Πρόταση Μακρόν για «Ευρωπαϊκή Πυρηνική Ομπρέλα»: Ποιες οι προοπτικές υλοποίησης και ποιο το όφελος ή το κόστος
Ελένη ΕκμεκτσίογλουΗ δεύτερη προεδρία Τραμπ άλλαξε άρδην τα παγκόσμια δεδομένα όπως τα ξέραμε μετά το τέλος του Ψυχρού πολέμου. Η Αμερικανική στάση στο Ουκρανικό ζήτημα έχει πλήξει οριστικά την αμερικανική αξιοπιστία ως προστάτιδα συμμαχική δύναμη και στην Ευρώπη αλλά στην Ασία.
Εντός αυτού του πλαισίου, ο μέλλων Γερμανός καγκελάριος, Friedrich Merz, αναζήτησε δημόσια την έναρξη συνομιλιών με τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο -τις δύο Ευρωπαικές πυρηνικές δυνάμεις- για το ενδεχόμενο ένταξης της Γερμανίας σε κάποιο καθεστώς κοινής πυρηνικής αποτροπής. Ο πρόεδρος Μακρόν -όπως και οι προκάτοχοι του- είχαν επανειλημμένα θέσει παρόμοιες προτάσεις προς συζήτηση αλλά για ποικίλους λόγους δεν ευδοκίμησαν.
Την περασμένη εβδομάδα, ο Γάλλος Πρόεδρος, υπογράμμισε την πρόθεση της Γαλλίας να ξεκινήσει διαβουλεύσεις επί του θέματος δεσμευόμενος ενώπιον του Γαλλικού και του ευρύτερου ευρωπαϊκού κοινού. Η γαλλική πρόταση, σε αντίθεση με το παρελθόν, αυτή τη φορά προκάλεσε κύμα θετικών αντιδράσεων στις Βαλτικές χώρες, την Πολωνία και τη Γερμανία.
Τι θα σήμαινε μια γαλλική πυρηνική αποτροπή με σκοπό να επεκτείνει την προστατευτική της ομπρέλα προς άλλες Ευρωπαϊκές χώρες που νιώθουν τη ρωσική απειλή έντονα και άμεσα; Είναι η γαλλική πρόταση ειλικρινής και, αν ναι, έχουν οι Γάλλοι την πρόθεση, θέληση αλλά και την πυρηνική ισχύ για να μπορέσουν να αρθρώσουν αλλά και να ορθώσουν μία πυρηνική αποτροπή που θα είναι αξιόπιστη ώστε η Ρωσία να μην προσπαθήσει να την θέσει σε δοκιμασίες;
Κατ’ αρχάς και πριν απαντήσω στα παραπάνω ερωτήματα, πρέπει να ειπωθεί ότι οι Γάλλοι δεν θα αποδέχονταν ένα καθεστώς συνδιαχείρισης του πυρηνικού τους οπλοστασίου ούτε την αποστολή πυρηνικών σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ακολουθώντας Νατοϊκές πρακτικές. Κάτι τέτοιο θα έβρισκε έντονη εσωτερική αντίσταση αλλά και θα έπληττε τις Γαλλικές δεσμεύσεις στο καθεστώς της συνθήκης κατά της διασποράς των πυρηνικών όπλων (NPT).
Αντίθετα, οι Γάλλοι είναι διατεθειμένοι να συνομιλήσουν για μία επίσημα και δεδηλωμένα επέκταση της πυρηνικής τους ομπρέλας ως αποτροπή ενάντια σε αναθεωρητικές δυνάμεις της περιοχής υπό τον όρο ότι οι ενδιαφερόμενες χώρες θα εγκαταλείψουν κάθε σκέψη επένδυσης σε δικά τους πυρηνικά οπλοστάσια παραμένοντας πιστές στη συνθήκη για τη μη διασπορά των πυρηνικών (NPT).
