Τεχνολογία|24.03.2019 10:13

Tα fake news, η θεραπεία και το «μπλε σύστημα πιστοποίησης»

Χρήστος Ιερείδης

Η μάστιγα των fake news, της παραπληροφόρησης, αντιµετωπίζεται µόνον αν τα «παραδοσιακά» Μέσα ανακτήσουν το χαµένο κύρος τους και υπερασπιστούν ουσιαστικά τον ρόλο τους, ως τα µόνα αξιόπιστα στην αλυσίδα ενηµέρωσης, όπως θεωρεί κατ’ αρχάς ο Σπύρος Παπαγεωργίου, πρόεδρος του IAB Hellas (Interactive Advertising Bureau), του ελληνικού κλάδου του Παγκόσµιου Οργανισµού που µελετά την επιβίωση του ∆ιαδικτύου. Παράλληλα χρειάζεται επιτέλους αυτορρύθµιση στο Ιντερνετ, σηµειώνει. Μηχανισµοί πιστοποίησης υπάρχουν.

Όµως, όσο κι αν η τεχνολογία δίνει λύσεις, τη µεγαλύτερη δύναµη - και ευθύνη- έχουν οι χρήστες, τονίζει ο κ. Παπαγεωργίου. Εµείς δηλαδή. Το ελληνικό Ιντερνετ είναι µία πενταετία πίσω στις εξελίξεις, όπως παρατηρεί ο πρόεδρος του IAB Hellas, και αυτό αντικατοπτρίζεται και στη διαφηµιστική απορρόφηση. Αν τα 62 εκατ. ευρώ (2018) τζίρου προκαλούν εντυπωσιασµό, στην ουσία πρόκειται για «αναιµική» διαφηµιστική δαπάνη η οποία επηρεάζεται από τις µεγάλες πλατφόρµες (Google, Facebook κ.ά.), την υπερπροσφορά του ∆ιαδικτύου.

Στην εποχή των fake news, copy paste και click bait στις ελληνικές ενηµερωτικές ιστοσελίδες, το πρωτογενές περιεχόµενο, η επαλήθευση και η εξειδίκευση (συν)αποτελούν σύντοµο ανέκδοτο;

Στην Ελλάδα και σε άλλες δύο χώρες επί συνόλου 37, τα social media ξεπερνούν την τηλεόραση ως κύρια πηγή ενηµέρωσης, σύµφωνα µε την ετήσια έρευνα για τις ειδήσεις και το περιβάλλον τους, του ινστιτούτου Reuters. Η ίδια έρευνα αποδίδει το φαινόµενο αυτό στη χαµηλή εµπιστοσύνη που έχουν οι Ελληνες στα «παραδοσιακά» ΜΜΕ, τα έντυπα. Η τεχνολογία δεν δηµιούργησε, αλλά µεγέθυνε ένα παλιό πρόβληµα. Πολλοί περιµένουν ότι η τεχνολογία θα πρέπει να είναι και η θεραπεία της ασθένειας. Ας δούµε όµως τι δηµιουργεί τα fake news. Ας υποθέσουµε ότι ένας φίλος µάς λέει µια είδηση. Ανάλογα µε τη γνώµη που έχουµε για αυτόν θα τη δεχτούµε µε περισσότερο ή λιγότερο κριτική διάθεση. Αν ένα δεύτερο, νέο, πρόσωπο µας µεταφέρει την ίδια είδηση, τείνουµε να τη θεωρήσουµε δεδοµένη.

Ξέρουµε ότι αυτόµατα ο φορέας της είδησης διακινδυνεύει και την αξιοπιστία του αναµεταδίδοντας την είδηση και άρα πιστεύουµε αυτόν και την είδηση. Πόσους όµως από τους «φίλους» των social media γνωρίζουµε έστω και ελάχιστα; Από πότε αρχίσαµε να εµπιστευόµαστε «αγνώστους»; Ακόµα όµως και τα υψηλού κύρους πρόσωπα «κάνουν» λάθη. Ο σηµερινός πρόεδρος των ΗΠΑ «πιάστηκε» να αναφέρεται σε ψεύτικα στατιστικά στοιχεία σχετικά µε την εγκληµατικότητα και τη φυλή και δικαιολογήθηκε λέγοντας: «Ηταν απλά ένα retweet».

