Απόψεις|04.07.2021 10:21

Σκέψεις για τα δύο χρόνια κυβέρνησης Μητσοτάκη

Αρης Στυλιανού

Συμπληρώνονται αυτές τις μέρες δύο χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ένας πρώτος απολογισμός μπορεί να φανεί χρήσιμος, κυρίως ως προς την ανίχνευση του τι μας επιφυλάσσει το άμεσο και το απώτερο μέλλον. Όπως δείχνει επαρκώς η ιστορική εμπειρία, το μέλλον παραμένει πάντοτε άδηλο και όποιος πιστεύει ότι μπορεί να το προβλέψει προφανώς πλανάται πλάνην οικτρά. Ωστόσο, αυτό δεν μας εμποδίζει να σχεδιάζουμε, προχωρώντας και αναθεωρώντας όταν και όπου χρειάζεται.

Καταρχάς, παρατηρούμε ότι η Δεξιά ήρθε στην κυβέρνηση σαν έτοιμη από καιρό, έχοντας ένα ηγεμονικό νεοσυντηρητικό σχέδιο. Το πλάνο για «επιτελικό κράτος» μπήκε άμεσα σε εφαρμογή και η κυβέρνηση υιοθέτησε το δόγμα του σοκ, επιδιώκοντας να σπάσει οριστικά το κοινωνικό συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης: περιστολή των εργασιακών δικαιωμάτων, δραστικός περιορισμός της κοινωνικής κινητικότητας, νεοφιλελεύθερες οικονομικές επιλογές υπέρ των ελίτ, αδιαφορία για το περιβάλλον, παραβίαση διεθνών συμβάσεων και ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο προσφυγικό, αστυνομία στα Πανεπιστήμια, χρηματοδοτούμενη προπαγάνδα στα ΜΜΕ. Αντί για επιτελικό, το νεοδημοκρατικό κράτος φαντάζει πελατειακό, ρεβανσιστικό και αλαζονικό.

Η έλευση της πανδημίας ανέστειλε κάποιους από τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, υποχρεώνοντας σε παροχές και οικονομικές ενισχύσεις των πληττόμενων. Είμαστε όμως πολύ μακριά από τις τολμηρές πολιτικές της νέας εποχής Biden. Δυστυχώς, ο υποτιθέμενος κεντροδεξιός φιλελευθερισμός του κ. Μητσοτάκη ήταν πουκάμισο αδειανό. Αντίθετα, μάθαμε ότι πρέπει «να εξοικειωθούμε με την αναγκαστικότητα του ξύλου» και ότι «την κοινωνική ειρήνη μόνο η αστυνομία μπορεί να την διασφαλίσει».

Οι δήθεν φιλελεύθεροι της κυβέρνησης, όταν τα πράγματα ζορίζουν, υιοθετούν τον αντιφιλελεύθερο στοχασμό του Καρλ Σμιτ, ο οποίος υποστήριζε πως κυρίαρχος είναι αυτός που μπορεί να αναστέλλει το Σύνταγμα κηρύσσοντας κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, δηλαδή επί της ουσίας να κάνει πραξικόπημα. Όσο για την κοινωνική ειρήνη, ασφαλώς και δεν διασφαλίζεται με αστυνομοκρατία, αλλά αντίθετα οικοδομείται καθημερινά στην πράξη, με επίπονη προσπάθεια και θεσμική λειτουργία, με δημοκρατικές διαδικασίες. Όταν η αστυνομία υποκαθιστά την πολιτική, τότε προκύπτουν ολοκληρωτικά καθεστώτα.

Η αλλοπρόσαλλη και αποτυχημένη κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας από το προηγούμενο καλοκαίρι μέχρι σήμερα έχει οδηγήσει την κοινωνία σε αναστάτωση και αβεβαιότητα. Το δημόσιο σύστημα υγείας δοκιμάζεται σκληρά, χωρίς να λαμβάνονται μέτρα για την ενίσχυσή του. Ως μόνος τρόπος αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης θεωρήθηκε από την κυβέρνηση το διαρκές και ατελέσφορο λοκντάουν. Τα sms των μετακινήσεων παρέμεναν επί μακρόν για «παιδαγωγικούς» λόγους. Ταυτόχρονα, η πληροφόρηση και η ενημέρωση χειραγωγούνται και χρησιμοποιούνται εργαλειακά. Ανάλογα με τις εκάστοτε κυβερνητικές επιδιώξεις, ενώ άλλοτε υπερπροβάλλονταν τώρα αγνοούνται παντελώς οι χιλιάδες νεκροί συμπολίτες μας από covid-19, αλλά και όσοι έχουν πάθει σοβαρές βλάβες στην υγεία τους όλη αυτή την περίοδο.

Επιπλέον, παρακολουθούμε μια εξέλιξη που κινδυνεύει να διχάσει και να τραυματίσει την ελληνική κοινωνία με επίκεντρο την αντίθεση εμβολιασμένοι - ανεμβολίαστοι. Ο μαζικός εμβολιασμός οργανώθηκε σωστά, αλλά η διαχείρισή του πάσχει καταφανώς. Επειδή η κυβέρνηση, αστόχαστη και ανέμελη, δεν κατάφερε να πείσει πολλούς συμπολίτες μας για τις ευεργετικές συνέπειες του εμβολιασμού, προσφεύγει τώρα σε κατασταλτικά και τιμωρητικά μέτρα, που πλήττουν ελευθερίες, δικαιώματα και εντέλει την κοινωνική συνοχή.

Αντί για μια εκστρατεία αγάπης, αλληλεγγύης και αξιοπρέπειας, ακούμε λόγο απορριπτικό και μισαλλόδοξο, βλέπουμε μέτρα που εναλλάσσουν το μαστίγιο με το καρότο και τις απειλές με τις υποτιμητικές δωροεπιταγές των 150 ευρώ. Αλλά έτσι, το μόνο που επιτυγχάνει η κυβέρνηση είναι η υπόθαλψη των θεωριών συνωμοσίας, ο θρίαμβος του ανορθολογισμού και η πυροδότηση της αγανάκτησης των απελπισμένων, που θα οδηγήσει σε κοινωνικές εκρήξεις και σε εκλογικά οφέλη της ακροδεξιάς.
Είναι συνεπώς επιτακτική ανάγκη να αλλάξουν ρότα οι κυβερνώντες, να λειτουργήσουν δημοκρατικά κι όχι ολιγαρχικά, να αφουγκραστούν το κοινωνικό σύνολο και τις ανάγκες των πολιτών, να πάψουν να καταστρέφουν το δημόσιο προς όφελος του ιδιωτικού, να νοιαστούν για το κοινό καλό κι όχι για το ατομικό συμφέρον. Όχι άλλη υπεροψία και μέθη, κύριε Μητσοτάκη, φτάνει πια.

εθνικές εκλογές 2019Κυριάκος Μητσοτάκηςκυβέρνηση