Η μεγαλύτερη απόβαση μετά τη Νορμανδία: πάνω από 20.000 «εισβολείς» στην Ιταλία – Η Οδύσσεια των κατατρεγμένων!
🕛 χρόνος ανάγνωσης: 9 λεπτά ┋

Είχαν περάσει 47 χρόνια από την Απόβαση στη Νορμανδία. Ολόκληρη η Ευρώπη- ή σχεδόν ολόκληρη- απολάμβανε τις ήσυχες μέρες του Αυγούστου. Στην γειτονική Αλβανία, όμως, οι μέρες δεν συμπορεύονταν με την καλοκαιρινή ραστώνη που χάιδευε τον νότο της Ευρώπης…
Το κομμουνιστικό καθεστώς των Τιράνων είχε ακολουθήσει τη μοίρα των υπολοίπων κομμουνιστικών καθεστώτων της Ευρώπης: είχε γκρεμιστεί αφήνοντας πίσω του ερείπια, πείνα και ορίζοντα ομιχλώδη. Οι Αλβανοί αναζητούσαν χαραμάδες μέσα από το σκοτεινό παρόν τους για να αναζητήσουν το μέλλον. Κοινωνικές και πολιτικές καταιγίδες έφεραν (περισσότερη) ανέχεια και πείνα, ελλείψεις βασικών αγαθών, ανεργία και θανάσιμη αβεβαιότητα.
Και ξαφνικά το τότε πιο σύντομο ανέκδοτο: «αλβανός τουρίστας» έγινε η πιο σκληρή πραγματικότητα: «αλβανός μετανάστης»!Κι’ όταν η μια πλευρά ανοίγει τα σύνορα η άλλη- όχι σπάνια- τα κρατά κλειστά… Εκατοντάδες Αλβανοί ακολουθούσαν ο ένας τον άλλον σαν τις κάμπιες της άνοιξης στα μονοπάτια της Βορείου Ηπείρου που οδηγούσαν στα ελεύθερα χώματα της Ελλάδας. Άλλοι κατέφευγαν στις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, που κι εκεί ακούγονταν οι κεραυνοί από την μπόρα που θα ξεσπούσε… Πολλοί είχαν εισβάλλει στην πρεσβεία της Γερμανίας, της Τσεχοσλοβακίας και άλλοί είχαν πάρει «εισιτήριο» για τις χώρες που θα τους επέτρεπαν να χορτάσουν- τουλάχιστον- την πείνα τους.
Ήταν ένα μικρό καράβι...
Και ένα βράδυ του Αυγούστου- ποιος είχε πει ότι τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις;- ένα μικρό καράβι που είχε το όνομα «Vlora» που στα αλβανικά σημαίνει «Αυλώνα», βρισκόταν στο λιμάνι του Δυρραχίου· μόλις είχε γυρίσει από την Κούβα φορτωμένο ζάχαρη, είχε κάνει «κράτει» τις μηχανές κι’ είχε δέσει κάβους στις μπίντες του λιμανιού περιμένοντας να ξεφορτώσει…
Εκείνες τις μέρες, χιλιάδες, κυνηγημένοι από τη μοίρα τους, Αλβανοί είχαν συνωστιστεί (ιστορικός όρος για τους μικρασιάτες πρόσφυγες...) στα λιμάνια αναζητώντας καράβια που θα τους οδηγούσαν στις στεριές της επαγγελίας… Έτσι και στο Δυρράχιο.
Το σχεδόν σαπιοκάραβο «Vlora» φάνταζε για τους απελπισμένους Αλβανούς το πλοίο της σωτηρίας που θα τους ταξίδευε σε κόσμους ονειρικούς… Δεν ήταν έτσι!