Ποια η αποτρεπτική ισχύς, λοιπόν, μίας τέτοιας κίνησης και ποιες οι προοπτικές υλοποίησης της;
Οι Διεθνολόγοι φοιτητές των Στρατηγικών Σπουδών από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνουν είναι ότι η αποτρεπτική ισχύς ενός συμβατικού ή πυρηνικού δόγματος είναι αποτέλεσμα των εξής παραγόντων: πρώτον, της θέλησης και πρόθεσης να πραγματοποιηθούν οι απειλές, σε περίπτωση που η αποτροπή καταρρεύσει και, δεύτερον, της κατοχής επαρκούς ισχύος για την υλοποίηση των αντιποίνων.
Ας ξεκινήσουμε με τα θετικά και την επίδειξη συνέπειας και συνέχειας των Γαλλικών κυβερνήσεων να αντιλαμβάνονται την πυρηνική τους αποτροπή εντός ενός ευρύτερου ευρωπαϊκού πλαισίου. Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, όλοι οι Γάλλοι Πρόεδροι, χωρίς καμία εξαίρεση, έχουν αναφερθεί στην ευρωπαϊκή διάσταση του Γαλλικού οπλοστασίου πυρηνικών όπλων ή έχουν προτείνει συνομιλίες για την παροχή Γαλλικής πυρηνικής προστασίας σε γειτονικές Ευρωπαϊκές χώρες.
Οι προτάσεις απορρίφθηκαν είτε γιατί κανείς δεν είχε όρεξη να μιλήσει για πυρηνικά μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου -εύλογα- είτε γιατί έβλεπαν στην πρόταση κρυμμένες ρήτρες για κοινή χρηματοδότηση του οπλοστασίου ή αυξημένου πολιτικού κύρους της Γαλλίας στα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα. Από την έναρξη της προεδρίας του, ο Εμμανουήλ Μακρόν έχει επανειλημμένα καλέσει τους Ευρωπαίους στην αναζήτηση ενός πιο επίσημα ευρωπαϊκού ρόλου για τα Γαλλικά πυρηνικά αλλά η πρόταση απέκτησε πρωτοφανή βαρύτητα μετά το Φλεβάρη του 2022 -έναρξη της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία- και κατόπιν των Αμερικανικών εκλογών του Νοέμβρη 2024.
Πιο έμπρακτα, σε μία επίδειξη της Γαλλικής αποφασιστικότητας να αντικρούσει τις Ρωσικές πυρηνικές απειλές, η Γαλλία ξεπέρασε τα επίπεδα πυρηνικής ετοιμότητας του Ψυχρού Πολέμου έχοντας τα τρία από τα τέσσερα πυρηνικά της υποβρύχια σε ετοιμότητα ενώ δεν δέχτηκε να αναβάλει προσχεδιασμένες πυρηνικές ασκήσεις και βαλλιστικές δοκιμές σε αντίθεση με τις ΗΠΑ που ακύρωσαν τις δοκιμές των νέων διηπειρωτικών τους πυραύλων, Minuteman III.
Η εμφανής, συνεχής και συνεπής προσπάθεια της Γαλλίας να επεκτείνει την προστασία της πυρηνικής αποτροπής της σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι συνδεδεμένη με την Γαλλική αναζήτηση κύρους και πολιτικής επιρροής. Ωστόσο και κυρίως, είναι και μία φυσική απόρροια της γεωγραφικής και πολιτικής θέσης της χώρας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από τη σκοπιά των Γαλλικών εθνικών συμφερόντων, τα ζωτικά ενδιαφέροντα της Γαλλίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την ευρωπαϊκή εδαφική ακεραιότητα και οικονομική σταθερότητα.
Μετά την εμβάθυνση του Ευρωπαϊκού εγχειρήματος και την δημιουργία μίας νομισματικής ένωσης, τα Γαλλικά εθνικά συμφέροντα είναι βαθιά εξαρτόμενα από την σταθερότητα και την ευμάρεια της Ευρώπης. Πρέπει να ειπωθεί το εμφανές. Και οι τρεις Βαλτικές χώρες που δηλώνουν έλλειμα ασφάλειας εν όψει γειτονικού αναθεωρητισμού είναι μέλη της Ευρωζώνης και στύλοι σταθερότητας της ευρωπαϊκής μακροοικονομικής ευμάρειας. Εν ολίγοις, ενώ η ΕΕ δεν είναι μία αμυντική συμμαχία όπως το ΝΑΤΟ, η πολύ-επίπεδη αλληλεξάρτηση και σύνδεση μεταξύ των μελών της καθιστά την προστασία της Ευρωπαϊκής εδαφικής ακεραιότητας ζωτικό ενδιαφέρον για τις χώρες μέλη της.
