Απόψεις|16.03.2021 10:01

Δημοκρατία και Καταστολή – «Νόμος και Τάξη» και δικαίωμα αντίστασης

Χριστόφορος Βερναρδάκης

1. Η ιδέα της φιλελεύθερης δημοκρατίας στη νεωτερικότητα θεμελιώνεται στη βάση δύο πολιτικών παραδόσεων: του «φιλελευθερισμού», που υπερασπίζεται το κράτος δικαίου, την ελευθερία του ατόμου και τα ανθρώπινα δικαιώματα και της «δημοκρατίας», που εκπροσωπεί την ιδέα της λαϊκής κυριαρχίας, της ισότητας και της κοινωνικής συμμετοχής. 

«Φιλελεύθερη δημοκρατία» συγκροτημένη στην ιδέα της «τάξης» και της αυταξίας του «Νόμου» - και μάλιστα σε αντιπαραβολή με την ιδέα της ελευθερίας – δεν υπάρχει. Ολη, π.χ., η παράδοση του φιλελευθερισμού, και όχι μόνον, αναγνωρίζει ότι οι «νόμοι» είναι αποτελέσματα κοινωνικών εξελίξεων και ωριμάνσεων, δεν είναι ένα κλειστό και αμετάβλητο εις το διηνεκές σύστημα οργάνωσης των κοινωνιών που οι τελευταίες «οφείλουν να πειθαρχούν». 

Επομένως, ο πολιτικός λόγος που εκκινεί τη συλλογικιστική του από την ιδέα του «Νόμου και της Τάξης» είναι λόγος που νομιμοποιείται όχι στην παράδοση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, αλλά στην παράδοση των αυταρχικών καθεστώτων και στα εγχειρίδια των μορφών εξουσίας «έκτακτης ανάγκης». 

2. Η συζήτηση αυτή είναι βέβαια πολύ παλιά. Διαρκεί τουλάχιστον 2.5 αιώνες και διαχωρίζει τους οπαδούς του «παλιού καθεστώτος» του αυταρχισμού και της ολιγαρχικής διακυβέρνησης από αυτούς του κράτους δικαίου, των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και του δημοκρατικού διακυβεύματος. 

Επανέρχεται ωστόσο ως «καινούργια» κάθε φορά που οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ επιχειρούν μεγάλες (εκ βάθρων) αλλαγές στα συστήματα κοινωνικής ισορροπίας που υπάρχουν. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η σημερινή. 

Η περίοδος που διανύουμε είναι περίοδος βαθιάς καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Η καταστροφή μεγάλου μέρους παραγωγικών δυνάμεων και επιχειρήσεων (μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, τεχνολογικός εξοπλισμός, ακίνητα και εγκαταστάσεις) που συντελείται αυτήν τη στιγμή - μαζί με τη επακόλουθη καταστροφή πολύ μεγάλου μέρους της μισθωτής εργασίας - είναι η ευκαιρία των «αγορών» και των λιμναζόντων κεφαλαίων για μια νέα συσσώρευση κεφαλαίου και την επίτευξη μιας νέας κερδοφορίας.

Αυτή ακριβώς η διαδικασία εξελίσσεται αυτήν τη στιγμή, όχι μόνο στην Ελλάδα βεβαίως, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Κάθε καπιταλιστική αναδιάρθρωση είναι πάντοτε «βίαιη». Και είναι βίαιη γιατί είναι ταχύτατη, αφορά σε άμεση ριζική αναδιάρθρωση των κοινωνικών τάξεων και αλλάζει τους όρους ζωής, διαβίωσης και επιβίωσης εκτεταμένων κοινωνικών στρωμάτων. 

Κάθε τέτοια αναδιάρθρωση συνοδεύεται ιστορικά από σκλήρυνση των κατασταλτικών λειτουργιών του κράτους. Απαιτείται, δηλαδή, η εγγύηση του ιδιοκτήτη του «μονοπωλίου της βίας» ότι οι κοινωνικές αντιστάσεις σε αυτήν την διαδικασία θα είναι περιορισμένες και στην ανάγκη θα κατασταλούν. 

