Ιστορία|12.12.2020 13:04

«Σκελετοί που ανέπνεαν»: Το πρώτο στρατόπεδο μαζικής εξόντωσης στην Ιστορία ήταν για ομοεθνείς

Δημήτρης Καναβαράκης

Η πρακτική της μαζικής εξόντωσης κρατουμένων παραπέμπει αυθωρεί στους Ναζί και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ωστόσο οι ρίζες της χρονολογούνται πολύ παλαιότερα. Η πρώτη «Τελική Λύση» που επινοήθηκε ήταν για ομοεθνείς και το ενδεχόμενο να ήταν γνώστες της προέλευσης της ο Χίτλερ και οι συνεργοί του μόνο απίθανο δεν μοιάζει.

Το 1861 ξέσπασε ο αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος, μεταξύ των πολιτειών του βορρά και του νότου, οι οποίες αξίωναν την απόσχιση τους, καθώς και τη συνέχιση του καθεστώτος της δουλειάς. Η σύγκρουση ήταν αδυσώπητη, οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο, ενώ ανυπολόγιστος ήταν ο αριθμός των ανθρώπων που «κληρονόμησαν» κάποιου είδους αναπηρία.

To καλοκαίρι του 1863, η συμφωνία ανταλλαγής αιχμαλώτων ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές, που είχε συναφθεί ένα χρόνο πριν, κατέρρευσε, λόγω της άρνησης των Νοτίων να φερθούν ισότιμα με τους λευκούς στους έγχρωμους στρατιώτες των Βορείων (Ένωση). Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη για νέους χώρους κράτησης. Ένας από αυτούς, που αποφάσισε να ανοίξει η διοίκηση των Νοτίων (Συνομοσπονδία), ήταν το διαβόητο Camp Sumter, στο Άντερσονβιλ της Τζόρτζια.

Το αρχικό σχέδιο και η... παρέκκλιση από αυτό

Επισήμως το σχέδιο για το Camp Sumter ανέφερε ότι θα ήταν φυλακή για περίπου 10.000 αιχμαλώτους. Yποδέχθηκε τους πρώτους τροφίμους προτού ακόμα ολοκληρωθεί η κατασκευή του, το Φεβρουάριο του 1864. Όσοι είχαν την ατυχία να μεταφερθούν εκεί, δεν ήταν δύσκολο να διακρίνουν πολύ γρήγορα ότι δεν επρόκειτο για στρατόπεδο κράτησης, αλλά μαζικής εξόντωσης. Το πρώτο τέτοιο στην ιστορία, που επί 14 μήνες, έως το τέλος του πολέμου, θα λειτουργούσε ως το απόλυτο κολαστήριο για τους 46.000 αιχμαλώτους που θα περνούσαν τις πύλες του.

Οι υποδομές του Andersonville ήταν κτηνώδεις. Απλά δεν… υπήρχαν. Η φράση στρατόπεδο αποτελεί ευφημισμό, καθώς τα διαθέσιμα κτίρια ήταν ελάχιστα και εξυπηρετούσαν αποκλειστικά τους φρουρούς. Σε ένα τεράστιο χώρο περιφραγμένο από διπλή σειρά ξύλινου τείχους, οι αιχμάλωτοι ζούσαν είτε σε σκηνές, είτε απλά στο χώμα. Τουαλέτες δεν υπήρχαν και μοναδική πηγή νερού ήταν ένα ρυάκι που διέσχιζε το στρατόπεδο. Το φαγητό που λάμβαναν οι κρατούμενοι ήταν ελάχιστο, ρούχα δεν άλλαζαν ποτέ, ενώ ούτε λόγος φυσικά για (στοιχειώδη έστω) ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα, ο στόχος των Νοτίων για τους φυλακισμένους ήταν να «καταστούν ανίκανοι για να πολεμήσουν ξανά». Η αλήθεια είναι ότι το σχέδιο κύλησε περίφημα. Υποτίθεται ότι το στρατόπεδο θα «φιλοξενούσε» περί τους 10.000 ανθρώπους, αλλά γρήγορα η έκταση του διπλασιάστηκε για να στοιβαχτούν όσο το δυνατόν περισσότεροι σαν ζώα. Αντί για 20.000 βέβαια η προσέλευση υπερδιπλασιάστηκε. Στην τελική μορφή του, ο χώρος που αναλογούσε σε κάθε τρόφιμο ήταν περίπου 2 τ.μ.!

Η επινόηση του όρου «Deadline»

Σε αυτό το φρικτό σκηνικό, που σύμφωνα με τον αιχμάλωτο Ρόμπεργκ Κέλογκ «μας προϊδέασε για το πώς θα είναι η κόλαση», προέκυψε και η ορολογία deadline, που εδώ και χρόνια χρησιμοποιείται ως χρονικός προσδιορισμός. Κατά τη σύλληψη της πάντως δεν είχε καμία τέτοια ερμηνεία, ήταν απολύτως κυριολεκτική. «Deal Line» στο Andersonville ονομαζόταν το όριο του στρατοπέδου που όποιος το παραβίαζε εκτελούνταν αμέσως από τους φρουρούς που βρίσκονταν στις υπερυψωμένες σκοπιές. Το όριο αυτό ήταν ουσιαστικά ένας φράχτης, όμοιος με αυτούς που χρησιμοποιούσαν για τα κοπάδια ζώων στην κτηνοτροφία, ο οποίος απείχε περίπου έξι μέτρα από το εξωτερικό τείχος.

Αντίθετα με ό,τι συνέβη στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης 80 χρόνια αργότερα, στο Andersonville δεν υπήρχαν μαζικές εκτελέσεις. Ο θάνατος ερχόταν αργά και βασανιστικά, μέσω ασιτείας, έκθεσης στα φυσικά φαινόμενα και ασθενειών. Σκορβούτο, δυσεντερία και τυφοειδής πυρετός θέριζαν τους αιχμαλώτους, προκαλώντας δεκάδες θανάτους σε καθημερινή βάση. Παραπάνω από το 1/4 των κρατούμενων, 13.000 από τους 46.000, έχασαν τη ζωή τους, δηλαδή περίπου 1000 ανά μήνα και 30 την ημέρα κατά μέσο όρο. Tο ότι επέζησαν περίπου 33.000 δεν σημαίνει φυσικά ότι γύρισαν αβλαβείς στα σπίτια τους. Οι περισσότεροι αντιμετώπισαν προβλήματα έως το τέλος της ζωής τους, έχοντας πολλοί εξ αυτών περάσει από το στάδιο της απόλυτης αποστέωσης.

Οι απάνθρωπες συνθήκες δεν είχαν να κάνουν μόνο με τη διαβίωση, αλλά και με το θάνατο. Όλοι οι νεκροί θάβονταν σε έναν τεράστιο λάκκο που λειτουργούσε ως ομαδικός τάφος. Αν υπήρχε κίνητρο για κάποιον να κρατηθεί στη ζωή, ήταν η αποφυγή μιας τέτοιας μοίρας.  

Οι έγγραφες μαρτυρίες κάποιων επιζώντων για την αθλιότητα των συνθηκών δεν αφήνουν αμφιβολίες ότι αυτό το μέρος επινοήθηκε από τους Νότιους για να γεμίσει κουφάρια ανθρώπων. Για εκείνους που είχαν τοποθετηθεί κοντά σε ένα έλος που χρησίμευε ως βόθρος, η καθημερινή «μάχη» ήταν να μείνουν μακριά από κάθε λογής παράσιτα, ζωύφια και σκουλήκια, καθώς οι ακαθαρσίες που τα μαγνήτιζαν βρισκόταν παντού. «Δεν μπορούσες να καθίσεις πουθενά. Αν το έκανες έστω και για λίγο κολλούσαν πάνω σου. Αυτός ο βόθρος, η ελώδης μαύρη λάσπη ήταν σαν κάτι ζωντανό. Έμοιαζε να κινείται λόγω των χιλιάδων σκουληκιών, ενώ υπήρχε μόνιμα ένα βουητό λόγω των εντόμων».  

Η εκτέλεση του «δαίμονα του Άντερσονβιλ»

Ο πόλεμος τελείωσε στις 9 Απριλίου 1865, με την παράδοση των Νοτίων από τον στρατηγό Ρόμπερτ Λι. Περίπου ένα μήνα μετά ο στρατός των Βορείων μπήκε στο Camp Sumter. Το θέαμα που αντίκρισε ήταν φρικτό. Όπως χαρακτηριστικά τονίζουν αναφορές, οι στρατιώτες βρήκαν «σκελετούς που ανέπνεαν».

Είναι ενδεικτικό ότι ο διοικητής του Andersonville, Χένρι Βιρτς και ο στρατιώτης Τσαμπ Φέργκιουσον, ο οποίος κατηγορήθηκε για τη δολοφονία πάνω από 100 βορείων – αμάχων, ήταν οι μοναδικοί που δικάστηκαν και εκτελέστηκαν μεταπολεμικά με την κατηγορία της τέλεσης εγκλημάτων πολέμου. Η ιστορία έχει πάντως εν μέρει «απενοχοποιήσει» τον Χένρι Βιρτς, καθώς αποδείχτηκε ότι είχε στείλει αναφορές στους ανωτέρους του για τις τεράστιες ελλείψεις που είχε το στρατόπεδο και τους κατά συρροή θανάτους. Αναφορές που αγνοήθηκαν, ωστόσο ο Ελβετο-αμερικανός Βιρτς παρέμεινε αφοσιωμένος στην ηγεσία της Συνομοσπονδίας έως τέλους.

Αν και δικάστηκε με τη φήμη του «δαίμονα του Άντερσονβιλ», του δόθηκε μια δεύτερη ευκαιρία. Η συμφωνία που του προσφέρθηκε το βράδι πριν την εκτέλεση, ήταν να καταθέσει στοιχεία που θα ενοχοποιούσαν τον πρόεδρο των Νοτίων, Τζέφερσον Ντέιβις, προκειμένου να λάβει χάρη. Δεν το έκανε. Προτίμησε την αγχόνη. «Με απαγχονίζετε γιατί υπάκουσα τις διαταγές», ήταν οι τελευταίες λέξεις του, προτού η θηλειά σφίξει στο λαιμό του.

Το «Άουσβιτς» των ΗΠΑ

Οι άθλιες συνθήκες στα στρατόπεδα κράτησης δεν ήταν διακριτικό μόνο σε αυτά των Νοτίων. Και σε αυτά των βορείων υπολογίζεται ότι έχασαν τη ζωή τους 26.000 αιχμάλωτοι. Το Camp Sumter όμως θεωρείται το πρώτο στην ιστορία όπου οργανώθηκε σχέδιο εξόντωσης των κρατούμενων, καθώς κόντρα στις αναφορές οι διοικούντες εξακολουθούσαν να στέλνουν όλο και περισσότερο κόσμο εκεί. Ως τέτοιο έχει επηρεάσει βαθιά την αμερικανική κουλτούρα. 

Από το 1899 έως το 1916, 16 πολιτείες δημιούργησαν μνημεία αφιερωμένα στους κρατούμενους του Andersonville. Σήμερα έχει ανακηρυχθεί ιστορικό εθνικό μνημείο και είναι ο τόπος ταφής των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους εκεί. Χάρη στον αιχμάλωτο, Ντόρενς Ατγουότερ, ο οποίος είχε επωμιστεί την επίσημη καταγραφή των στοιχείων όλων των αιχμαλώτων, μόνο 452 από τις ταφόπλακες δεν έχουν όνομα. Ο Ατγουότερ παρέδωσε μετά την απελευθέρωση στους Βόρειους το αντίγραφο της επίσημης λίστας με όλα τα ονόματα, που είχε κρύψει κατά τη διάρκεια της κράτησής του.

Η έκβαση του αμερικανικού εμφύλιου είναι μία από τις μεγαλύτερες νίκες κατά των διακρίσεων στην ιστορία της ανθρωπότητας. Περίπου 80 χρόνια αργότερα, το πνεύμα του Andersonville θα αναβίωνε με ασύλληπτη ένταση και φρικαλεότητα, καθώς η λογική της μαζικής εξόντωσης θα γινόταν η προέκταση της πιο απάνθρωπης ιδεολογίας που κυριάρχησε ποτέ – ευτυχώς για λίγο – στον κόσμο.

Αμερικανικός εμφύλιοςCamp SumterAndersonvilleΆντερσονβιλστρατόπεδο μαζικής εξόντωσης