Μουσική|27.05.2021 23:23

Στερεοπούλου, Τσάκας και Billy Pod για Athens Technopolis Jazz Festival: «Περιμένουμε τη βραδιά με αγωνία»

Άγγελος Γεραιουδάκης

Οι συναυλίες και τα φεστιβάλ επιστρέφουν σιγά-σιγά στην εκδοχή με την οποία τα στερηθήκαμε τον τελευταίο ένα χρόνο, λόγω της πανδημίας και το μόνο σίγουρο είναι πως ανυπομονούμε να βιώσουμε τη μουσική ξανά ζωντανά από κοντά. Η Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων παρουσιάζει την 20η διοργάνωση του Athens Technopolis Jazz Festival και τη νέα hybrid εκδοχή του για τρεις μέρες, από την Παρασκευή 28 έως και την Κυριακή 30 Μαΐου 2021. Η Τεχνόπολη διαμορφώνει για δεύτερη χρονιά τους χώρους της σύμφωνα με όλες τις επίσημες οδηγίες και τους ισχύοντες κανονισμούς, ενώ οι θεατές του φεστιβάλ θα είναι καθήμενοι σε αριθμημένες θέσεις τοποθετημένες με βάση τις προβλεπόμενες αποστάσεις.

Οι πέντε ελληνικές συμμετοχές του φετινού προγράμματος θα παίξουν ζωντανά από την πιο αγαπημένη σκηνή της πόλης με φόντο τις τρεις χαρακτηριστικές καμινάδες, ενώ οι εννιά ξένες συμμετοχές θα προβληθούν στην κεντρική αυλή της Τεχνόπολης με οθόνες. Ωστόσο, όσοι δεν έχουν την ευκαιρία να βρεθούν εκεί, το ATJF θα φροντίσει να φτάσει παντού – όπου κι αν βρίσκεστε! – μέσα από τα ψηφιακά του δίκτυα, το νέο κανάλι του στο YouTube και τη σελίδα του στο Facebook. Την έναρξη του φετινού φεστιβάλ αναλαμβάνει ο ατμοσφαιρικός σαξοφωνίστας Martin Wirén και το προσωπικό του project Bear Garden.

Η Άννα Στερεοπούλου «σπάει» τη μουσική ανδροκρατία στην ηλεκτρονική σκηνή

Ακολουθεί η πειραματική, μάλλον μυστηριακή μουσική της συνθέτριας, πιανίστα και ερευνήτριας Anna Stereopoulou. «Έχω μεγάλη αδρεναλίνη που θα βρεθώ ξανά πάνω στη σκηνή, έπειτα από τόσο καιρό. Πρόκληση ν' ανεβάσω τον προσωπικό μου πήχη. Μα, κυρίως, ευθύνη και μεγάλη ευχαρίστηση να προσφέρω ψυχαγωγία στον καθένα μας. Θα παρουσιάσω μια ηχητική ταινία, με πρωταγωνιστή τον κάθε επισκέπτη. Προσωπικά μουσικά έργα από διαφορετικά είδη, με επίκεντρο το πιάνο, πλαισιωμένο από field recording και αναλογικά synthesizer. Μία προσαρμογή του έργου μου, P l a n o σε ήχο και φως, με επιλογή συνθέσεων από τα έργα της τριλογίας SYN: «...oneirograph...v.5.Spindle», «Electron» και «Κίρκη: η Μαύρη Τομή», καθώς και την πρόσφατη ηχητική εγκατάσταση «The Anti-Post-Primitives» αποκαλύπτει στο ethnos.gr.

Η Άννα ξεκίνησε με σπουδές στο πιάνο και την κλασσική μουσική στην Αθήνα. Ειδικεύθηκε στη μουσική σύνθεση για κινηματογράφο και τηλεόραση στο Λονδίνο, όπου γνώρισε καλύτερα την ηλεκτρο-ακουστική μουσική και άρχισε να συνδυάζει διαφορετικά μουσικά είδη, τέχνες, επιστήμες και γλώσσες επικοινωνίας. Ερχόμενη στην Ελλάδα, δεν βρήκε τη στήριξη που περίμενε, οπότε αποφάσισε να συνεχίσει αλλιώς, και να αναπτύξει τις γνώσεις της στην ηλεκτρονική μουσική, που την οδήγησε στην ψυχο-ακουστική ή σε πιο εξελιγμένες μορφές της Drum'n'Bass και της Techno. Παράλληλα, οι εμπειρίες και υπευθυνότητα που απέκτησε από την εργασία της σε φεστιβάλ της Ιταλίας, της έδωσε την ευκαιρία να διευρύνει κι άλλο τους ορίζοντές της, ακόμη και με τη φιλία που ανέπτυξε με τον Ludovico Einaudi και τον Luigi Zanzi.

