Απόψεις|01.03.2024 13:38

Τέμπη: Από την υπεραναπλήρωση στην απώθηση;

Βασίλης Ρόγγας

Κυριάκος Μητσοτάκης, 1 Μαρτίου 2023: «Ένα πράγμα μπορώ να εγγυηθώ: ότι θα μάθουμε τα αίτια της τραγωδίας». Όσο καλή προαίρεση και να έχει κανείς σχετικά με την βούληση της Κυβέρνησης, η δήλωση του Πρωθυπουργού ένα χρόνο πριν δεν μπορεί να γινεί πιστευτή. Αυτό σημαίνει το γεγονός πως το 75% των πολιτών δηλώνουν απαισιόδοξοι στην πρόσφατη δημοσκόπηση της MRB σχετικά με το αν η Εξεταστική Επιτροπή θα ρίξει φως στο έγκλημα των Τεμπών. Υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι.  

Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι η εξεταστική επιτροπή αφοσιώθηκε στον έλεγχο μιας τεράστιας περιόδου, κλείνοντας το μάτι για την διάχυση των ευθυνών περίπου ισότιμα σε πολλές και διαφορετικές κυβερνήσεις. Δεν είναι απλώς πως κρίσιμοι μάρτυρες δεν καλέστηκαν, ότι μόλις τώρα έφτασε η δικογραφία στην εν λόγω επιτροπή και αποφασίστηκε να μην παραταθούν οι εργασίες της, έτσι ώστε να μελετηθούν ενδελεχώς όσα αναφέρει. Δεν φταίει μόνο πως ένα χρόνο μετά ο οργανισμός που διερευνά τα σιδηροδρομικά ατυχήματα (ΕΟΔΑΣΑΑΜ) δεν έχει ουσιαστικά σιδηροδρομικούς διερευνητές, πως ορίστηκε και τρίτος πραγματογνώμονας μόλις τώρα, ότι τώρα θα διερευνηθεί η καύσιμη ύλη του τρένου, πως τώρα θα μελετηθούν τα βίντεο.

Υπεραναπλήρωση 

Είναι τόσα κι άλλα τόσα από δόλιες ή εύλογες αδράνειες σχετικά με την ύλη της ποινικής δικαιοσύνης που φανερώνουν πως το δίκαιο δε θα βρεθεί. Έτσι, εκείνο που κάνει ένα χρόνο μετά η συντεταγμένη πολιτεία, τα περισσότερα ΜΜΕ και μερίδα της κοινωνίας των πολιτών είναι αυτό που ψυχαναλυτικά ονομάζουμε υπεραναπλήρωση. Δημιουργούν έναν λειτουργικό ψυχικό μηχανισμό άμυνας με εργαλείο το πένθος, τη συντριβή για να αναπληρωθεί η διαφορά από το απόβαρο της δικαιοσύνης που διαρκώς θα υπολείπεται.  

Αυτό φανερώνουν οι ανακοινώσεις των πολιτειακών παραγόντων? η συναισθηματικοποίηση του ύφους όσο κι αν επιτάσσεται επικοινωνιακά, ακόμα κι αν έχει στοιχεία ειλικρίνειας και αυθεντικότητας, εντούτοις επινοεί το πολύ – πολύ έναν παρηγορητικό και σίγουρα όχι έναν ουσιαστικό λόγο. Αυτό δείχνει ο τρόπος που πολιτεύεται μεγάλο κόμματι της προοδευτικής ή συντηρητικής αντιπολίτευσης που με την διαρκή και συχνά έξαλλη καταγγελτική της μάνητα, ισότιμα εναντίον όλων, δεν δείχνει που και πως πρέπει να εστιάσουμε. Αυτό γίνεται σαφές αν κανείς μπει στον κόπο να διατρέξει τα αφιερώματα των ΜΜΕ που εστιάζουν περισσότερο στη συγκίνηση και πολύ λιγότερο στην εύληπτη και ωστόσο εμβριθή παρουσίαση της κατάστασης. Στην υπεραναπλήρωση εντάσσεται και η ανάρτηση, λόγου χάρη, του καταλόγου των νεκρών που τόσο αδόκητα χάθηκαν από πολίτες στα social media. Τουλάχιστον να μην τους πάρει το ποτάμι της λήθης.   

