Απόψεις|05.09.2023 11:34

Ινδία – Ελλάδα μια φυσική συμμαχία: Ποιες είναι πραγματικά οι προοπτικές των Ελληνο-Ινδικών σχέσεων;

Βασίλης Πετρόπουλος

Στον απόηχο της επίσκεψης του πρωθυπουργού της Ινδίας Ναρέντα Μόντι στην Αθήνα, την Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023, πολύ λόγος γίνεται για την επικείμενη αναβάθμιση των διμερών σχέσεων Ελλάδας-Ινδίας και την πρακτική χρησιμότητα που αυτή θα έχει για την χώρα μας.

Η επίσημη συνάντηση σε επίπεδο αρχηγών κρατών, η πρώτη μετά από την επίσκεψη του τότε Έλληνα πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή στο Νέο Δελχί τον Ιανουάριο του 2008, όχι μόνο είναι μία έξυπνη κίνηση γεμάτη στρατηγική αξία αλλά θα έπρεπε να είχε λάβει χώρα ακόμα νωρίτερα.

Πόσο σημαντική είναι αλήθεια η στενότερη ελληνο-ινδική προσέγγιση και η έναρξη «στρατηγικής συνεργασίας» μεταξύ των δύο χωρών;

Για λόγους που είναι περισσότερο αλλά και λιγότερο προφανείς, οι σχέσεις με την Ινδία είναι εξαιρετικής σημασίας για την Ελλάδα: α) η Ινδία θα είναι από τις πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες οικονομίες την επόμενη δεκαετία (Harvard Kennedy School Growth Lab, Ιούλιος 2023) ενώ εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει την Ιαπωνία και την Γερμανία σε ονομαστικό ΑΕΠ ως το 2027 (IMF, 2023) και τις ΗΠΑ ως το 2075 (Goldman Sachs report, 2023) φτάνοντας να είναι η τρίτη και η δεύτερη αντίστοιχα μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως- πίσω μόνο από την Κίνα, β) διαθέτει έναν εξωστρεφή και νεανικό πληθυσμό που από τις αρχές του τρέχοντος έτους είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο, κάτι που υπόσχεται περισσότερες επενδύσεις, άνθιση της καινοτομίας και περαιτέρω αύξηση των Ινδών τουριστών, γ) τρέφει παρόμοια με την Ελλάδα αποστροφή στον επιθετικό αναθεωρητισμό και μοιράζεται τον σεβασμό της Αθήνας στο Διεθνές Δίκαιο και τους κανόνες που πηγάζουν από την Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, δ) είναι η πολυπληθέστερη δημοκρατία στην υφήλιο και οι πολιτικές της διέπονται από θεμελιώδεις αρχές της Χάρτας των Ηνωμένων Εθνών όπως η μη προσβολή της εδαφικής ακεραιότητας, ο σεβασμός στην εθνική κυριαρχία και η αποχή από τη χρήση ή απειλή χρήσης βίας ως εργαλείο επίτευξης πολιτικών στόχων και επίλυσης διαφορών, ε) είναι και εκείνη, όπως η Ελλάδα, μία πολιτισμική υπερδύναμη με παγκόσμια κληρονομιά χιλιάδων ετών και επομένως συμμερίζεται την ευαισθησία της Αθήνας σε θέματα προστασίας και διατήρησης εθνικού πολιτισμού, στ) ο λαός της έχει τόσα κοινά χαρακτηριστικά με τους Έλληνες σε ό,τι αφορά την προσκόλληση σε λαογραφικές και θρησκευτικές παραδόσεις, ήθη και έθιμα, την πίστη σε θεσμούς όπως η οικογένεια και η φιλία, την απλή καθημερινότητα, αλλά και την ενεργητικότητα και ροπή στην διασκέδαση που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ινδικής κουλτούρας, ακριβώς όπως και της ελληνικής, που είναι δύσκολο να βρεθεί άλλος λαός (πλην ενδεχομένως της Ιταλίας) με τέτοια πολιτισμική συμβατότητα με τον ελληνικό, γεγονός που εγγυάται ότι οι επαφές μεταξύ των δύο λαών θα ευδοκιμήσουν.                      

Οι παραπάνω λόγοι μετατρέπουν την Ινδία σε έναν ιδανικό εταίρο για την Ελλάδα που μπορεί να προσφέρει ολιστικά πλεονεκτήματα σχεδόν σε όλους τους τομείς που ενδιαφέρουν άμεσα την Αθήνα μέσα στην επόμενη δεκαετία. Τα οφέλη της Ελλάδας από μία πιο στενή διμερή σχέση με την Ινδία είναι γεωπολιτικά, οικονομικά και διπλωματικά ενώ εκτείνονται σε τέσσερις επί μέρους κατηγορίες:

Άμυνα/Ασφάλεια

Ινδία και Ελλάδα πραγματοποίησαν κοινή ναυτική άσκηση στην Κρήτη τον περασμένο Ιούλιο με το ινδικό αντιτορπιλικό «ΙΝS Chennai» να ελλιμενλιζεται στην ναυτική βάση της Σούδας απ’ όπου απέπλευσε μαζί με τη φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς» του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού για ναυτικά γυμνάσια στην στρατηγικής σημασίας για την Ελλάδα περιοχή του Νοτιοανατολικού Αιγαίου. Προηγουμένως, τον Μάιο-Απρίλιο 2023, η Ινδική Πολεμική Αεροπορία είχε συμμετάσχει στην ελληνική στρατιωτική άσκηση «ΗΝΙΟΧΟΣ-23» στην Ανδραβίδα, ενώ τον ερχόμενο Σεπτέμβριο η Ελληνική Αεροπορία θα ανταποδώσει με την προαναγγελθείσα συμμετοχή της για πρώτη φορά στην μεγαλύτερη αεροπορική άσκηση της Ινδίας, «Tarang Shakti», στο πλαίσιο της οποίας ο Έλληνας αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας, Κωνσταντίνος Φλώρος, θα επισκεφτεί προσωπικά το  Νέο Δελχί. Οι δύο χώρες θέτουν πλέον τα θεμέλια, τόσο μέσω διμερών όσο και μέσω πολυμερών στρατιωτικών ασκήσεων, για ουσιαστική βελτίωση της μεταξύ τους επιχειρησιακής λειτουργικότητας. Αυτές οι σπάνιες για την Ινδία «εξορμήσεις» εκτός του Νοτιασιατικού, Ινδο-Ειρηνικού χώρου και η επένδυση στις στρατιωτικές σχέσεις με την Ελλάδα στέλνουν ένα ηχηρό μήνυμα με ξεκάθαρο αποδέκτη: το δίπολο Τουρκία-Πακιστάν.

