Για την Παγκόσμια Ημέρα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Τρεις γυναίκες που μπορεί να μην γνωρίζουμε, αλλά μας έδωσαν την κληρονομιά τους
🕛 χρόνος ανάγνωσης: 12 λεπτά ┋
Συχνά, οι λεγόμενες Παγκόσμιες Ημέρες έχουν έναν τυπικό επετειακό χαρακτήρα για όσα κανονικά είναι ζητούμενο μιας ζωντανής διεκδίκησης της κάθε μέρας – η ισότητα, τα δικαιώματα, η εξάλειψη της φτώχειας, το νερό, ο σεβασμός στο περιβάλλον και τα ζώα. Ακόμα κι έτσι, όμως, αυτές οι μέρες δεν παύουν να αποτελούν μια ευκαιρία για να ανατρέξουμε ξανά στους αγώνες για εκείνα που κάποτε δεν ήταν αυτονόητα. Και ίσως έτσι να κατανοούμε καλύτερα πόσο εύθραυστα είναι ακόμα και σήμερα.
Μια μικρή αναδρομή
Τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν μια πολύπλοκη νομική, πολιτική και φιλοσοφική ιστορία. Ο διάλογος για την ουσία και τη διασφάλισή τους είναι ζωντανός και πλούσιος μέχρι σήμερα. Η κατοχύρωσή τους ως οικουμενικά προστατευόμενων δικαιωμάτων είναι πολύ πρόσφατη. Το 1948, μετά τη θηριωδία των ναζιστικών εγκλημάτων, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε την Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Ένα κείμενο 30 Άρθρων που αποτέλεσε τη βάση για τo Διεθνές Δίκαιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Μόλις 73 χρόνια πριν, λοιπόν, διατυπώθηκαν για πρώτη φορά με τρόπο συντεταγμένο τα βασικά δικαιώματα στη ζωή, την ελευθερία, την αξιοπρέπεια και την ισότητα, που πρέπει να απολαμβάνουν όλοι οι άνθρωποι.
«Κάθε άνθρωπος δικαιούται όλα τα δικαιώματα και όλες τις ελευθερίες που ορίζει η Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, χωρίς καμία απολύτως διάκριση, ειδικότερα ως προς τη φυλή, το χρώμα, το φύλο, τη γλώσσα, τις θρησκείες, τις πολιτικές ή οποιεσδήποτε άλλες πεποιθήσεις, την εθνική ή κοινωνική καταγωγή, την περιουσία, τη γέννηση ή οποιαδήποτε άλλη κατάσταση», αναφέρει το Άρθρο 2.
Παρά την τεράστια ηθική, πρακτική και πολιτική σημασία που είχε η συγκεκριμένη Διακήρυξη και οι μεταγενέστερες δεσμευτικότερες Συνθήκες που την ακολούθησαν, είναι κοινή εμπειρία ότι η ουσιαστική προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παραμένει μια ανοικτή και διαρκής πρόκληση.
Ο ρόλος των γυναικών στη διεκδίκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Μέσα στην πλούσια ιστορία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μια ειδική θέση ανήκει στις γυναίκες που αγωνίστηκαν για την κατάκτησή τους, σε εποχές όπου το φύλο τους σήμαινε την κατάταξή τους σε μια θέση «υπολειπόμενων ανθρώπων».
Πριν ακόμα ο φεμινισμός αναδειχθεί σε διακριτό πολιτικό και κοινωνικό ρεύμα αγώνων, εκείνες αναγνώρισαν την ανάγκη να υπερασπιστούν «τα γυναικεία δικαιώματα ως ανθρώπινα δικαιώματα», αναδεικνύοντας ότι οικουμενικότητα σημαίνει πολλαπλότητα, όπως λέει η Ελένη Βαρίκα [1].
Η «γενεαλογία» αυτών των γυναικών είναι τεράστια. Η δημόσια ιστορία, τα αγάλματα, τα μνημεία και οι επίσημες αφηγήσεις, σε πολλές περιπτώσεις δεν τις έχουν συμπεριλάβει. Κι έτσι, η παρακαταθήκη τους έχει μείνει για πολύ καιρό στη σκιά. Καθώς ο διάλογος για την αποκατάσταση της συμβολής των «αόρατων» της ιστορίας ανοίγει ολοένα και μεγαλύτερους δρόμους στις κοινωνίες μας, αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε πιο καθαρά πόσα τους χρωστάμε. Για αυτό τις τιμούμε και τις ευχαριστούμε.
Ολύμπ ντε Γκουζ: Διακήρυξη των Δικαιωμάτων της Γυναίκας και της Πολίτιδος
Η Ολύμπ ντε Γκουζ αποτελεί μια από τις εμβληματικότερες μορφές του φεμινισμού, σε μια εποχή που αυτή η λέξη και όλα όσα σηματοδοτεί δεν είχαν καν αρθρωθεί. Γεννημένη το 1748, η ντε Γκουζ είχε αστική καταγωγή. Με τη βοήθεια της μητέρας της, κατόρθωσε να λάβει μόρφωση σε νεαρή ηλικία, μολονότι τα κορίτσια αποκλείονταν τότε από την επίσημη εκπαίδευση.
Ζώντας στην εποχή του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, η ντε Γκουζ υπερασπίστηκε με πάθος τις αξίες της ελευθερίας και της ισότητας. Όχι, όμως, με τον τρόπο που θα ήταν αποδεκτός από τους ηγέτες εκείνης της Επανάστασης.
Η Διακήρυξη της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας και λίγο αργότερα η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, θεωρούνται τα θεμέλια της σύγχρονης ιστορίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ωστόσο, στα ριζοσπαστικά αυτά κείμενα εκείνης της εποχής, τα δικαιώματα στην ελευθερία, την αυτοδιάθεση και την ισότητα δεν ορίζονταν ως καθολικά. Οι γυναίκες, οι σκλάβοι, οι ξένοι και τα παιδιά, μεταξύ άλλων, δεν είχαν πρόσβαση σε αυτά.
Αντιδρώντας σε αυτόν τον αποκλεισμό, η ντε Γκουζ συνέταξε την περίφημη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων της Γυναίκας και της Πολίτιδος, το 1791.
Διεκδίκησε να μετάσχουν οι γυναίκες στην Εθνοσυνέλευση, από την οποία ήταν αποκλεισμένες, υποστηρίζοντας ότι η περιφρόνηση των δικαιωμάτων των γυναικών είναι αιτία «δημόσιας δυστυχίας».
Έκανε λόγο για τα «φυσικά, αναφαίρετα και ιερά δικαιώματα των γυναικών» και διατύπωσε την αδιανόητη για την εποχή θέση ότι «η γυναίκα γεννιέται ελεύθερη και παραμένει ίση με τον άνδρα όσον αφορά τα δικαιώματά της». Ωστόσο, η ντε Γκουζ δεν αγωνίστηκε μόνο για τα δικαιώματα των γυναικών. Αντιτάχθηκε στη δουλεία, στο εμπόριο των σκλάβων από τις γαλλικές αποικίες και στη θανατική ποινή, ενώ μέσα από τα κείμενα και τα πολιτικά φυλλάδιά της πρότεινε σχέδια φορολόγησης που θα επέτρεπαν την πιο δίκαιη κατανομή του πλούτου.
Δύο χρόνια μετά την πρωτοπόρα της Διακήρυξη για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και της Πολίτιδος, το 1793, η ντε Γκουζ εκτελέστηκε στην γκιλοτίνα, κατηγορούμενη ως ταραξίας από την Επαναστατική Κυβέρνηση.
Σότζερνερ Τρουθ: «Δεν είμαι γυναίκα εγώ;»
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, εξήντα χρόνια αργότερα, το 1851, η Σότζερνερ Τρουθ εκφώνησε στο Συνέδριο για τα Δικαιώματα των Γυναικών, στο Οχάιο, τη συγκλονιστική ομιλία της «Δεν είμαι γυναίκα εγώ;»
Σε αυτή την ηλεκτρισμένη ομιλία, η Τρουθ έθετε για πρώτη φορά δημόσια το πρόβλημα της διατομής της καταπίεσης του φύλου και της φυλής. Με άλλα λόγια, για πρώτη φορά μια μαύρη γυναίκα –στην εποχή της θεσμοθετημένης δουλείας στις ΗΠΑ– έπαιρνε τον λόγο για να διεκδικήσει το μερίδιο όλων των γυναικών σε δικαιώματα, ανεξαρτήτως χρώματος.
Καταδικασμένη από τη γέννησή της να ζει σε καθεστώς δουλείας, η Τρουθ πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής της σε μια φυτεία, στη Νέα Υόρκη, υπό την εξουσία ενός Ολλανδο-Αμερικανού συνταγματάρχη. Στα 30 της χρόνια και αφότου ο ιδιοκτήτης της φυτείας αρνήθηκε να την απελευθερώσει, εκείνη κατάφερε να αποδράσει.
Το θέμα του Συνεδρίου στο οποίο εκφώνησε η Τρουθ τον λόγο της ήταν η διεκδίκηση πολιτικών δικαιωμάτων για τις γυναίκες, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ψήφου. Διάχυτο εκείνη την εποχή ήταν το επιχείρημα ότι οι γυναίκες είναι πολύ αδύναμες και ευαίσθητες για να αναλάβουν πολιτικά δικαιώματα.
Υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές για τον λόγο που εκφώνησε η Τρουθ σε εκείνο το Συνέδριο. Σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη, η Τρουθ είπε:
«Κοιτάξτε το χέρι μου! Έχω οργώσει και φυτέψει και στοιβάξει σε αχυρώνες, και κανένας άντρας δεν μπορούσε να με ξεπεράσει! Και δεν είμαι γυναίκα εγώ; Μπορούσα να δουλέψω και να φάω –όταν έβρισκα φαγητό– όσο και ένας άνδρας, και να αντέξω επίσης το μαστίγιο! Και δεν είμαι γυναίκα εγώ; Έχω γεννήσει δεκατρία παιδιά, και είδα τα περισσότερα από αυτά να πωλούνται στη σκλαβιά, και όταν ούρλιαζα με τη μητρική μου θλίψη, κανένας άλλος εκτός από τον Ιησού δεν με άκουσε! Kαι δεν είμαι γυναίκα εγώ;»
Κι έτσι, τα λόγια της έγιναν ο πρώτος σπόρος για αυτό που σήμερα τροφοδοτεί μια από τις πιο κρίσιμες συζητήσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ισότητας. Την αναγνώριση ότι η καταπίεση δεν έχει μόνο ένα πρόσωπο: ο σεξισμός και ο ρατσισμός αποτελούν δύο μορφές βίας που διαχρονικά αλληλοδιαπλέκονται.
Μετά την ψήφιση του νόμου της Νέας Υόρκης κατά της δουλείας, η Τρουθ κατέθεσε αγωγή εναντίον του ιδιοκτήτη της φυτείας που πούλησε ένα από τα παιδιά της, τον πεντάχρονο γιο της. Πήρε την επιμέλεια του γιου της και έγινε η πρώτη μαύρη γυναίκα που κέρδισε μια τέτοια υπόθεση σε δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών.
Πόλι Μάρεϊ: Μια πρωτεργάτρια ενάντια στις πολλαπλές μορφές διακρίσεων
Ένα ισχυρό παράδοξο συνοδεύει κάθε αναφορά στην Πόλι Μάρεϊ. Το έργο και η δράση της υπήρξαν τόσο ριζοσπαστικά που διέβλεπαν τις ρωγμές στα συστήματα καταπίεσης της εποχής της, πολύ πριν αυτά καταπέσουν. Κι όμως η παρακαταθήκη της δεν αναγνωρίστηκε στις επίσημες ιστορικές καταγραφές, παρά μόλις τα τελευταία χρόνια.
Γεννημένη το 1910, στον Νότο της Αμερικής με τον σκληρό φυλετικό διαχωρισμό και τον διωγμό του μαύρου πληθυσμού από την Κου Κλουξ Κλαν, η Μάρεϊ υπήρξε μια ακούραστη μαχήτρια υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σε όλες τους τις μορφές.
Γυναίκα, μαύρη και ομοφυλόφιλη, αρνήθηκε να σηκωθεί από τη θέση της στο λεωφορείο και να μετακινηθεί στον ξεχωριστό χώρο για τους μαύρους επιβάτες, 15 χρόνια πριν από τη Ρόζα Πάρκς. Συνελήφθη και επιχείρησε να προσβάλει δικαστικά τον συγκεκριμένο νόμο για τις δημόσιες συγκοινωνίες, όμως η υπόθεσή της απορρίφθηκε.
Ήδη από τη δεκαετία του 1940, στρατεύτηκε στο κίνημα ενάντια στις φυλετικές διακρίσεις, συμμετέχοντας σε ακτιβισμούς για την αμφισβήτηση του φυλετικού διαχωρισμού σε δημόσιους χώρους, καφέ και εστιατόρια. Πάλεψε να γίνει δεκτή στο Πανεπιστήμιο, όταν την απέρριπταν ρητά λόγω της φυλής της.
Τελικά καταφέρνει να εισαχθεί στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Howard. «Tα πρώτα δύο χρόνια, ήμουν η μόνη γυναίκα στη Νομική. Δεν με άφηναν καν να μιλήσω. Σήκωνα το χέρι μου, αλλά κανείς δεν μου έδινε σημασία», ανέφερε η ίδια, σε μια από τις καταγραφές της.
