Απόψεις|31.03.2019 13:52

Γιατί η κυβέρνηση «ψηφίζει» το σενάριο του φθινοπώρου

Χρήστος Μαχαίρας

Για να διαβάσει κανείς µια έρευνα κοινής γνώµης υπάρχουν πολλοί τρόποι: άλλοι εστιάζουν στην πρόθεση ψήφου, άλλοι κοιτάζουν τις αναγωγές, ορισµένοι ψάχνουν τις µετακινήσεις. Ετσι, µάλιστα, όπως τα τελευταία χρόνια οι δηµοσκοπήσεις πέφτουν για λόγους αντικειµενικούς όλο και τακτικότερα στις ξέρες των διαψεύσεων, ένα εύρηµα που απέκτησε πρόσθετο βάρος είναι η ατζέντα της κοινής γνώµης, η ιεράρχηση, δηλαδή, όσων οι ίδιοι οι ερωτώµενοι θεωρούν σηµαντικά και, υπό αυτή την έννοια, προσδιορίζουν την ψήφο τους.

Αξιολόγηση

Τι µάθαµε, λοιπόν, από τις έρευνες τελευταίας γενιάς; Με τις ευρωεκλογές προ των πυλών και την πόλωση στα ύψη, οι πολίτες δεν ταυτίζονται αναγκαστικά όπως θα περίµενε κανείς µε τις κοµµατικές ιεραρχήσεις, αλλά συναρτούν τις επιλογές τους µε εξελίξεις ευρύτερες, που επηρεάζουν την πορεία της χώρας και την καθηµερινότητα των οικογενειών τους. Ετσι, στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας των περισσότερων µετρήσεων παραµένουν τα θέµατα της οικονοµίας, ενώ τα θέµατα εξωτερικής πολιτικής, όπως το «Μακεδονικό», ή ευρύτερα ζητήµατα, όπως η απειλή της ακροδεξιάς και η αναβίωση του ρατσισµού κατατάσσονται πολλές θέσεις προς τα πίσω.

Οι αξιολογήσεις αυτές και η συνειδητοποίηση του αυξηµένου βάρους των οικονοµικών εξελίξεων εξηγούν σε σηµαντικό βαθµό τη διαφαινόµενη απόφαση να αποσυνδεθεί η διενέργεια των ευρωεκλογών και των αυτοδιοικητικών εκλογών από τις βουλευτικές εκλογές. Πολύ περισσότερο και από την πρόθεση της κυβέρνησης να αποµακρύνει τις εθνικές κάλπες από την «επιρροή» της Συµφωνίας των Πρεσπών, ο λόγος που φαίνεται να επιβάλλει το εκλογικό σενάριο του φθινοπώρου είναι η ανάγκη να αφοµοιωθεί το «πακέτο» οικονοµικών µέτρων που έχει δροµολογηθεί και να αξιοποιηθούν οι παρεµβάσεις που σχεδιάζονται.

Οι προσδοκίες

Το ίδιο το αφήγηµα του τέλους των µνηµονίων, στο οποίο επενδύει ο ΣΥΡΙΖΑ, προβάλλει τη δυνατότητα της κυβέρνησης να ανακτήσει την ιδιοκτησία των οικονοµικών επιλογών και να προωθήσει µέτρα υπέρ των κοινωνικών οµάδων που έπληξε η κρίση. Στην κυβέρνηση θεωρούν ότι η υλοποίηση ορισµένων εξαγγελιών, όπως η αύξηση του κατώτατου µισθού και η κατάργηση του υποκατώτατου, δεν έχουν «περάσει» ακόµη στις δηµοσκοπήσεις, εστιάζουν ωστόσο στην ανάγκη να κεφαλαιοποιηθεί πολιτικά το πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας και να ψηφιστεί η ρύθµιση των 120 δόσεων για οφειλές σε ασφαλιστικά ταµεία και χρέη στην Εφορία.

Η διατήρηση της οµπρέλας προστασίας όσων δεν µπορούν να αντεπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις θεωρείται κίνηση αυτονόητη, προκειµένου να διατηρηθούν στον κύκλο επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ τα συγκεκριµένα ακροατήρια. Η επιλογή, ωστόσο, στην οποία αποδίδεται ιδιαίτερο βάρος, καθώς εκτιµάται ότι µέσω αυτής µπορεί να επανασυγκολληθούν οι σχέσεις µε σηµαντικά τµήµατα της µεσαίας τάξης, είναι η ρύθµιση των ληξιπρόθεσµων ασφαλιστικών οφειλών, ακόµα και αν αυτή προσκρούει στις ενστάσεις ευρωπαϊκών θεσµών. Σύµφωνα µε το σχέδιο που έχει εκπονηθεί και αναµένεται να προωθηθεί στη Βουλή, από τη ρύθµιση θα ωφεληθούν οι ελεύθεροι επαγγελµατίες που συσσώρευσαν οφειλές από το 2002 έως το 2016, ο αγροτικός πληθυσµός, οι ιδιοκτήτες µικροµεσαίων επιχειρήσεων και οι εγκλωβισµένοι συνταξιούχοι, οι οποίοι δεν µπορούν να εισπράξουν συντάξεις λόγω χρεών σε ασφαλιστικά ταµεία.

Το «αφήγημα»

Η ολοκλήρωση του οικονοµικού πακέτου στήριξης της µεσαίας τάξης, σε συνδυασµό µε τα µέτρα ενίσχυσης των στρωµάτων που έπληξε η κρίση και την αποτροπή των µειώσεων στις συντάξεις συγκροτούν ένα πολιτικό αφήγηµα επιστροφής στην κανονικότητα, που επιτρέπει στην κυβέρνηση να αισιοδοξεί ότι θα αποκολλήσει τµήµατα αναποφάσιστων από τη ζώνη της αδιευκρίνιστης ψήφου.

Πρόκειται για γραµµή που -κατά τους εµπνευστές της- συµπιέζει τα κόµµατα του µεσαίου χώρου και βοηθά τον ΣΥΡΙΖΑ να διεκδικήσει τον ρόλο του κόµµατος-κορµού της προοδευτικής παράταξης – κατεύθυνση στην οποία εκτιµάται ότι συµβάλλουν πολιτικές µε κεντροαριστερή φόρτιση, όπως είναι η επίλυση του «Μακεδονικού» και η αναζήτηση ευρύτερων προγραµµατικών και εκλογικών συµµαχιών.

Του ύψους...

Τα καλά νέα για τη Νέα ∆ηµοκρατία από τις δηµοσκοπήσεις τελευταίας γενιάς είναι ότι συντηρεί το ισχυρό προβάδισµα που διέθετε έναντι του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση ψήφου για τις βουλευτικές εκλογές. Στην περίπτωση, µάλιστα, των ευρωεκλογών, όπως προκύπτει από την έρευνα που διενήργησε η Alco για λογαριασµό του Open, η απόσταση που χωρίζει τα δύο κόµµατα δείχνει να διευρύνεται. Ενθαρρυντικό για την κυβέρνηση είναι το γεγονός ότι δύο µήνες προ των εκλογών για την Ευρωβουλή η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ παραµένει στα εξαιρετικά χαµηλά επίπεδα του 51% – εύρηµα που, σε συνδυασµό µε τη σύνθεση της «δεξαµενής» των αναποφάσιστων, κρατά ανοιχτό το εκλογικό παιχνίδι.

& του βάθους

Σύμφωνα µε τη δηµοσκόπηση της Alco και υπό την προϋπόθεση ότι οι ευρωεκλογές θα διεξαχθούν µαζί µε τις αυτοδιοικητικές και όχι τις βουλευτικές, και τα δύο κόµµατα φαίνεται ότι απειλούνται από την κατά παράδοση «χαλαρή ψήφο» της ευρωκάλπης. Παρά την όξυνση του πολιτικού κλίµατος και την ενίσχυση της πόλωσης, το εύρηµα που απασχολεί τα κοµµατικά επιτελεία είναι ότι, εκτός από τα εκλογικά κοινά που συγκρατούν, κατά τη συγκεκριµένη έρευνα, η Χρυσή Αυγή (7%) το ΚΙΝΑΛ (5,6%) και το ΚΚΕ (5,3%), σηµαντικό τµήµα της κοινής γνώµης (16%) επιλέγει παλαιότερα ή νεοσύστατα πολιτικά σχήµατα που πολιορκούν από δεξιά και αριστερά τη Ν∆ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Ως ανάχωµα σε αυτή την τάση, η κυβέρνηση προτάσσει την ανάγκη να αναστηλωθεί η διαχωριστική γραµµή «∆εξιάς - Αριστεράς», ενώ η αξιωµατική αντιπολίτευση θεωρεί ότι µπορεί να την ανακόψει, προσδίδοντας δηµοψηφισµατικό χαρακτήρα στην επικείµενη εκλογική αναµέτρηση.

Νέα ΔημοκρατίαΕυρωεκλογέςεκλογέςΣΥΡΙΖΑ