Εξεταζόμενη από αυτή τη σκοπιά, η γαλλική πυρηνική αποτροπή όσον αφορά στο ισοζύγιο της θέλησης και της αποφασιστικότητας βασίζεται σε σταθερά θεμέλια και χαίρει -παραδόξως- μεγαλύτερης αξιοπιστίας από αυτή των ΗΠΑ.
Ισχύει όμως το ίδιο αν εξεταστεί το ισοζύγιο πυρηνικής ισχύος; Εδώ, δυστυχώς, τα πράγματα περιπλέκονται. Η βιβλιογραφία Διεθνών Σχέσεων και πυρηνικής στρατηγικής μας ενημερώνει ότι η ύπαρξη έστω και λίγων πυρηνικών κεφαλών είναι ικανή να αποτρέψει επιθέσεις δεδομένης της τιτάνιας καταστροφικότητας της πυρηνικής έκρηξης.
Ωστόσο, η εμπειρία του Ψυχρού Πολέμου μας δίδαξε ότι η πυρηνική αποτροπή είναι πιο πολυδιάστατη και οι ηγέτες αρκετά πιο διαθέσιμοι να δεχθούν το ρίσκο. Με άλλα λόγια, η αποτροπή είναι μία άκρα επικίνδυνη τακτική ψυχολογικής επιρροής του αντιπάλου ο οποίος πρέπει να πειστεί ότι η άλλη πλευρά δεν έχει μόνο τη θέληση αλλά και την ικανότητα να του προκαλέσει υψηλότατο κόστος. Αυτή η ικανότητα είναι συνάρτηση συγκεκριμένων παραγόντων και κυρίως της επιβίωσης κάποιου μέρους του πληγμένου πυρηνικού οπλοστασίου ώστε να είναι δυνατή η απόδοση των πυρηνικών αντίποινων.
Με βάση τα παραπάνω, λοιπόν, σε αυτό το σημείο πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στις λεπτομέρειες του Γαλλικού πυρηνικού οπλοστασίου -γιατί οι αριθμοί έχουν σημασία- αλλά κυρίως και στην ανθεκτικότητα των Γαλλικών κέντρων Διοίκησης, Ελέγχου και Επικοινωνιών (Command, Control and Communications Centers, C3).
Ξεκινώντας από το τελευταίο, η προστασία των Κέντρων Διοίκησης, Ελέγχου και Επικοινωνιών είναι το sine qua non της ικανότητας μίας πυρηνικής δύναμης να ανταποδώσει το πυρηνικό πλήγμα, το οποίο είναι και η απειλή που στελεχώνει το νόημα της πυρηνικής αποτροπής. Οποιαδήποτε υποψία τρωτότητας των Κέντρων Ελέγχου και Διοίκησης διαβρώνει επικίνδυνα την πυρηνική αποτροπή όσο μεγάλο και να είναι το πυρηνικό οπλοστάσιο, όσες πυρηνικές κεφαλές και να έχουν επιβιώσει του πρώτου πλήγματος.
Οι ΗΠΑ, για παράδειγμα, -τώρα πια γνωρίζουμε χάριν στη διαθεσιμότητα των Ψυχροπολεμικών αρχείων στο ευρύ κοινό- αμφέβαλλαν για την επιβίωση των Κέντρων Ελέγχου και Διοίκησης τους κατόπιν ενός Σοβιετικού πυρηνικού χτυπήματος, το οποίο είναι ενδεικτικό των πόρων και της τεχνογνωσίας που πρέπει να επενδυθούν σε αυτό το τόσο νευραλγικό κομμάτι της πυρηνικής αποτροπής. Η προσοχή που αφιερώνεται σε αυτό τον παράγοντα της πυρηνικής αποτροπής είναι ελάχιστη αν σκεφτεί κανείς ότι η ανθεκτικότητα του απειλείται σοβαρά από νέες τεχνολογίες που καθιστούν την ανίχνευση αλλά και στόχευση αυτών των κέντρων δυνατή με πυραύλους stand-off εξαιρετικής ακρίβειας.