Επέλεξε για την πτυχιακή της εργασία να πραγματευτεί το θέμα της αντισυνταγματικότητας των φυλετικών διαχωρισμών, αμφισβητώντας στη ρίζα του το δόγμα για «ξεχωριστές αλλά ισότιμες» εγκαταστάσεις για μαύρους και λευκούς.
Όταν υποστήριξε μπροστά στον Καθηγητή της Σπότσγουντ Ρόμπινσον ότι θα πρέπει να αμφισβητηθεί η συνταγματικότητα αυτού του δόγματος εκ βάθρων και ότι οι ρατσιστικοί νόμοι Τζιμ Κρόου θα καταρριφθούν στα επόμενα 25 χρόνια, εκείνος γέλασε και δέχτηκε το στοίχημα δέκα δολαρίων που εκείνη πρότεινε.
Δέκα χρόνια μετά, το 1954, ο Καθηγητής Ρόμπινσον συμμετείχε –μαζί με τον θρυλικό Θέργκουντ Μάρσαλ– στη νομική ομάδα που κατέθεσε μια ιστορική προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο: την προσφυγή «Μπράουν εναντίον Συμβουλίου της Εκπαίδευσης», που οδήγησε στην κατάργηση του φυλετικού διαχωρισμού στα σχολεία και άνοιξε τον δρόμο για την πλήρη κατάργηση των ρατσιστικών νόμων Τζιμ Κρόου.
Μολονότι το όνομα της Μάρεϊ δεν αναφέρθηκε πουθενά, ο ίδιος ο Ρόμπινσον τής είπε αργότερα, όπως αφηγείται η ίδια, ότι η εργασία της παρείχε πολύτιμο υλικό για την προετοιμασία της υπόθεσης.
Tη δεκαετία του 1960, η Μάρεϊ γίνεται ιδρυτικό μέλος της Εθνικής Οργάνωσης για τις Γυναίκες (NOW), σφραγίζοντας με το έργο της τις διεκδικήσεις για τη συνταγματική κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών. Όταν η Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ καταθέτει την περίφημη προσφυγή για την επέκταση της ρήτρας ισότιμης προστασίας στις γυναίκες, στο Ανώτατο Δικαστήριο, το 1971, προσθέτει το όνομα της Μάρεϊ στις συν-συγγραφείς. «Δεν εφηύραμε κάτι καινούργιο. Λέγαμε τα ίδια πράγματα που είχε πει η Πόλι, χρόνια πριν, σε μια εποχή που η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη να ακούσει», είπε αργότερα η Γκίνσμπεργκ. Σήμερα, η νομική σκέψη της Μάρεϊ εξακολουθεί να αποτελεί τη βάση για αγώνες που αφορούν την άρση των διακρίσεων σε συνταγματικό επίπεδο, μεταξύ των οποίων και οι διακρίσεις εις βάρος των ΛΟΑΤ+ πολιτών.
Όλα αυτά τα άγνωστα στοιχεία –και πολλά ακόμη– για την καθοριστική συνεισφορά της Μάρεϊ στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων περιλαμβάνονται στο εξαιρετικό ντοκιμαντέρ των Μπέτσι Γουέστ και Τζούλι Κόεν [2], που φέρνει στο φως σημαντικές πτυχές του έργου της.
O τίτλος του παρόντος άρθρου παραφράζει μια πρόταση που συνοδεύει το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ: «μπορεί να μην γνωρίζεις το όνομα, αλλά ζεις μέσα στην κληρονομιά της Πόλι». Ήταν κι εκείνη μία από τις εμβληματικές φιγούρες, τις οποίες η ιστορία μπορεί να παραγνώρισε, αλλά οι ίδιες άδραξαν κάθε ευκαιρία για να τη διαμορφώσουν.
Σημειώσεις
[1] Ελένη Βαρίκα, Με διαφορετικό πρόσωπο: Φύλο, διαφορά και οικουμενικότητα, Kατάρτι, Αθήνα 2005, σ. 19.
[2] To ντοκιμαντέρ έχει τον τίτλο “My Name is Pauli Murray” (2021), σε σκηνοθεσία Betsie West και Julie Cohen.
«Χειμωνιάτικο» Σαββατοκύριακο με καταιγίδες, μποφόρ και πτώση της θερμοκρασίας - Προβλήματα λόγω ανέμων
Νέες αποκαλύψεις για την Ειρήνη Μουρτζούκου - Υποδυόταν τη μητέρα του Παναγιωτάκη σε δημοσιογράφο
Πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ παιδί προσβάλλεται από γρίπη των πτηνών
Είναι το «Labour» της Paris Paloma το φεμινιστικό anthem της Gen Z;
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr