Μουσική|27.07.2019 14:42

Παύλος Σιδηρόπουλος: 71 χρόνια από τη γέννηση του πρίγκιπα της ροκ (vids)

Newsroom

Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε μια μέρα σαν και αυτή το 1948 και ήταν ένας από τους τρεις Άγιους των Εξαρχείων (Νικόλας Άσιμος, Κατερίνα Γώγου).

Ο πατέρας του Κώστας καταγόταν από μεγαλοαστική οικογένεια καπνέμπορων του Πόντου και είχε τη βιοτεχνία παραγωγής χαρτιού ΕΛΦΩΤ. Από την πλευρά της μητέρας του Τζένης ήταν δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της πεζογράφου και παιδαγωγού Έλλης Αλεξίου και της Γαλάτειας Καζαντζάκη, λογοτέχνιδος και πρώτης συζύγου του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη.

Μέχρι τα έξι του χρόνια η οικογένεια του έμεινε στη Θεσσαλονίκη στο σπίτι του παππού του ενώ μετά τη γέννηση της αδερφής του Μελίνας η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα. Αρχικά στα Πατήσια και από το 1970 μέχρι και το 1984 στην οδό Ιωάννη Δροσοπούλου στην Κυψέλη. Ως μαθητής έπαιρνε καλούς βαθμούς χωρίς όμως να είναι δείχνει ιδιαίτερη αγάπη για τα μαθήματα. Η πρώτη του επαφή με τη μουσική έγινε κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 60.

Το 1967 o Σιδηρόπουλος τέλειωσε το σχολείο και πέρασε στο Μαθηματικό Τμήμα του ΑΠΘ. Εκεί ήταν συμφοιτητής καθώς και συγκάτοικος με τον μετέπειτα τραγουδοποιό Βαγγέλη Γερμανό.

Μάλιστα εκείνη την περίοδο έπαιζαν μαζί συχνά μουσική. Παράλληλα κυκλοφορούσε στη ροκ σκηνή της πόλης, παρακολουθώντας συχνά το συγκρότημα Μακεδονομάχοι, αλλά χωρίς να δίνει την εντύπωση πως θα ασχολιόταν ενεργά με τη μουσική δημιουργία.

Η γνωριμία του με τον κιθαρίστα των Olympians

To 1969 θα γνωριστεί με τον Παντελή Δεληγιαννίδη, τότε κιθαρίστα των Olympians σε μια συναυλία τους και αμέσως δέθηκαν, συνειδητοποιώντας πως ταιριάζουν τα μουσικά τους γούστα. Κατέβηκαν στην Αθήνα και αποφάσισαν να δημιουργήσουν το συγκρότημα-ντουέτο Δάμων και Φιντίας, όνομα εμπνευσμένο από τους δύο ομώνυμους πιστούς φίλους.

Ήρθαν σε επαφή με τον Τάσο Φαληρέα, τότε ιδιοκτήτη δισκάδικου και σύμβουλου της δισκογραφικής εταιρείας Λύρα όπου και κυκλοφόρησαν το σίνγκλ 45 στροφών Το ξέσπασμα / Ο κόσμος τους.

Το 1971 έπαιξαν στο συναυλιακό χώρο Κύτταρο σε μια σειρά από συναυλίες μαζί με τους Socrates και Εξαδάκτυλος. Την ίδια χρονιά συμμετείχαν με δύο κομμάτια στο δίσκο Ζωντανοί στο Κύτταρο. Στο Κύτταρο γνωρίστηκαν με τους Θανάση Γκαϊφύλλια, Δημήτρη Πουλικάκο αλλά και με τα Μπουρμπούλια που έπαιζαν με τον Διονύση Σαββόπουλο.

