Απόψεις|04.07.2021 10:07

Χειρότερη η κατάσταση στη χώρα από ό,τι το καλοκαίρι του 2019

Κώστας Χρυσόγονος

Αυτό βέβαια οφείλεται στην πανδημία που πλήττει την ανθρωπότητα και έτσι οι πολίτες δίνουν πίστωση χρόνου στην κυβέρνηση, όπως τουλάχιστον δείχνουν οι δημοσκοπήσεις που φέρνουν το κυβερνών κόμμα στην πρώτη θέση με μεγάλη διαφορά. Ωστόσο πρέπει να έχουμε υπόψη ότι σε πολεμικές ή οιονεί πολεμικές καταστάσεις (ο Covid-19 είναι ισοδύναμος με πόλεμο εναντίον ενός αόρατου, ασύμμετρου εχθρού) οι κοινωνίες έχουν μια τάση να συσπειρώνονται γύρω από τις ηγεσίες τους, χωρίς αυτό να διαρκεί μετά τη λήξη του κινδύνου (π.χ. τα ποσοστά δημοφιλίας του προέδρου Μπους είχαν εκτιναχθεί στα ύψη τον Σεπτέμβριο του 2001, χωρίς τούτο να επηρεάσει ιδιαίτερα το αποτέλεσμα της προεδρικής εκλογής του 2004, ή για να πάμε πιο πίσω, ο Τσώρτσιλ έχασε τις βρετανικές εκλογές του 1945).

Δεν μπορεί να γίνει αξιόπιστη πρόγνωση για το 2023

Η επικείμενη, ελπίζουμε όλοι, ομαλοποίηση της ζωής μας μετά τον εμβολιασμό περίπου του συνόλου του πληθυσμού και τη δημιουργία του περιλάλητου «τείχους ανοσίας» θα συνοδευθεί και από τη λήξη των μέτρων στήριξης των οικονομιών των κρατών-μελών της από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σ’ εκείνο το χρονικό σημείο οι μακροπρόθεσμες οδυνηρές επιπτώσεις της πανδημίας στην απασχόληση και σε άλλες κρίσιμες παραμέτρους της οικονομίας θα αρχίσουν να γίνονται περισσότερο αισθητές από τους πολίτες, όπως ένα τραύμα που πονάει περισσότερο όταν αρχίζει να «κρυώνει». Συνεπώς μια σχετικά αξιόπιστη πρόγνωση για τα εκλογικά αποτελέσματα του 2023 (αν δεν μεσολαβήσει εκλογικός αιφνιδιασμός) θα μπορεί να γίνει από τα μέσα του 2022 και μετά.

Αφήνοντας πάντως κατά μέρος το ζήτημα της πανδημίας, διαπιστώνουμε ότι η κυβέρνηση της «Νέας Δημοκρατίας» δεν μπόρεσε να υλοποιήσει τις προεκλογικές της εξαγγελίες σε ό,τι αφορά τον απαιτούμενο βαθύ εκσυγχρονισμό της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περιβόητες «μπουλντόζες στο Ελληνικό» δεν εμφανίστηκαν ακόμα, το μετρό της Θεσσαλονίκης προχωρά με τους συνήθεις ρυθμούς χελώνας κ.ο.κ. Και πέρα όμως από αυτά τα επιμέρους παραδείγματα, η αναξιοκρατία, οι λογικές των «δικών μας παιδιών», οι πελατειακές σχέσεις κλπ. εξακολουθούν να υπάρχουν και να αναπαράγονται, όπως και στα προηγούμενα χρόνια, και η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας δεν βελτιώνεται ουσιαστικά. Ακόμη χειρότερα, δεν έχει ληφθεί  καμία ουσιαστική μέριμνα για την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, πέρα από το φιλοδώρημα των 2.000 ευρώ για κάθε γέννηση, ενώ θεσπίστηκαν νέες ρυθμίσεις σχετικά με την ιθαγένεια που δυσχεραίνουν την παλιννόστηση ομογενών από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Ανάγκη για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο

Δεν αποκλείεται η «Νέα Δημοκρατία» να ξανακερδίσει στις βουλευτικές εκλογές, όποτε διεξαχθούν, επωφελούμενη κυρίως από την αμηχανία και εσωστρέφεια του ΣΥΡΙΖΑ, αφού τα κυβερνητικά πεπραγμένα εκείνου δεν πείθουν την πλειοψηφία των πολιτών ότι θα είχε να προσφέρει κάτι καλύτερο αν επανερχόταν στην εξουσία. Ωστόσο το σήμερα κυβερνών κόμμα δεν είναι σε θέση να δώσει στη χώρα το νέο ξεκίνημα που χρειάζεται. Η Ελλάδα πρέπει να βρει ένα παραγωγικό μοντέλο μέσα από το οποίο να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, να ανατάξει την απασχόληση και βέβαια να αντιμετωπίσει το δημογραφικό (ενδεχομένως σε συνδυασμό με μια ενεργητική μεταναστευτική πολιτική, για την οργανωμένη και βαθμιαία εισροή ανθρώπων που θα μπορούσαν οι ίδιοι ή έστω τα παιδιά τους να ενσωματωθούν στην κοινωνία μας, να νιώσουν Έλληνες και, αν χρειασθεί, να πολεμήσουν απέναντι στον νεο-οθωμανικό ιμπεριαλισμό). Είναι προς το παρόν άδηλο ποιες πολιτικές δυνάμεις θα μπορούσαν να διατυπώσουν στο μέλλον μια αξιόπιστη πρόταση εξουσίας προς την κατεύθυνση αυτή.    

πανδημίαΝέα Δημοκρατίαεκλογές. εκλογές 2019