Απόψεις|27.05.2020 21:45

Covid-19 και τηλεργασία

Γιάννης Σιδηρόπουλος

Η υποχρεωτική, λόγω της επιδημίας του νέου κορονοϊού COVID-19, παραμονή στο σπίτι της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων και αυτοαπασχολούμενων, μας οδήγησε σε εκ των πραγμάτων αξιοποίηση των δυνατοτήτων της τηλεργασίας. Η μορφή αυτή της οργάνωσης εργασίας ήταν αρκετά «υποτιμημένη» στη χώρα μας, παρά την ύπαρξη αντίστοιχου θεσμικού πλαισίου, κυρίως επειδή δεν αποτέλεσε προτεραιότητα για τις «παραδοσιακού τύπου» επιχειρήσεις. Αντίθετα ήταν αρκετά διαδεδομένη στον κλάδο των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών –ΤΠΕ, αλλά και σε νέους ηλικιακά εργαζόμενους, όπως ακριβώς συμβαίνει σε όλο τον κόσμο. Η σημερινή κατάσταση θέτει επιτακτικά δύο κύρια ερωτήματα:

  • Πόσο έτοιμες είναι οι υποδομές δικτύων, εξοπλισμού και λογισμικών,
  • Πόσο έτοιμοι είναι οι εργαζόμενοι, αλλά και οι προϊστάμενοι αυτών, από πλευράς ψηφιακών γνώσεων και δεξιοτήτων για να εκτελέσουν αποτελεσματικά τα καθήκοντα τους.

Τα ερωτήματα αυτά συνδέονται άμεσα με την μετάβαση της οικονομίας στην ψηφιακή εποχή, την προσαρμογή μας στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση και εν τέλει στην αύξηση της παραγωγικότητας, η οποία είναι ένα μεγάλο εθνικό στοίχημα. Ανεξάρτητα όμως από το επίπεδο των υποδομών το δεύτερο ερώτημα είναι το κρίσιμο για την επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων. Η Ελλάδα παρουσιάζει ιδιαίτερα χαμηλή επίδοση (26η από τις 28 - ESI European Skills Index του Cedefop), ο οποίος μετρά την επίδοση των συστημάτων δεξιοτήτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ταξινόμηση Δεξιοτήτων, Ικανοτήτων, Προσόντων και Επαγγελμάτων – ESCO (European Skills, Competences, Qualifications and Occupations), που είναι ένα εργαλείο που περιγράφει τα επαγγέλματα και τις δεξιότητες, στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, οι ψηφιακές δεξιότητες ταξινομούνται σε 5 κατηγορίες, οι οποίες αναλύονται σε 21 υποκατηγορίες και περιλαμβάνονται συνολικά 137 επιμέρους ψηφιακές δεξιότητες. Σε εθνικό επίπεδο δεν υπάρχει κάποιος δείκτης ή εργαλείο μέτρησης και αντιστοίχισης των ψηφιακών δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας, παρόλο που η ΕΕ παρέχει μια σειρά εργαλείων και πλαισίων αναφοράς, τα οποία μπορούν να υποστηρίξουν το σκοπό αυτό, όπως ενδεικτικά το DigComp του Joint Research Centre (JRC).

Για την Ελλάδα, σύμφωνα με μελέτη του ΣΕΒ, από τα 123 συνολικά επαγγέλματα που καταγράφονται στη βάση δεδομένων του ΕΙΕΑΔ, τα 55, δηλαδή ποσοστό 45%, χρησιμοποιούν σε μεγάλο ποσοστό του χρόνου τους Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών και συνεπώς οι ψηφιακές δεξιότητες είναι απαραίτητες. Σε αυτά τα 55 επαγγέλματα, συναντώνται οι 115 από 137 συνολικά αποτυπωμένες στο ESCO ψηφιακές δεξιότητες. Η εικόνα όμως για τον αριθμό των απασχολουμένων σε επαγγέλματα που χρειάζονται ψηφιακές δεξιότητες είναι χειρότερη με τον αριθμό των απασχολουμένων να ανέρχεται στο 36% του συνόλου. Όσον αφορά τα επαγγέλματα με το μεγαλύτερο πλήθος εργαζόμενων στην Ελλάδα, τα 5 πρώτα από εκείνα που έχουν μικρότερη ή καθόλου βαρύτητα στις ΤΠΕ είναι οι Πωλητές σε καταστήματα που αποτελούν το 10,5% των απασχολούμενων στην Ελλάδα, οι Καλλιεργητές προσανατολισμένοι στην αγορά με 8,5%, οι Σερβιτόροι με 4,2%, οι Απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών προστασίας με 2,7% και οι Καθαριστές και βοηθοί οικιών, ξενοδοχείων & γραφείων με 2,5%. Δηλαδή ενώ στο σύνολο της απασχόλησης το 45% των επαγγελμάτων που απαντώνται στην Ελλάδα η χρήση ΤΠΕ είναι >50% του χρόνου εργασίας οι απασχολούμενοι σε αυτά τα επαγγέλματα αποτελούν μόνο το 36% του συνόλου της απασχόλησης. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται καθαρά στην τεχνολογική υστέρηση της παραγωγικής μας βάσης αλλά και στην χαμηλή συμμετοχή σύγχρονων αντικειμένων εργασίας στην απασχόληση.

Για την αντιμετώπιση των παραπάνω προβλημάτων χρειαζόμαστε μια ολιστική προσέγγιση για την ανάπτυξη και συνεχή βελτίωση των ψηφιακών δεξιοτήτων με συγκεκριμένες κατευθύνσεις δράσεων, όπως μεταξύ των άλλων επενδύσεις των επιχειρήσεων σε ψηφιακές τεχνολογίες, την ενίσχυση των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης, όπως και τη μείωση της αναντιστοιχίας μεταξύ των απαιτούμενων και των διαθέσιμων δεξιοτήτων.

τηλεργασία