Κορονοϊός: Οι Ελληνες μπέρδεψαν την καραντίνα με τον Δεκαπενταύγουστο
Νίκος ΤζιανίδηςΚρατιέται ο Ελληνας δέσμιος αποφάσεων και προτροπών; Δεν κρατιέται! Πειθαρχεί ο Ελληνας σε συμβουλές και υποδείξεις; Δεν πειθαρχεί! Κι αν κάνει πως ακούει, ο Ελληνας, έχει τη δική του φωνή, που του μιλάει όσο μιλούν οι άλλοι και καθοδηγούν, και του λέει κείνα που θέλει να ακούσει: «Μην ακούς, εσύ αύριο θα φορτώσεις το αυτοκίνητο, θα βάλεις τη γριά πίσω πλάι στο παιδί και το σκυλί, θα πάρεις και δυο τρία cd του Ρέμου για να μην ακούς τη γκρίνια της γυναίκας κι έφυγες!».
Ποιο σπίτι και ποιος κορονοϊός; Φύγαμε για το χωριό!
Και οι ουρές των αυτοκινήτων στα διόδια θύμιζαν έξοδο 15αύγουστου, ξεχείλιζαν ωχαδερφισμό και ακηδία (τι όμορφη λέξη που περικλείει σωρεία ελαττωμάτων του ελληνικού γονιδίου όπως: αδιαφορία, αμέλεια, αμεριμνησία).
Το αλήστου μνήμης έτος 1967 οι δήθεν εθνοσωτήρες συνταγματάρχες έβαλαν τις προκηρυχθείσες για τις 29 Μαΐου εκλογές στο γύψο. Τον Ελληνα δεν τον έβαλαν ποτέ! Λίγες ημέρες πριν από την ορισθείσα ημερομηνία των εκλογών κάποιοι αντιφρονούντες, κάποιοι αντιστασιακοί, κάποιοι που διέβλεπαν τον γκρεμό που ανοιγόταν μπροστά στη χώρα μας, ήρθαν σε επαφή, μίλησαν και πρότειναν την Κυριακή, που αν δεν υπήρχε η δράκα του Παπαδόπουλου, ο κόσμος θα ασκούσε το εκλογικό του δικαίωμα, να μείνουν όλοι στο σπίτι. Να μην κυκλοφορεί κανείς στους δρόμους της Αθήνας, για να καταλάβουν οι συνταγματάρχες ότι «καταλάβαμε»… Την ανοιξιάτικη μέρα στις 29 του Μάη, όλη η Αθήνα βρέθηκε στους δρόμους και στις εξοχές! «Ωχ αδερφέ εγώ θα κάνω αντίσταση;»…
Κι αν τότε το άλλοθι ήταν πως το μοναδικό μέσο μαζικής επικοινωνίας ήταν το ραδιόφωνο, που είχε παραδοθεί στα χέρια των δικτατόρων, τώρα; Τώρα, που η ενημέρωση κι η επικοινωνία είναι παιχνίδι στα χέρια παιδιών προσχολικής ηλικίας, ποιο το άλλοθι;
Τώρα, που στην Ιταλία δεν φθάνουν ούτε όλες οι όπερες του Βέρντι για να σκεπάσουν το θρήνο για τους χιλιάδες νεκρούς, εμείς ταξιδεύουμε ακούγοντας «χέρια ψηλά κι όλα τα φτάνω». Γιατί έτσι έχουμε μάθει: να πιστεύουμε ότι όλα τα γνωρίζουμε κι όλα τα φτάνουμε σαν σηκώσουμε τα χέρια ψηλά είτε για να προσευχηθούμε, ή για να μουτζώσουμε, ή για να πιαστούμε από τα δανεικά της μάνας για να επιπλεύσουμε από τα θλιβερά ναυάγια. Φορτωμένοι σούβλες και μπαγκάζια αχρείαστα, και φθηνά αστεία για τον κορονοϊό και θεωρίες συνωμοσίας και δήθεν αυτοσαρκασμό, ταξιδεύουμε μακριά από τις πόλεις με βαπόρια κι αυτοκίνητα, δίχως στοχασμό και σύνεση για το κακό που (μπορεί να) μεταφέρουμε.
Και στα διόδια της ζωής μας συνωστίζονται πλάι μας η αδιαφορία και ο συβαριτισμός. Κι όσο ο κορονοϊός δεν μας χτυπάει την πόρτα τόσο θα την κρατάμε ανοιχτή στις μπόρες…
Γιατί, κακά τα ψέματα, αύριο αν ο Μητσοτάκης επιβάλει απαγόρευση της κυκλοφορίας, θα πειθαρχήσουμε. Γιατί έτσι έχουμε μάθει: να απαξιώνουμε τη δημοκρατία και τις συμβουλές των ιθυνόντων, αλλά να σεβόμαστε ( από τρόμο για να μην γκρεμιστεί ο μικρόκοσμός μας) τους δρακόντειους νόμους. Και είναι κρίμα για μια όμορφη και παράξενη πατρίδα σαν τη δική μας να έχει κατοίκους που για αυτούς από τη μια να καυχιέσαι: «Τέτοιους βγάζει το έθνος μας!» κι την επόμενη στιγμή να ντρέπεσαι: «Με τέτοιους που βγάζει το έθνος μας…»!
- Η Μέρκελ... επιστρέφει με τα απομνημονεύματά της - Αναφορές και στην Ελλάδα του 2015
- Ρεύμα: Έρχεται νέος φόρος για τις επιδοτήσεις του χειμώνα - Δίχτυ προστασίας και στις επιχειρήσεις
- Φαρμακονήσι: Εντοπίστηκαν 19 μετανάστες - Αναζητείται ένα άτομο στη θάλασσα
- Το τελευταίο «αντίο» στον Δημήτρη Σούρα - Πλήθος κόσμου στην κηδεία του ψυχιάτρου