«Δεν ένιωσα πρωταγωνιστής της ιστορίας, αλλά κομπάρσος» - Ο υπεύθυνος του αυτοσχέδιου ιατρείου της κατάληψης του Πολυτεχνείου, μοιράζεται τη μαρτυρία του
Αφροδίτη ΓκόγκογλουΗ Εξέγερση του Πολυτεχνείου, από την οποία φέτος κλείνουν 51 χρόνια υπήρξε η μαζικότερη πράξη αντίστασης στη δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967 - που δεν έπεσε από τον ουρανό.
Χρόνια πριν την επιβολή της, το έδαφος προετοιμαζόταν αφού, η ελληνική κοινωνία λειτουργούσε με το μετεμφυλιακό, αντιλαϊκό Σύνταγμα του 1952, οι κινητοποιήσεις πνίγονταν στο αίμα, τη βία και την άγρια καταστολή, ενώ συνέβαιναν πολιτικές δολοφονίες- από το τρίκυκλο των Κοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη, που δολοφόνησαν τους βουλευτές της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη και Γιώργη Τσαρουχά έως τη δολοφονία του Σωτήρη Πέτρουλα κατά τα Ιουλιανά του 1965.
«Χρέος μας να αναδείξουμε την ιστορική αλήθεια»»
Φέτος, η Εξέγερση του Πολυτεχνείου - της μαζικότερης πράξης αντίστασης στη χούντα- κλείνει 51 χρόνια. «Είναι χρέος μας να αναδείξουμε την ιστορική αλήθεια», λέει στο ethnos.gr ο Γιώργος Παυλάκης, που, στα 22 του χρόνια, κατά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, υπήρξε υπεύθυνος του «Γενικού Λαϊκού Ιατρείου»- του αυτοσχέδιου σταθμού Πρώτων Βοηθειών, που έστησαν περίπου 30 φοιτητές ιατρικήςστον πρώτο όροφο της Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ, από την πρώτη κιόλας μέρα της κατάληψης, στις 14 εκείνου του Νοέμβρη του 1973.
Πώς φτάσαμε, όμως, στη 17η Νοέμβρη; Από την επιβολή της, έξι χρόνια πριν την Εξέγερση, η δικτατορία, με πρόσχημα την προστασία από τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» επιβάλλει λογοκρισιά, καταστολή και διώξεις. Προνομιακό πεδίο ελέγχου της θεωρεί ότι είναι τα πανεπιστήμια. Το καθεστώς θεωρεί ότι μπορεί να παρεμβαίνει στα όσα συζητιούνται στα αμφιθέατρα, να διορίζει πρυτάνεις, να καταπνίγει την ελευθερία της έκφρασης και να αποβάλλει τους φοιτητές που αντιστέκονταν, στέλνοντάς τους, συχνά, στον στρατό. Τα πρώτα χρόνια, οι αντιδράσεις είναι λιγότερες και περισσότερο μουδιασμένες. Η κατάληψη της Νομικής Σχολής της Αθήνας, όμως, τον Φεβρουάριο του 1973, αποτελεί μία τομή. Είναι το πρώτο ψήγμα ενός αντιδικτατορικού, φοιτητικού κινήματος που αρχίζει να διαμορφώνεται. Η κατάληψη της Νομικής κράτησε μία μόλις ημέρα, καταπνίγηκε στη βία από δυνάμεις της αστυνομίας και παρακρατικές οργανώσεις ενώ σημειώθηκαν δεκάδες συλλήψεις φοιτητών και φοιτητριών που οδηγήθηκαν στο κολαστήριο της ΕΑΤ - ΕΣΑ. Η Νομική, όμως, ήταν μία πρώτη ρωγμή για αυτό που θα ακολουθούσε λίγους μήνες αργότερα.
«Λαέ της Ελλάδας, η Χούντα θα πέσει!»
