Κατερίνα Στανίση: «Οταν με έραιναν με γαρδένιες και δολάρια» (pics)
Η Κατερίνα Στανίση εξοµολογείται πώς ξεκίνησε την καριέρα της, πώς ήταν η ατµόσφαιρα των επαρχιακών µαγαζιών, πότε ήρθε για πρώτη φορά στην Αθήνα, ενώ τονίζει: «Ηµουν πάντα υπέρ της αυθεντικής λαϊκής διασκέδασης και αυτό το είδος το συναντάς κυρίως στα µικρά µαγαζιά»🕛 χρόνος ανάγνωσης: 7 λεπτά ┋
Μέσα δεκαετίας του '70 στη Λάρισα. Στην πίστα του «Μοκάµπο», γνωστού νυχτερινού κέντρου της περιοχής, ανεβαίνει για πρώτη φορά ένα νεαρό κορίτσι, όµορφο αλλά και µε ιδιαίτερη φωνή, ατόφια λαϊκή. Ηταν η Κατερίνα Στανίση που µόλις είχε έρθει από τη Γερµανία, µαζί µε την οικογένειά της, αποφασισµένη να ακολουθήσει τη µεγάλη της αγάπη για το λαϊκό τραγούδι αλλά και να δουλέψει σκληρά για να αποκτήσει επιτέλους µια καλύτερη ζωή. Και το πέτυχε.
Μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να ξεχωρίσει, να γίνει πρώτο όνοµα στη νύχτα, να πρωταγωνιστήσει στις µεγάλες πίστες, να βγάλει δεκάδες σουξέ, να αποκτήσει πιστούς και φανατικούς θαυµαστές. Μπορεί όλη αυτή η διαδροµή να µοιάζει µε παραµύθι, όµως, όπως η ίδια µάς εξοµολογείται, η επιβίωση µιας γυναίκας στη νύχτα δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Αφοπλιστικά ειλικρινής και αυθεντικά λαϊκή, όπως πάντα, η Κατερίνα Στανίση περιέγραψε στο «Εθνος της Κυριακής» όχι µόνον τη λαµπερή αλλά και τη σκοτεινή πλευρά της ελληνικής νυχτερινής διασκέδασης των τελευταίων 40 χρόνων.
Στο «Μοκάμπο»
«Επιασα για πρώτη φορά µικρόφωνο στα 16 µου, σε ένα νυχτερινό κέντρο της Γερµανίας που σύχναζαν Ελληνες. Το 1974 ήρθα στην Αθήνα µε µια βαλίτσα που είχε µέσα λίγα ρούχα και πολλά όνειρα για µια καλύτερη ζωή. Είχα µεγαλώσει µε πολλές στερήσεις...» διηγείται η ίδια. Παρά το νεαρό της ηλικίας της, είχε το τσαγανό να κυνηγήσει το όνειρό της για µια καριέρα στο τραγούδι. Πήγε λοιπόν και βρήκε έναν από τους πιο γνωστούς µάνατζερ της εποχής, τον Νίκο Καραδηµητρίου, γνωστό και ως Νίκολσον.
Εκείνος την άκουσε, του άρεσε η φωνή της και την έβαλε στο σχήµα του «Μοκάµπο» της Λάρισας, στο οποίο συµµετείχε τότε και ο επίσης νεαρός Πασχάλης Τερζής. «Πώς ήταν η ατµόσφαιρα ενός επαρχιακού “σκυλάδικου” της εποχής;» τη ρωτάµε. Και εκείνη απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη: «Οι συνθήκες στη νύχτα της επαρχίας ήταν σκληρές, άγριες. Πολύ γλέντι, πολύ λουλούδι, πολύ πιάτο, από το οποίο κινδυνεύαµε κάθε βράδυ, πολλές απαιτήσεις. Αγωνίστηκα µέχρι να καταφέρω να κάνω τις πρώτες µου επιτυχίες. Επρεπε να σταθώ σε έναν χώρο ανδροκρατούµενο, να διασκεδάσω τους θαµώνες και κάποιους µε επιθετική συµπεριφορά.
Ηταν µέσα στις υποχρεώσεις µας να πηγαίνουµε στα τραπέζια αν το ζητούσε κάποιος πελάτης. Επρεπε να δείχνουµε διαθέσιµες, γι’ αυτό και απαγορεύονταν οι σχέσεις µεταξύ των εργαζοµένων. Αν µάθαινε το αφεντικό ότι µια τραγουδίστρια τα είχε φτιάξει µε έναν σερβιτόρο, την έδιωχνε επί τόπου από το µαγαζί. Αυτό µας είχε κάνει να φοβόµαστε να µιλήσουµε µεταξύ µας. Μια κουβέντα να έλεγες µε τον άλλο, κυκλοφορούσε η φήµη ότι τα έχετε και κινδύνευες να χάσεις τη δουλειά σου. Ορισµένα αφεντικά µάλιστα πίεζαν τις τραγουδίστριες και για περισσότερα πράγµατα... Η καθεµία έκανε την επιλογή της. Εγώ αυτό δεν το δέχτηκα ποτέ. Εκανα τις παραχωρήσεις µου. Ποιος δεν έχει κάνει παραχωρήσεις στη δουλειά του; ∆εν έκανα όµως ποτέ κάτι για το οποίο να ντρέποµαι».
Τέσσερα χρόνια δούλεψε στη επαρχία µέχρι να έρθει η στιγµή να κατέβει στην Αθήνα. Ηταν για εκείνη η πρώτη µεγάλη νίκη. Επιτέλους θα τραγουδούσε στην πρωτεύουσα, σε καλύτερες συνθήκες και µε καλύτερες προοπτικές. «Το 1977 που ήρθα στην Αθήνα πρωτοδούλεψα στο “∆έλτα” που ήταν στο Φάληρο. Στη συνέχεια πέρασα και από αρκετά ακόµη µαγαζιά, µεγάλα και µικρότερα, όπως του “Καρουσάκη”, το “Σεραφίνο” που εγκαινίασε η Ρίτα Σακελλαρίου… Χρειάστηκε όµως να περάσουν πέντε ολόκληρα χρόνια για να κάνω τον πρώτο µου δίσκο».
Ο δίσκος «Μυστικέ µου έρωτα», που περιείχε και το γνωστό οµώνυµο τραγούδι, έγινε αµέσως επιτυχία, καθώς πούλησε γύρω στα 80.000 αντίτυπα. Κάπου εκεί η ζωή της Κατερίνας Στανίση άρχισε ν’ αλλάζει. Οι προτάσεις για δουλειά και λαµπρές συνεργασίες στις πιο µεγάλες πίστες της Αθήνας έπεφταν βροχή. Και οι φανατικοί θαυµαστές της όσο περνούσε ο καιρός γίνονταν όλο και περισσότεροι και δεν δίσταζαν να της εκφράσουν τον θαυµασµό τους µε κάθε τρόπο, ακόµη και µε ακρότητες: «Ο θαυµασµός που µου έδειχναν οι πελάτες ήταν µεγάλος. Και τι δεν έκαναν για να µε εντυπωσιάσουν. Χάλαγαν περιουσίες ολόκληρες στα πιάτα και στις γαρδένιες, γέµιζαν την πίστα µε δολάρια, κάποιοι ήταν κάθε µέρα στο πρώτο τραπέζι, µέχρι µε κοµµένο χέρι µού ήρθε κάποιος… Υπήρχαν στιγµές που κάποιες υπερβολικές αντιδράσεις µε τρόµαζαν. Από την άλλη, βέβαια, δεν µπορώ να πω πως δεν µου άρεσε που είχα τόση πέραση…» παραδέχεται.
Το αυθεντικό
Η Κατερίνα Στανίση έδινε πάντα την εντύπωση µιας γυναίκας δυναµικής έως και σκληρής και γι’ αυτό ικανής να αντιµετωπίσει τις δυσκολίες της νύχτας. Η ίδια ωστόσο ανατρέπει αυτήν την εικόνα: «Η αλήθεια είναι πως πάντα ήµουν ένα πολύ ευαίσθητο άτοµο. Αναγκάστηκα να το παίζω σκληρή για να µπορέσω να επιβιώσω στον δύσκολο αυτό χώρο. Αν έδειχνα την ευαισθησία µου, θα έπεφταν να µε φάνε. Και εγώ είχα προσπαθήσει πολύ σκληρά για να τους αφήσω να µε φάνε» εξοµολογείται.
Παράλληλα δηλώνει περήφανη για το µουσικό παρελθόν της και πως ποτέ δεν προσπάθησε να κρύψει από πού ξεκίνησε, όπως συχνά κάνουν άλλοι συνάδελφοί της: «Κάποιοι δήθεν έντεχνοι, που «χτυπούσαν» εµάς τους τραγουδιστές της πίστας, ξεχνούν µάλλον πως από κει ξεκίνησαν και οι ίδιοι, από κει φάγανε ψωµί. Εγώ ήµουν πάντα υπέρ της αυθεντικής, λαϊκής διασκέδασης και αυτό το είδος το συναντάς κυρίως στα µικρά µαγαζιά,. Γιατί εκεί έρχεται ο άλλος να σε ακούσει και να περάσει καλά µαζί σου και όχι να κάνει επίδειξη του πλούτου και της δύναµής του» λέει µε νόηµα η τραγουδίστρια και συµπληρώνει: «Η λαϊκή διασκέδαση δεν θα πεθάνει ποτέ, γιατί έχει αλήθεια µέσα της, γιατί το λαϊκό τραγούδι εκφράζει όχι µόνον τη χαρά αλλά και τη λύπη, και τον πόνο, και όλα τα ανθρώπινα συναισθήµατα».
Σήµερα, περισσότερο από 40 χρόνια µετά το ξεκίνηµά της, η Κατερίνα Στανίση παραµένει ενεργή και γεµάτη διάθεση. Ηχογραφεί καινούργια τραγούδια µέσα στα οποία προσπαθεί, όπως λέει η ίδια, να βάζει τον παλµό της εποχής. Ενα τέτοιο τραγούδι είναι και το «Πες πως γυρίζω», που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό, σε µουσική Μάριου Ψιµόπουλου και στίχους Ελένης Γιαννατσούλια. Παράλληλα κάνει ζωντανές εµφανίσεις σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, διατηρώντας ζωντανή την επαφή της µε τον κόσµο που την αγαπά και τη στηρίζει.
* Η συνέντευξη της Κατερίνας Στανίση φιλοξενήθηκε στο 'Εθνος της Κυριακής (25/11) κι έγινε στο πλαίσιο του 16σέλιδου αφιερώματος στα «σκυλάδικα» με τίτλο «Φωτιά στα Σαββατόβραδα».
Ποια ονόματα ακούγονται για την Προεδρία της Δημοκρατίας - Τι θα μετρήσει στην απόφαση του Μαξίμου
Μαγδεμβουργο: Στη φυλακή ο δράστης της επίθεσης – Οι ακροδεξιές θεωρίες και οι προειδοποιήσεις
Πρύτανης του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστήμιου: Νέα προπτυχιακά προγράμματα μέσα στο 2025
Η Σημασία των Μιτοχονδρίων στην Αναγεννητική Ιατρική: Ιστορία και Σύγχρονες Θεραπείες
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr