Η δεκαετία του '90 ήταν μια περίοδος αδικαιολόγητης ευφορίας, όπου φαινόταν πως όλα τα ερωτήματα είχαν βρει απάντηση και τίποτα δεν ήταν αδύνατο. Ηταν η εποχή που το διαδίκτυο άρχισε να μπαίνει στη ζωή μας, εμφανίστηκαν τα πρώτα Game Boy, τα ριάλιτι έγιναν μέρος της καθημερινότητάς μας και ο καθένας μπορούσε να έχει τα δικά του «5 λεπτά δημοσιότητας». Η δεκαετία αυτή αποτέλεσε μια χρυσή εποχή για την ποπ κουλτούρα, με σειρές όπως οι «Απαράδεκτοι», «Οι Τρεις Χάριτες», τα «Friends», το «Sex And the City», το «One Tree Hill» και το «Beverly Hills, 90210», αλλά και ταινίες όπως το «Matrix», το «Dirty Dancing», το «Pulp Fiction», ο «Τιτανικός» και το «Seven» που άφησαν ανεξίτηλο το σημάδι τους πάνω μας. Οι ηθοποιοί που πρωταγωνίστησαν σε αυτές τις παραγωγές έγιναν είδωλα για μια ολόκληρη γενιά, επηρεάζοντας τη μόδα, τη μουσική και την καθημερινότητά μας.
Η δεκαετία του '90 μας χάρισε πολλές χαρισματικές γυναικείες προσωπικότητες στη μουσική, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Πολλές από αυτές συνεχίζουν να μας ψυχαγωγούν με το ταλέντο τους και να εμφανίζονται δημόσια, ενώ κάποιες άλλες έχουν επιλέξει ν' αποσυρθούν από τα φώτα της δημοσιότητας. Ωστόσο, υπάρχουν και εκείνες που έφυγαν από τη ζωή πολύ νωρίς, αφήνοντας πίσω τους ένα κενό και αναπάντητα ερωτήματα για το τι θα μπορούσαν να είχαν καταφέρει αν είχαν περισσότερα χρόνια μπροστά τους. Καλλιτέχνες όπως η Aaliyah, η Selena, καθώς και η Σάνεν Ντόχερτι (Shannen Doherty) ως ατρόμητη, γλυκιά και τολμηρή Brenda Walsh από το «Beverly Hills, 90210» αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για πολλά κορίτσια εκείνης της εποχής. Παρότι μας άφησαν νωρίς, η κληρονομιά τους συνεχίζει να επηρεάζει τον κόσμο και ν' αγγίζει τις καρδιές πολλών γυναικών.
Πολλοί από εμάς θυμόμαστε ακριβώς πού βρισκόμασταν και πώς αισθανθήκαμε όταν ακούσαμε για πρώτη φορά την είδηση ότι κάποιο από τ' αγαπημένα μας είδωλα έφυγε από τη ζωή. Σκεπτόμενοι τις ζωές αυτών των αστέρων, δεν μπορούμε παρά ν' αναρωτιόμαστε πώς θα ήταν η σημερινή ποπ κουλτούρα αν δεν είχαν φύγει τόσο πρόωρα. Σε ποιες ταινίες ή σειρές θα είχαν πρωταγωνιστήσει; Ποια νέα μουσικά κομμάτια θα μας είχαν χαρίσει; Αν και αυτά τα ερωτήματα θα μείνουν για πάντα αναπάντητα, η επιρροή και η μνήμη αυτών των καλλιτεχνών παραμένει ζωντανή, θυμίζοντάς μας πόσο πολύ μας λείπουν και πόσο μεγάλο ήταν το ταλέντο τους. Γιατί οταν ένας καλλιτέχνης από αυτή τη γενιά φεύγει από τη ζωή, χάνουμε και ένα μέρος από τη νεότητά μας. Είναι σαν να κλείνει ένα σημαντικό κεφάλαιο της ιστορίας μας, γεμίζοντάς μας με νοσταλγία και θλίψη.