«Πολλά από εκείνη την περίοδο αποσιωπήθηκαν απλοποιήθηκαν ή στρεβλώθηκαν ανάλογα με διάφορες οπτικές», λέει ο κ. Παυλάκης που, σήμερα, είναι ερευνητής στο Ινστιτούτο Έρευνας του Καρκίνου στις ΗΠΑ. Στις 14 Νοεμβρίου του 1973, μαζί με τους υπόλοιπους φοιτητές κλείστηκε εντός του πανεπιστημιακού ιδρύματος, μετά την από κοινού απόφαση για κατάληψη, με αίτημα την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Τις πρώτες ώρες, οι «καταληψίες» είναι μερικές μόλις εκατοντάδες άτομα. Ωστόσο, στήνουν τον αυτοσχέδιο ραδιοφωνικό σταθμό και το εμβληματικό μήνυμα «Εδώ Πολυτεχνείο! Λαέ της Ελλάδας, η Χούντα θα πέσει!», φτάνει σε κάθε άκρη της Αττικής. Τις επόμενες ώρες, χιλιάδες κόσμου κατεβαίνουν στην Πατησίων να συμπαρασταθούν στα παιδιά. Ο πετροπόλεμος με τους αστυνομικούς και τους ελεύθερους σκοπευτές από την άλλη άκρη του φράχτη, έχει ξεκινήσει.
«Η ενθουσιώδης συμμετοχή του λαού της Αθήνας στην εξέγερση του Πολυτεχνείου ηταν άμεση και αυθόρμητη. Η όλη οργάνωση του εγκλεισμού στο Πολυτεχνείο είχε κάποιο γενικό σχεδιασμό, με κεντρική ιδέα την κατάλυση της δικτατορίας. Ένα από τα συνθήματα ήταν "‘Εξι χρόνια αρκετά δεν θα γίνουνε εφτά" (Γίνανε, δυστυχώς με τεράστιες εθνικές απώλειες). Η σπονδυλική στήλη ήταν οι φοιτητές και οι οργανώσεις τους, σε επίπεδο σχολών και σε επίπεδο τοπικών συλλόγων (πχ. Κρητών φοιτητών, καθώς και σε επίπεδο πολίτικων αντιδικτατορικών κινήσεων που δρούσαν στα Πανεπιστήμια και στην κοινωνία. Δεν μπορεί να καταλάβει κανείς την έκρηξη της λαϊκής αντιδικτατορικής οργής με έναυσμα και κέντρο το Πολυτεχνείο, αν δεν καταλάβει την προπαρασκευή του με την ολοένα και καλύτερη οργάνωση των φοιτητών κατά της δικτατορίας, μέσα σε συνθήκες στυγνής καταπίεσης», λέει ο Γιώργος Παυλάκης στο ethnos.gr. Ο ίδιος, θυμάται πως, «Οι φοιτητές είχαμε γνωριστεί μεταξύ μας, ξέραμε ολοένα και καλύτερα και τους κοινούς μας στόχους και τις διαφορές μας, που λύνονταν με άμεση δημοκρατϊα σε γενικές συνελεύσεις των πρόθυμων που συμμετείχαν, και με αποτέλεσμα οι μειοψηφίες να πείθονται συνήθως να ακολουθήσουν την πλειοψηφία. Αυτή η άμεση δημοκρατία και η εθελοντική υπακοή συνδυασμένη με τον ενθουσιασμό και την εφευρετικότητα έκαναν το θαύμα, να αρχίσει μια λαϊκή γενικευμένη εξέγερση στο κέντρο της Αθήνας που καταπνίχθηκε στο αίμα από δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας και στοίχησε πολλά θύματα. Χωρίς αυτή την οργάνωση και τον αποφασιστικό αγώνα των φοιτητών τα δύο προηγούμενα κυρίως χρόνια (αλλά όχι μόνο) δεν θα μπορούσε να εκδηλωθεί τέτοια εξέγερση που παραμένει στη μνήμη του λαού για 51 χρόνια, παρ΄ όλες τις προσπάθειες να τη σβήσουν και να τη συκοφαντήσουν. Ειδικά για το Γιατρείο, δεν φτιάχτηκε για να αντιμετωπίσει εκατοντάδες τραυματίες και πολεμικά τραύματα, αλλά ήταν η σκέψη μας για ένα σταθμό Πρώτων Βοηθειών για τους εκατοντάδες της Τετάρτης, πρώτης μέρας που κλειστήκαμε μέσα, και τους χιλιάδες της επόμενης μέρας, ώστε να αντιμετωπίζονται μικροτραυματισμοί και αδιαθεσίες παιδιών που έμεναν όλη μέρα φωνάζοντας στα κάγκελα, παραδείγματος χάριν.
