Από την λιτή τελετή των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων, στις σύγχρονες χολιγουντιανές φιέστες
Κωνσταντίνα ΓογγάκηΗ τελετή έναρξης των 33ων Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι του 2024, προκάλεσε τις αναμενόμενες από τους διοργανωτές αντιδράσεις: Όλοι μιλούν γι’ αυτήν, και για το Παρίσι.
Άλλοι, εμπνεόμενοι, αναφέρονται με ενθουσιασμό, γοητευμένοι από το αποτέλεσμα και εκστασιασμένοι, ενώ άλλοι, δυσανασχετώντας, είναι επικριτικοί, απογοητευμένοι και αφοριστικοί.
Και εκφράζουν αυτές τις, συγκρουόμενες κι αντίθετες, απόψεις, με το ίδιο πάθος. Η τελετή έφερε στο κέντρο, ως πρωταγωνίστρια, την ίδια τη Γαλλία, συνεπώς ο σκοπός επετεύχθη.
Πάει καιρός, που το τελετουργικό της αρχαίας Ολυμπίας το σχετιζόμενο με την διεξαγωγή των Αγώνων, περιελάμβανε ως συμβολικά δρώμενα, τις θυσίες, με τις ιέρειες, το άναμμα της ιερής και εξαγνιστικής δάδας, τον όρκο των αθλητών, κ.ά. Η τελετή, με τον λιτό της χαρακτήρα, αποσκοπούσε στο να αποδώσει ευχαριστίες προς τον θεό της γιορτής και να ζητήσει την εύνοιά του. Εξάλλου, η ιερότητα του όρκου, αποσκοπούσε στην ηθική υποχρέωση των αθλητών να είναι ευαγείς, ώστε να διεξάγουν έναν έντιμο αγώνα. (Βλ. Παυσανία, Ελλάδος Περιήγησις, 5.21.7: ‘Ο αθλητικός αγώνας πρέπει να είναι αγώνας αρετής και όχι αγώνας χρημάτων’).
Ο όρκος δεν συνιστούσε, συνεπώς, απλά μια κοσμική υπόσχεση, αλλά ήταν μια δέσμευση του αθλητή έναντι του θεού. Γι’ αυτό, άλλωστε, ο Πίνδαρος μιλάει για «θέωση» του αρχαίου νικητή, η οποία αποτυπωνόταν και στην στέψη του νικητή με το ιερό στεφάνι (Βλ. Κ. Γογγάκη, «Το στεφάνι του νικητή των αγώνων και οι ηθικοί συμβολισμοί του», στο: Κ. Γογγάκη, Οι αντιλήψεις των αρχαίων Ελλήνων για τον αθλητισμό, εκδ. Τυπωθήτω-Γ. Δαρδανός, Αθήνα 2003, σσ. 143-166).
Υπονομεύουν το εκάστοτε αθλητικό ενδιαφέρον της εκδήλωσης
Οι σύγχρονοι καιροί, με ευθύνη, συμμετοχή και πλήρη ανοχή της χώρας μας, που έχει περιοριστεί αυστηρά στο να διατείνεται οτι είναι ο γεννήτορας των Ολυμπιακών Αγώνων, αλλοίωσαν τον αυθεντικό χαρακτήρα του ολυμπιακού πνεύματος. Η Ελλάδα, δεν εναντιώθηκε ούτε στην εξευρωπαϊσμένη υποβάθμιση του θεσμού από Ολυμπιακούς “Αγώνες” σε “Παιχνίδια” (Olympic Games), ούτε στην «μέτρηση» της σωματικής επίδοσης (record) – αλλά, αντίθετα, αυτή καθιερώθηκε στους Αγώνες το 1896, ούτε στην μετατροπή του ιερού Όρκου σε μια χλιαρή αγγλοσαξωνική υπόσχεση (Fair Play), αλλά ούτε και στην γιγάντωση του θεσμού των Ολυμπιάδων σε Mega event. Αντιθέτως, νομιμοποίησε κάθε είδους γιγάντωση, η οποία βέβαια σταδιακά επεκτάθηκε και στις διοργανώσεις των τελετών έναρξης και λήξης των αγώνων, που ξεπερνούν ή και υπονομεύουν το εκάστοτε αθλητικό ενδιαφέρον της εκδήλωσης.
Οι τελετές αυτές, με αρχή το Λος Άντζελες του 1932, έλαβαν σταδιακά (Μόντρεαλ 1976, Λος Άντζελες 1984, Ατλάντα 1996, κλπ), την μορφή των χολυγουντιανών σόους, της φαντασμαγορίας και της φιέστας, που μέσα από πολυέξοδες κι υπέρογκες επιλογές, επιδιώκουν την προβολή των επιτευγμάτων της διοργανώτριας χώρας και τον εντυπωσιασμό του υπόλοιπου κόσμου. Η ευρηματικότητα όλων αυτών των τελετών δεν έχει όρια, καθώς σε λίγο η Γαλλία, λόγου χάρη, όντως θα στέλνει τις αθλητικές αποστολές με αποβατικά από τις ακτές της Νορμανδίας!
Το πνεύμα του σύγχρονου καιρού, που βασίζεται στο υπερβολικό
Η τάση εντυπωσιασμού και διαφήμισης των εθνικών προϊόντων κατά τις σχετικές τελετές έχει κυριαρχήσει σε όλες τις χώρες, που μέσω του ρόλου των δήθεν «λευκών περιστεριών» που διαδραματίζουν οι σύγχρονες Ολυμπιάδες, επιδιώκουν να διαδώσουν τα όποια μηνύματά τους. Δεν είναι μόνο η Γαλλία, αλλά είναι το πνεύμα του σύγχρονου καιρού, που βασίζεται στο υπερβολικό, στην προκλητική διάχυση του πλούτου, στην προπαγάνδα, και στην αναγωγή του περιττού σε ωφέλιμο και του άσχημου σε τέχνη.
Οι σύγχρονες Ολυμπιάδες προχωρούν, πάντως, ακάθεκτες, σαν γιγάντιοι ελέφαντες, με εκκωφαντικές απαιτήσεις, φορτωμένες με χιλιάδες πραμάτειες και γκλαμουριά, σ’ έναν κόσμο άνισο, αλλά υλικό και αχόρταγο, που θέλει συνεχώς κι άλλα, κι άλλα. Οι αθλητές, πρωταγωνιστές αλλά και θύτες, σύμβολα της μοντέρνας υπερσωματικότητας, ακολουθούν - με κάθε τρόπο - την μετάλλαξη της Ολυμπιάδας, από έναν θεσμό απλό αλλά ουσιαστικό και πολυσήμαντο, σε μια παρακμιακή και βαρύγδουπη γιορτή της πληθώρας και της ανούσιας υπερβολής.
Και όλη αυτή η αμετρία, χωρίς την πολύτιμη προστασία όλων μας, από τον θεσμό που κυριολεκτικά διέσωσε τους Αγώνες της αρχαιότητας και μπόρεσαν να διεξαχθούν επί 12 αιώνες (Βλ. Κ. Γογγάκη, «Η συμβολή των Ολυμπιακών Αγώνων στο όραμα της ειρήνης, ως δικαίωση της ύπαρξής τους», στο: Κ. Γογγάκη, Το ολυμπιακό ιδεώδες. Παγκόσμια κρίση και Προοπτικές, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2013, σσ. 474-476). Έτσι, οι χορευτές, οι κυματιζόμενες σημαίες, τα πολιτιστικά επιτεύγματα, οι πολιτικοί εκπρόσωποι, και οι πολυάριθμοι αθλητές, συντονίζονται πλέον με κεκτημένη ταχύτητα, σαν ρομπότ τεχνητής νοημοσύνης, σε μια παρέλαση που δεν έχει ούτε βήμα ούτε ρυθμό, καθώς αγνοεί την απόλυτη ανάγκη για ειρήνη. Δίπλα τους τρέχει το ζωντανό αίμα των αμάχων στην Παλαιστίνη και οι κραυγές τους, αλλά αυτοί περπατούν απτόητοι, μέσα στις ατομικές φιλοδοξίες τους, αποσιωπώντας την φρίκη του κοντινού πολέμου. Ούτε ένας, μέσα στην χαρούμενη αυτή ατμόσφαιρα, δεν βρήκε να πει μια λέξη για την αξία της ειρήνης ως κληρονομιά του αθλητικού πνεύματος, και για την αναγκαιότητα της εφαρμογής της «ολυμπιακής εκεχειρίας», που και αυτή γεννήθηκε μέσα από τη φριχτή εμπειρία του πολέμου, αλλά έχει καταβαραθρωθεί από το εμπορικό, ποσοτικό και υποκριτικό πνεύμα του καιρού, και δεν ισχύει πλέον...
- Ποια ονόματα ακούγονται για την Προεδρία της Δημοκρατίας - Τι θα μετρήσει στην απόφαση του Μαξίμου
- Μαγδεμβουργο: Στην αναζήτηση κινήτρου του δράστη της επίθεσης – Οι ακροδεξιές θεωρίες και οι προειδοποιήσεις
- Πρύτανης του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστήμιου: Νέα προπτυχιακά προγράμματα μέσα στο 2025
- Η Σημασία των Μιτοχονδρίων στην Αναγεννητική Ιατρική: Ιστορία και Σύγχρονες Θεραπείες