Απόψεις|24.08.2023 07:55

Από τον καναπέ σε ζωντανή σύνδεση με την Κόλαση: Έλα καημένε πόσες φωτιές να σβήσουμε πια; Φάτε ένα παγωτό

Νίκος Τζιανίδης

Κάθομαι λοιπόν ξαπλωμένος στον καναπέ μου, έχω πιάσει κι ένα παγωτό οικογενειακό σοκολάτα με μπράουνις, πλάι μου μια παγωμένη κόλα και παρακολουθώ φωτιές… Σε ζωντανή σύνδεση!

Έχουν και οι λέξεις την τύχη τους και τις μόδες τους. Εφέτος είναι η «κλιματική αλλαγή» που έγινε και «κλιματική κρίση» εσχάτως για κάποιους λόγους, που δεν καταλαβαίνω τώρα, αλλά θα καταλάβω μετά, σίγουρα. Η κλιματική αλλαγή έβαλε τις φωτιές εφέτος, αλλά δεν κατάλαβα που αναμείχθηκε και δεν τις σβήσαμε γρήγορα…

Κάποτε ήταν ο «στρατηγός άνεμος» που έκαιγε τα δάση. Πιο παλιά τα κουκουνάγια - ναι, χωρίς το «ρο» του Γεωργίου Ράλλη. Μετά οι γέροι που άναβαν κάρβουνα να ψήσουν παϊδάκια με 9 μποφόρ, ή οι παστρικοί γείτονες που έβρισκαν την ώρα να καθαρίσουν τα ξερόκλαδα. Κι εκεί, ανάμεσα σε τσίκνα και καπνό καιγόταν ολόκληρος εθνικός δρυμός.
Ακόμα πιο παλιά, όπως μου ιστορούσε ο πατέρας μου, φεύγοντας οι Γερμανοί έκαιγαν δάση, αφήνοντας πίσω τους οιμωγές και στάχτη…

Και πιο πίσω στους καιρούς, οι εχθροί, που δεν βομβάρδιζαν τότε γιατί ο άνθρωπος δεν είχε εφεύρει τα κανόνια να σκοτώνεται πιο γρήγορα και με κρότο, έκαιγαν τις μεγάλες δασώδεις εκτάσεις για να βγάλουν έξω όσους είχαν κρυφτεί τρομαγμένοι μέσα τους… Κι εφέτος κάποιοι τρομαγμένοι κάηκαν, πιστεύοντας  - οι καψεροί - ότι θα βρουν προστασία στην Ελλάδα...

Πάντα υπάρχει μια αιτία για να καεί ένα βουνό και πάντα θα υψώνεται ένα βουνό από δικαιολογίες για να κρυφτούν πίσω τους εκείνοι που δεν φρόντισαν να σβήσουν ό,τι άναψε η «κλιματική αλλαγή» – κρίση, ο «κακόβουλος εμπρηστής», ο «ανόητος οικοπεδούχος». Γιατί οι εκάστοτε κυβερνήσεις, στον τόπο μας τουλάχιστον, ποτέ δεν ανέλαβαν τις ευθύνες που τους αναλογούν στην ολιγωρία. Η Ρόδος καιγόταν μια εβδομάδα, και λίγο λέω. Ο Έβρος καίγεται κοντά μια εβδομάδα. Τι να μας κάνει πια και η κλιματική αλλαγή, αν εμείς μένουμε ανάλλαχτοι, αφρόντιστοι κι ανέμελοι, αφελείς κι ανέγνοιαστοι…

Κι εγώ, που έχω φτάσει το κουβαδάκι παγωτό στη μέση, ακούω με μπούχτισμα τις αδολεσχίες των πολιτικών. Οι κυβερνητικοί συστήνουν: «δεν είναι ώρα για κριτική», οι αντιπολιτευόμενοι ωρύονται για ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού. Κι όσο πιο «μικρός πολιτικός» είναι ο εμφανιζόμενος στο μεγεθυντικό κουτί της τηλεόρασης, τόσο πιο μεγάλες πομφόλυγες εκστομίζει. Και καμαρώνει πια, ότι είπε κουβέντα βαριά σαν του Κένεντι και σαν του Βενιζέλου μαζί.

Στο Μάτι, πάνω από εκατόμβη σορών κραύγαζαν οι Νεοδημοκράτες και σιωπούσαν οι Συριζαίοι. Μετά, το μικρόφωνο το πήραν οι πίσω από το 40,56% και οι «απόλυτοι δημοκράτες» σωπαίνουν…

Στους στίβους της οργής πρωτεύουμε! Στα στάδια της πρόληψης, κάτι δεν μας «βγαίνει»… Και στον αγώνα της κατάσβεσης; Συνήθως πάντα η θάλασσα θα κόψει το νήμα (και τη φόρα) της πυρκαγιάς κι αν δεν πιάσουν οι λιτανείες και οι δεήσεις των θρησκόληπτων και των παπάδων για να πέσει ο αέρας ή να ρίξει το σύννεφο βροχή, βόηθα Παναγιά…

Σε αυχμηρά και πολυώδινα χρόνια ζούμε. Σε ηφαίστεια πάνω χορεύουμε και με στάχτη ζωής ντυνόμαστε τα βράδια.
Πώς κάηκε κι αυτό το καλοκαίρι; Πώς έγιναν αποκαΐδια τόσα χρόνια; 

Το παγωτό έλιωσε με τόση κάψα. Κλείνω την ζωντανή μετάδοση του θανάτου και διαλογίζομαι: Κάποτε, για τη δολοφονία κάποιου σημαντικού βρετανού δούκα είχε ειπωθεί το διάσημο: «Ήταν χειρότερο από έγκλημα, ήταν λάθος»! Η επιδρομή της φωτιάς στα δάση μας είναι συρροή από εγκλήματα και λάθη κατ’ εξακολούθηση· όχι μόνο των εμπρηστών, των ασυνείδητων πολιτών αλλά και των αρμοδίων και των δημοσίων υπηρεσιών, που η αμέλειά τους ισοδυναμεί με δόλο. Στην ελληνική γη το «πυρ είναι αείζωον» όπως έχει γράψει ο Ηράκλειτος (αθάνατο, άσβηστο) «…απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα» (ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο), δηλαδή το ανάβουν τα κρατικά μέτρα προστασίας των δασών και δεν το σβήνουν με τίποτα…

Κι έγραψε και κάτι άλλο ο Ηράκλειτος, ο εξ Εφέσου φιλόσοφος, ο υποστηρικτής της ιδέας της συνεχούς αλλαγής που διέπει ως νόμος το σύμπαν: «…τα πάντα ανταλλάσσονται με τη φωτιά και η φωτιά με τα πάντα, όπως ακριβώς τα πράγματα με τον χρυσό και ο χρυσός με τα πράγματα». Και ο νοών νοείτο… Και έπειτα από τέτοιους διαλογισμούς, εν μέσω πυρακτωμένης σκέψης, ποιος μπορεί να αμφιβάλλει ότι δεν είμαστε άξιοι συνεχιστές της αρχαίας φιλοσοφίας;

«Τα τετραθέμελα του κόσμου τούτου: ψωμί, κρασί, φωτιά, γυναίκα». Καζαντζάκης, Σωτηράκη μου, που μαγεύτηκες εσχάτως από τον ηρακλειώτη φιλόσοφο. Και ψωμί έχουμε κι ας είναι πανάκριβο, και κρασί δεν λείπει από τα τραπέζια μας και γυναίκα αποκτήσαμε και - δυστυχώς - οι φωτιές δεν μας εγκαταλείπουν ποτέ. Και δεν πρόκειται να μας εγκαταλείψουν όσο τα μυαλά μας είναι καρβουνιασμένα από την τρυφηλότητα και την «έλα καημένε εγώ θα σβήσω τη φωτιά;» φιλοσοφία μας…

πυρκαγιέςειδήσεις τώραδάσηφωτιάφωτιές