Ως ο κύριος (μαζί με την Κίνα) γεωπολιτικός αντίπαλος της Ινδίας, το Πακιστάν βρίσκεται πάντα ανάμεσα στις άμεσες προτεραιότητες της ινδικής εξωτερικής πολιτικής. Τα τελευταία χρόνια, το Ισλαμαμπάντ έχει μπει σε μια διαδικασία εκσυγχρονισμού του στρατού του με κύρια έμφαση στην αεροπορία και το ναυτικό που πρωταρχικό μέλημα έχει να ακυρώσει τα συμβατικά στρατιωτικά πλεονεκτήματα της Ινδίας απέναντί του. Ταυτόχρονα, το Πακιστάν έχει ξεκινήσει προσπάθειες προβολής ισχύος μακριά από την περιφέρειά του και σε περιοχές του πλανήτη που είναι κομβικής σημασίας τόσο εμπορικά όσο και στρατιωτικά, όπως η Μεσόγειος θάλασσα. Σταθερός αρωγός αυτών των φιλόδοξων πακιστανικών εγχειρημάτων είναι η Τουρκία. Η Άγκυρα είναι σήμερα ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής οπλικών συστημάτων του Πακιστάν και από το 2000 μέχρι σήμερα έχουν εκπαιδευτεί στην Τουρκία τουλάχιστον 1,500 στελέχη των πακιστανικών ενόπλων δυνάμεων (Marisa Lino, IISS, 2020). Επίσης, η τουρκική εταιρεία αμυντικών εξοπλισμών STM, που ελέγχεται από την τουρκική κυβέρνηση, έχει εκσυγχρονίσει τρία πακιστανικά επιθετικά υποβρύχια Khalid-class (Franz-Stefan Gady, The Diplomat, 2016) ενώ η Τουρκία έχει προμηθεύσει το Πακιστάν με τα «σεσημασμένα» Baykar Bayraktar TB2 μη επανδρωμένα αεροσκάφη της και έχει συμφωνήσει να βοηθήσει το Ισλαμαμπάντ στον εκσυγχρονισμό του F-16 στόλου του (Imtiaz Ahmed, Hindustan Times, 2016). Το 2017, η πακιστανική και τουρκική αμυντική βιομηχανία υπέγραψαν συμφωνία για την κοινή κατασκευή τεσσάρων τουρκικών φρεγατών Ada-class οι οποίες αναμένεται να τεθούν στην διάθεση του Ισλαμαμπάντ το 2024 (Mustafa Kirikcioglu, Daily Sabah, 2019).

Το 2019, το Πακιστάν είχε περίοπτη θέση ανάμεσα στους συμμετέχοντες στην τουρκική στρατιωτική άσκηση «Eastern Mediterranean-2019» καθώς έλαβε μέρος με ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις. Πρόσφατα, ο Τούρκος αναπληρωτής υπουργός εθνικής άμυνας δήλωσε ότι σύντομα θα ξεκινήσουν συζητήσεις για την είσοδο του Πακιστάν στο τουρκικό πρόγραμμα κατασκευής των μαχητικών αεροσκαφών τελευταίας τεχνολογίας Kaan combat aircraft που ενδεχομένως θα χαρίσει στο Ισλαμαμπάντ την τεχνογνωσία για να αρχίσει την κατασκευή των δικών του εξελιγμένων μαχητικών αεροσκαφών (Tony Osborne, Aviation Week Network, 2023). Το γεγονός πως η μόνη χώρα που συμμετέχει αυτή τη στιγμή στο πρόγραμμα είναι το Αζερμπαϊτζάν, το οποίο θεωρείται αδελφικό κράτος με την Τουρκία, λέει πολλά για την πορεία των πακιστανο-τουρκικών σχέσεων. Δεν είναι υπερβολικό να χαρακτηρίσει πλέον κανείς και τις σχέσεις Άγκυρας-Ισλαμαμπάντ ως «αδελφικές» και να χρησιμοποιήσει τον όρο «special relationship» για να περιγράψει την συμμαχία ανάμεσα στα δύο μουσουλμανικά κράτη. Βλέποντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Τουρκίας στην αναβάθμιση των στρατιωτικών επιθετικών δυνατοτήτων ενός από τους πιο απειλητικούς για την ασφάλειά της και τα εθνικά της συμφέροντα γεωπολιτικού παίκτη, η Ινδία νιώθει την ανάγκη να εξισορροπήσει όχι μόνο απέναντι στο Πακιστάν αλλά και στην Άγκυρα. Εδώ είναι που μπαίνει στο κάδρο η Ελλάδα.

Η Αθήνα, που βιώνει παρόμοια ή και μεγαλύτερη στρατηγική απειλή από την Τουρκία, έχει ιστορική ευκαιρία να εκμεταλλευθεί την ενόχληση της Ινδίας με την Τουρκία η οποία οξύνεται ακόμα περισσότερο από τις δημόσιες τοποθετήσεις του Τούρκου προέδρου Ερντογάν κατά του Νέου Δελχί αναφορικά με το Τζαμού Κασμίρ, και να σχηματίσει ένα ελληνο-ινδικό δίπολο ως αντίβαρο στο αντίστοιχο πακιστανο-τουρκικό.