Η συμμετοχή στα Μπουρπούλια

Το 1972 τα Μπουρμπούλια είχαν έρθει σε ρήξη με το Σαββόπουλο και στη συνέχεια δύο από τα μέλη τους αποχώρησαν. Οι Σιδηρόπουλος και Δεληγιαννίδης τους αντικατέστησαν και συνενώθηκαν στο συγκρότημα μαζί με τα δύο εναπομείναντα μέλη, τον Νίκο Τσιλογιάννη (ντραμς) και τον Βασίλη Ντάλα (μπάσο). Το νέο σχήμα των Μπουρμπουλιών ξεκίνησε να εμφανίζεται ζωντανά σε διάφορους χώρους της Αθήνας.

Λίγο μετά κυκλοφόρησε το δίσκο 45 στροφών «Ο Ντάμης ο σκληρός», το οποίο αρχικά ονομαζόταν «Ο Ντάμης ο ληστής» αλλά η δισκογραφική εταιρεία ζήτησε αλλαγή του τίτλου για να αποφύγει προβλήματα με τη λογοκρισία.

Το συγκρότημα όμως δεν κατάφερε να βρει εταιρεία για να κυκλοφορήσει δίσκο μεγάλης διάρκειας ενώ μια μαγνητοσκοπημένη τους εμφάνιση για την εκπομπή του Νίκου Μαστοράκη «Δισκοθήκη» για τη νεολαία κόπηκε από τη λογοκρισία. 

Στην Αθήνα δεν υπήρχαν ευκαιρίες για ζωντανές εμφανίσεις ύστερα και από την άρνηση του Σαββόπουλου να συνεργαστεί μαζί τους. Πήγαν στη Θεσσαλονίκη το καλοκαίρι του 1973 προσπαθώντας να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα εκεί αλλά τα έσοδα από τις συναυλίες ήταν χαμηλά.

Ο Δεληγιαννίδης έφυγε σύντομα για την Αγγλία και στις αρχές του 1974 το συγκρότημα διαλύθηκε. Λιγο μετά ο Σιδηρόπουλος επέστρεψε στην Αθήνα ύστερα από παράκληση της οικογένειας του που πήγε να τον βρει και εργάστηκε για λίγο στην επιχείρηση του πατέρα του.

Συνεργασία με τον Μαρκόπουλο

Κατά τη διάρκεια της έντονα πολιτικοποιημένης περιόδου της μεταπολίτευσης που ακολούθησε την πτώση της χούντας το 1974 το ενδιαφέρον του κοινού είχε επικεντρωθεί στο πολιτικό τραγούδι και το ροκ είχε περάσει στο περιθώριο.

Λίγους μήνες μετά από την επιστροφή του στην Αθήνα ο συνεργάστηκε με έναν από τους κορυφαίους εκπροσώπους του πολιτικού τραγουδιού, τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο.

Συμμετείχε ως τραγουδιστής σε τρεις δίσκους του, τα έργα Θεσσαλικός κύκλος (1974), και Οροπέδιο (1976), ενώ είχε και μια ελάχιστη συμμετοχή σε ένα τραγούδι του δίσκου Ανεξάρτητα (1975).

Παράλληλα έκανε μουσικές και θεατρικές εμφανίσεις στις συναυλίες του Μαρκόπουλου. Στις 4 και 6 Οκτωβρίου του 1976 ο συνθέτης πραγματοποίησε συναυλίες στο Ηρώδειο, με τη συμμετοχή του Σιδηρόπουλου, οι οποίες μαγνητοσκοπήθηκαν και ηχογραφήθηκαν αλλά κυκλοφόρησαν μόλις το 1990.

Έτσι έκλεισε η πρώτη περίοδος της συνεργασίας του με τον Μαρκόπουλο, στην οποία ο Σιδηρόπουλος τα επόμενα χρόνια θα αναφερόταν αρνητικά σε συνεντεύξεις του, χαρακτηρίζοντας την μια νεκρή περίοδο για τον ίδιο. Όμως αργότερα, στα τέλη του 1986, οι δύο τους θα συνεργάζονταν ξανά, καθώς ο Σιδηρόπουλος ερμήνευσε τέσσερα τραγούδια και δύο ποιήματα στον δίσκο του συνθέτη «Τολμηρή Επικοινωνία».

