Απόψεις|08.03.2021 22:57

Ο υπερβάλλων ζήλος της Αστυνομίας και η ευθύνη του υπουργού της

Κωνσταντίνα Γογγάκη

Κατά τη διάρκεια της Χούντας η πιο απεχθής επαγγελματική ομάδα ήταν οι Aστυνόμοι και οι χωροφύλακες, οι οποίοι επιδεικνύοντας την πιστή τους προσήλωση στο σύστημα, λειτουργούσαν ως «βασιλικότεροι του βασιλέως». Πήρε πολλά χρόνια μετά την μεταπολίτευση, για να αρχίσει επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ μια διαφοροποίηση σχετικά με το πώς η κοινωνία αντιμετώπιζε την άρνησή της προς αυτή την ομάδα. Δειλά-δειλά άρχισαν να τοποθετούνται στο Σώμα αυτό νέοι άνθρωποι, οι οποίοι δεν είχαν οπωσδήποτε την δογματική ιδεολογία της συντήρησης, αλλά διέθεταν μια πιο ευρεία και δημοκρατική αντίληψη. Για πρώτη φορά άρχισε έτσι στην κοινωνία να διαχέεται μια πιο χαλαρή αντιμετώπιση προς αυτούς, και η αίσθηση ότι οι Aστυνομία είχε στελεχωθεί από παιδιά δικά μας, που ήταν εκεί για να μας προστατέψουν και όχι για να βρουν ευκαιρία να μας επιτεθούν και να μας συλλάβουν. 

Η Αστυνομία στα Ευρωπαϊκά κράτη χαίρει εκτιμήσεως, καθώς αποτελεί ένα Σώμα που προασπίζει την ασφάλεια του πολίτη. Στην Ελλάδα υπάρχει πάλι σήμερα μια νέα επιφύλαξη απέναντί της, λόγω της στάσης της προς την εκάστοτε εξουσία. Αντί, δηλαδή, ως Σώμα να έχει παγιώσει ορισμένες αρχές συμπεριφοράς προς τον πολίτη, άγεται και φέρεται ή και ταυτίζεται με την κυβερνητική εξουσία. Με άλλα λόγια, δεν έχει κατοχυρώσει έναν βαθμό αυτοσυνείδησης, τέτοιον ώστε να τηρεί μια παγιωμένη στάση σεβασμού απέναντι στην κοινωνία. Αντίθετα, τελευταία, λειτουργεί παρορμητικά, απρόβλεπτα, αλλοπρόσαλλα και εντελώς αψυχολόγητα. 

Διαβάστε επίσης: Nέα Σμύρνη - Το θύμα της αστυνομικής βίας στο ethnos.gr: «Με χτυπούσαν από τα πόδια ως το κεφάλι»

Αντί, εν προκειμένω, να επιδεικνύει μια αυτοκυριαρχία στα γεγονότα, θέτοντας η ίδια το επιχειρησιακό πλαίσιο και ελέγχοντας την κατάσταση ώστε να μην ξεφύγει, συχνά η Αστυνομική δύναμη προκαλεί τις εντάσεις, χειροτερεύει και γενικεύει τις επιθέσεις, και παριστάνει τη γάτα που κυνηγάει τον ποντικό. Ο ρόλος της όμως δεν είναι να ξεπεράσει τον πολίτη ή τον διαδηλωτή σε βία, δεν είναι να υπερβάλλει επειδή ο πολίτης δεν φοράει τη μάσκα του για τον κορονοϊό, δεν είναι να του επιτεθεί επειδή συμμετέχει σε συγκέντρωση, και δεν είναι να τον βρίζει, να τον σέρνει και να τον χτυπάει ανηλεώς. Τι είναι αυτά; Επιστροφή στη δικτατορία; Όταν διαπιστώνει την διάπραξη ενός αδικήματος και μιας παράνομης πράξης απ’ τον πολίτη ο αστυνόμος έχει το δικαίωμα να του επιβάλει πρόστιμο, να τον συλλάβει, να τον προσαγάγει. Δεν έχει όμως κανένα δικαίωμα να τον σπάσει στο ξύλο! Και πολύ περισσότερο δεν έχει δικαίωμα να βγάζει αίφνης το πτυσσόμενο κλομπ και να τον σπάει στο ξύλο. 

