Απόψεις|17.02.2019 18:49

Υπαρκτή Αριστερά

Newsroom

Έπειτα από τέσσερα χρόνια αριστερής διακυβέρνησης, σε συνθήκες µνηµονίων, επιβάλλεται µια πρώτη αποτίµηση. Κατ’ αρχάς, όπως ήδη το υπονοήσαµε, η διακυβέρνηση, τυπικά έως τον περασµένο Αύγουστο, τελείται υπό καθεστώς µνηµονιακής υπαγωγής, µε περιορισµένη κυριαρχία. Δηλαδή, µιλάµε για υπαρκτή Αριστερά, µάλιστα υπό καθεστώς επιτήρησης, και σε ένα ευρωπαϊκό υπερπλαίσιο όπου η Αριστερά, και στη σοσιαλδηµοκρατική της εκδοχή, βρίσκεται σε υποχώρηση ή και µαρασµό.

Οτι ο λαός αποφάσισε το 2012 και κατόπιν δύο φορές το 2015 να στραφεί εκλογικά προς την Αριστερά µπορεί κατ’ αρχάς να εξηγηθεί από την κατάρρευση των παραδοσιακών κοµµάτων εξουσίας, ένεκα της κρίσης την οποία δεν µπόρεσαν να αντιµετωπίσουν, αλλά και ως εντολή προς έναν πολιτικό χώρο που πρότασσε την τόλµη του να αναλάβει την ευθύνη της χώρας, την παράδοση αγώνων και την ελεύθερη κυβερνητικών αµαρτηµάτων κληρονοµιά του.

Απλοποιώντας, µπορούµε να ισχυρισθούµε ότι µέγα µέρος της κεντροαριστερής πλειοψηφίας της Μεταπολίτευσης στην κορύφωση της κρίσης αισθάνθηκε ορφανό και άστεγο. Η µετακίνησή του προς τα αριστερά σήµαινε διττά ότι αναζητούσε µια ηγεσία αλλά και ότι υιοθετούσε τον µικρό ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτό το σχήµα, ο πατέρας ηγέτης είναι ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος δεν αµφισβητείται από τους φίλους και εκλογείς, και υιοθετούµενο το κόµµα, το οποίο δέχεται αυστηρή, συχνά σκληρή κριτική. Η κριτική των εκλογέων αφορά κυρίως υψηλές προσδοκίες, εν µέρει καλλιεργηµένες από το ίδιο το κόµµα προ του 2015, εν µέρει απαιτητές από µια ιδανική Αριστερά και όχι από την υπαρκτή, µε τις αρετές και τις αδυναµίες της. Είναι αξιοσηµείωτο ότι οι σκληρότεροι επικριτές της υπαρκτής Αριστεράς είναι οι φανατικοί αντι-ΣΥΡΙΖΑ, που απαιτούν από τον αριστερό το ήθος του µάρτυρα και του αγίου µαζί µε τις ικανότητες του πρωταθλητή µάνατζερ και 21 Υπαρκτή Αριστερά γεωπολιτικού, τίποτε λιγότερο από αυτά...

Βεβαίως οι εκλογείς είναι πολύ πιο συγκαταβατικοί και ρεαλιστές, παραµένει πάντως διάχυτα και επίµονα µια απαίτηση ήθους και ικανότητας εκ µέρους της Αριστεράς που δεν απαιτούνται από τους παραδοσιακούς πολιτικούς. ∆εν είναι του παρόντος να ερµηνευθεί επαρκώς αυτή η απαίτηση, αλλά δεν είναι και παράλογη: Με την κατάρρευση του παλαιού συστήµατος, η Αριστερά έθεσε εαυτόν ανάχωµα προς διάσωση της φιλελεύθερης δηµοκρατίας και κινητοποίησε τα λαϊκά δυναµικά προς προοδευτικές κατευθύνσεις.

Ακόµη και κατά την εφαρµογή του νεοφιλελεύθερου µνηµονίου παρέµεινε λειτουργική, εν ισχύι, η υπόσχεση της Αριστεράς για «ταξική µεροληψία», η διαρκής µέριµνα για ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη. Οι λιγοστές αντιδράσεις κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης, όσες υπήρξαν, ήσαν κυρίως συνδικαλιστικές διεκδικήσεις, δεν ήσαν δοµικές αντιπολιτευτικές, εξ ου και δεν µπόρεσαν να αξιοποιηθούν από τη δεξιά αντιπολίτευση, πλην της αντίδρασης για το «Μακεδονικό», για άλλους λόγους. Μετά τα µνηµόνια.

Η µεγάλη πρόκληση για την υπαρκτή Αριστερά, µετά και την κυβερνητική εµπειρία, είναι ακριβώς η πολιτική της ανασυγκρότηση µε βάση τις ανάγκες και τις προσδοκίες των κοινωνικών οµάδων που εκφράζει και οι οποίες την υιοθέτησαν. Πρόκειται για µια σύνθετη διαδικασία, µια αµοιβαία ακρόαση µακρά και επίπονη, στην οποία η Αριστερά πρέπει να προσέλθει µε ανοιχτά µάτια και αυτιά. Κυρίως επειδή η µακρά κρίση, αθροιζόµενη επώδυνα στους ήδη λειτουργούντες βαθείς µετασχηµατισµούς της εργασίας και της µαζικής κουλτούρας, διαµορφώνει νέες κοινωνικές διαστρωµατώσεις και ταξικότητες, νέους ανταγωνισµούς και επισφάλειες, νέες συλλογικές αναπαραστάσεις.

Προέχει να σχηµατισθεί µια ανανεωµένη αυτοπεποίθηση στον κόσµο της εργασίας, της παραγωγής, της επισφάλειας. Και ένα συνέχον όραµα για το ορατό µέλλον, να µην αισθάνεται ο λαός ορφανός από ηγεσίες ή προδοµένος από τη δηµοκρατία. Η νέα εθνική αυτοπεποίθηση δεν στηρίζεται στη µικροµεγαλοµανία του περιούσιου και ανάδελφου λαού, αλλά σε µια αυτογνωσία ουσιώδη και εξωστρεφή, ισόρροπη και κριτική. Για την τέτοια πρόοδο απαιτούνται τόλµη και βούληση, αλλά και στοχαστικές προσαρµογές µε αυτοκριτική, και στρατηγική συµµαχιών.

Ο ανταγωνισµός και οι συγκρούσεις θα υπάρχουν διαρκώς, στόχος δε της άκρας ∆εξιάς είναι η παρόξυνσή τους, για να δικαιώνεται η υπόστασή της µέσα από εχθροπαθή δίπολα φίλου-εχθρού, προδότη-πατριώτη. Η Αριστερά καλείται να υπερβεί αυτά τα διχαστικά ταυτοτικά δίπολα και να ξαναβάλει τη δηµοκρατική πολιτική στις υλικές και ηθικές της βάσεις: ελευθερία, δικαιώµατα, ισότητα, κοινωνική δικαιοσύνη, συνοχή, αλληλεγγύη. Είναι µακρύς και ανηφορικός δρόµος, µε σκοτεινές στροφές, αλλά είναι ο µόνος.

ΣΥΡΙΖΑαριστερά