Κι όμως, έχουμε κάπως μπουχτίσει από τη διαρκή υπεραναπλήρωση. Τέμπη, Πύλος, Μάτι, Μάντρα αλλά και Μάγγος, Τοπαλούδη(και τόσες πολλές – πολλές άλλες), Κωστόπουλος, Φύσσας, Γρηγορόπουλος. Έχουμε απλώσει στο χρόνο το πένθος, σε επετείους όπου έφταιγε η «κακία η (χ)ώρα», όπως έλεγε και ένα από τα περσινά συνθήματα των νέων στις διαδηλώσεις για τα Τέμπη. Μπορούμε όμως να ζήσουμε έτσι; Νομίζουμε, δηλαδή, πως η συσσωρευμένη αυτή συλλογική ψυχική ύλη θα μας βγει σε οτιδήποτε καλό, ιδιαιτέρως αν τις προσθέσουμε δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης και τις μέλλουσες πολυκρίσεις που ξέρουμε πως θα έρθουν;  

Δυο τρόποι υπάρχουν να λύσουμε τον κόμπο της μαυρίλας. Από τη μια, μπορούμε να απωθήσουμε τα πάντα. Μοιραία, με το χρόνο, με τον κυνισμό, με την επανάληψη θα προκύψει. Έτσι κι αλλιώς η συναισθηματική στροφή σε επιστήμες και δημόσια σφαίρα ευνοεί τα τελετουργικά θέσμισης, «ως πράξεις μαγικές μέσω των οποίων ένας θεσμός κατοχυρώνει τη διαιώνισή του, την ίδια στιγμή που κατοχυρώνει τη διαιώνιση εκείνου το οποίο καθιερώνει». Ίσως γι’ αυτό αφήνεται χώρος στην τελετουργία, είναι ένας λειτουργικός, τελεσφόρος τρόπος να νικούν όσοι μας κάνουν να χάνουμε. 

Αφήγηση του πριν, δημιουργία του μετά 

Από την άλλη ξέρουμε πως το παρελθόν, ακόμα και στις πλέον απομακρυσμένες ή αρχαϊκές μορφές του είναι πάντα δρων, πάντα παρόν. Με άλλα λόγια το πένθος για να αναβλύσει γόνιμα, να μετουσιωθεί ευεργετικά χρειάζεται αφήγηση, ιστορικοποίηση. Στην περίπτωση του εγκλήματος των Τεμπών αυτό δεν σημαίνει θέαμα ως ματιά από την κλειδαρότρυπα στο δωμάτιο του πόνου των συγγενών. Θα έπρεπε να μας ζώνει ένας μύχιος τρόμος ενάντια σε έναν τέτοιο φαρισαϊσμό, που υποτιθέμενα επιτελείται για τον «καλό σκοπό».  

Η εναντίωση στη συγκάλυψη, η αναλογική απόδοση ευθυνών. Η ευθυτενής, πάνδημη απαίτηση της δικαιοσύνης όχι μόνο από χαροκαμένους γονείς, αδερφές, φίλους και συμφοιτήτριες αλλά από όλους και όλες επουλώνει το τραύμα. Τι φοβερό άχθος κουβαλάνε, πέρα από τον πόνο, οι άνθρωποι αυτοί, όταν πρέπει να βαστήξουν και τη δική μας αξιοπρέπεια ως διεκδίκηση της δικαιοσύνης; Σχεδόν απαιτείται να είναι μπροστάρηδες πια εδώ, στο βαλκανικό μας κράτος, άνθρωποι που δεν οφείλουν να αντέχουν έπειτα από τόσο πόνο.  

Αυτή η καφρίλα πρέπει να σπάσει. Αν πράγματι θεωρούμε έγκλημα τα Τέμπη χρειάζεται έπειτα από την απόδοση της δικαιοσύνης να κάνουμε τα πάντα για να μην ξανασυμβούν κι άλλα σαν αυτά που καίνε τον ανθό της νιότης. Να ορίσουμε τις μεταφορές ως δημόσιο και ασφαλές αγαθό που θα αποτελούν μέρος της κοινής, όλων μας, ωφέλειας. Άλλωστε το 64%, σύμφωνα με σημερινή έρευνά του ΕΝΑ, αυτό ζητάει για τον συγκεκριμένο τομέα, ενώ για τους υπόλοιπους κρίσιμους τομείς  της συλλογικής μας ζωής τα ποσοστά είναι ακόμα μεγαλύτερα. Καλή μας διεκδικητική αρχή, λοιπόν.

εξεταστική επιτροπήειδήσεις τώραΚυριάκος ΜητσοτάκηςΤέμπηδημοσκόπηση