Αν και ένοιωθε καλλιτεχνικά τελματωμένος κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του με τον Μαρκόπουλο, η περίοδος εκείνη ήταν σημαντική για την προσωπική του ζωή. Την άνοιξη του 1976 πήρε απαλλαγή από τη στρατιωτική θητεία για ψυχολογικούς λόγους. Λίγο αργότερα, μέσα από μια σύντομη σχέση με μια κοπέλα ονόματι Κάθυ, για την οποία έγραψε το τραγούδι «Για την Κ», θα γνώριζε τη συμμαθήτρια της Γιόλα Αναγνωστοπούλου με την οποία θα έμεναν μαζί μέχρι το 1980. Κατά την περίοδο της σχέσης του με την Αναγνωστοπούλου φαίνεται να ξεκίνησε να κάνει χρήση ηρωίνης.

Ηχογράφηση του Φλου

Στα μέσα της δεκαετίας του '70 ο Σιδηρόπουλος είχε ηχογραφήσει ένα τραγούδι για τον ιστορικό δίσκο του φίλου του Δημήτρη Πουλικάκου Μεταφοραί εκδρομαί ο Μήτσος που κυκλοφόρησε το 1976.

Στις 6 Νοεμβρίου του 1977 ο Πουλικάκος είδε ζωντανά το συγκρότημα «Σπυριδούλα» στο κινηματοθέατρο «Κνωσός». Γνωρίζοντας πως ο Σιδηρόπουλος έψαχνε μουσικούς για να ηχογραφήσει τις συνθέσεις του, του πρότεινε να τους συναντήσει. Αρχικά συνεργάστηκε σε προσωρινή βάση με το συγκρότημα, ερμηνεύοντας διασκευές ξένων τραγουδιών στις συναυλίες τους στην επαρχία. Η συνεργασία τους οριστικοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1978 με σκοπό την ηχογράφηση του άλμπουμ Φλου.

Το συγκρότημα και ο Σιδηρόπουλος ξεκίνησαν εντατικές πρόβες επάνω στα κομμάτια του δίσκου στο κλαμπ Χόμπι που τους είχε παραχωρηθεί. Τον Οκτώβριο μπήκαν στο στούντιο και ηχογράφησαν αρχικά ένα ντέμο με δύο κομμάτια, τα «Μπάμπης ο Φλου» και «Ξέσπασμα», με το τελευταίο να είναι διασκευή ενός κομματιού που είχε ηχογραφήσει ο Σιδηρόπουλος με τους Δάμων και Φιντίας.

Μέσα από τη γνωριμία του Σιδηρόπουλου με τον Θοδωρή Σαραντή, τότε υπεύθυνου ξένου ρεπερτορίου της ΕΜΙΕΛ (τέως Columbia), ήρθε σε επαφή με τον διευθυντή της εταιρείας Γιώργο Πετσίλα ο οποίος συμφώνησε να κυκλοφορήσει το δίσκο.

Την παραγωγή του δίσκου ανέλαβε ο Σαραντής με βοηθό τον Μάνο Ξυδού και οι ηχογραφήσεις έγιναν στα στούντιο της Columbia στη Ριζούπολη. Συμμετείχε μια σειρά έμπειρων μουσικών που γνωρίζονταν για χρόνια με τον Σιδηρόπουλο όπως οι Νίκος Πολίτης (κατά καιρούς μέλος του Εξαδάκτυλου και των Socrates), ο Δημήτρης Πολύτιμος (MGC και Εξαδάκτυλος) και ο Γιώργος Μαγκλάρας που έπαιξε ηλεκτρικό βιολί στο ψυχεδελικό «Η ώρα του Stuff», το πρώτο τραγούδι του Σιδηρόπουλου που αναφέρεται στα ναρκωτικά.

Στο κομμάτι αυτό έκανε φωνητικά η Δήμητρα Γαλάνη χωρίς όμως να αναφέρεται το όνομα της γιατί είχε μόλις αλλάξει δισκογραφική εταιρεία. Οι ηχογραφήσεις σύμφωνα με μαρτυρίες ήταν δύσκολες με τον Σιδηρόπουλο να έρχεται σε ρήξη με το άπειρο συγκρότημα, εν μέρει λόγω των προβλημάτων εθισμού που ήδη είχε. 

