Απόψεις|09.09.2020 20:10

Η επιθετική υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων

Δημήτρης Βαρτζόπουλος

Επιβεβαιώνεται και στα καθ´ ημάς για ακόμη μία φορά η ιστορική διαπίστωση, ότι είναι αδύνατη η όποια συνεννόηση με αυταρχικά, ιδίως θρησκόληπτα, καθεστώτα. Real Politik με φανατικούς απλώς μακραίνει τα δεινά των λαών. Όπως κάθε ηγέτης αυτού του βεληνεκούς και ψυχοσυνθέσεως, ο Ερντογάν κινείται αυστηρά σε μια προσωπική υπαρξιακή προοπτική. Επιδιώκει - έστω και φαντασιακά - την επανίδρυση του οθωμανικού Χαλιφάτου, αφήνοντας έτσι ανεξίτηλο το πέρασμά του στην Ιστορία. Ιδίως μετά την εμπειρία του οιονεί πραξικοπήματος, και δεδομένης της ηλικίας, των προβλημάτων υγείας και του ορατού τέλους της πορείας, η πολιτική του έχει αποκτήσει πλέον χαρακτηριστικά φανατικής εμμονής. 

Απέναντι σε αυτήν την επιθετικότητα εμείς κινούμεθα με απόλυτο αποφασιστικότητα. Η πολιτική της κυβέρνησης, να επεκτείνουμε τα χωρικά ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια (που συνιστούν ως γνωστόν τμήμα της επικράτειας και δεν υπόκεινται σε διμερή οριοθέτηση, ει μη μόνον σε έναντι γειτονία μικρότερη των 24 ναυτικών μιλίων) σε όποιες περιοχές έχουν οριοθετηθεί υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, δημιουργεί μια εντελώς νέα πραγματικότητα. 

Απόλυτο πρότυπο η συμφωνία με την Ιταλία: Συμφωνία για ΑΟΖ με πλήρη επήρεια των νησιών και αμοιβαίες προσαρμογές στα γεωγραφικώς δύσκολα σημεία και μετά χωρικά ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια με τίμια συμφωνία για αλιευτικά. Ακολουθεί η επέκταση της κυριαρχίας στα 12 ναυτικά μίλια νοτίως της Κρήτης ως συνέχεια της Συμφωνίας με την Αίγυπτο. 

Φυσικά τούτο θα ισχύσει πλέον αναγκαστικώς και σε κάθε διαπραγμάτευση ή διεθνή δικαιοδοσία με την Τουρκία. Η όποια τελική λύση θα περιλαμβάνει και την επέκταση της αιγιαλίτιδος ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια σε όλο το Αιγαίο.  

Σε μια τέτοια, όμως, διαδικασία η καλύτερη έκβαση για τους Τούρκους θα είναι ένας συμβιβασμός διατήρησης διόδων ελεύθερης ναυσιπλοίας προς ορισμένα λιμάνια τους σε ένα απόλυτα ελληνικό Αιγαίο και ο μετριασμός της σημαντικής ζημίας, που θα υποστούν οι ψαράδες τους. Εκχωρήσεις από πλευράς μας δηλαδή, που θα αντιρροπηθούν από την συμφωνία τους σε ποσοστό επήρειας του Καστελόριζου αρκούντως κοντά στα διεθνώς οριζόμενα. 

Η φύση του σημερινού καθεστώτος και του σημερινού ηγέτου της Τουρκίας αποκλείουν κάθε πιθανότητα αποδοχής μιας τέτοιας συμφωνίας. Σε καμία των περιπτώσεων. 

Δια τούτο και κάνουν κάτι πολύ απλό: Αδρανοποιούν εμπράκτως τα κυριαρχικά δικαιώματα Ελλάδος και Κύπρου ζητώντας δήθεν διαπραγμάτευση, την οποία βεβαίως αμέσως ακυρώνουν, παρατείνοντας την αδρανοποίηση στο διηνεκές. Πώς;

  1. Εγείροντας θέματα, όπως περί αποστρατικοποίησης νησιών και «γκρίζων συνόρων», που καμμιά ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να δεχθεί. 
  2. Επισείοντας το casus beli για οτιδήποτε δεν τους βολεύει. 