Η Σελίνα Κιντανίγια Πέρεζ (Selena Quintanilla-Perez), γνωστή ως Selena, βρισκόταν σε ανοδική πορεία στην καλλιτεχνική της καριέρα όταν πέθανε σε ηλικία 23 ετών. Η καλλιτέχνιδα του «Como La Flor» άρχισε να εμφανίζεται από παιδί με τον αδελφό της A.B. Quintanilla και την αδελφή της Suzette Quintanilla στο συγκρότημα Selena y Los Dinos. Το 1989, ξεκίνησε σόλο καριέρα και κέρδισε το βραβείο Grammy για το καλύτερο μεξικανο-αμερικανικό άλμπουμ «Selena Live!», το 1993.
Μια από τις κορυφαίες στιγμές της καριέρας της ήταν, όταν τραγούδησε στο Houston Astrodome Livestock Show & Rodeo, μπροστά σε 67.000 άτομα. Δυστυχώς, τον επόμενο μήνα, δολοφονήθηκε από την πρώην συνεργάτιδά της, Γιολάντα Σαλντίβαρ (Yolanda Saldivar), στο Corpus Christi του Τέξας. Η Selena θεωρείται μία από τις σημαντικότερες Λατίνες τραγουδίστριες, με πωλήσεις που ξεπερνούν τα 40 εκατομμύρια αντίτυπα.
Εκτός, όμως, από τραγουδίστρια ήταν και είδωλο της μόδας. Η Selena δεν ντυνόταν απλώς για να εντυπωσιάσει, αλλά δημιούργησε το δικό της στυλ, το οποίο αντλούσε στοιχεία από την μεξικανοαμερικανική κληρονομιά της, κάνοντάς το πιο προσιτό στις ΗΠΑ. Γεννημένη στο Lake Jackson του Τέξας, η Selena άνοιξε το 1994 τη δική της μπουτίκ με την ονομασία Selena Etc., μ' ένα κατάστημα στο Corpus Christi και άλλο ένα στο San Antonio. Συνεργάστηκε με τον σχεδιαστή Martin Gomez για να προσφέρει κομμάτια που εκπροσωπούσαν τόσο την κουλτούρα της όσο και το προσωπικό της στυλ. «Τότε, δεν έβλεπες άτομα σαν αυτή στην τηλεόραση, ακόμα και στις λατινοαμερικανικές εκπομπές» δήλωσε η Maria Garcia, δημιουργός του ραδιοφωνικού podcast «Anything for Selena», στο περιοδικό Texas Monthly, το 2021. Η Garcia συνέχισε: «Φορούσε στρασάκια που φαινόταν ότι ήταν στρασάκια. Δεν προσπαθούσε να προσποιηθεί ότι φορούσε διαμάντια». Η Selena κατάφερε να ενώσει την παράδοση με τη μοντέρνα μόδα, προσφέροντας ρούχα που δεν αντικατόπτριζαν μόνο την πολιτιστική της κληρονομιά αλλά και την προσωπική της αισθητική.
Στις αρχές του 1995, η οικογένεια Quintanilla ανακάλυψε ότι η Σαλντίβαρ έκλεβε χρήματα από το φαν κλαμπ της Selena και αποφάσισε να την απολύσει. Τρεις εβδομάδες αργότερα, η Selena και η Σαλντίβαρ κανόνισαν να συναντηθούν στο ξενοδοχείο Days Inn για να παραλάβει η η πρώτη τα οικονομικά αρχεία, τα οποία η Σαλντίβαρ ισχυριζόταν ότι δεν είχε. Η Γιολάντα ανέφερε ότι είχε βιαστεί στο Μεξικό και η Selena την πήγε σ' ένα τοπικό νοσοκομείο, όπου οι γιατροί δεν βρήκαν αποδείξεις βιασμού.
Όταν επέστρεψαν στο ξενοδοχείο, η Selena απαίτησε ξανά τα αρχεία. Τότε, η Σαλντίβαρ έβγαλε ένα όπλο και πυροβόλησε τη Selena στον δεξί της ώμο, αποκόπτοντας μια αρτηρία. Σοβαρά τραυματισμένη, η τραγουδίστρια έτρεξε προς το λόμπι για βοήθεια, αλλά κατέρρευσε. Ένας υπάλληλος κάλεσε την αστυνομία, ενώ η Σαλντίβαρ την έψαχνε και την αποκαλούσε «σκύλα». Η Selena πέθανε στο νοσοκομείο λόγω μεγάλης απώλειας αίματος στη 01:05 στις 31 Μαρτίου 1995, δεκαέξι ημέρες πριν τα 24α γενέθλιά της.