Ο δίσκος κυκλοφόρησε καθυστερημένα τον Μάιο του 1979. Η υποδοχή του από τον ειδικό τύπο ήταν γενικά θετική. Οι πωλήσεις όμως ήταν απογοητευτικές και δεν ξεπέρασαν τις 5.000.

Τα επόμενα χρόνια όμως η αποδοχή και οι πωλήσεις του Φλου θα αυξάνονταν θεαματικά, με το δίσκο να κάνει διαρκείς επανεκδόσεις, ενώ το 1992 ψηφίστηκε από τους συντάκτες του περιοδικού Ποπ+Ροκ ως το «καλύτερο άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής ροκ σκηνής». 

Οι Σπυριδούλα με τον Σιδηρόπουλο έκαναν μια σειρά ζωντανών συναυλιών για την υποστήριξη του δίσκου όμως λίγους μήνες μετά οι δρόμοι τους χώρισαν, πιθανόν γιατί οι Σπυρόπουλοι ήθελαν να ακολουθήσει το συγκρότημα μια πιο ξεκάθαρη πολιτική γραμμή.

Ο Παύλος Σιδηρόπουλος στη μικρή οθόνη

Η πρώτη επαφή του Σιδηρόπουλου με την υποκριτική είχε γίνει κατά τη διάρκεια των ζωντανών εμφανίσεων του με τον Γιάννη Μαρκόπουλο, με τον ρόλο του να έχει αρκετά θεατρικά στοιχεία. Το καλοκαίρι του 1977 μέσω του Τόλη Μαστρόκαλου, μπασίστα των Σπυριδούλα γνωρίστηκε με τον σκηνοθέτη Ανδρέα Θωμόπουλο, γνωστού για την ταινία του Αλδεβαράν.

Ο Θωμόπουλος εντυπωσιάστηκε από τη σκέψη και τη φωτογένεια του Σιδηρόπουλου και, επιθυμώντας να συνεργαστούν, προσάρμοσε το σενάριο της επόμενης ταινίας του, Ο Ασυμβίβαστος,στον χαρακτήρα του. Ο Σιδηρόπουλος δέχθηκε να πρωταγωνιστήσει, παρά τις επιφυλάξεις του για το σενάριο, ενώ τραγουδούσε και όλα τα τραγούδια της ταινίας.

Τα γυρίσματα έγιναν το 1977 και τη γενική επιμέλεια της μουσικής επένδυσης της ταινίας είχε ο συνθέτης ηλεκτρονικής μουσικής Γιώργος Θεοδωράκης, γιος του Μίκη.

Ο τελευταίος έγραψε και ένα τραγούδι για την ταινία, το «Κάποτε θα 'ρθουν» σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Τέσσερα τραγούδια για το σάουντρακ έγραψε και ο Θωμόπουλος, ανάμεσα τους τη μπαλάντα «Να μ'αγαπάς» το οποίο αρχικά δεν ακούστηκε ιδιαίτερα αλλά μετά το θάνατο του Σιδηρόπουλου έγινε πολύ δημοφιλές στο ραδιόφωνο και διασκευάστηκε από διάφορους καλλιτέχνες. 

Η ερμηνεία του Σιδηρόπουλου πήρε γενικά θετικές κριτικές όμως η ταινία είχε μια αδιάφορη πορεία τόσο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου του 1979 όσο και στις αιθουσες. Στην καριέρα του ως ηθοποιού περιλαμβάνεται και μια τηλεοπτική εμφάνιση στο σήριαλ του Κώστα Φέρρη Οικογένεια Ζαρντή (ΕΡΤ, 1982) όπου έπαιζε το ρόλο ενός οπιομανούς γαλλοθρεμμένου αστού των αρχών του 20ου αιώνα.

