Τεχνολογία|08.09.2024 06:25

Fake news, ρατσισμός, μισογυνισμός: Πόσο ηθικό είναι να χρησιμοποιούμε το Twitter όσο γεμίζει μίσος;

Newsroom

Όταν, το 2022, ο Έλον Μασκ απέκτησε το Twitter, δεν ήταν λίγοι οι χρήστες του μέσου που σκέφτηκαν σοβαρά να το εγκαταλείψουν. Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, όμως, έχοντας κάνει κάποιες από τις πιο ενδιαφέρουσες συζητήσεις με αγνώστους στο social medium, προτίμησαν να κρατήσουν στάση αναμονής ελπίζοντας ότι, μία τόσο πολυπληθής online κοινότητα δεν θα μπορούσε να εξαγοραστεί τόσο εύκολα – πόσο μάλλον από έναν άνθρωπο σαν τον Musk- με ακροδεξιές, μισαλλόδοξες, μισογυνικές απόψεις. Το Twitter, σε αντίθεση με τις άλλες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook ή το Instagram όπου οι χρήστες μοιράζονται ωραιοποιημένες πτυχές της καθημερινότητάς τους, ήταν το μέρος που μπορούσες να αποκαλύψεις σε αγνώστους, την ωμή αλήθεια – χωρίς ωραιοποιήσεις ή «στρογγυλέματα».

Το πρώτο «καμπανάκι» ήταν το φιάσκο με το μπλε τικ: η επαλήθευση της ταυτότητας ήταν κάτι που οι χρήστες μπορούσαν να αγοράσουν- γεγονός που, από μόνο του, δημιουργεί ένα ρήγμα στην εμπιστοσύνη. Το 2023, το μέσο που σήμερα ονομάζεται Χ, άρχισε να μοιράζεται τα διαφημιστικά έσοδα με τους «premium» χρήστες του. Η Meta «απάντησε» με το Threads, ωστόσο, μέχρι στιγμής, τα δείγματά χρηστών και περιεχομένου δεν προσεγγίζουν καν σε ενδιαφέρον και συμμετοχή αυτά του Twitter. Παραμένοντας, ωστόσο, στο μέσο του Έλον Μασκ, μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι όλα γίνονται ολοένα και πιο σκοτεινά. Οι χρήστες πληρώνονται εμμέσως, μέσω της διαφήμισης, για να παράγουν περιεχόμενο- και αυτό είναι γεμάτο μίσος.

Όπως εξηγεί στον Guardian ο πρύτανης του London College of Political Technology, Ed Saperia, «αυτό που έχουμε δει, είναι ότι το αμφιλεγόμενο content δημιουργεί αφοσίωση μεταξύ των χρηστών. Όσο πιο ακραίο, τόσο περισσότερο δεσμεύονται και το ακολουθούν». Μάλιστα, η δημιουργία τοξικού περιεχομένου έχει μετατραπεί για κάποιους σε επάγγελμα: μπορείς να πάρεις μερικές χιλιάδες likes κάνοντας ανάρτηση σχετικά με το γεγονός ότι ο Ντέιβιντ Κάμερον μοιάζει με τη Μεγάλη Αικατερίνη, ωστόσο στο engagement που θα έχεις αν επιτεθείς, για παράδειγμα, σε τρανς άτομα είναι κατά πάρα πολύ μεγαλύτερο. Αυτού του είδους τα tweets που συγκεντρώνουν την προσοχή των χρηστών, πηγαίνουν κατευθείαν στην κορυφή της ροής «For You», αφού τα «διαβάζει» ένας «αλγόριθμος μαύρου κουτιού, που έχει σχεδιαστεί προκειμένου να κρατά τους χρήστες συνδεδεμένους και σε εγρήγορση», εξηγεί η COO του αντιπάλου του Twitter, Bluesky, Rose Wang. Με άλλα λόγια, οι χρήστες εκπαιδεύονται να παρακολουθούν επαναλαμβανόμενες αναρτήσεις που γίνονται κατά βάση για να ενοχλούν.