Δίχως να τους εμποδίσει κάποιος (και ποιος θα μπορούσε;), χιλιάδες από εκείνους τους απελπισμένους ξεχύθηκαν στο «Vlora» με κάθε τρόπο: άλλοι ανέβηκαν από τις σκάλες του καραβιού, άλλοι από ανεμόσκαλες, οι πιο ευλύγιστοι σκαρφάλωσαν από τους κάβους, ο ένας τραβούσε τον άλλον από τα μπράτσα μέσα από τα λερά νερά του λιμανιού! Οι ώμοι τους πλωτές διώρυγες πέρασμα ακρωτηριασμένων…
Κρέμονταν σαν τα σταφύλια
Και σε λίγην ώρα 20.000 Αλβανοί- και δεν είναι υπερβολή ο αριθμός- είχαν ντύσει το πλοίο με ένα ανθρώπινο σμάρι σαν εκείνα στα άγρια μελίσσια πάνω στα δένδρα! Κάποιοι κρέμονταν από τις μπίγες (τους φορτωτήρες) σαν τα σταφύλια, άλλοι είχαν στριμωχτεί στις σκάλες και οι πιο πολλοί- όπως ήταν το πιο φυσικό- είχαν απλωθεί στα καταστρώματα και στ’ αμπάρια, που είχε απομείνει το φορτίο της ζάχαρης. Ο καπετάνιος του καραβιού αδυνατούσε να πάρει απόφαση: να φύγει ή να παραμείνει στο λιμάνι; Κάποιοι τον απείλησαν με μαχαίρια και πιστόλια για να σηκώσει άγκυρες. Κι εκεί πάνω στον πανικό του, ο καπετάνιος (Halim Milaqi τον έλεγαν), με τον κίνδυνο να πάρουν το πλοίο αδαείς και να ανοιχτούν στη θάλασσα, έδωσε εντολή να μπουν μπροστά οι μηχανές και γύρισε την πλώρη του προς την Ιταλία.
Ταξιδεύοντας μόνο με τη βοηθητική μηχανή και χωρίς ραντάρ, αφού κι εκεί πάνω βρίσκονταν επιβάτες, και με υπερβολικό βάρος, το πλοίο έπλεε χαλαρά προς την απέναντι ακτή. Στη διάρκεια του ταξιδιού αχρηστεύτηκαν οι σωλήνες ψύξης αφού οι επιβάτες τούς άνοιξαν προσπαθώντας να δροσιστούν· ο καπετάνιος έδωσε εντολή να ψύχεται η μηχανή με θαλασσινό νερό για να μη λιώσουν τα έμβολα του κινητήρα. Η μπουνάτσα, σύμμαχος των επιβατών, έφερε το καράβι δίχως άλλα προβλήματα στις ιταλικές ακτές τις πρώτες πρωινές ώρες της 8ης Αυγούστου.
Πλησιάζοντας το λιμάνι του Μπρίντιζι, ο επικεφαλής της Αστυνομίας έστειλε σήμα στον καπετάνιο να μην ελλιμενιστεί. «Το Μπρίντιζι έχει ήδη χιλιάδες μετανάστες· δεν σηκώνει κι’ άλλους»… Και ο καπετάνιος συμμορφώθηκε: χάραξε πορεία προς το Μπάρι, 55 μίλια πιο μακριά. Επτά ώρες χρειάστηκε το υπερφορτωμένο καράβι με ψυχές παραδαρμένες για να πιάσει λιμάνι.
Η Ιταλία βρισκόταν σε διακοπές...
Και στην Ιταλία, ελάχιστα γίνονταν για να υποδεχτούν το ανθρώπινο φορτίο: ο νομάρχης και ο επικεφαλής της Αστυνομίας βρίσκονταν σε διακοπές ενώ το Γραφείο του δημάρχου ειδοποιήθηκε μόνο όταν το πλοίο βρισκόταν ήδη στο λιμάνι!
Τελευταία στιγμή οι Αρχές προσπάθησαν να εμποδίσουν το καράβι να μπει στο λιμάνι με μικρά σκάφη και μια φρεγάτα του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά ο καπετάνιος αρνήθηκε πεισματικά να «ανακρούσει πρύμναν».
Οι κατατρεγμένοι επιβάτες ήταν επί 36 ώρες δίχως νερό και φαγητό κάτω από τον καυτό ήλιο του Αυγούστου και ήδη είχαν αρχίσει να λιποθυμούν. Το «Vlora» μπήκε στο λιμάνι με τον καπετάνιο να ενημερώνει ότι έχει τραυματίες και σοβαρά προβλήματα στη μηχανή. Και οι Ιταλοί υποχώρησαν. Κι ενώ το «Vlora» έμπαινε στο Μπάρι πολλοί από τους επιβάτες δεν κρατήθηκαν: πήδηξαν στη θάλασσα, κολύμπησαν μέχρι την ακτή και χάθηκαν στους δρόμους της πόλης!