Τα τελευταία χρόνια, συνειδητά, μείωσε τη χρήση των ψηφιακών ήχων και βούτηξε στον κόσμο των field recording και των αναλογικών synthesizer, και στην εναρμόνισή τους με τα φυσικά όργανα. Η έρευνα που κάνω χρόνια για τις ευεργετικές ιδιότητες του ήχου – ύπνου/ονείρων – νερού στον ανθρώπινο εγκέφαλο και ψυχολογία, πηγάζει στον θαυμασμό της για την ελληνική και παγκόσμια μυθιστορία και φιλοσοφία, και στο πώς μάς εμπνέει να αντιληφθούμε πιο σφαιρικά τον κόσμο.

Έτσι, από το 2017, με το έργο της SYN, φτάνει σε μια πιο συγκεκριμένη φόρμα παρουσίασης που ονομάζει «Κυματικό Περιβάλλον», αλλά και αντιμετώπισης του film scoring, ως Sound Art & Design. Άλλωστε, την ενδιαφέρει πολύ η εξέλιξη του κινηματογράφου, ώστε πιθανώς να μπορεί να βοηθήσει την ιατρική, την εκπαίδευση, τον πολιτισμό, την ίδια την κοινωνία.

Η Άννα πιστεύει ότι το κοινό της χώρας μας διψάει για νέα ακούσματα από καλλιτέχνες που επίσης διψάνε να τα μοιραστούν με το κοινό. «Το (ρητορικό) ερώτημα, κατά την γνώμη μου, είναι γιατί δεν γίνεται μεγαλύτερη διάχυση της πληροφορίας περί νέων ή διαφορετικών οπτικών και εκφράσεων ή γιατί δεν ξεπερνάμε όλοι -ανεξαιρέτως- τους φόβους μας, ώστε να μην διχαζόμαστε σε χώρους, σκηνές, είδη, φύλα και επιστήμες». Το μεγαλύτερο ποσοστό των συνθέσεών της έχει μια αισιόδοξη λύση. «Κι αυτό ήταν απ' τα σημαντικότερα που έλαβα υπόψιν, ειδικά την τελευταία χρονιά, όταν αναθεώρησα και επαναπροσδιόρισα την πορεία μου. Ίσως να 'ναι και η ίδια η κραυγή που εκθέτει το P l a n o. Η μουσική μου λειτουργεί ως ένα προσωπικό ημερολόγιο, παράλληλα του γραπτού που μού αρέσει να κρατώ. Κι αυτό που διακρίνω, είναι ότι τελικά, όντως, "Πάμε εκεί όπου κοιτάζουμε". Για να γράψω πιο φωτεινή μουσική, λοιπόν, "ανοίγω την κουρτίνα" και κοιτάζω την κορυφή της Αρχαίας Μινώας».

Δημήτρης Τσάκας: Ενας από τους κορυφαίους Έλληνες jazzmen

Το κλείσιμο της βραδιάς αναλαμβάνει ο πολυπράγμων και αγαπημένος πλέον σαξοφωνίστας του φεστιβάλ, Dimitris Tsakas με τη μπάντα του (Κωστής Χριστοδούλου, Κώστας Λιόλιος και Yoel Soto). «Θα παρουσιάσουμε το καινούργιο µας δίσκο µε τίτλο "Back of Beyond" που συµπτωµατικά κυκλοφορεί την Παρασκευή (28/5), την ίδια μέρα που θα είμαστε στο φεστιβάλ. Παίζουμε και ένα κοµµάτι από τον προηγούμενο µας δίσκο ως γκρουπ, το «A Man Dreams», το οποίο είχε κυκλοφορήσει το 2015. Περιμένουμε τη βραδιά με αγωνία» επισημαίνει στο ethnos.gr.

O Δημήτρης εμπνέεται από την καθημερινότητα, αλλά και από την ανάγκη να κατανοήσει βαθύτερες αξίες στη ζωή. «Από μία βόλτα μέχρι την κοινωνική και πολιτική υπάρχουσα κατάσταση στην Ελλάδα και γενικά τον κόσμο είναι πηγές έμπνευσης. Δημιουργείται η ανάγκη για επικοινωνία, χρησιμοποιώντας τη γλώσσα της μουσικής». Η αγάπη του για την μουσική ξεκίνησε από τα παιδικά του χρόνια, όταν η κλασική κιθάρα μπήκε στην ζωή του. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του, συνειδητοποίησε ότι η τζαζ θα ήταν η… ερωμένη του!