Υπάρχει γιατρειά;

Οι µηχανισµοί των social media λειτουργούν µε έναν ιδιαίτερο τρόπο. Στην εποχή των κοινωνικών δικτύων έχουν αυξηθεί οι «ιστορίες», αυτοί που τις αφηγούνται και η δύναµη διανοµής που έχει ο καθένας από εµάς. Η θεραπεία έχει δύο άξονες. Ο πρώτος σχετίζεται µε τα «παραδοσιακά» Μέσα που πρέπει να ανακτήσουν το κύρος και να υπερασπιστούν έµπρακτα τον ρόλο τους ως τα µόνα πραγµατικά αξιόπιστα Μέσα στην αλυσίδα της σύγχρονης ενηµέρωσης. Ο δεύτερος άξονας έχει να κάνει µε τις πλατφόρµες κοινωνικής δικτύωσης. Ηδη κάποιες παρακολουθούν πρακτικές χρηστών σε σχέση µε το πόσο συχνά αναπαράγουν ψευδές περιεχόµενο.

Ο βαθµός συχνότητας διακρίνει τους χρήστες σε λιγότερο ή περισσότερο «αξιόπιστους». Βέβαια αυτά τα δεδοµένα δεν είναι ανοικτά σε όλους. Τα χρησιµοποιούν οι πλατφόρµες για να κατανοήσουν και να σχεδιάσουν τις επόµενες κινήσεις για να αντιµετωπίσουν το πρόβληµα. Το Facebook από τον ∆εκέµβριο του 2016 χρησιµοποιεί ανεξάρτητους οργανισµούς που εντοπίζουν ψευδείς ειδήσεις. Ο χρήστης που αναπαράγει µια τέτοια είδηση λαµβάνει µια προειδοποίηση ότι το συγκεκριµένο περιεχόµενο έχει χαρακτηριστεί ως παραπλανητικό. Σε καµία περίπτωση δεν εµποδίζεται, αλλά λαµβάνει την ειδοποίηση και αποφασίζει ο ίδιος. Τέλος το Facebook δίνει ήδη το δικαίωµα ενός «µπλε σήµατος πιστοποίησης». Το δικαίωµα αυτής της πιστοποίησης το έχουν δηµόσια πρόσωπα, ΜΜΕ καθώς και κάποια µεγάλα προϊόντα, προκειµένου να πιστοποιείται η αυθεντικότητά τους.

Είµαστε άραγε έτοιµοι να δεχθούµε, µε βάση όλα τα παραπάνω, ένα σύστηµα που θα εµφάνιζε πιστοποίηση της «αξιοπιστία µας» ορατή σε όλους σε σχέση µε τη διασπορά ψευδών ειδήσεων;

Η τεχνολογία υπάρχει, οι λύσεις είναι έτοιµες και πρέπει να καταλάβουµε ότι, επειδή καθένας από εµάς έχει περισσότερη δύναµη, αυτή συνοδεύεται και από µεγαλύτερη ευθύνη.

Γιατί αποτελεί σύντοµο ανέκδοτο το συνδροµητικό µοντέλο διαδικτυακής ενηµέρωσης µε πρωτογενές περιεχόµενο στην Ελλάδα;

Η συνδροµή στην Ελλάδα ήδη από την εποχή των εφηµερίδων δεν ήταν ποτέ και για κανένα Μέσο µια ισχυρή µορφή χρηµατοδότησης. Πόσω µάλλον στην ψηφιακή εποχή όπου όλα είναι εύκολα διαθέσιµα. Η πραγµατική αξία και η µοναδικότητα του περιεχοµένου είναι άµεσα συνδεµένες µε τη διάθεση κάποιου να πληρώσει συνδροµή για αυτό. Στα ενηµερωτικά Μέσα είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να παραγάγει κάποιος µοναδικό περιεχόµενο. Παρακολουθώ µε ενδιαφέρον το µοναδικό ελληνικό διαδικτυακό Μέσο που γνωρίζω και επιχειρεί να ζητήσει συνδροµή. Πιστεύω ότι το µοντέλο «Guardian» µε την ανοιχτή σε επιλογή υποστήριξη θα ήταν πιο κατάλληλο ως πρώτο βήµα για την ελληνική πραγµατικότητα.

