Απόψεις|31.03.2020 12:41

H πανδημία, ο Ερντογάν και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις

Newsroom

* Του Γεράσιμου Καραμπελιά

Οι πανδημίες είναι από τη φύση τους φαινόμενα που εγείρουν πολλά και μερικές φορές βίαια συναισθήματα σε αυτούς που είτε βιώνουν την ίδια την ίωση/νόσο ή ζουν σε συνθήκες πιθανής προσβολής από αυτήν. Το γεγονός ότι οι πανδημίες εξαπλώνονται με πολύ γρήγορους ρυθμούς, σχεδόν ανεξέλεγκτα, σε μια μεγάλη περιοχή, τότε αυτή η απειλή θανάτου προς το σύνολο του πληθυσμού ή ένα μεγάλο μέρος αυτού είναι φυσικό να γεννά έντονα συναισθήματα μαζικής αντίδρασης προς τους εκάστοτε ιθύνοντες. Και μπορεί σε παλαιότερες εποχές η πολιτεία να απέδιδε την πανδημία σε «δυνάμεις του σκότους» και να συγκρατούσε με περισσή επιτυχία τον θυμό των πολιτών μέσω των διαφόρων θρησκευτικών δογμάτων, αυτή όμως η πρακτική φαντάζει μάλλον αναποτελεσματική σε καιρούς ολοκληρωτικής αποδοχής της επιστημονικής γνώσης.

Η εξάρτηση, λοιπόν, των μελών της εκτελεστικής εξουσίας από τις συμβουλές των ειδικών φαντάζει μονόδρομος όχι μόνο για το γενικότερο καλό αλλά και για την αποφυγή της μήνιδος των λαϊκών στρωμάτων κατά τη διάρκεια ή και μετά την έξοδο από την πανδημία. Στην εξ Ανατολών γειτονική μας χώρα, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για εβδομάδες προσπαθούσε να πείσει, κυρίως τον λαό του, ότι η χώρα δεν έχει κανένα πρόβλημα με τη νέα πανδημία COVID-19 που είχε «χτυπήσει την πόρτα» του υπόλοιπου κόσμου.

Η Τουρκία παρουσιαζόταν ως το κράτος-υπόδειγμα στο θέμα αυτό και οι πολίτες της κάτι αντίστοιχο. Ηταν τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (Συρία, Λιβύη, ενεργειακές πηγές στην Κύπρο, Ελλάδα - ΕΕ και Μεταναστευτικό) που έδειχναν να απασχολούν τη σκέψη και τις αποφάσεις τόσο του «σουλτάνου» όσο και του «οντά» των επιτελών του. Επειδή όμως η πανδημία δεν κάνει διακρίσεις, το κλείσιμο των συνόρων με Ελλάδα και Βουλγαρία και η ανακοίνωση των πρώτων νεκρών από τον ιό COVID-19 μας επιτρέπουν να συμπεράνουμε ότι και οι Τούρκοι ιθύνοντες εξαναγκάστηκαν να στρέψουν την προσοχή τους σε αυτήν.

Λαμβάνοντας υπόψη την οικτρή κατάσταση του υγειονομικού συστήματος, τις επικρατούσες συνθήκες υγιεινής στον πληθυσμό, τον συνωστισμό που διακρίνει τα αστικά της κέντρα αλλά και την κουλτούρα της συμβίωσης της πατριαρχικής οικογένειας σε λίγα τετραγωνικά μέτρα, η Τουρκία φαντάζει «ατομική βόμβα». Το γεγονός ότι ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της είναι νεαρής ηλικίας είναι ίσως η μόνη παρήγορη νότα. Ομως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το καθεστώς Ερντογάν, πέρα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στο εσωτερικό της, όπως αυξανόμενος πληθωρισμός και ανεργία, το χρόνιο κουρδικό ζήτημα κ.λπ., έχει από το καλοκαίρι του 2016 αποδυθεί σε αγώνα «εξόντωσης» όλων των κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών και στρατογραφειοκρατικών ομάδων που συνδέονται είτε με τον θρησκευτικό ηγέτη Φετουλάχ Γκιουλέν ή με το φιλοδυτικό, κεμαλικό στρατόπεδο. Ταυτόχρονα, η απομάκρυνση δυναμικών παραγόντων του AKP, όπως του Αχμέτ Νταβούτογλου και του Αμπντουλάχ Γκιουλ, έχει αυξήσει επικίνδυνα τον αριθμό των πολιτικών δυνάμεων που είναι διατεθειμένες να βρεθούν δυναμικά απέναντι στον Τούρκο πρόεδρο με την πρώτη λάθος κίνηση που θα κάνει.

Και η διαχείριση της πανδημίας του COVID-19 φαντάζει ως τέτοια. Διότι μπορεί κάποιοι να αποδίδουν προσωρινά την παρουσία του COVID-19 στους προσκυνητές από τη Μέκκα ή στους επιστρέφοντες από την Ευρώπη, αλλά μάλλον σε άλλους θα ξεσπάσει ο θυμός από την επικείμενη κατάρρευση της μεσαίας τάξης λόγω του σφραγίσματος των καταστημάτων, τα μηδενικά έσοδα από τον τουρισμό, την απουσία σοβαρής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, την οικονομική αιμορραγία από τις στρατιωτικές «περιπέτειες» σε Συρία και Λιβύη αλλά και την πενιχρή οικονομική τους στήριξη από το κράτος.

Επειδή όμως ο Τούρκος πρόεδρος και οι σύντροφοί του έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα ανθεκτικοί, είναι πολύ πιθανό η Ελλάδα και η Κύπρος να αποτελέσουν και πάλι τον κρίσιμο παράγοντα για την επιβίωσή τους. Και αυτό σημαίνει ότι ο βαθμός έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μάλλον θα διατηρηθεί σε υψηλό επίπεδο τους επόμενους μήνες.

Γράφει ο Γεράσιμος Καραμπελιάς, Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου

ΚορονοϊόςΡετζέπ Ταγίπ Ερντογάν