Ο επικεφαλής της έρευνας στο Hope Not Hate, Joe Mulhall, εξηγεί πως, αυτή η στρατηγική, έχει ως αποτέλεσμα «η πλατφόρμα να έχει κατακλυστεί από δέκτες παραπληροφόρησης – είτε αυτή προέρχεται από επικαιροποιημένους λογαριασμούς, είτε από “προσωπικότητες” όπως ο Tommy Robinson και ο Andrew Tate». Οι συνέπειες αυτής της (εσκεμμένης) παραπληροφόρησης έγιναν ορατές τον περασμένο Αύγουστο, όταν κυκλοφόρησαν στοιχεία για την ταυτότητα, την εθνικότητα και τη θρησκευτική πίστη του δολοφόνου τριών νεαρών κοριτσιών στο Σάουθπορτ της Βρετανίας, που προκάλεσαν επιθέσεις ακροδεξιών σε χώρους λατρείας και κέντρα υποδοχής μεταναστών σε όλη τη χώρα. «(Το Twitter) έπαιξε κομβικό ρόλο, όχι μόνο στη δημιουργία κλίματος, αλλά και στην οργάνωση και διανομή περιεχομένου που οδήγησε στις ταραχές», εξηγεί ο ίδιος.

Μετά τα φασιστικά πογκρόμ του Αυγούστου αποκαλύφθηκε ότι ένας άνθρωπος, ο «πολεμιστής του πληκτρολογίου» Wayne O'Rourke, ο οποίος καταδικάστηκε για υποκίνηση φυλετικού μίσους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από τις δραστηριότητές του στο Χ κέρδισε 1.400 λίρες τον μήνα. Ο πρώην ηθοποιός και πολιτικός ακτιβιστής της βρετανικής ακροδεξιάς, Laurence Fox, παραδέχθηκε πρόσφατα ότι, από τις αναρτήσεις του στο μέσο, κερδίζει ένα παρόμοιο ποσό. Ωστόσο, ο O'Rourke είχε 90.000 followers. Με πάνω από ένα εκατομμύριο ακολούθους, ο Robinson, πιθανότατα κερδίζει πολύ περισσότερα. Την ίδια στιγμή, στο επίπεδο εθνικών κυβερνήσεων, δεν λαμβάνεται κανένα αξιόπιστο μέτρο κατά του μίσους, ακόμα και όταν, όπως το θέτει ο Mulhall, «οι αποφάσεις που λαμβάνονται στην άλλη όχθη του Ατλαντικού αποδεδειγμένα έχουν αντίκτυπο στις κοινότητές μας».

Υπεράνω του κράτους δικαίου;

Τον περασμένο Απρίλιο, ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, ζήτησε να «κατεβούν» λιγότερο από 100 λογαριασμοί στο Χ, για ρητορική μίσους και ψευδείς ειδήσεις. Οι λογαριασμοί ανήκαν κυρίως σε υποστηρικτές του προκατόχου του, Ζαΐρ Μπολσονάρου, και αμφισβητούσαν ανοιχτά την εκλογική ήττα του τελευταίου. Από πλευράς Χ, η αναστολή των λογαριασμών απορρίφθηκε ενώ, η εταιρεία, αρνήθηκε να παραστεί στο δικαστήριο δι’ αντιπροσώπων. Την περασμένη εβδομάδα το Ανώτατο Δικαστήριο της Βραζιλίας επικύρωσε ομόφωνα την καθολική απαγόρευση της πλατφόρμας, με την αιτιολογία ότι, το Χ, «θεωρεί εαυτόν υπεράνω του κράτους δικαίου».