Η παρουσία της και η επιρροή της στον χώρο της μόδας και της μουσικής παραμένουν ζωντανές, υπενθυμίζοντας μας τη μοναδική κληρονομιά που άφησε πίσω της. Όταν ρωτήθηκε για τη μακροχρόνια επίδραση της Selena, ο πατέρας της, Abraham Quintanilla, δήλωσε ότι η μνήμη της συνεχίζει να ζει μέσα από τους θαυμαστές της. «Με τα χρόνια, οι νέες γενιές την ανακάλυψαν και την ερωτεύτηκαν». «Η ζωή της Selena σταμάτησε σύντομα, αλλά οι θαυμαστές της την έχουν κρατήσει ζωντανή και η κληρονομιά της μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Αυτό από μόνο του είναι απίστευτο». Η ζωή της μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1997, με τίτλο «Selena» και πρωταγωνίστρια την Τζένιφερ Λόπεζ (Jennifer Lopez). Ενα χρόνο μετά, εγκαινιάστηκε μουσείο στο Τέξας στη μνήμη της, το οποίο επισκέπτονται ετησίως εκατοντάδες θαυμαστές.
Η γυναίκα με τις περισσότερες φωτογραφίες στον κόσμο
Η Νταϊάνα, πριγκίπισσα της Ουαλίας, κάποτε παραδέχτηκε πως, όταν παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Κάρολο σε ηλικία 20 ετών, η γκαρνταρόμπα της αποτελούταν μόνο από «ένα μακρύ φόρεμα, ένα μεταξωτό πουκάμισο, ένα ζευγάρι κομψά παπούτσια, και αυτό ήταν όλο». Έτσι, έτρεξε να αγοράσει «έξι από τα πάντα» ενόψει του βασιλικού γάμου. Αρκετά εντυπωσιακή παραδοχή από τη γυναίκα που στη συνέχεια έγινε ένα από τα πιο διαχρονικά είδωλα του στυλ στον κόσμο.
Στα χρόνια που ακολούθησαν την παραμυθένια εμφάνισή της στα σκαλιά του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Παύλου με το εντυπωσιακό νυφικό της, σχεδιασμένο από τους Emanuels, η Νταϊάνα καλλιέργησε μια σύγχρονη γκαρνταρόμπα που πάντα τιμούσε το πρωτόκολλο, αλλά αντανακλούσε και την προσωπική της προτίμηση για σχέδια και ζωηρά χρώματα.
Τα βραδινά φορέματα που επέλεξε η πριγκίπισσα καθόρισαν μια ολόκληρη γενιά εκείνης της δεκαετίας. Η λίστα των αγαπημένων της σχεδιαστών συμπεριλαμβάνει σπουδαίες προσωπικότητες της βρετανικής μόδας: Catherine Walker (σήμερα βασικό στοιχείο της γκαρνταρόμπας της Δούκισσας του Cambridge), Bellville Sassoon, Victor Edelstein και Donald Campbell.
Στα μέσα της δεκαετίας του '90, αφού είχε πλέον χωρίσει από τον πρίγκιπα Κάρολο, η Νταϊάνα άρχισε να γράφει τους δικούς της κανόνες μόδας. Τσάντες Dior, κοστούμια Chanel, βραδινά φορέματα Versace και ψηλοτάκουνα Jimmy Choo μπήκαν στη γκαρνταρόμπα της, καθώς εξελίχθηκε στη γυναίκα με τις περισσότερες φωτογραφίες στον κόσμο, ταξιδεύοντας και κάνοντας πρωτοσέλιδα με κάθε εμφάνισή της.
H «Μπρέντα» του Μπέβερλι Χιλς
Η Μπρέντα με τα σκούρα μαλλιά, τα έντονα πράσινα μάτια και τα χαρακτηριστικά ελαφρώς προτεταμένα δόντια ήταν μια έφηβη που ξεχώριζε από τα κλασικά καλιφορνέζικα πρότυπα ομορφιάς. Ο αντισυμβατικός της χαρακτήρας, οι συχνές αντιδράσεις της, η κόντρα με την Κέλι (Τζένι Γκαρθ) και ο έντονος έρωτάς της για τον μοναχικό Ντίλαν (Λουκ Πέρι) αιχμαλώτισαν όσους μεγάλωσαν στη δεκαετία του '90. Η Μπρέντα αντιπροσώπευε την έφηβη που παλεύει να βρει τη θέση της στον κόσμο.