Από το πρώτο απόγευμα της Τετάρτης που κλειστήκαμε στο Πολυτεχνείο άρχισε πετροπόλεμος και νεραντζοπόλεμος με τους τραμπούκους και τους ασφαλίτες που είχε μαζέψει η χούντα από έξω. Μου έφεραν ένα γυμνασιόπαιδο τότε τον Αρετάκη, (που τον ήξερα από το σχολείο του) που είχε φάει ένα νεράντζι στο μάτι και σκέφτηκα ότι, σύμφωνα με την εμπειρία μας εκείνο τον καιρό, αναμένουμε ξυλοδαρμούς και εμπλοκές με την Αστυνομία, και χρειαζόταν να στήσουμε ένα σταθμό πρώτων βοηθειών για τα παιδιά που ήταν κλεισμένα μέσα. Έτσι προσπάθησα να βρω υλικά μέσα στο Πολυτεχνείο, που είχε μερικά, και βρήκα επίσης μερικά ιατρικά εργαλεία. Μαζί με τον Καπερώνη, τον Χαντάντ και αργότερα την Αντωνία Χαρίτου και μερικούς άλλους φοιτητές πήραμε μετά από σύντομη συζήτηση στην πρώτη συντονιστική επιτροπή, μια αίθουσα της Αρχιτεκτονικής, που είναι το ψηλό όμορφο κτίριο του Πολυτεχνείου, και ετοιμάσαμε μερικά θρανία για πάγκους ή κρεβάτια. Ή μάλλον, πήραμε ετσιθελικά την αίθουσα διδασκαλίας για Γιατρείο, και το ανέφερα στη συνεδρίαση της Συντονιστικής Επιτροπής σε ένα μικρό διάλειμμα που δεν ασχολούμασταν με ατέλειωτους καυγάδες.
Αυτό που μας έκανε λίγο πιο έτοιμους να αντιμετωπίσουμε τις μάχες της Παρασκευής, ηταν ο εφοδιασμός μας με κάθε είδους φάρμακο και ιατρικό εργαλείο που υπήρχε στην Αθήνα, καθώς και μερικοί έμπειροι γιατροί που ήρθαν. Το πιο σημαντικό εργαλείο της εξέγερσης ήταν ο ραδιοσταθμός «Εδώ Πολυτεχνείο» που μας έφερε σε επικοινωνία με όλο τον λαό της Αθήνας και, την Παρασκευή, σε αναμετάδοση, με όλο τον κόσμο, όπου υπάρχουν Έλληνες. Το παρομοιάζω με ένα πρωτόγονο internet που μας συνέδεσε ασύρματα με τους έξω. Αυτό βοήθησε και στην μαζικοποίηση και στην ενημέρωση όλων. Αυτό που έγινε λοιπόν, αρχίζοντας από την Πέμπτη, ήταν ότι ζητάγαμε βοήθεια και ορισμένα φάρμακα και μας έρχονταν τεράστιες ποσότητες σε τσάντες και σακούλες, και πολλά μετρητά σε δραχμές. Αυτό που μου έχει εντυπωθεί χαρακτηριστικά σαν εικόνα είναι οι τεράστιοι μεταλλικοί κύλινδροι με οξυγόνο που μας κουβάλησαν στο Ιατρείο την Παρασκευή, όταν η ατμόσφαιρα είχε γίνει αποπνικτική με τις τεράστιες ποσότητες δακρυγόνων που χρησιμοποιούσε η αστυνομία κατά των διαδηλωτών».
«Οι δικτάτορες αποδειχτηκαν αδιστακτοι εγκληματιες αλλά αυτό ηταν και η αρχή του τελους τους»
Ο ίδιος τονίζει ότι η έκταση της βίας που ασκήθηκε ήταν ακραία και έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια σε βιβλία και μελέτες. Σύμφωνα με σύγχρονες μελέτες του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, από την 14η έως την 17η Νοέμβρη του 1973, στο Πολυτεχνείο 40 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους (έχουν ταυτοποιηθεί οι 26) ενώ τουλάχιστον 2.000 τραυματίστηκαν. «Ναι η βία κλιμακώθηκε σε απίστευτο βαθμό και κατέληξε σε αιματηρή σφαγή σε όλη την Αθήνα, με χειρότερη μέρα το Σάββατο, όταν πια το τανκ είχε γκρεμίσει την πόρτα», λέει ο κύριος Παυλάκης. Για τον ίδιο, είναι σημαντικό να υπογραμμίσει ότι, «Όταν λέμε λοιπόν Πολυτεχνείο, εννοούμε την άοπλη εξέγερση του λαού της Αθήνας με πρωτοπορία τους νέους, όχι μόνο φοιτητές, αλλά και μαθητές και εργαζόμενους, εναντίον των δικτατόρων, και την πρωτοφανή, βίαιη καταστολή της. Η Ευρώπη δεν είχε δει τέτοια βία με τανκ και πολεμικά όπλα μέσα σε πόλη για πολλά - πολλά χρόνια. Οι φοιτητές ήμαστε η φυσική ηγεσία γιατί ήμαστε οι μόνοι οργανωμένοι και αποφασισμένοι εκείνες τις μέρες να συγκρουστούμε με τη χούντα. Οι δικτάτορες αποδείχτηκαν αδίστακτοι εγκληματίες αλλά αυτό ήταν και η αρχή του τέλους τους.Αν και πολλοί τα ξέραμε αυτά, δεν νομίζω ότι περιμέναμε την έκταση της βίας και της σφαγής εναντίον τελείως έοπλων διαδηλωτών».
Μετά το χάος που προκάλεσε η εισβολή του τανκ στο πανεπιστημιακό ίδρυμα, ακολούθησε η βίαιη εκκένωση του Πολυτεχνείου. Οι γιατροί του «Γενικού Λαϊκου Ιατρείου» έφυγαν από τους τελευταίους. Ο Γιώργος Παυλάκης συνελήφθη. «Μόλις έγινε το πρώτο κύμα εκκένωσης του Πολυτεχνείου μπήκαν οι πεζοναύτες με εντολή να βγάλουν τους υπόλοιπους. Εμείς είχαμε τραυματίες ακόμα στο Γιατρείο, και ζήτησα, ως υπεύθυνος, από τον επικεφαλής αξιωματικό να μας αφήσει να μείνουμε μέχρι να εκκενώσουμε τους τραυματίες. Αυτός δε δέχτηκε, αλλά του δείξαμε τη βαριά τραυματισμένη κοπέλα που είχαμε στο Γιατρείο και σιωπηλά συνεχίσαμε την εκκένωση. Έφεραν ένα στρατιωτικό φορείο και βάλαμε το κορίτσι, και το πήραν έξω. Εγώ έφυγα από τους τελευταίους. Δύσκολο σκοτάδι από την Αρχιτεκτονική μέχρι την πύλη, μπροστά στα εκτυφλωτικά φώτα, νοιώθοντας περισσότερο, παρά βλέποντας στρατιώτες και κανόνια στραμμένα απάνω