Πρακτικά, αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την εξακολούθηση κοινών στρατιωτικών ασκήσεων μεταξύ των δύο χωρών στην Μεσόγειο και την σταδιακή εισαγωγή πιο προχωρημένων γυμνασίων όπως κοινές επιχειρήσεις σε πολλαπλά σενάρια ναυτικού πολέμου, εκπαίδευση με αληθινά πυρά, επιχειρήσεις υπό μία, ενιαία στρατιωτική διοίκηση, συνεργασία στην ανταλλαγή πληροφοριών κ.ά. Πέρα από τις στρατιωτικές ασκήσεις, η ελληνική αμυντική βιομηχανία μπορεί να συνάψει συμφωνία με το ινδικό υπουργείο εθνικής άμυνας για την μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας από την Ινδία στην Ελλάδα, προγράμματα κοινής κατασκευής οπλικών συστημάτων με προοπτική να μπορέσει η Ελλάδα να φτάσει στο σημείο να παράγει μόνη της τελευταίας τεχνολογίας βαλλιστικούς πυραύλους μέσου βεληνεκούς (όπως οι ινδικοί πύραυλοι Brahmos) και εξελιγμένα αντιαρματικά όπλα.

Μία τέτοια συμφωνία θα μπορούσε να ακολουθήσει το μοντέλο αντίστοιχων αμυντικών συμφωνιών αμοιβαίας συνεργασίας που η Αθήνα έχει ήδη υπογράψει με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (2020), τη Γαλλία (2021) και το Ισραήλ (2020) διαθέτοντας πλέον υγιείες κρατικές εταιρείες αμυντικών εξοπλισμών (π.χ. ΕΛΒΟ). Ως ανερχόμενος δρων στις εξαγωγές όπλων με 24% αύξηση στις πωλήσεις οπλικών συστημάτων το 2023 (Reuters), η Ινδία έχει ανάγκη από αξιόπιστους αγοραστές στο στοίχημά της να κερδίσει μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά των όπλων μέσα στα επόμενα χρόνια.

Η Ελλάδα βρίσκεται στον δρόμο της σταδιακής κάλυψης κάποιων εκ των στρατιωτικών της αναγκών από τοπική παραγωγή αλλά σίγουρα χρειάζεται εισαγωγές όπλων, κυρίως όσο η Τουρκία αυξάνει τις δικές της στρατιωτικές δυνατότητες. Έτσι, σε μια συγκυρία που οι σχέσεις της Ελλάδας με έναν από τους πιο σημαντικούς παρόχους των όπλων της, τη Ρωσία, έχουν ψυχρανθεί μετά την εισβολή της τελευταίας στην Ουκρανία, η Αθήνα μπορεί να έχει την εναλλακτική της Ινδίας για την κάλυψη των εισαγωγών της. Αντίστοιχα, η Ινδία παραμένει ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων στον πλανήτη (SIRPI) και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει στο εγγύς μέλλον. Η αμυντική βιομηχανία της Ελλάδος που έχει αρχίσει να ήδη εξάγει αρκετά περισσότερο από ότι στο παρελθόν (κυρίως στις χώρες του Κόλπου) έχει την ευκαιρία να εισχωρήσει σε μια καινούρια, τεράστια αγορά με έντονη ζήτηση. Τέλος, η αναγγελθείσα σύναψη πολυεπίπεδης «στρατιωτικής συνεργασίας» που προέκυψε από τη συνάντηση Μόντι-Μητσοτάκη και η διαφαινόμενη βελτίωση των ελληνο-ινδικών στρατιωτικών σχέσεων μπορεί να είναι το πρώτο βήμα προς την υπογραφή ενός στρατηγικού συμφώνου Ελλάδας-Ινδίας με πρόβλεψη «αμοιβαίας άμυνας και στρατιωτικής βοήθειας» σε περίπτωση απειλής της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας των συμβαλλόμενων μερών.

Παρόμοιες συμφωνίες έχουν υπογραφεί μεταξύ Αθήνας-Παρισιού και Αθήνας-Άμπου Ντάμπι (Πλακούδας, New Lines Institute, 2021). Φυσικά, δεν μπορεί να αποκλειστεί και μια τριμερής αμυντική συνεργασία Ελλάδας-Ινδίας-Ισραήλ. Και τα δύο σενάρια, αν κάποιο από αυτά υλοποιηθεί, θα φέρουν ακόμα έναν πανίσχυρο παίκτη στο πλευρό της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο συνεισφέροντας έτι περαιτέρω στην ασφάλειά της αλλά και στην σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής που παραμένει κύριο μέλημα της Αθήνας.

Εμπόριο

Σύμφωνα με την βάση δεδομένων των Ηνωμένων Εθνών (COMTRADE database on international trade) το διμερές εμπόριο μεταξύ Ελλάδας-Ινδίας μέσα στο 2022 άγγιξε το $1,1 δις. σημειώνοντας μια μικρή πτώση από το σχεδόν $1,5 δις. του 2021. Σε γενικές γραμμές πάντως, υπάρχει ανοδική πορεία τις τελευταιές τρείς δεκαετίες ενώ συγκεκριμένα οι ελληνικές εξαγωγές στην Ινδία έχουν σημειώσει ποσοστιαία αύξηση της τάξεως του 8.98% μέσο όρο ανά έτος τα τελευταία 26 χρόνια (Observatory of Economic Complexity). Ωστόσο, η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά σε εμπορικό έλλειμμα το οποίο ξεπερνάει το $0,5 δις. κάθε χρόνο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει θέσει ως στόχο να μειώσει το γενικό εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας που οδηγεί, μεταξύ άλλων, σε χαμηλότερα αποθέματα ξένου συναλλάγματος και επομένως στενότερα περιθώρια ευελιξίας και οικονομικής ασφάλειας.

