Απόψεις|17.11.2019 14:22

Ελλάδα, Αλβανία, Βόρεια Μακεδονία

Έθνος Γνώμη

Είναι τόπος, και είναι στη ρητορική όλων των κομμάτων, ότι για την πρόοδο και την ανάπτυξη, αναγκαία, συχνά άρρητη ως αυτονόητη, προϋπόθεση είναι να επικρατεί ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή.

Ωστόσο η ειρήνη έρχεται και εμπεδώνεται μέσα από τη συνεργασία και τη συνεχή σύσφιξη των σχέσεων των χωρών, κυρίως εμπορικών, οικονομικών, πολιτιστικών, και την ένταξη σε ευρύτερους συνασπισμούς που λειτουργούν με κοινούς κανόνες.

Όταν λοιπόν ο Μακρόν έθεσε θέμα για Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία, να μην αρχίσουν δηλαδή διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ενωση -ειρήσθω εν παρόδω, αυτές οι διαπραγματεύσεις μπορεί να κρατήσουν και 50 χρόνια, άρα εν πολλοίς είναι και ένα «φύλλο συκής», ένα «κλείσιμο του ματιού», «μια κάποια λύσις» κατά Καβάφη-, η ελληνική κυβέρνηση όφειλε άμεσα να αναλάβει πρωτοβουλίες.

Έτσι ώστε να δώσει το σήμα στους δύο γειτονικούς λαούς ότι η Ελλάδα είναι μαζί τους στην πορεία τους προς την Ευρωπαϊκή Ενωση. Εννοείται πάντοτε υπενθυμίζοντας ότι αυτό συνεπάγεται δεσμεύσεις από τις δύο χώρες, που αφορούν είτε τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία, είτε την πιστή εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών και την αποφυγή εκδηλώσεων «μακεδονισμού» από τα Σκόπια.

Η συνάντηση Μητσοτάκη - Ζάεφ στο «Thessaloniki Summit» είναι μια καθυστερημένη αρχή. Υπάρχει πολύ έδαφος που πρέπει να καλυφθεί. Η ελληνική διπλωματία δεν πρέπει να αφήσει αυτό το έδαφος ακάλυπτο, επειδή η Τουρκία ελλοχεύει. «Κάλλιον του θεραπεύειν το προλαµβάνειν». Το ρητό του Ιπποκράτη ισχύει και για τη διπλωματία.

Βόρεια ΜακεδονίαΑλβανία