Πολεμική υποδοχή...
Το καράβι «έδεσε» σε προβλήτα απομακρυσμένον από το κέντρο της πόλης όπου συνήθως τα καράβια ξεφόρτωναν άνθρακα. Τι έγινε μετά; Η σκληρή μεταναστευτική πολιτική της ιταλικής κυβέρνησης, που εκφράστηκε από τον υπουργό Εσωτερικών Vincenzo Scotti, όριζε την αποτροπή των προσφυγικών πλοίων να ελλιμενίζονται στις ιταλικές ακτές. Οι μετανάστες θα απελαύνονταν αμέσως με οποιοδήποτε τρόπο. Όπως γίνεται αντιληπτό, οι χιλιάδες επιβάτες του «Vlora» δεν έτυχαν θερμής υποδοχής (όπως και στην Απόβαση στη Νορμανδία… περίπου).
Οι εντολές από τη Ρώμη υποχρέωναν τους Αλβανούς να παραμείνουν στο λιμάνι, με ελάχιστη έως καθόλου υλική βοήθεια, και να επιστρέψουν στη χώρα τους εντός των ημερών, αν όχι και ωρών. Στο μεταξύ κάποιοι από τους τραυματίες και οι παθημένοι από τον αδυσώπητο ήλιο διακομίστηκαν με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο, όπως και οι έγκυες γυναίκες.
Και οι Ιταλοί σχεδίασαν κάτι άλλο, όταν κατάλαβαν ότι οι Αλβανοί ήταν σε απόγνωση και αποφασισμένοι να μην επιστρέψουν στον τόπο τους: οι Αρχές άρχισαν να μεταφέρουν τους μετανάστες με λεωφορείο στο Stadio della Vittoria , μια εκτός χρήσης αθλητική εγκατάσταση, όπου θα κρατούνταν μέχρι την απέλασή τους. Όταν οι Αλβανοί κατάλαβαν ότι επρόκειτο να σταλούν στα σπίτια τους, προσπάθησαν να σπάσουν τον αστυνομικό κλοιό γύρω από το στάδιο, με πολλούς να καταφέρνουν να διαφύγουν! Οι Αρχές αποφάσισαν, τότε, να κλείσουν τις πύλες, κλειδώνοντάς μέσα τους μετανάστες. Η κατάσταση ξέφυγε περισσότερο: ο υπεύθυνος του σταδίου κρατήθηκε- ουσιαστικά- όμηρος των Αλβανών μέχρι την παρέμβαση του δημάρχου· το προσωπικό που επέβλεπε τη διάθεση των τροφίμων και νερού δέχτηκε επίθεση.
Μάχες σώμα με σώμα!
Το βράδυ η κατάσταση εκτραχύνθηκε· ξέφυγε εντελώς! Αστυνομία και Αλβανοί πήραν θέσεις μάχης! Οι ιταλοί καραμπινιέροι άνοιξαν πυρ και αρκετοί Αλβανοί τραυματίστηκαν, ευτυχώς όχι σοβαρά.
Κι’ όταν το σκοτάδι απλώθηκε, περίπου 3.000 Αλβανοί κατάφεραν να ανοίξουν τις πύλες του σταδίου και ξεχύθηκαν- πολλοί από αυτούς οπλισμένοι- στους γύρω δρόμους. Περισσότεροι από 200 άνθρωποι τραυματίστηκαν, συμπεριλαμβανομένων περίπου 20 αστυνομικών.