Αργότερα, φοίτησε στο Berklee College of Μusic, όπου σπουδαίοι καθηγητές -Andy Mc Gee, Jerry Bergonzi, George Garzone- τον μύησαν στον μαγικό κόσμο της. Έκτοτε, κάνει συνεχώς συνεργασίες με μεγάλους Έλληνες και ξένους μουσικούς. «Η τζαζ είναι αυτοσχεδιασµός, ελευθερία και πειθαρχία στην πιο αρµονική συνύπαρξη. Είναι χρώµατα, χορός και πάθος ταυτόχρονα. Ένα µουσικό ιδίωµα µε βαθιά ιστορία και έντονη παράδοση. Παράδοση που όταν την σεβαστείς και την ακολουθήσεις δεν χάνεις παρά µόνο κερδίζεις. Τζαζ είναι ο Charlie Parker, ο John Coltrane, ο Miles Davis, ο Thelonius Monk και τόσοι άλλοι µουσικοί από τους οποίους µαθαίνουµε τη µουσική αυτή».

Την τρίτη και τελευταία του μέρα, το Athens Technopolis Jazz Festival ανοίγει το κουαρτέτο των Macumba από την Κύπρο και οι εκρηκτικές συνθέσεις τους που – αν και από μακριά – θα μας ταξιδέψουν από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού με ήχους που θυμίζουν Λατινική Αμερική. Ακολουθούν οι Πολωνοί EABS (ακρωνύμιο για το Electro-Acoustic Beat Sessions) με τη δική τους ιδιαίτερη ερμηνεία της τζαζ, μία επαναδιαπραγμάτευση των κλασικών του είδους συνδυασμένη με σύγχρονους urban ήχους, μία «αναδόμηση μέσα από την αποδόμηση» - όπως αναφέρουν και οι ίδιοι χαρακτηριστικά. Για τη συνέχεια, η μουσική σύμπραξη του ακορντεονίστα Roman Zabelov με τον ντράμερ και πολυοργανίστα Jan Silk ή –κατά κόσμον- οι Zabelov Group από την Τσεχία θα μας παρασύρουν με τις κινηματογραφικές συνθέσεις τους, ενώ λίγο αργότερα οι Botticelli Baby, με ένα μίγμα άκρως ενδιαφέροντος gypsy τζαζ-πανκ εκ Γερμανίας, έχουν δώσει μία και μοναδική υπόσχεση: να μας ξεσηκώσουν!

Billy Pod: Ο Έλληνας μουσικός… μετανάστης

Την αυλαία του φετινού Athens Technopolis Jazz Festival θα κλείσει με headliner τον βραβευμένο Έλληνα συνθέτη και ντράμερ Billy Pod –κατά κόσμον Βασίλη Ποδαρά– με τον πολυμορφικό, γεμάτο και «θεραπευτικό» ήχο του. «Ανυπομονώ να βρεθώ στη σκηνή της Τεχνόπολης. Είναι ευλογία να ξαναπαίζω με μερικούς από τους αγαπημένους μου μουσικούς και να μοιράζομαι με τον κόσμο σκέψεις και συναισθήματα μέσω της μουσικής. Θα παρουσιάσω μερικά κομμάτια από τον πρώτο μου προσωπικό δίσκο "Drums to heal society", καθώς και καινούριες συνθέσεις που ετοίμασα τον τελευταίο καιρό στο Λονδίνο» αναφέρει ο Έλληνας ντράμερ στο ethnos.gr και στη συνέχεια μου εξηγεί πώς προέκυψε ο δίσκος του «Drums to heal society». «Προέκυψε ως λύση σε ένα δημιουργικό (κυρίως) αδιέξοδο που βρισκόμουν εκείνη την περίοδο. Ήταν το άνοιγμα μιας καινούριας "πόρτας" που σίγουρα με ανανέωσε προσωπικά και καλλιτεχνικά. Ήθελα να κάνω τα πράγματα με τον δικό μου τρόπο και να εκτεθώ σαν μουσικός "leader", γνωρίζοντας ότι μόνο θετικά πράγματα μπορούν να προκύψουν από αυτό. Είμαι χαρούμενος για τα όσα ακολούθησαν και παρόλες τις δυσκολίες, νιώθω πως αποτελεί σταθμό στην προσωπική μου εξέλιξη».