Αυτός ο στόχος φαίνεται να πραγματοποιείται καθώς τον Ιούνιο του 2023 το εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας έπεσε στα $2,6 δις. από τα $3.05 δις. του προηγούμενου έτους (tradeeconomics). Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται δεν είναι ο ενδεδειγμένος αφού η κυβέρνηση έχει δώσει έμφαση στην ελάττωση των εισαγωγών και όχι, αντιθέτως, στην αύξηση των εξαγωγών. Η αναβάθμιση των σχέσεων της Ελλάδας με την Ινδία και η επιθυμία των ηγετών των δύο χωρών να «διπλασιάσουν το διμερές εμπόριο ως το 2030» φέρνει ευκαιρίες στην Αθήνα να στείλει περισσότερα προϊόντα της στην ινδική αγορά μειώνοντας ταυτόχρονα το έλλειμμα με το Νέο Δελχί που αποτελεί σχεδόν το ? του συνολικού της ελλείμματος. Ελληνικό ανακυκλωμένο χαρτί, αλουμίνιο και σίδερο, που αποτελούν τον κύριο όγκο των εξαγωγών μας στην Ινδία σήμερα, θα συνεχίσουν να πωλούνται και ίσως αυτές οι εξαγωγές να πολλαπλασιαστούν στο μέλλον, όμως οι μεγάλοι κερδισμένοι από την διαφαινόμενα αναζωγωονημένη ελληνο-ινδική εμπορική συνεργασία θα είναι οι Έλληνες παραγωγείς τροφίμων.

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η οικονομία της Ινδίας είναι ταχύτατα αναπτυσσόμενη και έχει το επιπλέον πλεονέκτημα ότι βασίζεται σε έναν νεανικό πληθυσμό που εργάζεται, επενδύει και παράγει όλο και περισσότερο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την σταθερή ανάπτυξη του ονομαστικού ΑΕΠ της Ινδίας αλλά και του κατά κεφαλήν εισοδήματος που σύμφωνα με στοιχεία από την Παγκόσμια Τράπεζα σημείωσε αύξηση 8.3% το 2020 και 6.7% το 2022. Εκτιμήσεις από την Standard Chartered Report κάνουν λόγο για αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος της Ινδίας ως και 70% από σήμερα μέχρι το 2030 που σημαίνει ότι, εν απουσία πληθωρισμού-ρεκόρ,  η αγοραστική δύναμη των Ινδών θα μεγαλώσει αισθητά. Ήδη η ινδική μεσαία τάξη είναι το πιο γρήγορα αναπτυσσόμενο υποσύνολο του ινδικού πληθυσμού με μέσο όρο ετήσιας αύξησης στο 6.3% τα τελευταία είκοσι χρόνια αποτελώντας το 31% του συνολικού πληθυσμού της χώρας (PRICE ICE surveys, Economic Times, 2023). Το ποσοστό αυτό αναμένεται να φτάσει στο 38% το 2031 και στο 60% το 2047. Ακόμα πιο ενδεικτικό είναι το στοιχείο της κατανάλωσης ανά νοικοκυριό που σύμφωνα με το Standard Chartered Report θα ανέβει συνολικά στα $3,4 τρις.- όσο το σημερινό ΑΕΠ της Ινδίας- από τα $2.1 τρις. που βρίσκεται μέσα στο 2023!

Συνεπώς, τα επόμενα χρόνια ο πληθυσμός της Ινδίας θα έχει την δυνατότητα να ξοδεύει παραπάνω χρήματα και η λογική λέει πως η πρώτη κατηγορία αγαθών που θα επηρεαστεί από αυτήν την αλλαγή είναι τα τρόφιμα με την ζήτηση για προϊόντα που οι Ινδοί καταναλώνουν σε καθημερινή βάση να παρασύρεται προς τα πάνω. Αγαθά όπως το μέλι και το ελαιόλαδο αρχίζουν ήδη να παίρνουν κεντρική θέση στο τραπέζι των Ινδών καθώς οι νέοι στρέφονται στην υιοθέτηση πιο υγιεινών διατροφικών συνηθειών. Μέχρι το 2028, η ζήτηση για το μέλι και το ελαιόλαδο στην Ινδία αναμένεται να αυξηθεί κατά 8.7% και 9.2% αντιστοίχως (Research and Markets/Industry Arc). Αυτή τη στιγμή, η Ισπανία κατέχει τα πρωτεία στις εξαγωγές μελιού στην Ινδία ενώ όσον αφορά το ελαιόλαδο Ισπανία και Ιταλία είναι με διαφορά οι δύο πιο σημαντικοί εξαγωγείς τα τελευταία χρόνια για έναν από τους είκοσι μεγαλύτερους εισαγωγείς του συγκεκριμένου προϊόντος (OEC). Μέχρι στιγμής η Ελλάδα, 5η μεγαλύτερη παραγωγός ελαιόλαδου παγκοσμίως (World Population Review, 2023) αλλά στις τρεις κορυφαίες χώρες σε ποιότητα και 4η μεγαλύτερη παραγωγός φυσικού μελιού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Greek News Agenda, 2022), έχει σχεδόν μηδενική παρουσία στην ινδική αγορά σε αυτά τα αγαθά αφού το Νέο Δελχί δεν βρίσκεται ούτε στους δέκα πρώτους πελάτες της Αθήνας. Αυτό μπορεί να αλλάξει.

Η ελληνική παραγωγή ελαιόλαδου και μελιού έχει περιθώρια και αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, ειδικά εάν οι συγκεκριμένες βιομηχανίες υποστηριχτούν από κυβερνητικά επιδόματα. Υπό το κλίμα συνεργασίας που έχει θεμελιωθεί οι Έλληνες παραγωγοί ελαιόλαδου και μελιού μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή τους, να έρθουν σε επαφή με Ινδούς εισαγωγείς και να συγκεντρώσουν τις προσπάθειές τους στην δυναμική είσοδο των προϊόντων τους στην ινδική αγορά ανταγωνίζονται τους Ισπανούς και Ιταλούς συναδέλφους τους. Αυτό φυσικά προϋποθέτει και την αποδοχή ή και στήριξη της κυβέρνησης της Ινδίας η οποία κατά καιρούς αυξάνει τους δασμούς στις εισαγωγές τροφίμων για να ενθαρρύνει την τοπική παραγωγή στο πλαίσιο της πολιτικής του Μόντι «Made in India». Η προσέγγιση Αθήνας-Νέου Δελχί και η αυγή της «στρατηγικής συνεργασίας» μεταξύ τους καθιστά πιθανό το ενδεχόμενο η κυβέρνηση Μόντι να κρατήσει μια θετική στάση απέναντι στους Έλληνες εξαγωγείς και να αφαιρέσει τυχόν εμπόδια στην είσοδο Ελληνικών τροφίμων στην Ινδία τουλάχιστον για το εγγύς μέλλον. Οι παρούσες συνθήκες για τους Έλληνες εμπόρους μελιού και ελαιόλαδου στην Ινδία είναι παραπάνω από ευνοϊκές. Παρόμοιες ευκαιρίες μπορούν να παρουσιαστούν και για τους Έλληνες παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων.

Η Ινδία δεν έχει εισάγει γαλακτομικά από το 2011 αλλά η φρενήρης ζήτηση λόγω πληθυσμιακής αύξησης, κυρίως βουτύρου και γάλακτος που αποτελούν βασικά συστατικά στην προετοιμασία πολλών παραδοσιακών ινδικών πιάτων, σε συνδυασμό με την στασιμότητα της παραγωγής εντός Ινδίας οδήγησε τον Ινδό Γραμματέα Γαλακτοκομικών Rajesh Kumar Singh να δηλώσει ότι ίσως η χώρα του χρειαστεί να εισάγει γαλακτομικά για να καλύψει τις μελλοντικές ανάγκες της (Business Today, 2023). Εάν αυτό γίνει πραγματικότητα, οι Έλληνες παραγωγοί θα έχουν μοναδική ευκαιρία να αποκτήσουν πρόσβαση σε μια αχανή και κλειδωμένη για πάνω από μία δεκαετία αγορά, και με «όπλο» την ποιότητα να κατακτήσουν τις απεριόριστες προοπτικές που αυτή θα προσφέρει.

Τουρισμός/Επενδύσεις             

Η αύξηση στην αγοραστική δύναμη των Ινδών δεν θα φέρει αλλαγές μόνο στα ποσά που ξοδεύουν στο εσωτερικό αλλά και στις επιλογές τους όταν ταξιδεύουν στο εξωτερικό. Η δεδομένη αύξηση στα χρήματα που ξοδεύει κάθε Ινδός τουρίστας στις διακοπές του, σε συνδυασμό με την ραγδαία πληθυσμιακή αύξηση της Ινδίας, μετατρέπει το Νέο Δελχί στην πιο πολλά υποσχόμενη πηγή τουρισμού για τις χώρες που ποντάρουν αρκετά στην συγκεκριμένη βιομηχανία. Η Ελλάδα ανήκει σίγουρα σε αυτές τις χώρες με τον τουρισμό να αποτελεί το 18% του συνολικού της ΑΕΠ (Statista, 2022) και να απασχολεί περίπου το 20% του ελληνικού εργατικού δυναμικού (Ελληνικό ΥΠΕΞ).

Η Ινδία θα φέρει πάνω από $42 δις. το 2024 και οι πρόσφατες επενδύσεις της σε υποδομές και εμπορική αεροπλοΐα (π.χ. εκσυγχρονισμοί εγχώριων αεροδρομίων, χρηματοδότηση στον πολλαπλασιασμό των προγραμμάτων εκπαίδευσης πιλότων και προσωπικού καμπίνας) υποδηλώνουν ότι αυτό το ποσό θα συνεχίσει να μεγαλώνει τα επόμενα χρόνια (CNN, 2023). Οι χώρες που καρπώνονται την «έκρηξη» στον ινδικό τουρισμό είναι κυρίως χώρες όπως το Βιετνάμ, η Σιγκαπούρη, η Ινδονήσια και η Ταϋλάνδη λόγω ευνοϊκής γεωγραφικής απόστασης. Παρατηρείται όμως μία τάση σταδιακής αλλαγής στις προτιμήσεις των Ινδών τουριστών σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Χώρες στην Ευρώπη, όπως η Γαλλία και η Ελβετία, έχουν μπει στους δέκα δημοφιλέστερους προορισμούς για τους Ινδούς ταξιδιώτες (CNN, 2022).

H λειτουργία απευθείας πτήσεων από την Ινδία σε αυτές τις χώρες είναι βέβαιο ότι συνεισφέρει στην είσοδό τους στους κορυφαίους προορισμούς για τους Ινδούς τουρίστες. Την ίδια στιγμή, ένας προορισμός όπως η Ελλάδα που εν γένει χαίρει απαράμιλλης φήμης ως τουριστικός πόλος έλξης και υποδέχθηκε 27,8 εκ. Τουρίστες μέσα στο 2022 (ΤτΕ), καλωσόρισε κάτω από 0,5 εκ. από τους 18 εκ. Ινδούς (Business Today, 2022) που ταξίδεψαν στο εξωτερικό το ίδιο έτος. Είναι σαφές πως η τρέχουσα κυβέρνηση έχει κάνει προσπάθειες (λ.χ. η επίσκεψη του τότε Υπουργού Τουρισμού Χάρη Θεοχάρη στην Ινδία για τουριστικές συμφωνίες) να προσελκύσει Ινδούς τουρίστες και έχει πετύχει σημαντικές αυξήσεις αφίξεων από την Ινδία την τελευταία πενταετία αλλά οι προοπτικές είναι πολύ μεγαλύτερες από αυτά που ήδη έχουν επιτευχθεί.

Με τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών να θερμαίνονται περισσότερο η Ελλάδα μπορεί να δρομολογήσει (επιτέλους) την απευθείας αεροπορική σύνδεση μεταξύ των δύο χωρών (άλλωστε η Ελλάδα είναι η πιο κοντινή γεωγραφικά χώρα της Ε.Ε. στην Ινδία) που εκκρεμεί από το 2017 όταν η σχετική συμφωνία υπογράφηκε, μπορεί να προβεί σε περαιτέρω χαλάρωση των κριτηρίων απόκτησης τουριστικής βίζας για Ινδούς πολίτες και να μειώσει το χρονικό διάστημα που χρειάζεται μια τέτοια βίζα να εγκριθεί (η αύξηση του προσωπικού στην Πρεσβεία μας στο Νέο Δελχί και στο προξενείο μας στην Βομβάη είναι μια καλή πρώτη κίνηση), αλλά και να υπογράψει συμφωνίες αμοιβαίας προώθησης του ελληνικού και ινδικού πολιτισμού και της φυσικής ομορφιάς των δύο χωρών που θα επιτρέψει την οργάνωση τουριστικής καμπάνιας για την προβολή του ελληνικού κάλλους στην Ινδία προσελκύοντας περισσότερους τουρίστες.

Τα οφέλη για την ελληνική οικονομία από μία πιθανή δραματική αύξηση των Ινδών τουριστών, οι οποίοι ξοδεύουν περισσότερα χρήματα από ποτέ όταν ταξιδεύουν (Reuters, 2023), προβλέπονται σημαντικά. Ένας ακόμα τομέας που θα επηρεάσει θετικά και τον τουρισμό αλλά και την ελληνική οικονομία στο σύνολό της είναι οι επενδύσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι τον πρωθυπουργό της Ινδίας συνόδευσαν στην Ελλάδα κάποιοι από τους ισχυρότερους Ινδούς επιχειρηματίες οι οποίοι συζήτησαν ενδεχόμενη συνεργασία με τους Έλληνες ομόλογούς τους στους κλάδους των υποδομών, της φαρμακοβιομηχανίας, της ναυτιλίας, των τροφίμων, της κλωστοϋφαντουργίας κ.ά. Ιδιαίτερης σημασίας για την Ελλάδα είναι η ανάμειξη του ινδικού GMR Group στην ανακαίνιση του αεροδρομίου στο Καστέλλι και η κατασκευή αξιόπιστου οδικού δικτύου γύρω από αυτό. Κάτι τέτοιο θα μετατρέψει το Καστέλλι σε διεθνές αεροδρόμιο καθιστώντας δυνατή την απευθείας αεροπορική σύνδεση Ελλάδας-Ινδίας.

Με την ελληνική οικονομία να ανακάμπτει μετά από χρόνια υπό την καθοδήγηση μιας σταθερής κυβέρνησης η εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών φαίνεται να επανέρχεται. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) στην Ελλάδα σημείωσαν ρεκόρ πενηνταετίας το 2022 φτάνοντας να υπολογίζονται στο 3% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας (παγκόσμια Τράπεζα). Η κυβέρνηση πρέπει να εκμεταλλευτεί το μομέντουμ που έχει η ίδια δημιουργήσει για να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις από την Ινδία, μία οικονομία με ανεξάντλητες προοπτικές μεγέθυνσης και αναζωογονημένη όρεξη για εκτός συνόρων επενδύσεις (από $2 δις. το 2004 στα $15 δις. το 2021 σύμφωνα με το The Hindu Business Line). Η «στρατηγική συνεργασία» Ελλάδας-Ινδίας μπορεί να ανοίξει περισσότερους δίαυλους επικοινωνίας ανάμεσα στους επιχειρηματικούς κόσμους των δύο χωρών και να οδηγήσει σε στοχευμένες επενδύσεις που ανταποκρίνονται στα επί μέρους συμφέροντα τόσο του λήπτη (Ελλάδα) όσο και του επενδυτή (Ινδία).

Η ευθυγράμμιση δημοσίου και ιδιωτικού ενδιαφέροντος θα είναι καθοριστική στην συγκεκριμένη περίπτωση και μέχρι στιγμής τα πρώτα δείγματα είναι ενθαρρυντικά. Επίσης σημαντικές θα είναι πρωτοβουλίες προσέγγισης και ενημέρωσης Ινδών επενδυτών σχετικά με τα οφέλη που θα αποκομίσουν μέσω προγραμμάτων όπως η ελληνική «χρυσή βίζα» που παρέχεται αποκλειστικά σε επενδυτές. Για παράδειγμα, μία τέτοια πρωτοβουλία θα λάβει χώρα στις 16 Σεπτεμβρίου στο ξενοδοχείο Le Meriden στο Νέο Δελχί με πρωτεργάτες μία ελληνική δικηγορική εταιρεία και έναν επίσης ελληνικό συμβουλευτικό όμιλο με παρουσία στην Ινδία. Στο μέλλον, και αξιοποιώντας την δυναμική της της ελληνο-ινδικής «στρατηγικής συνεργασίας», παρόμοιες πρωτοβουλίες μπορούν οργανωθούν ή να ενσωματωθούν μέσα σε ένα προκαθορισμένο πλαίσιο ετήσιων, εξαμηνιαίων ή και τρίμηνων πολυκλαδικών εμπορικών συνεδρίων που θα διεξάγονται σε πόλεις της Ινδίας με την συμμετοχή ελληνικών και ινδικών επιχειρηματιών και εκπροσώπων του πολιτικού κόσμου, και κύριο συντονιστή το Ελληνο-Ινδικό Επιμελητήριο.

Διπλωματία

Με την αναβάθμιση των σχέσεων με την Ινδία, η Ελλάδα κερδίζει επίσης έναν ισχυρό σύμμαχο στο διεθνές διπλωματικό στερέωμα. Η παγκόσμια επιρροή της Ινδίας βρίσκεται σε άνοδο συμπαρασυρόμενη από την οικονομική της ανάπτυξη, την βελτίωση της ήπιας ισχύος της (κυρίως μέσω της πολυπληθούς ινδικής διασποράς), και τον εκσυγχρονισμό της στρατιωτικής της βιομηχανίας. Σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές σύστημα που κατευθύνεται ολοένα και πιο αισθητά προς την πολυπολικότητα η θέση της Ινδίας βρίσκεται στην μπροστινή σειρά. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι το Νέο Δελχί αποτελεί μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών τα τελευταία δεκαέξι χρόνια και ιδρυτικό μέλος σε άλλους σημαντικούς παγκόσμιους και περιφερειακούς οργανισμούς (λ.χ. BRICS, Quad). Ένα τέτοιο μέγεθος μπορεί να βοηθήσει την ελληνική διπλωματική φωνή να ακούγεται συχνότερα και πιο δυνατά στη διεθνή σκηνή. Η αλήθεια είναι ότι σε γενικές γραμμές Ελλάδα και Ινδία βρίσκονταν πάντα σε κατάσταση αλληλοκατανόησης και σύμπνοιας έχοντας ως πυξίδα στην άσκηση της εξωτερικής τους πολιτικής τα δημοκρατικά ιδεώδη και τους θεμελιώδεις κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, αλλά και τον σεβασμό στον εθνικό πολιτισμικό πλούτο αφού τις δύο χώρες συνδέουν πανάρχαιοι πολιτισμικοί δεσμοί. 

Η «στρατηγική συνεργασία» είναι απλώς το επιστέγασμα αυτής της ιδιαίτερης σχέσης που δίνει το έναυσμα για πιο έντονη διπλωματική στήριξη και σε πιο ευαίσθητα ενδεχομένως ζητήματα. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα μπορεί να περιμένει ακόμα μεγαλύτερη πίεση από την Ινδία στο Ηνωμένο Βασίλειο σχετικά με την επαναπατρισμό των κλεμμένων μαρμάρων του Παρθενώνα (ήδη έχει ταχθεί ανοιχτά υπέρ της ελληνικής θέσης). Ως και η ίδια θύμα πολιτιστικής κλοπής από το Λονδίνο έχει ως στόχο να θέσει προηγούμενο τόσο για την επιστροφή αρχαίων αντικειμένων ανεκτίμητης αξίας στις χώρες που πραγματικά ανήκουν όσο και για την αποζημίωση των χωρών αυτών. Άλλα θέματα στα οποία η Ελλάδα μπορεί να λάβει πολύτιμη διπλωματική στήριξη είναι το Κυπριακό, το οποίο έχει αναφερθεί στο παρελθόν από τον Ινδό Υπουργό Εξωτερικών Σ. Τζαϊσάνκαρ ως σπόντα στην Τουρκία μετά την παρέμβαση του Ερντογάν για το Κασμίρ στα Ηνωμένα Έθνη (FirstPost, 2021), και οι αμφισβητούμενες από την Τουρκία ελληνικές θαλάσσιες ζώνες στο Αιγαίο καθώς παρόμοιο επιθετικό αναθεωρητισμό αντιμετωπίζει και το Νέο Δελχί από την Κίνα τόσο στον Ινδικό ωκεανό όσο και στα χερσαία σύνορά της.

Τι κερδίζει η Ινδία;

Όπως κάθε διμερής συνεργασία στις διεθνείς σχέσεις, για να ευδοκιμήσει πρέπει να ωφελεί και τα δύο μέρη. Η Ινδία μπορεί να είναι μια υπερδύναμη που καλπάζει προς το ζενίθ της με ισχύ πολλαπλάσια από αυτή της Ελλάδας, αλλά έχει να αποκομίσει πλείστα οφέλη από την συνεργασία με την μικρότερη σε μέγεθος αλλά στρατηγικά σημαντική Αθήνα. Στο επιχειρησιακό σκέλος, τα κοινά στρατιωτικά γυμνάσια του ινδικού ναυτικού και της ινδικής αεροπορίας με τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις στα νερά της Ανατολικής Μεσογείου και στους ελληνικούς αιθέρες δεν έχουν μόνο συμβολικό χαρακτήρα. Εκτός από το μήνυμα που στέλνουν στο δίπολο Πακιστάν-Τουρκίας, αυτές οι ασκήσεις αφενός εμπλουτίζουν την εμπειρία των ινδικών φρεγατών και κορβετών σε περιφερειακά θέατρα επιχειρήσεων πέρα από τον Ινδικό ωκεανό εξυπηρετώντας τα σχέδια του Νέου Δελχί για σταδιακή προβολή ισχύος στο εξωτερικό, αφετέρου εξοικειώνουν τους Ινδούς πιλότους με τα συστήματα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των F-16 μαχητικών αεροσκαφών (τα οποία διαθέτει η Ελλάδα) που αποτελούν την «ραχοκοκαλιά» της πακιστανικής αεροπορίας.

Στο διεθνές γίγνεσθαι, η Ινδία κερδίζει έναν σύμμαχο από τη Δύση, μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, με υπολογίσιμη ισχύ στην περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου. Η Αθήνα έχει στηρίξει το Νέο Δελχί στην υποψηφιότητα του τελευταίου για την ανάληψη της προεδρίας των G-20 που ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2022, ενώ έχει σταθερά αποφύγει παρεμβάσεις στο ζήτημα του Κασμίρ και δεν έχει ουδέποτε κουνήσει το δάχτυλο στην Ινδία όπως πολλοί Δυτικοί σύμμαχοί της. Συνάπτοντας «στρατηγική συνεργασία» με την Ελλάδα, το Νέο Δελχί παγιώνει την ύπαρξη ενός πιστού εταίρου στην Ευρώπη και μιας δυτικής φωνής που δεν θα διστάσει να το στηρίξει ακόμα και όταν άλλες δυνάμεις του ευρωατλαντικού χώρου ασκούν δριμεία κριτική σε αυτό. Τα κυριότερα οφέλη για την Ινδία ωστόσο αφορούν τον τομέα της ναυτιλίας και του εμπορίου. Με το διμερές εμπόριο σε άνευ προηγουμένου άνθιση (στα $130 δις. το 2022 σύμφωνα με το Maritime Executive) και τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου μεταξύ Ε.Ε. και Ινδίας να βρίσκεται στα σκαριά, το Νέο Δελχί αναζητά την πιο σταθερή και ασφαλή οδό μέσω της οποίας τα ινδικά προϊόντα θα φτάνουν τις Ευρωπαϊκές αγορές.

Σχέδια για χρήση του λιμανιού Τσαμπαχάρ στο Ιράν όπου το ινδικό εμπόρευμα μπορεί να ξεφορτώνεται και από εκεί να στέλνεται μέσω ξηράς στην Ευρώπη δεν είναι πια ιδιαίτερα ελκυστικά αφού ο πόλεμος στο Ναγκόρνο Καραμπάγκ και η συνεχιζόμενη ανασφάλεια στα σύνορα Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν, σημείο διέλευσης των ινδικών εξαγωγών για Ευρώπη, καθιστούν αυτή την εμπορική διαδρομή αναξιόπιστη.

Για αυτό το λόγο, η κυβέρνηση Μόντι εξετάζει το λιμάνι του Πειραιά ως εναλλακτική για τις ινδικές εξαγωγές στις Ευρωπαϊκές χώρες όπου θα έχει πρόσβαση περνώντας πρώτα από σταθμούς σε λιμάνια των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων ή στο λιμάνι της Χάιφα του Ισραήλ, χώρες με τις οποίες η Ινδία συνεργάζεται στο πλαίσιο του Ι2U2 γκρουπ που περιλαμβάνει επίσης τις ΗΠΑ (Maritime Executive, 2023).

Ένα πιθανό μειονέκτημα σε αυτό το πλάνο είναι το γεγονός ότι το λιμάνι του Πειραιά ελέγχεται από την COSCO Shipping (διατηρεί το 67% των μετοχών), εταιρεία συμφερόντων της Κίνας που αποτελεί τον ισχυρότερο γεωπολιτικό αντίπαλο της Ινδίας. Τέλος, μια υπερδύναμη στην εμπορική ναυτιλία όπως η Ελλάδα, που σήμερα ελέγχει το 21% του παγκόσμιου εμπορικού στόλου (Οικονομικός Ταχυδρόμος, 2023), μπορεί εν δυνάμει να εξασφαλίσει την μεταφορά βασικών αγαθών από και προς την Ινδία της οποίας οι εμπορικές ανάγκες και φιλοδοξίες θα συνεχίσουν να αυξάνονται αλλά ο εμπορικός της στόλος είναι ακόμα σχετικά μικρός. Η Ελλάδα έχει πράγματι ό,τι χρειάζεται για να γίνει αυτό που σημείωσε ο Έλληνας ΥΠΕΞ Γιώργος Γεραπετρίτης: «πύλη της Ινδίας στην Ευρώπη».

Από την άφιξη του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ινδία περί το 326 π.Χ μέχρι τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Μαχάτμα Γκάντι στην Αθήνα το 2021 μ.Χ, Ελλάδα και Ινδία έχουν διατηρήσει ισχυρούς δεσμούς ως δύο πολιτισμικές υπερδυνάμεις με αμοιβαίο σεβασμό, κοινές αξίες, αλληλοκατανόηση και φιλία μεταξύ των λαών τους. Η στρατηγική συνεργασία θέτει απλώς ένα επίσημο πλαίσιο διμερούς σύμπραξης και ξεκλειδώνει τις μέχρι σήμερα ανεκμετάλλευτες προοπτικές των ελληνο-ινδικών σχέσεων σε ένα ευρύ φάσμα πεδίων κοινού ενδιαφέροντος με κύρια έμφαση ωστόσο στους τομείς της άμυνας, του εμπορίου, του τουρισμού, της διπλωματίας και των επενδύσεων.

Είναι η αυγή μιας φυσικής συμμαχίας που υπόσχεται πολλά και στις δύο χώρες. Τόσο οι τωρινές κυβερνήσεις σε Αθήνα και Νέο Δελχί όσο και οι μελλοντικές πρέπει να ανταποκριθούν με συνέπεια σε αυτές τις προοπτικές και να καρπωθούν τα μέγιστα οφέλη που εμπεριέχονται στην ελληνο-ινδική στρατηγική συνεργασία, χτίζοντας μια μακροπρόθεσμη και σταθερή συμμαχία. Ελλάδα και Ινδία άφησαν και οι δύο το στίγμα τους στο παρελθόν της ανθρωπότητας, βαδίζουν χέρι-χέρι στο παρόν και «κατακτούν» το μέλλον μαζί.

ΙνδίαΣυνεργασίαειδήσεις τώραΕλλάδα