Ο έρωτας της με τον Ντίλαν έγινε πρωτοσέλιδο και ολόκληρο το στιλ της - από τα μαλλιά της μέχρι τα ρούχα της - γίνοταν παράδειγμα προς μίμηση από τις μόδες της εποχής. Η Σάνεν Ντόχερτι ταυτίστηκε τόσο πολύ με τον ρόλο της Μπρέντα, που αυτός καθόρισε την επαγγελματική της πορεία και επηρέασε την προσωπική της ζωή. Παρόλο που ο χαρακτήρας της Μπρέντα συχνά θεωρούνταν «αντιπαθής», αυτό ήταν άδικο, καθώς ενσάρκωνε με ρεαλιστικό τρόπο την αντισυμβατική φύση της εφηβείας.
Η Μπρέντα ήταν το «κακό κορίτσι» σε αντίθεση με το πρότυπο της «America’s Sweetheart», της ταπεινής, ευγενικής κοπέλας με τη ντελικάτη γοητεία. Αυτή η εικόνα της, ωστόσο, την έκανε ακόμη πιο εμβληματική. Παρόλο που το κίνημα του body positivity ήταν μακριά τη δεκαετία του '90, η Μπρέντα μοιραζόταν τις ίδιες ανασφάλειες, τις σκανταλιές και τις εκρήξεις οργής που ζούσαν οι έφηβοι της εποχής.
Ενας πραγματικός χαμαιλέοντας της ομορφιάς
Παράλληλα, η Λίσα Λόπες (Lisa «Left Eye» Lopes) κατάφερε να γίνει εμβληματική φιγούρα, τόσο για τις εντυπωσιακές της εμφανίσεις όσο και για τις μουσικές της ικανότητες, ως μέλος του θρυλικού γυναικείου συγκροτήματος των ’90s μαζί με τη Rozonda «Chilli» Thomas και την Tionne «T-Boz» Watkins. Οι TLC, όπως ονομαζόταν το συγκρότημά τους, τόλμησαν να θίξουν θέματα ταμπού, όπως η αυτοεκτίμηση των γυναικών και το AIDS, συνδυάζοντας αυτά τα μηνύματα με μελωδικά R&B τραγούδια. Η εμφάνισή τους συνδύαζε πολύχρωμα και φαρδιά ρούχα, μερικές φορές διακοσμημένα με ραμμένα προφυλακτικά, ως ένα μήνυμα προς τη νεολαία για τη σημασία του ασφαλούς σεξ. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική ήταν η συνήθεια της Λόπες να φοράει γυαλιά, στα οποία το αριστερό μάτι είχε ένα προφυλακτικό, υπογραμμίζοντας έτσι την ανάγκη για πρόληψη από τον ιό του HIV.
Πολλά χρόνια μετά τον τραγικό θάνατο της Λόπες, η επιρροή της παραμένει ζωντανή. Ήταν ένας πραγματικός χαμαιλέοντας της ομορφιάς, που πάντα διατηρούσε τα χαρακτηριστικά της – περίτεχνα χτενίσματα, έντονα βλέφαρα και μια γραφική μαύρη γραμμή κάτω από το αριστερό της μάτι – επανεφευρίσκοντας τα συνεχώς με νέους συνδυασμούς. Στα μέσα της δεκαετίας του '90, μετά την παγκόσμια επιτυχία του δεύτερου άλμπουμ τους «CrazySexyCool», η Λόπες τράβηξε ακόμα περισσότερη προσοχή με τη ψηλή, ασύμμετρη αλογοουρά και τη πλάγια φράντζα, καθώς και τα χρωματιστά χείλη.
Στην τελετή των MTV Video Music Awards του 1997, ξεχώρισε με μια κομψή χρυσή δημιουργία, διακοσμημένη με πολύτιμους λίθους, και ένα ιδιαίτερο χτένισμα διακοσμημένο με χρυσή κορδέλα. Μετά από εκείνη τη νύχτα και την εμφάνισή της με τις Lil' Kim, Missy Elliott, Angie Martinez, και Da Brat, τα εντυπωσιακά της χτενίσματα έγιναν ακόμα πιο εντυπωσιακά.