Η Ελλάδα είναι η 2η χώρα στον κόσµο στην ενεργοποίηση του adblock. Γιατί αντιδρούν οι νέοι στις διαφηµίσεις; Τι δεν κάνουν κάτι σωστά οι ψηφιακοί εκδότες;

Ολοι, διαφηµιζόµενοι, διαφηµιστές και ψηφιακοί εκδότες, έχουν µερίδιο στο λάθος. Το πρόβληµα ξεκινά από το πόσο παρεµβατική και ενοχλητική µπορεί να είναι µια διαφήµιση στο ∆ιαδίκτυο και από την αυτοδέσµευση που οι εµπλεκόµενοι φορείς διατίθενται να αναλάβουν. Ο ΙΑΒ ήδη έχει συµµετάσχει και διαµορφώσει πρότυπα ώστε να βελτιωθεί σηµαντικά η εµπειρία του χρήστη από την ψηφιακή διαφήµιση µέσω του betterads. org/. Παράλληλα είναι απαραίτητη η ενηµέρωση του κοινού για να γίνει κατανοητή η αξία που φέρνει σε αυτό η ψηφιακή διαφήµιση µέσω του δωρεάν περιεχοµένου αλλά και των άµεσα εµπλεκοµένων για να υιοθετήσουν τα πρότυπα του betterads.org/.

Επικρατεί ευρωσκεπτικισµός για την προστασία των προσωπικών δεδοµένων και εν όψει ευρωεκλογών. Να αισθανόµαστε ασφαλείς ή πρέπει να ανησυχούµε παρά το νέο κανονιστικό πλαίσιο; Ο νέος γενικός κανονισµός προστασίας προσωπικών δεδοµένων είναι ένα σηµαντικό βήµα προς τη σωστή κατεύθυνση. Πρέπει, όµως, να είµαστε ενηµερωµένοι και σε κάθε περίπτωση να ξέρουµε πώς και από τι να προφυλαχθούµε. Σε αυτό το πλαίσιο δεν βλέπω λόγο ανησυχίας.

Εχετε δυναµοµετρήσει τη διαφηµιστική δαπάνη των µελών του ΙΑΒ; Ποια είναι η διαφορά µεταξύ της δαπάνης στο ελληνικό ∆ιαδίκτυο και εκείνης που καταλήγει στις µεγάλες πλατφόρµες (Google, Facebook);

Το 2018 η επένδυση στο ελληνικό Ιντερνετ ανήλθε στα 62,1 εκατ. ευρώ. Για τις δύο πλατφόρµες δεν υπάρχουν στοιχεία, αλλά από την ευρωπαϊκή εµπειρία υπολογίζουµε ότι το µερίδιό τους πρέπει να κυµαίνεται γύρω στο 70% της συνολικής ψηφιακής επένδυσης. Με αυτή την προσέγγιση την υπολογίζουµε στα 145 εκατ. ευρώ, χωρίς όµως κανείς να έχει επίσηµα στοιχεία.

Ποιος είναι ο στόχος του IAB, τι προσφέρει στην ελληνική αγορά του ∆ιαδικτύου και στα µέλη του;

Ο στόχος του ΙΑΒ είναι η ανάπτυξη του ψηφιακού marketing µέσα από την εκπαίδευση, την καθιέρωση διεθνών προτύπων, την ενηµέρωση και την παροχή διαύλου επικοινωνίας σε όλα τα µέρη της αγοράς: διαφηµιζόµενους, διαφηµιστές, ψηφιακούς εκδότες, εταιρείες τεχνολογίας και εταιρείες µετρήσεων.

Είναι σωστή η φορολογική πολιτική του Internet στην Ελλάδα;

Είναι αντιαναπτυξιακή και στερεί στις ελληνικές επιχειρήσεις ανταγωνιστικότητα και εξωστρέφεια. Επιπλέον στην ψηφιακή διαφήµιση δεν υπάρχουν σύνορα. Ετσι ενώ είναι δύσκολο για ένα µεγάλο, για παράδειγµα, αµερικανικό τηλεοπτικό κανάλι να επιχειρήσει στην Ελλάδα, οι παγκόσµιοι µεγάλοι της ψηφιακής διαφήµισης ανταγωνίζονται (σίγουρα όχι στα ίσα) τους Ελληνες επιχειρηµατίες. Τελευταία προστέθηκε εξτρά φορολογική επιβάρυνση για τους ψηφιακούς εκδότες. Ο χώρος της ψηφιακής διαφήµισης χρειάζεται γενναία φορολογική ενθάρρυνση, όπως και κάθε χώρος ικανός να παραγάγει καινοτοµία, και όχι επιπλέον επιβαρύνσεις

Διαδίκτυοδιαφήμισηfake news