Μουσική|17.01.2019 16:40

Γιώργος Τσοντάκης: Καλοί άνθρωποι έχουν καταστραφεί από τον Τραμπ

Αναστασία Κουκά

Έχει προταθεί για µουσικό βραβείο Γκράµι (όχι µία αλλά δύο φορές), έχει τιµηθεί από την Αµερικανική Ακαδηµία Γραµµάτων και Τεχνών και πολλούς ακόµη σηµαντικούς διεθνείς φορείς, τα έργα του έχουν παρουσιαστεί από διάσηµους µουσικούς και µεγάλες ορχήστρες σε ολόκληρο τον κόσµο. Αυτά είναι κάποια µόνο από τα καλλιτεχνικά επιτεύγµατα του Γιώργου Τσοντάκη, του σπουδαίου συνθέτη µε τις ελληνικές ρίζες.

Γιατί µπορεί να γεννήθηκε και να ζει στην Αµερική -τα τελευταία χρόνια ζει σε ένα δάσος που βρίσκεται µιάµιση ώρα έξω από τη Νέα Υόρκη-, ωστόσο ο ίδιος νιώθει το ελληνικό αίµα των παππούδων του να κυλά στις φλέβες του και το µοναδικό κρητικό µουσικό ιδίωµα, µε το οποίο «µπολιάστηκε» από τους γονείς και τους συγγενείς του µέσα από καθηµερινά ακούσµατα, να έχει καταγραφεί ανεξίτηλα στο DNA του.

Εδώ και λίγα 24ωρα ο πολυβραβευµένος συνθέτης βρίσκεται στην Αθήνα, µε αφορµή τη συναυλία-αφιέρωµα στο µουσικό έργο του που θα φιλοξενήσει αύριο βράδυ το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, κατά τη διάρκεια της οποίας θα παρουσιαστούν τα έργα του «Unforgettable» και «Clair de lune». Ο ίδιος δηλώνει ιδιαίτερα ευτυχής που βρίσκεται στην Ελλάδα, καθώς, όπως χαρακτηριστικά εξοµολογείται στο «Εθνος της Κυριακής», δεν µπορεί να µην αγαπά τους Ελληνες, αφού νιώθει κι εκείνος ένας από εµάς.

Εχετε γεννηθεί στην Αµερική, ωστόσο οι δεσµοί σας µε την Ελλάδα είναι στενοί. Θα µας διηγηθείτε την ελληνική ιστορία σας;

Η γιαγιά µου και ο παππούς µου ήρθαν από την Κρήτη στις αρχές του 1900, γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν. Μου έχουν πει πως ο θείος µου ήταν ο Γιώργος Τσόντος ή Καπετάν Βάρδας, στρατιωτικός από την Κρήτη που πολέµησε ως λοχαγός στους Βαλκανικούς Πολέµους. Ο συνονόµατός µου, Γιώργος Τσοντάκης, ήταν ξάδελφός του και στην Κρήτη τον φώναζαν Τσόντο ή Τσοντάκη. Η οικογενειακή ιστορία λέει πως ο παππούς µου αναγκάστηκε να φύγει από την Κρήτη εξαιτίας µιας βεντέτας, αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο. Η δική µου οικογένεια ήταν πολύ… κρητική και παρότι οι γονείς µου, ο Μανώλης και η Αργυρώ, γεννήθηκαν στην Αµερική, ήταν τόσο Κρητικοί όσο και οι παππούδες µου. Να φανταστώ πως η ζωή στην Αστόρια, όπου γεννηθήκατε, είχε έντονα ελληνικό χρώµα.

Μεγαλώσατε σε ένα περιβάλλον που µιλούσαν ελληνικά, άκουγαν ελληνική παραδοσιακή µουσική και έτρωγαν… µουσακά;

Σίγουρα πολύ µουσακά και πολλές κρητικές παραδοσιακές συνταγές, όπως αγκινάρες µε κουκιά. Κάναµε πολλές φορές κρητικά πικ νικ, κάτω από µια τεράστια τέντα στο Νιου Τζέρσεϊ, ακούγαµε κρητική µουσική από µικρά, βραχνά ερασιτεχνικά µεγάφωνα. Κάποιες φορές, µάλιστα, µουσικοί έπαιζαν ζωντανά λύρα και λαούτο. Η κρητική µουσική είχε πολύ µεγαλύτερη επιρροή στα αυτιά µου απ’ ό,τι η λαϊκή και η έντεχνη ελληνική µουσική, παρότι έχω διευθύνει αρκετές φορές συναυλίες µε λαϊκή µουσική, έργα του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη – και αγαπούσα πολύ τον Ξυλούρη. Επίσης, µεγάλη επιρροή άσκησε πάνω µου ο φίλος µου Γρηγόρης Μανινάκης, τραγουδιστής και ψάλτης στην εκκλησία του Ευαγγελισµού στη Νέα Υόρκη, της οποίας τη χορωδία διηύθυνα για δέκα ολόκληρα χρόνια.