Το 1999, για το μουσικό βίντεο «Unpretty», η Λόπες εμφανίστηκε με δύο μακριές πλεξούδες και έντονο ρουζ στα μάγουλα, ενώ στα Kids' Choice Awards την ίδια χρονιά, εμφανίστηκε με δύο κοτσίδες, μπλε ηλεκτρίκ λαστιχάκια και γαλάζιο eyeliner. Συνεχίζοντας να πειραματίζεται με την ισορροπία μεταξύ του απαλού και του δυναμικού στυλ, υποδέχθηκε τη νέα χιλιετία μ' ένα φρέσκο, κοντό καρέ και παστέλ αποχρώσεις στα βλέφαρα.
Το συγκρότημα βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, όταν η ζωή της Λόπες κόπηκε αιφνίδια στις 25 Απριλίου 2002. Πέθανε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην Ονδούρα, σε ηλικία 30 ετών. Η ίδια οδηγούσε ένα SUV στην πόλη La Ceiba, όταν έκανε έναν απότομο ελιγμό για ν' αποφύγει ένα επερχόμενο όχημα. Εχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου, το οποίο χτύπησε σε δύο δέντρα και αναποδογύρισε πολλές φορές πριν καταλήξει σ' ένα χαντάκι.
Η νεαρή κοπέλα ήταν μία από τους τρεις επιβάτες που εκτινάχθηκαν από το αυτοκίνητο και πέθανε από τα τραύματα στο κεφάλι. Οι άλλοι επιβάτες, μεταξύ των οποίων τα δύο αδέλφια της, υπέστησαν τραυματισμούς, αλλά εκείνη ήταν η μόνη που σκοτώθηκε. Το δυστύχημα καταγράφηκε και παρουσιάζεται στο τέλος του ντοκιμαντέρ «Last Days», όπου φαίνεται η Λόπες να οδηγεί με επιβάτες στο πίσω κάθισμα. Οι κραυγές τους είναι το τελευταίο πράγμα που ακούει ο θεατής πριν το όχημα βγει από το δρόμο. Εκείνη την περίοδο, η Lopes εργαζόταν για τη δημιουργία εκπαιδευτικών κέντρων για παιδιά στην Ονδούρα.
«Η Λίσα δεν ήταν μόνο χαρισματική και ταλαντούχα μουσικός, ήταν σαν κόρη μου» είχε δηλώσει, με την ανακοίνωση της είδησης, ο πρόεδρος της Arista Records, Λ.Α.Ριντ, ο οποίος είχε συμβάλλει τα μέγιστα στην προώθηση του συγκροτήματος.
Το θάρρος του να είσαι αυθεντικός σ' έναν ανειλικρινή κόσμο
Ο θάνατός της σηματοδοτεί μια σκοτεινή μέρα, καθώς το έργο της O’Connor και η ψυχή που το μετέδωσε είναι ασύγκριτα. Μια καλλιτέχνιδα που ήταν κάτι πολύ περισσότερο από καλλιτέχνιδα, μια πολιτιστική δύναμη που κατοικούσε σ' ένα μικρό ανθρώπινο σώμα, μια γυναίκα της οποίας η αύρα έλαμπε και δονούταν όταν βρισκόταν σε δημιουργική φάση, είτε την έβλεπες στη σκηνή, είτε άκουγες τους δίσκους της ή τις συνεντεύξεις της. Ήταν ήσυχη και δυνατή. Λαμπρή και ντροπαλή. Ειλικρινής και παιχνιδιάρα.
Ως έφηβη, ηχογράφησε το πρώτο της άλμπουμ, «The Lion and the Cobra», ενώ ήταν έγκυος. Η τέχνη της ήταν η θεραπεία της και είχε τόσα πολλά ν' ανακαλύψει. Η στάση της ήταν τολμηρή και αποφασιστική: ξυρισμένο κεφάλι, δερμάτινο μπουφάν, μποτάκια Doc Marten. Είχε το θάρρος να είναι αυθεντική σ' έναν ανειλικρινή κόσμο, έναν κόσμο που προσπαθούσε να κρύψει ανθρώπους σαν κι αυτήν, που προσπαθούσε να παραγκωνίσει γυναίκες με τόλμη, που υποτιμούσε τη γυναικεία σεξουαλικότητα και που απέρριπτε την επαναστατικότητα.