Εταιρεία Καλλιτεχνών και συνεργασία με τους Απροσάρμοστους

Το καλοκαίρι του 1979 ο Σιδηρόπουλος είχε μείνει χωρίς συγκρότημα και κατά καιρούς τζάμαρε με τον Τόλη Μαστρόκαλο και τον κιθαρίστα Θόδωρο (Τέρρυ) Παπαντίνα, τέως μέλος των Μακεδονομάχων τους οποίους ακολουθούσε φανατικά ο Σιδηρόπουλος στα φοιτητικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Αποφάσισαν να φτιάξουν συγκρότημα και στο σχήμα προστέθηκαν οι Στίλπων Νέστορας (ρυθμική κιθάρα) και ο Γιώτης Μπαγκάλας (ντραμς).

Ο Μπαγκάλας έμεινε λιγότερο από ένα μήνα και τον αντικατέστησε ο Τζίμης Τζιμόπουλος, τέως μέλος των Idols. Ο τελευταίος πρότεινε και το όνομα Art Associations για το συγκρότημα αλλά ο Σιδηρόπουλος επέμεινε να ελληνοποιηθεί σε Εταιρεία Καλλιτεχνών. Τ

ο γκρουπ πραγματοποίησε μια σειρά ζωντανών εμφανίσεων όπου έπαιζε διασκευές ξένων κομματιών και μερικά τραγούδια από το Φλου αλλά δεν κυκλοφόρησε δίσκο. Ένα όμως τραγούδι από αυτήν την περίοδο, το «Clown», θα περιλαμβανόταν στον κατοπινό δίσκο του Σιδηρόπουλου Zorba the freak.

Το 1980 ο Παύλος Σιδηρόπουλος κατέληξε σε ένα σχήμα που με λίγες αλλαγές παίζει μαζί του μέχρι το τέλος, τους Απροσάρμοστους. Μαζί ηχογραφούν μια σειρά σημαντικών δίσκων και έχουν συνεχή ζωντανή παρουσία. Το 1982 κυκλοφορούν το Εν λευκώ. Τα τραγούδια «Η» και «Αντεργκράουντ με στρας» λογοκρίνονται, για «προτροπή στη χρήση ναρκωτικών» και το τραγούδι «Ύστατη στιγμή» για «προσβολή της δημοσίας αιδούς».

Το 1985 κυκλοφορούν το Zorba the freak. Το 1987 πραγματοποιεί μια συγκλονιστική εμφάνιση στο Ηρώδειο στη συναυλία του Γιάννη Μαρκόπουλου Τολμηρή επικοινωνία -που κυκλοφόρησε και σε δίσκο με αυτό τον τίτλο- ερμηνεύοντας τραγούδια σε στίχους του Δημήτρη Βάρου και απαγγέλοντας ποιήματα του ιδίου από το βιβλίο Θηρασία. Το 1988 συμμετέχει στο δίσκο Ηλεκτρικός Θησέας (μουσική Γιάννης Μαρκόπουλος, στίχοι Δημήτρης Βάρος). Το 1989 κυκλοφορεί το Χωρίς μακιγιάζ (ηχογραφημένος ζωντανά στο συναυλιακό χώρο Μετρό). 

Το πέρασμα στην αιωνιότητα

Το καλοκαίρι του 1990 άρχισε να παραλύει το αριστερό του χέρι. Οι γιατροί υπέθεταν πρόβλημα στα αγγεία, αλλά κανείς δεν ήξερε τι ακριβώς είχε. Η επίσημη διάγνωση ήταν «πάρεση βραχιόνιου αριστερού πλέγματος». Το πρόβλημα με την υγεία του και ο θάνατος της μητέρας του λίγους μήνες πριν, τον έκαναν ψυχολογικό ράκος. Το φθινόπωρο το συγκρότημα άρχισε τις συνηθισμένες του εμφανίσεις στο κλαμπ Αν όπου ο Σιδηρόπουλος εμφανιζόταν με το χέρι δεμένο.