Εφόσον, όπως αναφέραμε, η ελληνική Αστυνομία έχει το μειονέκτημα να ταυτίζεται τακτικά και στρατηγικά με τις εκάστοτε εντολές των ανωτέρων της, χωρίς να διατηρεί δηλαδή την αναγκαία απόσταση ασφαλείας με τον πολίτη, η σκλήρυνση στη στάση της που διαπιστώνεται συστηματικά τον τελευταίο καιρό οφείλεται αποκλειστικά στον σημερινό υπουργό της. Από όταν ο τελευταίος ανέλαβε την ευθύνη της έχουμε συχνά γίνει μάρτυρες αυτής, της «νέας», οξυμένης, στάσης της, η οποία αντανακλά την πολιτική του. Ο εν λόγω υπουργός, με την κεκτημένη ταχύτητα της σύλληψης τότε των οργανώσεων 17Ν, ΕΛΑ και Επαναστατικού Αγώνα, συμπεριφέρεται σαν να θεωρεί όλον τον κόσμο… τρομοκράτες. Με την έπαρση του «επιτυχημένου υπουργού» έχει άλλωστε επιδοθεί αποκλειστικά στο κυνήγι των «Αλληλέγγυων» και μόνο, ενώ έχει εντελώς αγνοήσει και υποβαθμίσει την αξία του Αστυνόμου στη γειτονιά. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο έχει εντελώς αποπροσανατολιστεί από την ευθύνη του για την πάταξη των εστιών εγκληματικότητας, ενώ την ίδια στιγμή με τις συγκεντρώσεις προξενεί την αίσθηση ότι επίκειται ή ότι ήδη εφαρμόζεται στρατιωτικός νόμος.

Ο υπουργός της συμπεριφέρεται με μια αλαζονεία, η οποία δυναμιτίζει τη δημοκρατία, και τον ίδιο του το θεσμικό ρόλο ως υπουργού προστασίας του πολίτη. Γιατί, ποια προστασία παρέχεται προς τον πολίτη όταν ο Aστυνόμος ως όργανο της τάξης, είναι ανεκπαίδευτος και φέρεται βίαια, εκδικητικά και προκλητικά; Η ωμή αστυνομική βία κομματιάζει την όποια σχέση της Aστυνομίας με τον πολίτη, προσφέροντας κακές υπηρεσίες προς την πολιτεία και την κυβέρνηση. Το αγαθό της ασφάλειας πρέπει να αποδίδει, και όχι να εξαγριώνει και να απειλεί. Προϋπόθεση, όμως, για την απόδοση είναι η πειθώ και όχι η καταστολή. Η τελευταία ποτέ δεν απέδωσε.

Ως προς τους ανεκπαίδευτους της ελληνικής Αστυνομίας, προς τους οποίους παρέχεται μόνο μια εκπαίδευση… 20 ημερών, χρήσιμο και αναγκαίο είναι η αντιμετώπιση του ελλείμματος αυτού, με την δημιουργία σοβαρής και διαρκούς εκπαίδευσής τους. Δεν μπορεί να μη γνωρίζουν στοιχειώδεις κοινωνικές, νομικές και ανθρωπιστικές θεωρίες, δεν μπορεί να μη γνωρίζουν ψυχολογία, γιατί αλλιώς αντιμετωπίζουν τον πολίτη ως εχθρό και ως υποψήφιο παραβάτη. Αυτή είναι η πρώτη υποχρέωση της πολιτείας προς αυτούς. Η δεύτερη είναι η εκμάθηση της προσωπικής ευθύνης που φέρει κάθε αστυνόμος ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με τον πολίτη. Στον τομέα αυτό θα συμβάλλει το προσωπικό διακριτικό που οφείλει να φέρει ο αστυνόμος, δηλαδή η καρτέλα με τα στοιχεία του. Γιατί δρώντας ως απρόσωπο μέλος ενός συνόλου δεν συνειδητοποιεί την ευθύνη και τις οφειλόμενες συνέπειες των πράξεών του. 

Πριν, επομένως, με τόση έγνοια ελέγξει κι εφαρμόσει στην πράξη ο υπουργός - δια των εκπροσώπων του - το νόμο που οφείλουν να τηρούν οι πολίτες, οφείλει να ελέγξει το νόμο που πρέπει να διέπει τον αστυνόμο. Δεν μπορεί οι ωμές επιθετικές πράξεις του Aστυνόμου να αποδίδονται σε δικαιολογίες (π.χ. στον θυμό, την κόπωση, την ψυχολογική πίεση, τον χαμηλό μισθό, τον περιορισμό αδειών), όταν κάθε πολίτης βιώνει την ίδια κατάσταση αλλά δεν δικαιούται το ελαφρυντικό μιας κάποιας δικαιολογίας.
Η πολιτεία, εν γένει, οφείλει να είναι πολύ προσεκτική όταν εφαρμόζει το νόμο.

Και οφείλει να διαμορφώσει ένα Σώμα Αστυνόμων με νέα και σύγχρονα κριτήρια. Οι όροι της επιλογής και της παιδείας τους πρέπει να αλλάξουν, ώστε να μην εισέρχεται, άκοπα, στο Σώμα όποιος βαριέται να διαβάσει ή δεν βρήκε κάτι άλλο να κάνει. Έχει μεγάλη σημασία να εκσυγχρονιστεί, αναπτυχθεί και εμπλουτιστεί η Αστυνομία με συγκροτημένες προσωπικότητες και ισορροπημένες συμπεριφορές που εμπνέουν την εμπιστοσύνη και εκπέμπουν τη σιγουριά. Η επαφή με τον αστυνόμο, έχοντας ως στόχο την υπεράσπιση του πολίτη, πρέπει να μηνυματίζει θετικά, και, όχι δρώντας ως τιμωρός, να αποτελεί μια οδυνηρή εμπειρία.

Η ωριμότητα του αστυνομικού οργάνου και ο αυτοέλεγχός του, η επίγνωση των ορίων του, η αρχή «μαζί με τον πολίτη» (και όχι απέναντι) είναι απόλυτες προϋποθέσεις για τη λειτουργία των οργάνων. Η ώριμη στάση του Aστυνόμου θ’ αποτελέσει κι ένα ωραίο μάθημα για τον πολίτη. Αν, όμως, αντί γι’ αυτό, με αφορμή ένα απλό περιστατικό προξενεί ολόκληρη αναστάτωση, αν εκτονώνει τα απωθημένα του στον πολίτη, αν προβαίνει σε επίδειξη ισχύος και βιαιοπραγεί σε δημόσια θέα, τότε απλά κάνει κατάχρηση εξουσίας. Και αυτό συνιστά προμήνυμα για δημιουργία συνθηκών κοινωνικής έντασης, αλλά και ένα επικίνδυνο κι επιζήμιο μήνυμα προς την ίδια τη δημοκρατία. 

Η συμπεριφορά του αστυνόμου πρέπει να μηνυματίζει θετικά, ότι έχει ως στόχο την υπεράσπιση και προστασία του πολίτη και όχι ως τιμωρός συγκροτημένη προσωπικότητα και ισορροπημένη συμπεριφορά.

Διαβάστε επίσης: Κίνηση Αστυνομικών: Μας τοποθετούν απέναντι στους πολίτες

αστυνομική βίαΚορονοϊόςαστυνομικοίαστυνομίαΝέα Σμύρνη