Εν ολίγοις η τουρκική θέση σήμερα συνοψίζεται στο εξής: Ή μας δίνετε αυτό που θέλουμε ή δεν παίρνετε και εσείς τίποτε. Αν το προσπαθήσετε τότε πόλεμος. 
Τι κάνουμε λοιπόν με αυτόν τον ωμό εκβιασμό; 
Κατ´ αρχήν τα αυτονόητα: 

  1. Δεδομένου του διεθνούς κλίματος δεν μπορούμε, να αποφύγουμε έναν οιονεί διάλογο. Τούτο το κάνουμε ήδη. Η θέση Βενιζέλου, να προτείνουμε σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, να  επεκτείνουν τα χωρικά τους ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια προχωρώντας σε πολυμερή συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες, θα μπορούσε κάλλιστα, να είναι μια εύηχη διπλωματική κίνηση. 
  2.  όποια πραγματική συνεννόηση, όπως είπαμε, είναι αδύνατη. 

Άρα τι μένει; Η λύση είναι μονόδρομος: Την στιγμή, που δεν υπάρχει περίπτωση, να τα βρούμε με την Τουρκία του σήμερα, να επισπεύσουμε, να έρθει πιο γρήγορα η Τουρκία του αύριο. 

Η μόνη ειρηνική οδός προς τούτο είναι η επιβολή καίριων οικονομικών κυρώσεων, που θα βοηθήσουν την ήττα των ισλαμιστών στην επόμενες εκλογές. Δεδομένης της Real Politik της κυρίας Μέρκελ, ο μόνος τρόπος, να αποφασίσουν κάτι τέτοιο οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, είναι υπό την πίεση των εσωτερικών τους ακροατηρίων (ιδίως μάλιστα επί εκλογικών διεργασιών, όπως πχ τον Δεκέμβριο για την διαδοχή στην CDU). 

Εν προκειμένω είναι απολύτως επιτακτικό, να αλλάξει η κρατούσα εντύπωση για την φύση της ελληνο-τουρκικής αντιπαράθεσης. Σήμερα σε όλα τα διεθνή μέσα οι διαφορές μειώνονται στο επίπεδο μιας διαμάχης για πλουτοπαραγωγικούς πόρους («η φιλονικία για το αέριο» είναι το μοτίβο στα γερμανικά ΜΜΕ). Τα ακροατήρια στην Ευρώπη δεν ερεθίζονται από αντιπαραθέσεις ξένων στόλων για το ποιός και που θα αντλήσει υδρογονάνθρακες. Θα αγανακτήσουν όμως για την καταπάτηση από ένα ισλαμικό καθεστώς των δικαιωμάτων των γυναικών και την καταστροφή, που προκαλεί το καθεστώς αυτό στο περιβάλλον.

Όλοι πρέπει, να συνειδητοποιήσουν: Η φύση του ισλαμικού καθεστώτος της Τουρκίας είναι το θέμα. Το όλον πρόβλημα προέρχεται από εκεί και μόνον.

Τους ενημερώνουμε λοιπόν για την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που συνεπάγεται η εφαρμογή της σαρίας στην μουσουλμανική μειονότητα. Καταργούμε την σαρία στην Θράκη  ενσωματώνοντας στο Δίκαιο μας σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η πρόσφατη ανακίνηση του μειονοτικού από την Τουρκία είναι ουρανόσταλτος. Αναδεικνύουμε την απύθμενη διαφορά αντιμετώπισης μειονοτήτων εδώ και εκεί. 

Τους ενημερώνουμε για την βάναυση καταστροφή του θαλασσίου περιβάλλοντος, που προκαλεί η παράβαση του συνόλου των ευρωπαϊκών οδηγιών από τους Τούρκους αλιείς. Ζητούμε από την ΕΕ, να εφαρμοσθεί άμεσα και εδώ η απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης 170/83 για ανακήρυξη αλιευτικής ζώνης όλων των κρατών- μελών 12νμ ανεξαρτήτως χωρικών υδάτων και να ακυρώσει την σχετική συμφωνία μη εφαρμογής στην Αν Μεσόγειο του 1990 με την Τουρκία.

Η λυσσώδης αντίδραση του ισλαμικού καθεστώτος σε ένα πλαίσιο θεμάτων ανθρωπιστικού και περιβαλλοντικού χαρακτήρος θα καταστήσει ευρείες κυρώσεις αναπόφευκτες ακόμη και για τους διστακτικότερους Ευρωπαίους. 

Είναι προφανές, ότι η νέα κοσμική δημοκρατική κυβέρνηση της Τουρκίας θα υπερασπίσει σθεναρά τα εθνικά της συμφέροντα. Όπως και στο παρελθόν. Η συναντίληψη όμως αστών δημοκρατών για την έννοια του Δικαίου υπό την αναγκαστική γειτονική τους συνύπαρξη θα είναι επαρκής για μια αξιοπρεπή, «καζάν καζάν», συμφωνία à l'italienne.

Τουρκίακρίση στη ΜεσόγειοΡετζέπ Ταγίπ ΕρντογάνΆνγκελα Μέρκελ