Απόψεις | 20.11.2018 16:24

Ρητορική και πραγµατικότητα Μακρόν και Μέρκελ

Γιώργος Καπόπουλος

Ουσιαστική επαναδιαπραγµάτευση µεταξύ Γαλλίας και Γερµανίας για το µέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεν µπορεί να γίνει πριν από τις ευρωεκλογές του Μαΐου, το αποτέλεσµα των οποίων θα προσδιορίσει τις δυνατότητες και τα περιθώρια ελιγµών των δύο ηγετών.

Παρ’ όλα τα παραπάνω, Βερολίνο και Παρίσι θα συνεχίσουν τη ρητορική φυγή προς τα εµπρός, µε επόµενο βήµα µια νέα γαλλογερµανική συνθήκη που θα υπογραφεί τον Ιανουάριο για να αντικαταστήσει τη Συνθήκη των Ηλυσίων που είχαν υπογράψει οι Ντε Γκολ και Αντενάουερ  τον Ιανουάριο του 1963.

Η συνθήκη του 1963 δεν έφερε πιο κοντά τη Γαλλία και τη ∆υτική Γερµανία, καθώς η Βόννη προέταξε την ατλαντική νοµιµοφροσύνη στο ΝΑΤΟ και δεν ακολούθησε τον Ντε Γκολ στην ανταρσία του απέναντι στην Ουάσιγκτον.

Ουσιαστική γαλλογερµανικήπροσέγγιση καταγράφηκε µόνο µετά το 1974, όταν στην ηγεσία των δύο χωρών ανήλθαν ο Ζισκάρ και ο Σµιτ.

Με την αβεβαιότητα να κυριαρχεί ως προς τη δυνατότητα της Μέρκελ να παραµείνει στην καγκελαρία και µετά την αποχώρησή της από την ηγεσία της Χριστιανοδηµοκρατίας και µε τις δηµοσκοπήσεις να καταγράφουν συνεχή πτώση της δηµοφιλίας του Μακρόν, εκ των πραγµάτων η φιλοευρωπαϊκή ρητορική τους θα είναι αναντίστοιχη µε τις πραγµατικές τους δυνατότητες.

Στο παραπάνω σκηνικό, ο Μακρόν ως πρόεδρος µε υπερεξουσίες έχει πλεονέκτηµα επί της Μέρκελ, καθώς ουδείς σήµερα µπορεί να προβλέψει πόσο θα παραµείνει στην καγκελαρία, πόσο θα αντέξει ο Μεγάλος Συνασπισµός Χριστιανοδηµοκρατών-Σοσιαλδηµοκρατών και σε περίπτωση αποχώρησης του SPD αν η χώρα θα βαδίσει σε πρόωρες εκλογές ή θα υπάρξει µονοκοµµατική κυβέρνηση µειοψηφίας της CDU-CSU.

Η µεγάλη ευκαιρία εµβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης χάθηκε πριν από δέκα χρόνια, την επαύριον της έναρξης της παγκόσµιας χρηµατοπιστωτικής κρίσης, όταν τότε ο πρώτος Μεγάλος Συνασπισµός στο Βερολίνο την είδε ως κίνδυνο..

Άνγκελα Μέρκελ