Πλάι στην ανθεκτικότητά της, είχε μια τρυφερότητα, μια ελαφρότητα, μια αίσθηση νεανικής διασκέδασης που υπήρχε παράλληλα με την εσωτερική αναταραχή για την οποία μιλούσε ανοιχτά. Η O'Connor ήταν μια βαθιά πνευματική προσωπικότητα. Απορρίπτοντας το ψεύτικο προσωπείο της αγιότητας που επιβλήθηκε από την καταπιεστική ιρλανδική κοινωνία, η τέχνη της αντλούσε έμπνευση από μια παγκόσμια θεότητα, εκφραζόμενη μέσα από την εξερεύνηση του ρασταφαριανού πολιτισμού, του χριστιανισμού και του ισλάμ. Αυτή η συνεχής διαδικασία μεταμόρφωσης συχνά θεωρούνταν ακαθόριστη. Ωστόσο, αν η O'Connor αναζητούσε κάτι, το έκανε με την καλλιτεχνική της πορεία, όπου το ταξίδι και η αναζήτηση είναι ο κύριος στόχος.
Μιλούσε για θέματα που πολλοί δεν ήθελαν να ακούσουν: τα δικαιώματα αναπαραγωγής των γυναικών, την κρίση του AIDS, τον ρατσισμό στη μουσική βιομηχανία, τον αμερικανικό εθνικισμό. Θα μπορούσε να είχε κάνει τη ζωή της πιο εύκολη, αλλά αυτό δεν θα ήταν μια αληθινή ζωή. Δεν υποχώρησε ποτέ.
Η δυσκολία του να είσαι γυναίκα στο Χόλιγουντ
Η Μπρίτανι Μέρφι (Brittany Murphy) εγινε γνωστή μέσα από τον ρόλο της, ως Tai Fraiser, στην ταινία «Clueless», η οποία πλέον θεωρείται διαχρονική. Εμφανίστηκε στον κινηματογράφο ως ένα γλυκό, νεαρό κορίτσι με σγουρά μαλλιά και φωτεινό χαμόγελο. Στα επόμενα χρόνια, μεταμορφώθηκε σε μια εντυπωσιακή σέξι ξανθιά και συνέχισε την καριέρα της με ρόλους σε ταινίες όπως το «Girl, Interrupted» και το «Just Married», όπου συμπρωταγωνίστησε με τον Ashton Kutcher, με τον οποίο είχε μια σύντομη σχέση.
Η καριέρα της Μέρφι εξετάζεται αναλυτικά στο ντοκιμαντέρ του HBO Max, με τίτλο «What Happened, Brittany Murphy?», το οποίο ερευνά τη γρήγορη άνοδό της στη δόξα και τον πρόωρο θάνατό της. Το ντοκιμαντέρ αναλύει την δραστική αλλαγή στην εμφάνισή της, η οποία αποδίδεται στις επαγγελματικές πιέσεις να γίνει πιο σέξι και, συνεπώς, πιο κατάλληλη για πρωταγωνιστικούς ρόλους. Η ίδια άφησε την τελευταία της πνοή, σε ηλικία 32 ετών, όταν κατέρρευσε ξαφνικά στο μπάνιο του σπιτιού της.
«Μαμά, δεν νιώθω καλά, δεν μπορώ ν' αναπνεύσω. Νομίζω ότι πεθαίνω. Σ' αγαπώ πολύ» φώναξε, λίγο πριν λιποθυμήσει στην αγκαλιά της μητέρας της, Σάρον (Sharon). Ο ιατροδικαστής κατέληξε ότι ο θάνατος της ηθοποιού ήταν ατύχημα και η αστυνομία έκλεισε την υπόθεση. Ωστόσο, οι συνθήκες του θανάτου της προκάλεσαν έντονο ενδιαφέρον για τον σύζυγό της, Σάιμον Μόντζακ (Simon Monjack), λίγους μήνες πριν και αυτός φύγει από τη ζωή. Το ζευγάρι γνωρίστηκε στα γυρίσματα της ταινίας «White Hotel» (2001) και παντρεύτηκε τον Μάιο του 2007.
Παρά τις φήμες ότι η Μέρφι είχε χάσει βάρος λόγω ανορεξίας ή εθισμού στην κοκαΐνη, η αλήθεια ήταν διαφορετική. Η ηθοποιός έπαιρνε συνταγογραφούμενα φάρμακα, όπως αντιβιοτικά, αντιφλεγμονώδη, σιρόπι για το βήχα, σπρέι για τη μύτη, καθώς και χάπια για τους πόνους της περιόδου και τις ημικρανίες. Η έλλειψη σιδήρου της είχε καταστήσει το ανοσοποιητικό της σύστημα ευάλωτο σε ιώσεις και μολύνσεις.
Απαντώντας εναλλάξ με θλίψη, αιχμηρότητα και ασάφεια στις ερωτήσεις σχετικά με τη σύζυγό του και το δικό του ιστορικό εκείνη την εποχή, ο σκηνοθέτης διέψευσε τις αναφορές ότι η Μέρφι ήταν εθισμένη, παρά τα πολυάριθμα μπουκαλάκια με χάπια που βρέθηκαν στο σημείο του θανάτου. «Η σύζυγός μου δεν έκανε κατάχρηση φαρμάκων απ' όσο γνωρίζω» είχε δηλώσει ο ίδιος στο PEOPLE μετά τον θάνατό της.
Η αιτία του θανάτου της, σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα, ήταν «πνευμονία σε συνδυασμό με αναιμία και λήψη πολλαπλών φαρμάκων». Ο ιατροδικαστής, Εντ Γουίντερ (Ed Winter), που ανέλαβε την υπόθεσή της είχε τότε δηλώσει πως αν η Μέρφι είχε ζητήσει νωρίτερα ιατρική βοήθεια, ο θάνατός της θα είχε αποφευχθεί. Όμως τόσο η ίδια όσο και ο σύζυγός της, ο Σάιμον Μόντζακ, ο οποίος πέθανε μόλις πέντε μήνες αργότερα σε ηλικία σαράντα ετών από παρόμοια αίτια, απέφευγαν συστηματικά τους γιατρούς.
Μετά τον θάνατο της Μπρίτανι, οι φήμες που ήθελαν τον σύζυγό της και τη μητέρα της, Σάρον, να κοιμούνται μαζί, άρχισαν να φουντώνουν. Σύμφωνα με μαρτυρία ρεπόρτερ του Radar Online, οι δυο τους «προσπαθούσαν ν' απαλύνουν τον πόνο τους και να μοιραστούν τη θλίψη τους».
Πέντε μήνες μετά τον θάνατο της ηθοποιού και λίγες ημέρες μετά την τελευταία του συνέντευξη στο PEOPLE, η μητέρα της Μέρφι, βρήκε τον γαμπρό της νεκρό στο ίδιο δωμάτιο όπου είχε πεθάνει και η κόρη της. Η αιτία του θανάτου του ήταν ακριβώς η ίδια μ' εκείνη της συζύγου του: πνευμονία και αναιμία. «Είχα μια ζωή που δεν είχα ποτέ ονειρευτεί. Είδα τον ήλιο να δύει σε πέντε ηπείρους. Θα τ' αντάλλαζα όλα αυτά για μία ακόμη μέρα με τη Μπρίτανι. Εχασα τη ζωή μου. Ηταν η καλύτερή μου φίλη και ήταν ένα μικρό κορίτσι που ήθελε τον σύζυγό της εκεί. Τι μου έχει απομείνει;» είπε.
Η Μέρφι, μέσα από την εξέλιξή της και την πορεία της, παραμένει ένα διαχρονικό σύμβολο της κινηματογραφικής βιομηχανίας και ένα παράδειγμα της πολυπλοκότητας του Χόλιγουντ. Η μητέρα της πούλησε το σπίτι έναντι 2,7 εκατομμυρίων και για να φύγει η αρνητική ενέργεια, το σπίτι γκρεμίστηκε και ξαναχτίστηκε από την αρχή το 2013.
Συνεχίζει να εμπνέει η πριγκίπισσα της R&B
Σε μια συνέντευξη του 1994 στο MTV, η Aaliyah Dana Haughton εμφανίζεται με τη χαρακτηριστική της εμφάνιση: ένα oversize σακάκι με δερμάτινες λεπτομέρειες και μπαλώματα κατά μήκος των μανικιών, μαύρα γυαλιά και ένα ρολόι που ξεπροβάλλει καθώς ακουμπά το χέρι της σε μια στοίβα δίσκων. «Ντύνομαι με τα φαρδιά μου ρούχα κάθε μέρα και είμαι ένα χαλαρό άτομο, το οποίο απεικονίζω και στην κάμερα» λέει. «Πραγματικά δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά, και γι' αυτό μάλλον είναι τόσο εύκολο, γιατί έτσι είμαι πραγματικά».
Η ήπια προσέγγιση της Aaliyah στο προσωπικό της στυλ επεκτάθηκε στη μουσική και την υποκριτική της καριέρα, οι οποίες βρίσκονταν στο απόγειό τους, όταν έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 22 ετών. Η φυσική της ψυχραιμία της προσέδιδε ένα μοναδικό πλεονέκτημα και μια ιδιαίτερη ποιότητα που την έκανε να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους καλλιτέχνες της εποχής της. «Εχει ακουστεί ότι πολλοί καλλιτέχνες που βγαίνουν τώρα έχουν παρόμοιο ήχο και ντύνονται παρόμοια, και ήθελα όντως κάτι για να ξεχωρίζω απ' όλους τους άλλους» παραδέχεται ντροπαλά στην ίδια συνέντευξη.
Το προσωπικό της στυλ ήταν αναπόσπαστο μέρος της γοητείας της και τελικά καθόρισε τις τάσεις των τελών της δεκαετίας του '90 και των αρχών της δεκαετίας του '00. Τα μικροσκοπικά crop tops, τα αθλητικά ρούχα, τα γυαλιά ηλίου όλων των σχεδίων και χρωμάτων, τα εκτεθειμένα εσώρουχα (μια τάση που συνεχίζεται ακόμα και σήμερα) και τα φαρδιά αντρικά κοψίματα ήταν μόνο μερικά από τα στυλ που η Aaliyah μετέτρεψε σε εμβληματικά κομμάτια.
Ήταν τέλη Αυγούστου του 2001, όταν η τραγουδίστρια Aaliyah άφησε την τελευταία της πνοή σε αεροπορικό δυστύχημα, αφήνοντας πίσω της μια πολλά υποσχόμενη καριέρα στην pop και R&B μουσική. Η ίδια και μέλη της δισκογραφικής της εταιρείας επιβιβάστηκαν σ' ένα δικινητήριο Cessna 402B στο Μαρς Χάρμπουρ, στις Μπαχάμες, με προορισμό τη Φλόριντα, μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων του μουσικού βίντεο για το «Rock the Boat». Η πτήση ήταν προγραμματισμένη για την επόμενη ημέρα, αλλά καθώς τα γυρίσματα τελείωσαν νωρίτερα, αποφάσισαν να επιστρέψουν αμέσως στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Παρά τις προειδοποιήσεις των χειριστών αποσκευών και του πιλότου, όλος ο εξοπλισμός του βίντεο φορτώθηκε στο αεροπλάνο. Το αεροσκάφος, ωστόσο, δεν ήταν ικανό να μεταφέρει το βάρος αυτό και υπερέβη το συνιστώμενο όριο. Λίγο μετά την απογείωση, το αεροπλάνο συνετρίβη περίπου 200 πόδια (60 μέτρα) από τον διάδρομο. Η Aaliyah, ο πιλότος Luis Morales III, οι κομμωτές Eric Forman και Anthony Dodd, ο σωματοφύλακας Scott Gallin, ο παραγωγός Douglas Kratz, ο στιλίστας Christopher Maldonado και οι υπάλληλοι της Blackground Records, Keith Wallace και Gina Smith, σκοτώθηκαν.
Σύμφωνα με την έρευνα του ιατροδικαστή, η Aaliyah υπέστη σοβαρά εγκαύματα και τραύματα στο κεφάλι. Ο ιατροδικαστής θεώρησε ότι ακόμη και αν είχε επιζήσει από τη συντριβή, η ανάρρωσή της θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη λόγω της σοβαρότητας των τραυμάτων της. Από έρευνα που πραγματοποιήθηκε, αποδείχθηκε ότι ο πιλότος δεν είχε άδεια να πετάξει το συγκεκριμένο αεροπλάνο και είχε λάβει ψευδή άδεια από την Ομοσπονδιακή Διοίκηση Αεροπορίας, παρουσιάζοντας ψευδείς ώρες πτήσης. Η έρευνα αποκάλυψε, επίσης, ίχνη κοκαΐνης και αλκοόλ στον οργανισμό του.