Πόσο επηρέασε τη δική σας µουσική ο ελληνικός ήχος;

Την επηρέασε πάρα πολύ, και ειδικότερα η κρητική µουσική και η εµµονική της ένταση και επανάληψη, που είναι παρόµοια µε αυτήν του Μπετόβεν.

Πότε συνειδητοποιήσατε πως θέλετε να γίνετε συνθέτης;

Για να πω την αλήθεια, δεν υπήρχε µια συγκεκριµένη στιγµή που το συνειδητοποίησα. Προέκυψε και εξελίχθηκε. Θα µπορούσα να έχω κάνει πολλά άλλα δηµιουργικά πράγµατα.

Πόσο δύσκολο είναι για έναν νέο συνθέτη να καταφέρει να στήσει µια διεθνή καριέρα στον χώρο της κλασικής µουσικής;

Είναι εξαιρετικά δύσκολο, και ακόµη δυσκολότερο αν δεν έχεις δηµοσιότητα και αυτοπροβολή. Εγώ ήµουν τυχερός ή µε κάποιον τρόπο οδηγήθηκα σε ένα µονοπάτι που µε έβγαλε από το αδιέξοδο.

Εσείς δεν βγήκατε απλώς από το αδιέξοδο, αλλά καταφέρατε να διακριθείτε σε παγκόσµιο επίπεδο. Εχετε συνεργαστεί µε κορυφαίες ορχήστρες και µεγάλους µουσικούς, τα έργα σας έχουν ερµηνευθεί από διακεκριµένα µουσικά σύνολα σε Αµερική, Ευρώπη και Ιαπωνία, ενώ παράλληλα έχετε αποσπάσει πολυάριθµες και εξαιρετικά σηµαντικές τιµητικές διακρίσεις. Νιώθετε επιτυχηµένος; Είστε ικανοποιηµένος από τη διαδροµή σας;

Η δουλειά µου δεν είναι να αισθάνοµαι ικανοποιηµένος ή πετυχηµένος, αλλά να δηµιουργώ έργα που θα προσελκύουν το ενδιαφέρον του κοινού. Και τα µουσικά έργα δεν µπορούν να αισθανθούν…

Εδώ και χρόνια έχετε εγκαταλείψει το πολυπολιτισµικό τοπίο της Νέας Υόρκης και ζείτε κυριολεκτικά µέσα στο δάσος. Για ποιους λόγους κάνατε αυτή την επιλογή;

Εύκολη απάντηση. Οσο λιγότερα τόσο το καλύτερο – και πάντα έτσι θα είναι. Εκτιµώ τα χρόνια που πέρασα στη Νέα Υόρκη και την ενέργεια που ένιωθα κάποτε εκεί, αλλά αυτή είναι «στατική ενέργεια» και εντελώς απατηλή. Εξω από την πόλη ο καθένας δηµιουργεί και βρίσκει τη δική του ενέργεια, οπότε αναγνωρίζει την αληθινή ενέργεια από την επίπλαστη.

Ποια είναι η εικόνα της σύγχρονης Αµερικής στην εποχή του Ντόναλντ Τραµπ;

∆υστυχώς, έχουµε έναν ποµπώδη, ανόητο πρόεδρο και µε ενοχλεί λιγότερο απ’ ό,τι κάποιους καλούς ανθρώπους που έχουν καταστραφεί από αυτόν και το ριάλιτι σόου του. Πρέπει να βγούµε από την κρίση, αλλά η δική µας είναι µια κρίση ρηχών αξιών και υπερβολικής έµφασης στα υλικά αγαθά. Το ιερό δολάριο και το πλεόνασµα εγωισµού έχουν πάρει τη θέση της πνευµατικότητας και της γενναιοδωρίας.

Ποιο θεωρείτε ως το µεγαλύτερο και πιο επικίνδυνο παγκόσµιο πρόβληµα της εποχής µας;

Ως το πιο άµεσο θεωρώ την υπερθέρµανση του πλανήτη, αλλά ίσως χειρότερο την απώλεια αυτής της «αµερικανικής εφευρετικότητας» και των ιδανικών της αυτάρκειας του Εµερσον, του Θόρο και των άλλων «µυστικιστών» της φύσης και εφευρετών των φυσικών φαινοµένων

μουσικήΗΠΑΝτόναλντ ΤραμπΓιώργος Τσοντάκης