Απόψεις|17.08.2023 22:50

Τα «άλλα» στέκια της Θεσσαλονίκης

Πάνος Κοσμόπουλος

Στέκι είναι ένας χώρος που όταν κλείσει σε πονάει. Που όταν το θυμάσαι βουρκώνεις, που η έλλειψη του δεν αναπληρώνεται εύκολα με κάτι καινούριο. Το στέκι είναι βίωμα, βίωση του χώρου και των ανθρώπων αλληλένδετα, κι όχι μονάχα το ένα ή το άλλο στοιχείο...

Σκέψεις που ξεκινήσανε από το αφιέρωμα ενός από τα πολλά, πολύχρωμα περιοδικά στα «στέκια» της Θεσσαλονίκης. Μια πολύχρωμη παρέλαση από ονόματα δισύλλαβα, κυρίως ξενικά, εφήμερα. Φωτογραφίες που δείχνουν μπαράκια, καφετερίες και ξενυχτάδικα. Φάτσες που σήμερα είναι εδώ, αύριο αλλού, μεθαύριο παραπέρα... Ανατρίχιασα: αυτά μας διαφημίζουνε λοιπόν για «στέκια» της Θεσσαλονίκης; Τους εφήμερους τόπους της όποιας διασκέδασης;

«Στέκι» σημαίνει εξορισμού συναισθηματικό δέσιμο με χώρο και ανθρώπους - ιδιοκτήτες και συχνάζοντες, και αυτό σε πολλά επίπεδα και πολλές ποικιλίες. Φυσικά χρειάζεται χρόνος πολύς για να περιγραφούν όλα αυτά. Ας δούμε παραδειγματικά, μονάχα μια κατηγορία από αυτά που αποτέλεσαν για πολλά χρόνια τα «στέκια» της Θεσσαλονίκης: τα βιβλιοπωλεία. Χώροι μυσταγωγίας και επικοινωνίας στα δύσκολα χρόνια, κι όχι μονάχα τότε.

Χώροι συνάντησης και ενημέρωσης, χώροι για ανταλλαγές «σχολίων» -πάντα καλόπιστα - τόσο για τα βιβλία και τους ανθρώπους τους, όσο και περί παντός επιστητού και ιδιαίτερα την πολιτική επικαιρότητα. Εκείνες οι γνώριμες φάτσες που ξεφύλλιζαν βιβλία στα όρθια, που επικοινωνούσαν με τον κώδικα του πάγκου «το πάνω βιβλίο της στοίβας για ξεφύλλισμα, τα από κάτω για αγορά» και κεραυνοβολούσαν με το βλέμμα όποιον πάταγε τον κώδικα της τελετουργίας του ξεφυλλίσματος, εκείνες λοιπόν οι γνώριμες φάτσες που συχνά δε γνώριζες το όνομα τους αλλά τους αναγνώριζες αμέσως από στέκι σε στέκι... θα ‘λεγες πως κουβαλούσαν επάνω τους την χαρακτηριστική μυρωδιά του βιβλιοπωλείου...

Πρώτα λοιπόν έκλεισε ο Σαμούχος. Στη θέση του άνοιξε μπουτίκ. Το πρωινό του Σαββάτου περιλάμβανε την ενημέρωση στα ξένα βιβλία και περιοδικά. Και ξαφνικά άνθρωποι και χώρος διαλύθηκαν: το βιβλίο δεν είναι προϊόν για την καταναλωτική κοινωνία... μετά έκλεισε του Κοτζιά. Εκεί βλεπόμασταν τα σαββατόβραδα. Χάρη στην αστεία άδεια για προπό, που επέτρεπε να μένει ανοικτά ως αργά την νύχτα  συναντούσαμε όλους τους φίλους και γνωστούς κι ενημερωνόμασταν και για τα καινούρια βιβλία, αλλά και για όσα δεν γραφόντουσαν. Εκεί ξενυχτούσαμε τα Σαββατόβραδα, κι από ‘κει πηγαίναμε στον πάγκο με τις εφημερίδες, Τσιμισκή και Αγίας Σοφίας για τις Κυριακάτικες εκδόσεις…  Μετά κι εκεί μπουτίκ.

Στην συνέχεια, κι ο Ραγιάς διώχτηκε από την Τσιμισκή. Σημεία των καιρών. Στο καινούριο του υπόγειο, υπήρχε ένα φιλόξενο τραπεζάκι, που όμως ποτέ δεν αντικατέστησε τον μικρό γραφικό πάγκο του παλιού μαγαζιού, που χώραγε ταυτόχρονα κουβέντα, ταμείο, καφέδες, βιβλία, περιοδικά, καημούς και συμβουλές.

Το πατάρι του Μόλχο και το υπόγειο του Μπαρμπουνάκη αντιστάθηκαν κι άλλο, προσθέτοντας κι άλλες αναμνήσεις… Κι εκεί συναντήσεις, και συζητήσεις για όλα τα θέματα. Προστέθηκε και το υπόγειο του Ιανού. Στην συνέχεια ο “Προμηθέας” κατέβηκε στην Διαγώνιο, άνοιξε ο “Παπασωτηρίου”, και σαν διάττοντας εμφανίστηκε για ένα διάστημα κι ο “Ελευθερουδάκης”. Πάνε κι αυτά. Όμως σπάνια πια συναντούσες τους παλιούς γνώριμους να ξεφυλλίζουν και να συζητούν. Ο τρόπος ζωής σίγουρα έχει αλλάξει για όλους. Η διεύρυνση του κύκλου εργασιών, η λίγο-πολύ μετατροπή σε “πολυκαταστήματα” ίσως να σώσει και τα βιβλία. Αλλιώς, μπαράκια, καφετερίες και ξενυχτάδικα…

Όμως όλοι ξέρουμε καλά, πως όταν μιλάμε για στέκια, αυτό εννοούμε. Το δέσιμο με ανθρώπους και χώρο σε μια συναισθηματική ενότητα...

Και φυσικά ας μη μιλήσουμε για Αστόρια, Φλόκα, Γκιγκιλίνη, στέκια που οι νεότεροι ούτε τα ‘χουν ακουστά…

ΘεσσαλονίκηΤσιμισκήειδήσεις τώραβιβλιοπωλεία