Η Κίνα έχει εναποθέσει μεγάλα ποσά και στρατιωτική ευρηματικότητα για να αυξήσει τα ποσοστά επιβίωσης των Κέντρων Ελέγχου και Διοίκησης της. Το ίδιο θα απαιτηθεί και από τη Γαλλία αν δεν θέλει να δώσει περιθώρια αμφισβήτησης της αποτροπής της από τη Ρωσία, η οποία θα χρησιμοποιήσει κάθε ατέλεια του Γαλλικού οπλοστασίου για ενίσχυση των πυρηνικών της απειλών.
Εφόσον τα Κέντρα Διοίκησης, Ελέγχου και Επικοινωνιών έχουν κριθεί ως βιώσιμα κατόπιν ενός πυρηνικού πλήγματος, το επόμενο βήμα είναι να πειστεί ο αντίπαλος ότι ένα πυρηνικό πλήγμα είναι μάταιο δεδομένου του κόστους που θα κληθεί να πληρώσει από τα αντίποινα που θα δεχτεί. Το Γαλλικό πυρηνικό δόγμα (Force de Frappe) αποκλείει την αλυσιδωτή ανταλλαγή πυρηνικών πληγμάτων (nuclear warfighting/damage limitation) και αρκείται στην απειλή για την ανταπόδοση ενός αποφασιστικού πλήγματος με στόχο να προκαλέσει κόστος που να υπερβαίνει εμφανώς κάθε πιθανό όφελος που θα μπορούσε να αντληθεί από μία επιθετική συμπεριφορά.
Δεδομένης της τεράστιας διαφοράς μεγέθους μεταξύ του Ρωσικού (5.580 πυρηνικές κεφαλές εκ των οποίων οι 1.600 είναι σε επιχειρησιακή ετοιμότητα) και του Γαλλικού οπλοστασίου (290 πυρηνικές κεφαλές), η Γαλλική πυρηνική αποτροπή κινδυνεύει αισθητά όχι γιατί η καταστροφικότητα των πυρηνικών αντιποίνων της Γαλλίας δεν θα ήταν επαρκής αλλά γιατί η Μόσχα επιλέγει συνειδητά να βάζει στο κέντρο της προσοχής το μεγάλο ποσοτικό χάσμα μεταξύ των δύο πυρηνικών δυνάμεων για εμφανείς λόγους. Δεδομένου του ότι η αποτροπή είναι ένα ψυχολογικό εγχείρημα περισσότερο από ο,τιδήποτε άλλο, η Γαλλία θα πρέπει να ενισχύσει το οπλοστάσιο της και ποσοτικά αλλά και ποιοτικά χωρίς όμως να χρειάζεται να παγιδευτεί σε ένα μάταιο παιχνίδι αριθμών.
Αυτή τη στιγμή, η Γαλλία έχει τέσσερα πυρηνικά υποβρύχια, το καθένα εξοπλισμένο με 16 πυρηνικούς πυραύλους ( βεληνεκές που φτάνει τα 8.000χμ) με πολλαπλές πυρηνικές κεφαλές (MIRV). Το εναέριο σκέλος της πυρηνικής αποτροπής της αποτελείται από 40 περίπου μαχητικά Rafale εξοπλισμένα με supersonic πυραύλους cruise των οποίων η εμβέλεια ανέρχεται στα 500χμ. Η Γαλλία δεν έχει διηπειρωτικούς πυρηνικούς πυραύλους κατόπιν απόφασης μετά την πτώση του τοίχους του Βερολίνου. Ωστόσο, το οπλοστάσιο είναι σε διαδικασία εκσυγχρονισμού με την ένταξη της νέας γενιάς πυρηνικών υποβρυχίων μέχρι το 2035 και την εισαγωγή νέου hypersonic πυραύλου για το εναέριο σκέλος της αποτροπής.