μου. Με συνέλαβε πάνω στην πόρτα του Πολυτεχνείου και δίπλα στο τανκ που μούγκριζε ο γνωστός μου αρχιασφαλίτης Καλύβας. Με παρέδωσε στους παρατεταγμένους αστυνομικούς με κράνη, θωράκιση και τεράστια στυλιάρια, με τα οποία άρχισαν να με χτυπούν μέχρι που έχασα τις αισθήσεις μου και έπεσα κάτω. Όταν συνήλθα, είχε επέμβει ένας αξιωματικός του στράτου και τους σταμάτησε. Έτσι με πήραν οι ασφαλίτες σέρνοντάς με από τα μαλλιά και με κουβάλησαν στην κλούβα. Ήταν μάλλον η τελευταία κλούβα που πήγε στη Γενική Ασφάλεια στη Μεσογείων. Με αναγνώρισε για κακή μου τύχη ο Χρηστάκης, ένας ασφαλίτης της Ιατρικής (κάθε σχολή είχε τη φρουρά της από ασφαλίτες, εγκάθετους και τραμπούκους, καθώς και βοηθούς φοιτητές). Ο Χρηστάκης μου έδωσε μια μπουνιά καθώς το μπουλούκι των φοιτητών ανέβαινε τις σκάλες, μου έσπασε τα γυαλιά και, ευτυχώς, το πλήθος με συγκράτησε. Τα κελιά που μας έβαλαν ήταν πατηκωμένα και δεν είχε χώρο ούτε να καθήσεις. Ο Χρηστάκης ήρθε και με πήρε από το κελί για ανάκριση με ξύλο και μαστίγωμα με καλώδιο, που έκανε μαύρο ό, τι υπόλοιπο του σώματός μου είχε γλιτώσει μέχρι τότε. Ήθελαν να τους γράψω τα ονόματα της Συντονιστικής, εγώ δεν ήξερα κανένα και δεν έγραψα τίποτα. Επειδή έπεφτα κάτω και έκανα εμετό, με ξαναπήγαν στο κελί. Με έδιωξαν από την Ασφάλεια κατά λάθος το απόγευμα του Σαββάτου, με την κήρυξη του στρατιωτικού νόμου από τον δικτάτορα Παπαδόπουλο, ενώ με είχαν βάλει στην άκρη για την ΕΣΑ ή για εκτόπιση. Με γλύτωσε η αναταραχή που τους είχε αποδιωργανώσει. Μέχρι την καταστροφή της Κύπρου, έζησα στην παρανομία στην Αθήνα».
«Για μια στιγμή όλοι μας αρχίσαμε να πιστεύουμε ότι θα νικήσουμε, γιατί το δίκιο ήταν με το μέρος μας»
Η πολύτιμη μαρτυρία του, αναπόφευκτα, μου δημιουργεί την απορία. Ο ίδιος και οι υπόλοιποι πιτσιρικάδες φίλοι/ συμφοιτητές/ συναγωνιστές του, εκείνο το τριήμερο, υπήρχε η αίσθηση της ιστορικότητας των στιγμών; Είχαν αντιληφθεί, οι μικροί «καταληψίες» ότι γίνονταν πρωταγωνιστές της ιστορίας; «Για μια στιγμή όλοι μας αρχίσαμε να πιστεύουμε ότι θα νικήσουμε, γιατί το δίκιο ήταν με το μέρος μας. Οι δικτάτορες ήταν οι κακοί και παράλογοι, η λογική έλεγε ότι έπρεπε να νικήσουμε, είναι τόσο απλό». Ωστόσο, όπως καταλήγει ο ίδιος, «Εγώ πάντως δεν ένιωσα πρωταγωνιστής της ιστορίας αλλά κομπάρσος, παρ΄ όλο που νιώθαμε ότι ζούσαμε πρωτόγνωρες, ιστορικές στιγμές».