Έχοντας αρκετά νέα τραγούδια και μερικά παλιά ακυκλοφόρητα σε νέες ενορχηστρώσεις, άρχισαν να ηχογραφούν το υλικό αυτό, ενώ συγχρόνως είχαν προγραμματίσει σειρά ζωντανών εμφανίσεων για το Δεκέμβριο.

Στις 4 Δεκεμβρίου είχε πάει στο στούντιο για να ηχογραφήσει τα φωνητικά του δίσκου αλλά ήταν μεθυσμένος, διαπληκτίστηκε με τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος και έφυγε με μια φίλη του.

Το μεσημέρι της 6ης Δεκεμβρίου ο Σιδηρόπουλος βρέθηκε στο σπίτι μιας άλλης φίλης του στο Νέο Κόσμο σε κωματώδη κατάσταση λόγω υπερβολικής δόσης ηρωίνης και λίγο μετά ξεψύχησε στο ασθενοφόρο καθοδόν προς το νοσοκομείο Ευαγγελισμός.

Δισκογραφία

Το ξέσπασμα/O κόσμος τους (Zodiac) 1970
Ο Γερο-Μαθιός (Zodiac) 1971
Ο Ντάμης ο σκληρός/Aπογοήτευση (Zodiac) 1972
Φλου (ΕΜΙ) 1978
Εν λευκώ (ΕΜΙ) 1982
Zorba the freak (ΕΜΙ) 1985
Παύλος Σιδηρόπουλος (EMI) 1987
Χωρίς μακιγιάζ - Ζωντανή ηχογράφηση (MBI) 1989
Άντε και καλή τύχη μάγκες (ΕΜΙ) 1991
Τα μπλουζ του πρίγκηπα (MBI) 1992
Παύλος Σιδηρόπουλος (EMI) 1993
Εν αρχή ην ο λόγος (7η Διάσταση) 1994
Ο ασυμβίβαστος και πέντε σπάνια τραγούδια (Lyra) 1994
Ταξιδεύοντας (7η Διάσταση) 1996
Επιτυχίες (ΜΒΙ) 1997
Στιγμές (Δίφωνο) 1997
Day after Day 2001 (ΕΜΙ, EP με δύο ανέκδοτα τραγούδια)
Τα τραγούδια του Παύλου (EMI) 2002 (Συλλογή).

Bonus: Είπαν για τον Παύλο Σιδηρόπουλο

Ο τελευταίος των Ζορμπάδων, ήταν ο Zorba ``The Freak''. Και πριν από μισή δεκαετία, ανέβηκε στο αλογάκι του, φόρεσε το καπελάκι του, είπε στην κοινωνία: ``Καμπόυ, ξεκαμπόυ και σου γαμώ το σόι'', και μετά γύρισε προς τα μας και είπε: ``See you later alligators!!!, άντε και καλή τύχη μάγκες... εγώ πάω να βρω τη μανούλα μου''. Γι' αυτόν ήμουν ο θείος. Ετσι όπως διάλεξε τους φίλους του, διάλεξε και τους ``συγγενείς'' του, διάλεξε την ``οικογένειά '' του, τα κατάφερε. Και σίγουρα, ο ίδιος διάλεξε και το τελευταίο του ταξίδι. Ο ανηψιός, ήταν ένας ελεύθερος πρίγκιπας, ο τελευταίος και είμαι περήφανος γι' αυτόν.
Παυλάκι μου, οι καιροί εξακολουθούν να είναι δύσκολοι για τους πρίγκιπες.

Σε φιλώ, ο θείος σου ο Μήτσος.
Και για την αντιγραφή
Δημήτρης Πουλικάκος

Ο Παύλος είναι ένας άγιος της ελληνικής ροκ σκηνής. Εφυγε πριν ακόμα δει τους σπόρους που είχε φυτέψει και οι οποίοι πιάσαν τελικά. Εφυγε κυνηγημένος, περιθωριοποιημένος αλλά πιστεύω ότι αν υπάρχει πουθενά θα χαίρεται γι' αυτό που συμβαίνει. Γιατί ότι και να συμβαίνει ξεκίνησε από τον Παύλο και από τον Πουλικάκο. Το ``Φλου'' ήταν ένας οριακός δίσκος για όλους μας.