Είναι νομοτέλεια λοιπόν το «Νόμος και Τάξη»; Όχι βεβαίως. Είναι αποτέλεσμα επιλογών, που πάντοτε σχεδόν είναι επιλογές των αρχουσών τάξεων και ομάδων σε βάρος των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας. Σε αυτές τις ιστορικές περιπτώσεις ένα πράγμα γίνεται εμφανές: η καταστολή από επιλογή ύστατης καταφυγής μεταβάλλεται σε καθημερινό ιδεολογικό μοτίβο διακυβέρνησης. Ο,τι ακριβώς κάνει η σημερινή κυβέρνηση Μητσοτάκη

3.  H σημερινή κυβέρνηση δεν κάνει απλώς καταστολή. Συγκροτεί και αναπαράγει την «ιδεολογία της καταστολής», την «κανονικότητα της καταστολής». Φτιάχνει συνειδητά «εσωτερικούς εχθρούς», είναι μέρος της στρατηγικής της να εξωθήσει σε βίαιες αντιδράσεις και κατόπιν να ποινικοποιήσει, διαδοχικά, μεγάλα τμήματα της κοινωνίας: την απείθαρχη και «ανεύθυνη» νεολαία, τους αντισυμβατικούς καλλιτέχνες, τη ριζοσπαστική διανόηση, τη μερίδα των ελαστικά εργαζομένων, τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, και πάει λέγοντας...

Πρόκειται για τη λεγόμενη «στρατηγική της έντασης». Χρησιμοποιεί την πρόκληση ώστε να εξωθήσει σε ακραία αγανάκτηση κοινωνικές ομάδες και να τις εξουδετερώσει, προβάλλοντας την ιδέα της κοινωνικής ευταξίας και αποσπώντας συναίνεση στρωμάτων που απεχθάνονται τις εντάσεις, πριν αρχίσει η κοινωνία να αντιδρά μαζικά και οργανωμένα απέναντι στη ζοφερή πραγματικότητα που την περιμένει. Η «στρατηγική της έντασης» μπορεί να έχει αποτελέσματα, όπως δείχνει η πρόσφατη ιστορική εμπειρία, όσο η «ένταση» αφορά ελεγχόμενα αριθμητικώς τμήματα της κοινωνίας. Όταν η «ένταση» αρχίζει να αφορά περισσότερα και ισχυρότερα κοινωνικά στρώματα που εμπλέκονται σταδιακά στην κοινωνική δράση, τότε αρχίζει να λειτουργεί ανοικτά ως «εκτροπή». 

Η κανονικότητα της καταστολής καταδεικνύεται στο τεράστιο εύρος αρμοδιοτήτων άσκησης δημοσίων πολιτικών που έχει αναλάβει η Αστυνομία από την αρχή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη: μεταναστευτικό, προσφυγικό, αντιεγκληματική πολιτική, απονομή ασύλου, έλεγχος περιορισμών λόγω covid-19, πανεπιστημιακή αστυνομία, καθήκοντα της πολιτικής προστασίας. Μια βεντάλια οριζόντιων αρμοδιοτήτων που συγκεντρώθηκαν σε αυτήν από σειρά Υπουργείων, αποκαλύπτοντας ένα εντελώς αντι-φιλελεύθερο πρόσωπο. 

4.  Από την όξυνση της καταστολής και την αναγόρευσή της σε βασικό ιδεολογικό μηχανισμό μακροπρόθεσμα δεν κέρδισε ποτέ η Δεξιά. Οσες μερίδες της εργαλειοποίησαν την καταστολή και το δόγμα «Νόμος και Τάξη» οδηγήθηκαν σε παταγώδη αποτυχία και περιθωριοποίηση. Γιατί η «δημοκρατική πρόκληση» δεν είναι – και δεν ήταν ποτέ – πεδίο ενδιαφέροντος της κρατικής καταστολής. Αυτό που έκρινε πάντοτε θετικά το μέλλον των δημοκρατιών ήταν η απάντηση στο «κοινωνικό πρόβλημα» κάθε φορά, με όρους ελευθερίας, ισότητας, συμπερίληψης και αλληλεγγύης.

Γι’αυτό ακριβώς και η νομιμοποίηση της κοινωνικής αντίστασης απέναντι σε κάθε μορφή αυθαιρεσίας και τυραννίας των αρχόντων αποτελεί αιώνες τώρα «κεκτημένο» των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. 

αστυνομική βίαεπεισόδιααστυνομίαΝέα Σμύρνη