Από την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας του δίσκου του, η μουσική του τράβηξε το ενδιαφέρον πολλών περιοδικών και μπλογκ σε Ευρώπη και Αμερική, καθώς και ακροατών από όλο τον κόσμο, αποσπώντας εξαιρετικά σχόλια με το Γαλλικό περιοδικό «Batterie» να τον συγκαταλέγει στους δέκα καλύτερους πρωτοεμφανιζόμενους ντράμερ για το 2019. Παρά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες, όμως, που έφερε γι’ αυτόν η πανδημία, καθώς τον βρήκε στην διάρκεια του δεύτερου μήνα μετά την άφιξη του στη βρετανική πρωτεύουσα, ο ίδιος διοργάνωσε, τον περασμένο Μάρτιο, μία online συναυλία από τα ιστορικά Premises Studios του Λονδίνου. «Είναι σίγουρα μια καινούρια εποχή. Μια πανδημία μόνο αλλαγές μπορεί να φέρει. Ουσιαστικά επιταχύνει αυτό που θα γινόταν έτσι και αλλιώς. Το streaming έχει πολλά θετικά και πολλά αρνητικά τόσο για τους μουσικούς όσο και για το κοινό. Η δυσκολία με τη νέα εποχή πιστεύω πως έγκειται στην συνθετότητά της, κάτι το οποίο προκύπτει και από την μοιραία έλλειψη εμπειρίας σε οτιδήποτε καινούριο. Χρειάζεται ανάλυση, προσαρμοστικότητα και οργάνωση, αλλά πάνω απ' όλα όχι φόβο».

Η σχέση του Billy Pod με τη μουσική ξεκίνησε όταν έκανε μαθήματα πιάνου σε ηλικία πέντε ετών. «Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ήμουν δέκα, ο πατέρας μου με πήγε στη συναυλία των Socrates με τον Γιώργο Τρανταλίδη στα ντράμς. Ενθουσιάστηκα και αποφάσισα ότι θέλω να γίνω ντράμερ. Μέχρι και την εφηβεία μου είχα ακούσει ελάχιστους τζαζ δίσκους. Έπαιζα σε ροκ και μέταλ συγκροτήματα, αλλά στην ηλικία των 18 ετών πέρασα στο τζαζ τμήμα του Ιονίου Πανεπιστημίου. Τόσο το περιβάλλον όσο και η επαφή με την κοινότητα των φοιτητών και των καθηγητών, μου άνοιξε έναν καινούριο κόσμο. Από εκεί και πέρα όλα έγιναν κάπως φυσικά. Σαν είδος, η τζαζ είναι ένας ζωντανός οργανισμός, ο οποίος εξελίσσεται συνεχώς. Προσαρμόζεται και διαμορφώνεται στο εκάστοτε περιβάλλον, οπότε θα έλεγα ότι οι ιδιαιτερότητες της σχετίζονται άμεσα με αυτό» προσθέτει.

Τα τελευταία χρόνια, ο Billy Pod προσπαθεί να ενσωματώσει τη σύνθεση σαν διαδικασία στην καθημερινότητά του, ανεξάρτητα από το αν έχει έμπνευση ή όχι. Μαθαίνει πολλά πράγματα για τη μουσική, αλλά και για τον εαυτό του μέσα από αυτή την προσέγγιση. Όταν μετακόμισε στο Λονδίνο, άρχισε να συστήνεται στην εκεί τζαζ σκηνή και σιγά - σιγά βρήκε καινούργιους συνοδοιπόρους. «Θεωρώ ότι όποιος θέλει να εξελιχθεί πάντα θα βρει τον τρόπο να το κάνει, όπου και να είναι. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι, η Τέχνη και ο Πολιτισμός αντιμετωπίζονται τόσο κοινωνικά όσο και θεσμικά με μία νοοτροπία που είναι κάποιες δεκαετίες πίσω, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις φυσικά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμά η εξέλιξη και η δημιουργία στο σήμερα ν' απαιτεί τη δεκαπλάσια προσπάθεια. Πρέπει να δημιουργηθεί περισσότερος χώρος για νέους μουσικούς και τραγουδοποιούς και πάνω απ’ όλα νέες αντιλήψεις και νοοτροπίες».

Τεχνόπολη Δήμου ΑθηναίωνσυναυλίαΤζαζΤεχνόπολιςlive streaming