Γιάννης Αγγελακας

Με τον Παύλο Σιδηρόπουλο ήμασταν φίλοι και συγκάτοικοι το 1970 στην Θεσσαλονίκη, φοιτητές στο Μαθηματικό τμήμα. Ηταν ένας γλυκός ``κακομαθημένος'' έφηβος. Το όνειρό του ήταν να γίνει συγγραφέας. Είχε διαλέξει και ψευδώνυμο: Παύλος Αστέρης. Εκείνη την εποχή του άρεσαν τα drums και κάναμε ντουέτο στο σπίτι. Εγώ κιθάρα και αυτός τύμπανα σε μία πάνινη πολυθρόνα με κουτάλια και μπαγκέτες. Παίζαμε χαρούμενα και κάναμε ατέλειωτη πλάκα και αταξίες. Θυμάμαι μία βόλτα με τις κοπέλες μας, που είχαν έλθει από την Αθήνα και τη Ρένα να λέει στη δικιά μου: ``Ρούλα μου, αυτός ο Παύλος με τσιμπάει στο δρόμο σα μάγκας''. Ακριβώς αυτό που τραγούδησε στον ``Μπάμπη το Φλου''. ``Τσιμπολογούσε τις ξανθές''. Αργότερα στην Αθήνα τον έβλεπα στη χάση και στη φέξη.
Τον θυμάμαι στη συναυλία του James Brown στό Παλλάς να πάλλεται στην ένταση και το ρυθμό της μπάντας. Αλλη μία φορά στα καμαρίνια του Μετρό να μου λέει πως όπου να 'ναι ``καθαρίζει''...
Ο Παύλος ήταν ένας βιωματικός τύπος όπως πρέπει να είναι ο καλλιτέχνης μόνο που η χημεία που διάλεξε να παλέψει μαζί της, δεν σηκώνει αστεία και έτσι έφυγε νωρίς... αφήνοντας τα τραγούδια του πίσω για παρηγοριά.

Τον θυμάμαι πάντα με αγάπη.
Βαγγέλης Γερμανός

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟΝ Η ΚΑΛΗ ΚΑΡΔΙΑ

Μία αληθινή ιστορία που δίνει την εικόνα του σπιτιού μας.
Ένα μεσημέρι, γύρω στη μία η ώρα, χτύπησε το κουδούνι στο σπίτι και πήγε να ανοίξει η θεία η Παρασκευή. Ρωτάω ποιος είναι και μου απαντάει, «δεν ξέρω, είναι ένας νεαρός». Πηγαίνω κι εγώ στην εξώπορτα για να συνεννοηθώ και μόλις με βλέπει ο νεαρός με ρωτάει: «συγγνώμη εδώ είναι το σπίτι του Παύλου;» Του απαντάω ναι και συνεχίζει: «δε με γνωρίζετε, πεινάω και μου είπαν στη Φωκίωνος Νέγρη που βρισκόμουν, να πάω στο σπίτι του Παύλου να τον βρω κι εκεί θα μου δώσουν να φάω». Η μητέρα μας καθηλωμένη όπως ήταν σε μια πολυθρόνα, φωνάζει από το σαλόνι που πάντα καθόταν: «Παρασκευούλα βάλε του παιδιού να φάει».
Στο σπίτι εκείνη την ώρα βρισκόταν και η ξαδέρφη μας η Νουνού που είχε έρθει να μας επισκεφτεί, άκουσε την όλη ιστορία κι επειδή ήξερε και πολλές άλλες παρόμοιες λέει στη μάνα μας γελώντας: «βρε Τζένη γιατί δεν κρεμάς έξω από την πόρτα του σπιτιού μια ταμπέλα που να γράφει
«ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟΝ Η ΚΑΛΗ ΚΑΡΔΙΑ»; Έτσι για να ξέρουμε που βρισκόμαστε!

Μελίνα Σιδηροπούλου

ροκ μουσικήΕξάρχειαΠαύλος Σιδηρόπουλοςμουσική