ο μύθος του Μπόμπι Φίσερ: Η παρανοϊκή όψη μιας μεγαλοφυΐας

Δημήτρης Καναβαράκης

Πριν από 2,5 χιλιετίες ο Αριστοτέλης υποστήριζε ότι «δεν υπάρχει καμία μεγάλη ιδιοφυΐα χωρίς κάποια δόση παράνοιας». Τα παραδείγματα μεγάλων πνευμάτων που εμφάνισαν κάποιου είδους ψυχωτικές διαταραχές, ή ιδιοτροπίες που ξεκινούσαν από τα όρια της υπερβολής και έφταναν σε αυτά του παραλογισμού, είναι αρκετά. Πιθανόν όμως, κανένα δεν μπορεί να συγκριθεί σε αυτό το επίπεδο με τον κατά πολλούς σπουδαιότερο σκακιστή όλων των εποχών: τον θρυλικό Μπόμπι Φίσερ, που όσο μεγαλοφυής ήταν, άλλο τόσο αυτοκαταστροφικός αποδείχτηκε.

Το σκάκι είναι ένα παιχνίδι που επιτρέπει τον πρωταθλητισμό έως μεγάλη ηλικία. Ο Φίσερ αποσύρθηκε στα 29 χρόνια του και το έκανε με τον τίτλο του εν ενεργεία παγκόσμιου πρωταθλητή. Ή μάλλον με τον τίτλο του κορυφαίου της ιστορίας. Ο λόγος; Η παγκόσμια ομοσπονδία (FIDE) έκανε δεκτούς τους 178 από τους… 179 όρους που είχε θέσει για το σύστημα διεξαγωγής των τελικών του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος με αντίπαλο τον Ανατόλι Κάρποφ το 1975. Αρνήθηκε δηλαδή να ικανοποιήσει έναν και μόνο όρο του ιδιόρρυθμου Αμερικανού, που εξαιτίας αυτού αποφάσισε να μην υπερασπιστεί τον τίτλο του. Για την ακρίβεια αποφάσισε να μην παίξει ποτέ ξανά αγωνιστικό σκάκι. Μάταια περίμενε επί σειρά ετών ο σκακιστικός κόσμος να βάλει νερό στο κρασί του και να επιστρέψει για να διεκδικήσει τα κεκτημένα. Έφυγε ανίκητος, στο απόγειο της καριέρας του και με το status του μύθου να τον συνοδεύει έως και σήμερα.

Bobby Fischer (AP Photo)

Ο οδοστρωτήρας «Fischer Boom»

Έως εκείνη την ημέρα το επίπεδο στο οποίο έπαιξε σκάκι ο Φίσερ δεν είχε προηγούμενο. Γεννηθείς στις 9 Μαρτίου του 1943, ανελίχθηκε στη σκακιστική ελίτ ως ένα ανεξήγητο φαινόμενο για τους ειδήμονες. Στις αρχές του 1956 δεν τον ήξερε σχεδόν κανείς. Στο τέλος εκείνης της χρονιάς είχε γίνει ο νεαρότερος πρωταθλητής junior στην ιστορία των ΗΠΑ. Ήταν μόλις 13 ετών, αλλά δεν έβρισκε πια ανταγωνισμό ούτε μεταξύ 18χρονων. Το 1957 πήρε διά περιπάτου ξανά το πρωτάθλημα junior και δοκίμασε την τύχη του στο πρωτάθλημα Ανδρών των ΗΠΑ, έχοντας εκτοξευτεί στο top-10 της χώρας στο σύστημα αξιολόγησης βάσει των βαθμών ELO. Στα 14 του έγινε και ο νεαρότερος πρωταθλητής στην ιστορία των ΗΠΑ!

Ένα χρόνο αργότερα κατέρριψε και το ρεκόρ της πιο πρόωρης απόκτησης του τίτλου Grandmaster (ο ανώτερος στο σκάκι). Αναδείχτηκε ξανά πρωταθλητής της χώρας στα 15, στα 16, στα 17 και συνολικά άλλες εφτά φορές. Το 1964, στην ηλικία των 21, κατέκτησε τον εγχώριο τίτλο με 11 νίκες σε ισάριθμους αγώνες, κάτι που δεν είχε συμβεί και ούτε έχει συμβεί ξανά ποτέ. Στο Γυμνάσιο του Μπρούκλιν, όπου φοίτησε, όλοι μιλούσαν για τον ιδιοφυή πιτσιρικά με το εξωπραγματικό ταλέντο στο σκάκι. Μια καθηγήτριά του μπήκε στον πειρασμό να τον υποβάλλει σε τεστ IQ και θρυλείται ότι προέκυψε το… αστρονομικό νούμερο 181.

Bobby Fischer (AP Photo)

Το «Fischer Boom», όπως κωδικοποιήθηκε στις ΗΠΑ η παρά φύσιν ανέλιξη του Φίσερ, εξελίχθηκε στην καλύτερη διαφήμιση για το σκάκι στη χώρα. Όταν ο Αμερικανός γκραν μάστερ αφίχθη στο Ρεϊκιαβικ το 1972, για το «ματς του αιώνα», ήταν στην πατρίδα του πιο διάσημος από το ίδιο το σκάκι. Από την ηλικία των 23 ετών κι έπειτα (1966) δεν έχασε κανένα τουρνουά ή σειρά αγώνων που συμμετείχε. Το 1971 δε, στους προκριματικούς του παγκοσμίου πρωταθλήματος, συνέβη κάτι αδιανόητο. Στα προημιτελικά και ημιτελικά των προκριματικών πέρασε τους δύο αντιπάλους του με σκορ 12-0. Ο δεύτερος ήταν ο περίφημος Δανός γκραν μετρ Μπεντ Λάρσεν, ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της εποχής. Ο Μπόρις Σπάσκι, που περίμενε το νικητή για να υπερασπιστεί τον παγκόσμιο τίτλο του, είχε προβλέψει ότι «ο Λάρσεν είναι πιο ισχυρός πνευματικά», αποδίδοντας του τον τίτλο του φαβορί…

Το πάθημα του Πετροσιάν

Επόμενος αντίπαλος, στον τελικό των διεκδικητών, ήταν ο Σοβιετικός τέως παγκόσμιος πρωταθλητής, Τιγκράν Πετροσιάν. Ένας μύθος της εποχής, που εκείνη τη χρονιά ίδρυσε την ομώνυμη σχολή σκακιού, διασημότερη έως σήμερα στον κόσμο. «Το σερί 19 νικών του Φίσερ δεν με εντυπωσιάζει. Είναι σπουδαίος σκακιστής, αλλά όχι διάνοια», δήλωσε παραμονές της έναρξης του αγώνα ο Πετροσιάν. Στις δύο πρώτες παρτίδες οι δύο διεκδικητές μοιράστηκαν τις νίκες, ενώ ακολούθησαν τρεις σερί ισοπαλίες. Από εκεί και πέρα όμως ο Φίσερ διέλυσε τον αντίπαλο του, με τέσσερις διαδοχικές νίκες, παίρνοντας την πρόκριση με σκορ 6,5-2,5.

Μείζον ψυχροπολεμικό διακύβευμα

Η παγκόσμια κυριαρχία στο σκάκι ήταν αποκλειστικά υπόθεση των Σοβιετικών από το 1948. Σχεδόν κατά κανόνα οι τελικοί διεξάγονταν ανάμεσα σε δύο Σοβιετικούς και αυτή η μονοκρατορία διαφημιζόταν από το καθεστώς ως απόδειξη διανοητικής υπεροχής, στα ντουζένια (ακόμα) του «Ψυχρού Πολέμου». Στις συνθήκες της εποχής, ο τελικός του παγκοσμίου πρωταθλήματος στο πλέον εγκεφαλικό παιχνίδι, ανάμεσα σε έναν Σοβιετικό και σε έναν Αμερικανό, ήταν ζήτημα μείζονος σημασίας για τις δύο χώρες. Απέκτησε ψυχροπολεμική διάσταση στον Τύπο και τις ηγεσίες των δύο χωρών και προκάλεσε το παγκόσμιο ενδιαφέρον, ως ένα face to face πεδίο αντιπαράθεσης των δύο υπερδυνάμεων. Εξού και έλαβε το χαρακτήρα του «match of the century».

Bobby Fischer εναντίον Boris Spassky στο «ματς του αιώνα» το 1972 (AP Photo)

Ο αγώνας αποτελείτο από 24 παρτίδες και διεξήχθη από τον Ιούλιο έως το Σεπτέμβριο του 1972. Νικητής θα αναδεικνυόταν αυτός που θα έφτανε πρώτος στους 12 βαθμούς (ένας η νίκη / μισός η ισοπαλία).

Ο Φίσερ θα ήταν το φαβορί - η διαφορά των δύο εκείνη την περίοδο σε βαθμούς ELO (150) ήταν αριθμός – ρεκόρ ανάμεσα σε κάτοχο και διεκδικητή – αν είχε νικήσει έστω μια φορά στο παρελθόν τον Μπόρις Σπάσκι (είχε δύο ισοπαλίες και τρεις ήττες) και αν δεν έμοιαζε ικανός ανά πάσα στιγμή να τινάξει τα πάντα στον αέρα. Η φήμη του (επιεικώς…) δύστροπου ήταν προέκταση του. Επί σειρά ετών απαιτούσε ειδική μεταχείριση από τους διοργανωτές των αγώνων, προσαρμογή στα δικά του «θέλω» αναφορικά με το σύστημα διεξαγωγής και μεγαλύτερα χρηματικά έπαθλα από τα προβλεπόμενα.

Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν βρέθηκε (πολύ) νωρίτερα σε θέση διεκδικητή του παγκόσμιου τίτλου. Και λίγο έλειψε να μην παίξει ποτέ αυτό το ρόλο. Όταν πια ήταν όλα θεωρητικά έτοιμα για το μεγάλο τελικό, ο Φίσερ απείλησε να μην παραστεί, απαιτώντας να διπλασιαστεί το έπαθλο των 125.000 δολαρίων. Ένας Άγγλος επιχειρηματίας, ονόματι Τζιμ Σλέιτερ, έδωσε λύση στο αδιέξοδο βάζοντας από την τσέπη του τα υπόλοιπα 125.000 δολάρια, μπροστά στον κίνδυνο του ναυαγίου.

Τις ενστάσεις τους Φίσερ για κάποια άλλα οργανωτικά ζητήματα έκαμψε με ένα τηλεφώνημα ο υπουργός ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, που είχε διαβλέψει μια χρυσή ευκαιρία για προπαγάνδα, μια περίοδο που τίποτα δεν πήγαινε καλά για τη χώρα του στον πόλεμο του Βιετνάμ.  

Γκρίνια, απόσυρση και θρίαμβος

Ο Φίσερ έφτασε στο Ρεϊκιαβικ, συνοδεία μόνο του προπονητή και αναλυτή, Γουίλιαμ Λομπάρντι. Ήταν γνωστό ότι τα έκανε (σχεδόν) όλα μόνος του, χωρίς προπονητικό τιμ, αποτελώντας εξαίρεση στον κανόνα. Ο Σπάσκι είχε μαζί του κουστωδία από γκραν μετρ για να προετοιμάζουν μαζί του τις παρτίδες. Η δημοσιότητα ήταν πρωτοφανής για ένα τέτοιο γεγονός, πλήθος δημοσιογράφων και καμεραμέν ήταν στην αίθουσα του αγώνα. Αυτό δεν άρεσε καθόλου στον Φίσερ, που μετά την ήττα του στην πρώτη παρτίδα απαίτησε να συνεχιστεί ο αγώνας χωρίς κάμερες. Το αίτημα του δεν έγινε δεκτό και την ημέρα της δεύτερης παρτίδας δεν παρουσιάστηκε καν, δίνοντας άνευ αγώνα τη νίκη στον Σπάσκι!

Έπειτα από διαβουλεύσεις δύο ημερών – κι ενώ το σενάριο οριστικής αποχώρησης του Αμερικανού έμοιαζε εξαιρετικά πιθανό - ο Σπάσκι δέχτηκε να παιχτεί η τρίτη παρτίδα σε μια απομονωμένη αίθουσα, μακριά από κάμερες και θεατές. Οι αναλυτές πίστευαν ότι με το σκορ στο 2-0 και με τον Φίσερ να ασχολείται με οτιδήποτε άλλο πέραν του παιχνιδιού, οι Σοβιετικοί θα διατηρούσαν εύκολα τα σκήπτρα τους. Αυτό που ακολούθησε όμως ήταν… προμελετημένο από τη μεγαλύτερη ιδιοφυία που κούνησε ποτέ κομμάτια σκακιού. Από τις επόμενες 19 παρτίδες, ο Φίσερ πήρε τις εφτά, μπερδεύοντας διαρκώς με διαφορετικά ανοίγματα τον Σπάσκι. Εχασε μόνο μία και έφερε ισοπαλία σε 12, επικρατώντας του αντιπάλου του με το συντριπτικό 12,5-8,5.

Bobby Fischer (AP Photo)

Η αποκαθήλωση ενός σταρ

Πίσω στις ΗΠΑ ο θριαμβευτής του Ρέικιαβικ, ο άνθρωπος που σύμφωνα με τον Γκάρι Κασπάροφ «νίκησε μόνος του τη σοβιετική σκακιστική μηχανή», έγινε δεκτός με τιμές ήρωα. Εμφανίστηκε σε τηλεοπτικές εκπομπές και έγινε πρωτοσέλιδο παρέα με τον θρύλο της κολύμβησης Μαρκ Σπιτς, στο «Sports Illustrated». Δεν ήταν όμως καμωμένος για τέτοια. Πολύ γρήγορα άρχισε να απωθεί τους προβολείς. Αρνήθηκε όλες τις προτάσεις για διαφήμιση προϊόντων, αξίας πάνω από 5 εκατ. δολάρια (περίπου 30,5 εκατ. σημερινά) και αυτοεξορίστηκε από τη δημοσιότητα. Σταμάτησε ακόμα και να παίζει σκάκι, παραδίδοντας αμαχητί τον τίτλο του στον Ανατόλι Καρπόφ. 

Το μυαλό του, που τον είχε βοηθήσει να δοξαστεί τόσο, μπήκε σε δαιδαλώδη μονοπάτια. Έχοντας γίνει το poster boy της ψυχροπολεμικής προπαγάνδας, άρχισε να κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι τον χρησιμοποίησαν για πολιτικούς σκοπούς, αλλά και να εκφράζεται ως αντισημίτης, κατηγορώντας το εβραϊκό λόμπι για όλα τα δεινά του πλανήτη. Το 1981 συνελήφθη ως ύποπτος ληστείας σε τράπεζα και κατόπιν εξέδωσε ένα σύγγραμμα με τίτλο «Με βασάνισαν στη φυλακή της Πασαντίνα». Η οργή του έγινε ακόμα μεγαλύτερη όταν το 1987 η Γερουσία μπλόκαρε το νόμο που τον αναγνώριζε ως παγκόσμιο πρωταθλητή και μαζί κάποια προσφερόμενα προνόμια.

Η μεγάλη επιστροφή και η εξαφάνιση

Έχοντας απορρίψει όλες τις προτάσεις για επιστροφή για 20 ολόκληρα χρόνια, το 1992 αποφάσισε να επιστρέψει στο προσκήνιο. Ένας βαθύπλουτος Γιουγκοσλάβος τραπεζίτης πρόσφερε σχεδόν 4 εκατ. δολάρια στο νικητή ενός rematch του Φίσερ με τον Σπάσκι. Υπήρχε όμως και άλλο ένα κίνητρο πίσω από την επανεμφάνιση του. Ο αγώνας θα διεξαγόταν στο Βελιγράδι και ο Φίσερ θα πήγαινε κόντρα στην κυβέρνησή των ΗΠΑ, που απαγόρευε σε κάθε Αμερικανό πολίτη να πατήσει γιουγκοσλαβικό έδαφος, λόγω του πολέμου και του εμπάργκο κατά της βαλκανικής χώρας. Για τους παραβάτες της εντολής είχαν εξαγγελθεί βαρύτατες κυρώσεις.

Στη συνέντευξη Τύπου ενόψει της άτυπης ρεβάνς του 1972, ο Φίσερ δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι δεν δέχεται απειλές από τις ΗΠΑ και έφτυσε μπροστά στις κάμερες το χαρτί που του απαγόρευε να αγωνιστεί στη Γιουγκοσλαβία! Τόνισε επίσης ότι παραμένει ο εν ενεργεία παγκόσμιος πρωταθλητής και ότι όλοι οι τελικοί μετά το ’72, ανάμεσα σε Καρπόφ, Κορτσνόι και Κασπάροφ ήταν «στημένοι». Σε ότι αφορά τον αγώνα, συνέτριψε μια ακόμα φορά τον παλιόφιλο του Μπόρις με σκορ 17,5-12,5 και καρπώθηκε το παχυλό έπαθλο. Ήταν πια 49 ετών, απείχε χρόνια από τη δράση και ο Κασπάροφ χαρακτήρισε το επίπεδο του «οκ, αλλά μέχρις εκεί».  

Μετά το Βελιγράδι, ο Φίσερ εξαφανίστηκε: πήρε τα χρήματα και έγινε καπνός. Στις ΗΠΑ εκδόθηκε ένταλμα σύλληψής του και η CIA με το FBI ανέλαβαν την προσπάθεια για τον εντοπισμό και σύλληψη του. Ο καταζητούμενος όμως άλλαζε διαρκώς βάσεις: Γερμανία, Ουγγαρία, Χονγκ Κονγκ, Φιλιππίνες. Την ημέρα της επίθεσης στους Δίδυμους Πύργους βρισκόταν στις Φιλιππίνες και σε συνέντευξη που έδωσε έκανε λόγο για «υπέροχα νέα», αναρωτώμενος αν (δεν) είναι οι ΗΠΑ και το Ισραήλ που σφαγιάζουν για δεκαετίες ολόκληρες τους Παλαιστίνιους. 

Τελευταία στάση, Ισλανδία

Σε μια άλλη συνέντευξη του είχε μιλήσει για σιωνιστική συνωμοσία εναντίον του, υποστηρίζοντας ότι «αυτό που θα σώσει την Αμερική είναι ένα στρατιωτικό πραξικόπημα που θα οδηγήσει στη θανατική καταδίκη χιλιάδες Αμερικανοεβραίους ηγέτες». Το 2005 συνελήφθη στο αεροδρόμιο του Τόκιο ενώ ετοιμαζόταν να πετάξει για τις Φιλιππίνες. Αιτία το ληγμένο αμερικανικό διαβατήριο που είχε επιδείξει στον έλεγχο. Οι ΗΠΑ ζήτησαν την έκδοσή του, αλλά οι Ιάπωνες αρνήθηκαν να τον παραδώσουν. Ο Φίσερ ζήτησε πολιτικό άσυλο από την κυβέρνηση της Ισλανδίας, η οποία αποφάσισε να του το παραχωρήσει για ανθρωπιστικούς λόγους, αλλά και ως ένδειξη ανταπόδοσης για το ότι το 1972 «είχε βάλει την Ισλανδία στο χάρτη». Αναχωρώντας για το Ρέικιαβικ, χαρακτήρισε εγκληματία τον Τζορτζ Μπους Jr., ενώ φτάνοντας εκεί έδωσε συνέντευξη Τύπου, κατηγορώντας ξανά τη «δουλοπρεπή στη σιωνιστική μασονία» χώρα του.

Το 2007 ο Φίσερ διαγνώστηκε με απόφραξη του ουροποιητικού συστήματος, αρνήθηκε όμως τόσο τη χειρουργική επέμβαση, όσο και τη φαρμακευτική αγωγή. Άφησε την τελευταία του πνοή στις 17 Ιανουαρίου του 2018, χτυπημένος από νεφρική ανεπάρκεια. Η τελευταία κατοικία του ήταν η ίδια η πόλη που είχε μεγαλουργήσει, εκτινάσσοντας παγκοσμίως τη δημοφιλία του σκακιού.

Ο Μπόμπι Φίσερ έχει αγαπηθεί και ερευνηθεί από την ποπ κουλτούρα με ταινίες, ντοκιμαντέρ και βιβλία ως μία από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του 20ου αιώνα.

Στην περίπτωση του τα όρια ανάμεσα στην υπερβολική ευφυία και τον παραλογισμό ήταν πολύ λεπτά από την εφηβική κιόλας ηλικία. H υπέρβαση κάθε σκακιστικού ορίου και η τεράστια φήμη που άντλησε ως η «Νέμεσις» των Σοβιετικών ήταν ένα νόμισμα με δύο όψεις. Εξαντλώντας τη δημιουργική ικανότητα του σε ένα βαρύτατης σημασίας για το έθνος σκοπό και έχοντας την προδιάθεση διπολικών χαρακτηριστικών, την κενή θέση της ιδιοφυΐας κάλυψε μετά την πτώση της αυλαίας αυτό που ο Αριστοτέλης ονόμασε «δόσεις παράνοιας».  

Η άλλη όψη είναι η μυθολογική διάσταση του πιο χαρισματικού σκακιστή όλων των εποχών, που νικήθηκε μόνο από τον ίδιο του τον εαυτό.

σκάκιΜπόμπι Φίσερ