Αλλά και η κατάσταση μέσα στο γήπεδο δεν ήταν καλύτερη: κάποιοι Αλβανοί έσπασαν οχήματα που ήταν παρκαρισμένα εντός του σταδίου και κάποιοι άλλοι τα έβαλαν μπροστά και άρχισαν να οδηγήσουν σαν μεθυσμένοι μέσα στο γήπεδο, πανικοβάλλοντας τους συμπατριώτες τους· κάνετε το εικόνα…
Και οι Ιταλικές Αρχές, επιτέλους, έδωσαν τέλος στην κρίση: επιτάξανε ιδιωτικά οχηματαγωγά πλοία για να μεταφέρουν πίσω στην πατρίδα τους τούς «εισβολείς», κατέπλευσαν, επίσης, δύο πλοία του Πολεμικού Ναυτικού ως συνοδοί στο ταξίδι. Κάποιοι πιο «αδιάλλακτοι» και «σκληροί» από τους επίδοξους μετανάστες οδηγήθηκαν στο αεροδρόμιο και επαναπατρίστηκαν με στρατιωτικά αεροπλάνα C-130 συνοδεία αστυνομικών. Και, επίσης, κάποιοι γύρισαν πίσω οικειοθελώς καθώς η εχθρική υποδοχή και οι κακές συνθήκες που αντιμετώπισαν, έστω τις λίγες ώρες που έμειναν στην Ιταλία τους είχαν απογοητεύσει.
Τους έντυσαν και τους πλήρωσαν...
Όμως η ιστορία δεν είχε ακόμα τελειώσει. Περίπου 3.000 Αλβανοί, οι πιο σκληροπυρηνικοί, παρέμεναν ακόμα στο στάδιο του Μπάρι, αρνούμενοι να επαναπατριστούν. Ο αρχηγός της Αστυνομίας Βιντσέντζο Παρίζι έπεισε πολλούς να φύγουν προσφέροντάς τους καινούργια ρούχα και 50.000 λιρέτες (ένα σημαντικό ποσό στην Αλβανία τότε).
Μετά τρεις ημέρες, όσοι πια είχαν απομείνει στο Μπάρι, υποστήριξαν ότι είχαν κερδίσει το δικαίωμα να παραμείνουν στην Ιταλία. Ωστόσο, μόλις βγήκαν από το γήπεδο, υποχρεώθηκαν να μπουν σε λεωφορεία και μεταφέρθηκαν στο αεροδρόμιο, από όπου αεροπλάνα τους μετέφεραν απευθείας στα Τίρανα. Ο Τύπος της εποχής έγραφε την επομένη: Η «αλβανική εισβολή» τερματίστηκε!
Και το καράβι της Μεγάλης Απόβασης, το φορτηγό πλοίο που για λίγο ένοιωσε κάτι σαν κρουαζιερόπλοιο τι απέγινε; Σύμφωνα με την αφήγηση του καπετάνιου Milaqi, το πλοίο έμεινε στο λιμάνι του Μπάρι για 45 ημέρες πριν το πλήρωμά του και ο ίδιος καταφέρουν να το φέρουν πίσω στην Αλβανία (είναι πιθανό να ρυμουλκήθηκε λόγω της μεγάλης ζημιάς που είχε υποστεί). Το «Vlora» συνέχισε να ταξιδεύει ως φορτηγό πλοίο μέχρι το 1995. Το «Vlora» που κάποτε ανάσαναν στις λαμαρίνες του πάνω από 20.000 ψυχές, έγινε «παλιοσίδερα» στις 17 Αυγούστου του 1996. Όσο για τους Αλβανούς; Η ιστορία είναι γνωστή… Μια ξενιτιά η πατρίδα σου. Σαν έρωτα που τον ζητάς μόνον για να τον χάσεις.
Ο Λευκός Οίκος διαψεύδει τα περί αποχώρησης Μασκ - «Επίθεση» στο Politico
«Κύριε δεν ανταποκρίνεται» - Νέα ηχητικά ντοκουμέντα αμέσως μετά την τραγωδία στα Τέμπη
Δημοσκόπηση MARC: Δεύτερο ξανά το κόμμα της Κωνσταντοπούλου - Τι πιστεύουν οι πολίτες για τη διαχείριση της τραγωδίας των Τεμπών
Το Taste Atlas ανακοίνωσε τα 50 καλύτερα φαγητά με κιμά: Σε ποιες θέσεις βρίσκονται τα ελληνικά
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr