Απόψεις|27.05.2020 14:44

Οι 72 ημέρες του κορονοϊού με τον σταθερό, δίκαιο και παραδοσιακό Σωτήρη Τσιόδρα

Δήμητρα Ευθυμιάδου

Για τους περισσότερους ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας, Σωτήρης Τσιόδρας, που μπήκε αίφνης μέσα στα σπίτια μας είναι ένα πρόσωπο που δεν γνώριζαν. Για τους περισσότερους, όπως ήρθε στη ζωή τους ξαφνικά, πιθανώς να φύγει με τον ίδιο αθόρυβο τρόπο όταν πάψει να υπάρχει και ο κίνδυνος του κορονοϊού. Άλλωστε, αποχώρησε ήδη διακριτικά από το καθημερινό προσκήνιο έπειτα από 72 ημέρες.

Ο καθηγητής, όμως, υπάρχει στη ζωή μας από τα μέσα με τέλη της δεκαετίας του ’90. Ήταν τότε που τον αντίκριζες να κινείται χωρίς φανταχτερό τρόπο, χωρίς υπεροψία, χωρίς φωνές στους διαδρόμους του τότε ΚΕΕΛΠΝΟ (νυν ΕΟΔΥ), προσφέροντας από τότε τις γνώσεις του σε ζητήματα δημόσιας υγείας πίσω από άλλους επιστήμονες που είχαν εκείνη την περίοδο τον πρώτο λόγο. Στα χρόνια εκείνα, δεν ήταν ο σημερινός Σωτήρης Τσιόδρας που πλέον γνωρίζουν το όνομά του ακόμη και οι κάτοικοι των πιο απομακρυσμένων χωριών της χώρας μας. Ήταν, όμως, ο ίδιος άνθρωπος. Ήσυχος, χωρίς κραυγές και …στριμωξίδια για τη «μαρκίζα» των επιστημόνων. Απαντούσε με άνεση σε όλα τα τηλέφωνα των δημοσιογράφων για να τους λύσει κάθε απορία.

Ακόμη και σήμερα που λόγω συνθηκών βρέθηκε τελικά πρώτο όνομα στη «μαρκίζα», μοιάζει απαράλλακτος. Πιθανώς, ενίοτε λίγο πιο σκληρός, για όσους παραβιάζουν όμως τις αρχές του ή και την τήρηση των μέτρων. Τις πρώτες ημέρες άλλωστε της κρίσης με τον κορονοϊό, όταν ακόμη μαζευόμασταν στην αίθουσα Τύπου του υπουργείου Υγείας για τις ενημερώσεις, είχε δείξει έντονο εκνευρισμό όταν επιμόνως όλοι οι συντάκτες Υγείας σηκώναμε το χέρι μας για να υποβάλλουμε ερώτημα. «Δεν μου αρέσουν τα χεράκια αυτά, δείχνουν πανικό. Σταματήστε τα χεράκια», έσπευσε να συμμαζέψει τη ζέση των διαπιστευμένων συντακτών Υγείας με έντονο ύφος ο Σωτήρης Τσιόδρας. Άβγαλτος, εξάλλου, στα δημοσιογραφικά και τηλεοπτικά πράγματα ένιωσε προφανώς την πίεση των ασφυκτικών και συνεχών ερωτημάτων για την πανδημία από τους δημοσιογράφους.

Ήταν μάλλον η πιο …σκληρή του στιγμή εν μέσω πανδημίας. Άλλωστε, είχε συνηθίσει να βγαίνει σε τηλεοπτικούς δέκτες, αλλά υπό ήρεμες συνθήκες τετ α τετ και χωρίς να τον πνίγουν τα μικρόφωνα. Όσο βέβαια η πανδημία προχωρούσε, αποφασίσθηκε το αραίωμα των δημοσιογράφων υγείας, και έτσι βρεθήκαμε να υποβάλλουμε γραπτές ερωτήσεις στον Σωτήρη Τσιόδρα χωρίς τη δυνατότητα διαλόγου μαζί του ή δεύτερης ερώτησης.

Κάτι που δεν ίσχυε, βέβαια, την περίοδο της γρίπης του Η1Ν1 το 2009 όπου ο καθηγητής ήταν πρόθυμος να διευκρινίσει διάφορα ερωτήματα καθότι ήταν λοιμωξιολόγος του ΚΕΕΛΠΝΟ και μαζί με την υπόλοιπη ομάδα είχε τη διαχείριση της τότε υγειονομικής κρίσης. Είχε, άλλωστε, εμπειρία αφού είχε ασχοληθεί εκτενώς- χωρίς τον τίτλο του καθηγητή τότε- και με το Sars στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Αυτό, πάντως, που προφανώς να δείχνει και τη σταθερότητα του χαρακτήρα του είναι το γεγονός ότι παραμένει πιστός στις …ενδυματολογικές του προτιμήσεις. Με τον ίδιο συντηρητικό τρόπο που τον βλέπαμε επί 72 ημέρες στη διαχείριση του κορονοϊού, με ακριβώς το ίδιο στυλ συνήθιζε να κινείται και στο παρελθόν. Κάτι που πιθανώς να δείχνει ότι η άνοδός του δεν έφερε και την αλλαγή των συνηθειών του. Αυτό πάντως που φαίνεται να τον διακρίνει είναι η ισότητα με την οποία προσπαθεί να διαχειρισθεί πρόσωπα και πράγματα.

Είναι ενδεικτικό ότι εν μέσω καραντίνας όταν ασφυκτικά τον πίεζα να μου παραχωρήσει συνέντευξη για το «Εθνος», αρνήθηκε ευγενικά να μου την δώσει, λέγοντας, όμως, πως αν επέλεγε να μιλήσει σε εμένα, θα δυσαρεστούσε όλους τους άλλους συναδέλφους μου. Άντε μετά να συνεχίσεις να πιέζεις… Είναι, εξάλλου, από εκείνα τα αποστομωτικά επιχειρήματα που πράγματι δεν σου αφήνουν περιθώριο.

Ο Σωτήρης Τσιόδρας είναι πιθανό να έκανε και λάθη στη διαχείριση της κρίσης. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, να είναι αλλιώς. Όποιος εργάζεται, κάνει και λάθη. Λάθη δεν κάνουν μόνο όσοι κρύβονται πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών τους και διατυπώνουν απόψεις κρυμμένοι πίσω από την οθόνη του υπολογιστή τους. Και επειδή τις ημέρες της καραντίνας πολλοί ήταν εκείνοι που κρύφτηκαν πίσω από τις οθόνες τους, αυξήθηκαν άρδην και οι επικριτές του εθνικού μας λοιμωξιολόγου.

Άλλοι με κομματικά κίνητρα και άλλοι απλά με εμπάθεια ή και φόβο για το άγνωστο. Άλλοι πάλι γιατί απλά έχουν άποψη για τα πάντα. Συντάσσουν τα σύγχρονα «κενά δαιμόνια» για να ολοκληρώσουν το κατηγορητήριο εναντίον του. Παρότι η αμφισβήτηση δείχνει της δημοκρατικότητα μίας κοινωνίας και είναι δικαίωμα του κάθε πολίτη, θα πρέπει μάλλον να γίνεται λελογισμένα και με ορθά επιχειρήματα ειδικά όταν πρόκειται για πεδία που δεν γνωρίζουμε.

ΚορονοϊόςΣωτήρης Τσιόδρας