Παρά τις προσπάθειες εκσυγχρονισμού, τα Rafale είναι τρωτά στις Ρωσικές αεράμυνες και θα χρειαστούν μεγαλύτερης εμβέλειας πυραύλους stand-off. Το κρίσιμο χαρτί της Γαλλικής πυρηνικής αποτροπής είναι το υποβρύχιο σκέλος της. Ωστόσο, η Γαλλία θα πρέπει να είναι διατεθειμένη να αυξήσει και να επιταχύνει την παραγωγή της νέας γενιάς υποβρυχίων της αλλά και να δώσει έμφαση στην εκπαίδευση των αξιωματικών της για επιχειρήσεις εναντίον του έμπειρου Ρωσικού αντί-υποβρυχιακού πολέμου.
Εν ολίγοις, ενώ το ισοζύγιο πρόθεσης και θέλησης θέτει τη Γαλλική αποτρεπτική ισχύ σε σταθερά θεμέλια, το ισοζύγιο πυρηνικής ισχύος εγείρει αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος. Η Γαλλία θα κληθεί να αυξήσει το πυρηνικό της οπλοστάσιο και σε επίπεδο πυρηνικών κεφαλών και σε επίπεδο delivery platforms (υποβρύχια και αεροσκάφη). Το καύσιμο υλικό είναι διαθέσιμο και επαρκές αν η Γαλλία αποφασίσει να δοκιμάσει να εμπλουτίσει το οπλοστάσιο της με νέες πυρηνικές κεφαλές. Ωστόσο, η εσωτερική κοινή γνώμη ενδέχεται να φέρει αντίσταση ενώ επιφυλάξεις δημιουργούν και τα δημοσιονομικά της χώρας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, κάποιες άλλες επιλογές που ίσως οι Γάλλοι πυρηνικοί στρατηγιστές θα κληθούν να εξετάσουν είναι η εμφανής περίπτωση συνεργασίας με το Ηνωμένο Βασίλειο και η λιγότερο εμφανής επιλογή της αναδιαμόρφωσης του πυρηνικού δόγματος με στόχο την αύξηση της αποτρεπτικής του ισχύος.
Εμπειρικά ξέρουμε ότι ακόμα και μικρά πυρηνικά οπλοστάσια μπορούν να επιφέρουν σημαντικά αποτρεπτικά αποτελέσματα, βλ. Πακιστάν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, πυρηνικές δυνάμεις διαλέγουν την άντληση αποτρεπτικής ισχύος από τη συνειδητή απειλή μίας επικείμενης πυρηνικής χρήσης εκτός του ελέγχου της κεντρικής ηγεσίας μέσω της απεμπλοκής της απόφασης για τη χρήση πυρηνικών σε χαμηλότερα κλιμάκια της στρατιωτικής ηγεσίας.
Ενώ μία σύμπραξη με το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πολύ πιθανή, η επανεξέταση του Γαλλικού δόγματος χρήσης πυρηνικών δεν είναι πιθανό σενάριο. Τα καλά νέα για την ανθρωπότητα είναι ότι οι Ευρωπαϊκές πυρηνικές δυνάμεις είναι εξαιρετικά προσηλωμένες στον έλεγχο του οπλοστασίου τους και την αποφυγή χρήσης πυρηνικών ως αποτέλεσμα ατυχήματος ή έλλειψης πειθαρχίας στην στρατιωτική και πολιτική ιεραρχία. Πιο σημαντικό ακόμα είναι ότι και η Γαλλία αλλά και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα παρασυρθούν σε αναζητήσεις δογμάτων που εντείνουν το ρόλο των πυρηνικών στη στρατηγική τους πέρα από την απειλή χρήσης τους κατόπιν και μόνο κατόπιν πυρηνικού πλήγματος από τον αντίπαλο. Ενώ η Ρωσία προσπαθεί να κανονικοποιήσει τη χρήση τακτικών ‘μικρών’ πυρηνικών όπλων και δίνει ιδιαίτερο βάρος στη χρήση τους με το δόγμα της ‘κλιμάκωση με στόχο την αποκλιμάκωση’ (escalate to de-escalate), η Γαλλία θα μείνει αμετακίνητη στη θέση της ως υπεύθυνη πυρηνική δύναμη τραβώντας τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ πυρηνικών -όσο ‘μικρά’ και να είναι- και συμβατικών όπλων.
Ποιες επιλογές, λοιπόν, μένουν για τη Γαλλία και την Ευρώπη γενικότερα για να καλύψουν την έλλειψη αξιοπιστίας που προκύπτει από το ποσοτικό χάσμα μεταξύ πυρηνικών οπλοστασίων;
Αρχικά, η Γαλλία θα πρέπει να θέσει ως ύψιστη προτεραιότητα τις επενδύσεις σε ISR (Intelligence, Surveillance and Reconnaissance) και την ελαχιστοποίηση της εξάρτησης της από τις ΗΠΑ σε αυτό το κομμάτι. Χωρίς ISR τεχνολογίες, η Ευρώπη δεν έχει καμία ελπίδα ουσιαστικής αποτροπής δεδομένου ότι σε περίπτωση σύρραξης θα κληθεί να πολεμήσει τυφλή και κωφή. Κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά δυσμενές σε συμβατικό επίπεδο (το παράδειγμα της Ουκρανίας πρόσφατα είναι έντονο) και παραπάνω από καταστροφικό σε επίπεδο πυρηνικής αποτροπής. Επενδύσεις σε ISR δεν θα βρουν αντίσταση στην κοινή γνώμη γιατί είναι διπλής χρήσεως τεχνολογίες των οποίων το θετικό αντίκτυπο είναι αισθητό στην καθημερινότητα των πολιτών. Επίσης, είναι επενδύσεις που προωθούν την βιομηχανική καινοτομία και σε άλλα επίπεδα και τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη.
Σε επίπεδο στρατιωτικών ικανοτήτων, η Γαλλία θα έπρεπε να δώσει την ύψιστη προσοχή σε συμβατικά όπλα μεγάλου βεληνεκούς και υψηλής ακρίβειας για το πλήγμα νευραλγικών στόχων στο οπλοστάσιο του αντιπάλου. Είναι μία ευκαιρία για να γεφυρωθεί το ποσοτικό χάσμα με τα εξής οφέλη: η Ευρώπη, με την έμφαση σε συμβατικά όπλα, θα διαφοροποιήσει τον εαυτό της από ριψοκίνδυνες και ανεύθυνες συμπεριφορές που θεωρούν ότι η διεξαγωγή πυρηνικού πολέμου είναι ένα ενδεχόμενο για τη διασφάλιση των συμφερόντων τους. Η χρήση των πυρηνικών δεν θα είναι ποτέ η λύση όσο ‘μικρά’ και να είναι ενώ τα δόγματα που προβλέπουν χρήση πυρηνικών ως απάντηση σε συμβατικά πλήγματα είναι υπερβολικά ριψοκίνδυνα για την ανθρωπότητα και αποσταθεροποιητικά.
Η Ευρώπη, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, έχει πρωτοστατήσει στο κίνημα για την κατάργηση των πυρηνικών και είναι η ευκαιρία της να δείξει έμπρακτα ότι υποστηρίζει το πυρηνικό ταμπού -εναντίον της χρήσης πυρηνικών- με την έμφαση της σε συμβατικές επιλογές αντί για πυρηνικές. Πέρα από το ηθικό κομμάτι, η απειλή συμβατικών πληγμάτων εναντίον των Ρωσικών Κέντρων Ελέγχου, Διοίκησης και Επικοινωνιών είναι μία αξιόπιστη απειλή γιατί οι Ρώσοι θα διακινδυνέψουν την παράλυση του οπλοστασίου τους -έστω και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα- δίνοντας χρόνο στη διπλωματία.
Το εμφανές είναι ότι ένα συμβατικό πλήγμα για την παράλυση του Ρωσικού οπλοστασίου είναι προτιμότερο από ένα πυρηνικό πλήγμα εναντίον πόλεων πλήττοντας άμαχο πληθυσμό. Η έμφαση σε νέας τεχνολογίες μεγάλου βεληνεκούς πυραύλων -είτε βαλλιστικών είτε υπερηχητικών- δίνει περισσότερες επιλογές προσθέτοντας περαιτέρω κλίμακες πριν τo ενδεχόμενο χρήσης πυρηνικών.
Τέλος, η Ευρώπη πρέπει να δουλέψει στο κομμάτι που ξέρει να κάνει καλύτερα, τη διπλωματία. Δεδομένου του πόσο κοντά ήρθαμε στη χρήση πυρηνικών το Φθινόπωρο του 2022 στην Ουκρανία, η Ευρώπη πρέπει να σκεφτεί την επόμενη μέρα. Αν κάποιοι διπλωμάτες μπορούν να δημιουργήσουν μία ευρεία συμμαχία για το στιγματισμό της χρήσης των πυρηνικών αυτοί είναι οι Ευρωπαίοι. Η Ευρωπαϊκή διπλωματία πρέπει να έχει ένα σχέδιο έτοιμο σε περίπτωση που η Ρωσία προβεί σε χρήση πυρηνικών όπλων όποιος και να είναι ο λόγος, οποιοδήποτε και να είναι το πλαίσιο, ανεξάρτητα από το πόσο μικρό είναι το πυρηνικό φορτίο.
Το σχέδιο πρέπει να αφορά σε οικονομικές αλλά και σε πολιτικές κυρώσεις. Το πολιτικό κόστος από τη χρήση πυρηνικών είναι μεγάλο μέρος της αποτρεπτικής ισχύος και η βιβλιογραφία έχει αποδειχτικά στοιχεία επ’αυτού. Η Ευρώπη πρέπει να κινητοποιήσει τη διπλωματική της ‘βαριά βιομηχανία’ και να εξαργυρώσει το πολιτικό της κεφάλαιο από συνεργασίες και οικονομική βοήθεια που έχει δοθεί σε χώρες του Παγκόσμιου Νότου και μη.
Σε αυτό, σύμμαχος της αναμένεται να είναι η Κίνα που, παρόλες τις προσπάθειες της να αυξήσει τα πυρηνικά της όπλα, είναι μία χώρα με ρητορική αλλά και έμπρακτη υποστήριξη του πυρηνικού ταμπού κατά της χρήσης των πυρηνικών όπλων. Η κανονικοποίηση ή μη της χρήσης πυρηνικών όπλων είναι από τις σημαντικές διαφωνίες μεταξύ Κίνας και Ρωσίας και ένα σημαντικό ρήγμα στο συμμαχικό τους οικοδόμημα που η Ευρώπη θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί.
Όπως πάντα, λοιπόν, η λύση για μία αξιόπιστη γαλλική ή και ευρωπαϊκή πυρηνική αποτροπή βρίσκεται στη συνεργία μεταξύ στρατιωτικών και πολιτικών παραγόντων. Η Γαλλία και η Ευρώπη έχουν να δουλέψουν σκληρά σε επίπεδο στρατιωτικής ισχύος αλλά χωρίς να ξεχνούν τα ήδη σημαντικά τους πλεονεκτήματα σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο.
Το κλειδί βρίσκεται στην αναζήτηση λύσεων σε πολιτικό επίπεδο αλλά και σε νέες τεχνολογίες συμβατικών όπλων σε συνδυασμό με τον απερίφραστο στιγματισμό πυρηνικών απειλών και ριψοκίνδυνων πυρηνικών δογμάτων που θέτουν σε κίνδυνο την ανθρωπότητα. Η Ευρώπη, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, έχει το ηθικό και πολιτικό κεφάλαιο να φέρει εις πέρας ένα τέτοιο εγχείρημα και ίσως αυτό να είναι ο πολλαπλασιαστής ισχύος που ψάχνει εναγωνίως.
- Παραιτήθηκε από υφυπουργός Ανάπτυξης ο Αρίστος Δοξιάδης
- F-16, F-35, Ουκρανία και Συρία: Ο Ερντογάν άνοιξε διάπλατα την ατζέντα του στον Τραμπ
- Γάλλος ευρωβουλευτής προς ΗΠΑ: «Επιστρέψτε μας το Άγαλμα της Ελευθερίας»
- Ιστορικός θρίαμβος της Νιούκαστλ στο Carabao Cup: Λύγισε τη Λίβερπουλ και σήκωσε τίτλο μετά από 56 χρόνια!