Είναι αξιοσημείωτο ότι, από πλευράς Musk δεν έχει γίνει τίποτα για να αποφευχθεί η αναστολή του μέσου- επιχειρηματικά έχει ενδιαφέρον, αλλά μπορεί να σημαίνει και ότι, υπάρχουν πράγματα που ο ίδιος εκτιμά περισσότερο από τα χρήματα, όπως η ασυλία από κυβερνητικούς ή πολιτειακούς περιορισμούς. «Το Twitter έσπασε το καλούπι», εξηγεί ο Mulhall και προσθέτει πως, «φαινομενικά, πρόκειται για μία mainstream πλατφόρμα. Ο ίδιος ο Musk είναι γαλουχημένος με τις ιδέες της ριζοσπαστικής δεξιάς. Έτσι, το μέσο λειτουργεί πολύ περισσότερο πλέον σαν μία πλατφόρμα προσαρμοσμένη στις ιδέες της ακροδεξιάς. Αυτό διαφοροποιεί το μέσο περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο. Και είναι εξαιρετικά τοξικό, μία τάξη μεγέθους χειρότερη. Εξακολουθεί να έχει   έχει όρους χρήσης, μεν, αλλά δεν τους εφαρμόζει απαραίτητα».

Η δέσμευση του νοτιοαφρικανού μεγιστάνα για απόλυτη ελευθερία του λόγου, δεν πείθει κανέναν: αυτήν επικαλέστηκε για να απορρίψει τα αιτήματα Λούλα στη Βραζιλία. Τον περασμένο Φεβρουάριο, όμως, πολύ πρόθυμα ακολούθησε την επιθυμία του Ναρέντρα Μόντι στην Ινδία και ανέστειλε εκατοντάδες λογαριασμούς που συνδέονταν με τις διαμαρτυρίες των αγροτών. Ο Mulhall εξηγεί πως, «στοιχεία όπως η ελευθερία του λόγου δεν αποτελούν αρχές για τον ίδιο, αλλά εργαλεία. Είναι ένας ουτοπιστής της τεχνολογίας που, ταυτόχρονα, ουδεμία προσήλωση δεν έχει στη δημοκρατία». Ωστόσο, σε όλο τον κόσμο, το επιχείρημα περί ελευθερίας του λόγου βρίσκει έρεισμα στην κοινωνία των πολιτών – γιατί, το άλλο σενάριο είναι πολύ πιο σκοτεινό: ένας αριθμός δισεκατομμυριούχων – όχι μόνο ο Musk αλλά και ο Thiel με τον Rumble, ο αρχικός χρηματοδότης του Parler, η Rebekah Mercer (κόρη του Robert Mercer, χρηματοδότη του Breitbart), και και άλλοι, έμμεσα παράγοντες, όπως ο Βλαντίμιρ Πούτιν, μπορούν να αλλάζουν την κοινωνία, καταστρέφοντας την εμπιστοσύνη που έχουμε ο ένας στον άλλο και στους θεσμούς. Είναι πολύ πιο βολικό να πιστέψουμε ότι, όλη αυτή η τοξικότητα και η ακροδεξιά ατζέντα που προωθείται είναι κατά λάθος, στο όνομα της «ελευθερίας του λόγου», παρά ότι είναι κάτι που συμβαίνει εσκεμμένα. Ο Mulhall εξηγεί πως, «μέρος της κατανόησης των νέο-αντιδραστικών κινημάτων και του “σκοτεινού διαφωτισμού” είναι ότι πρόκειται για άτομα τα οποία δεν έχουν κανένα συμφέρον από τη συνέχιση του status quo». «Σε πολλές περιπτώσεις, αυτό που κάνουν οι πολιτικοί ηγέτες και οι δισεκατομμυριούχοι είναι πολύ συνδεδεμένα», εξηγεί ο Saperia, αναφέροντας τη Ρωσία. «Ο Πούτιν χρησιμοποιεί ευχαρίστως το κράτος προκειμένου να χειραγωγήσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να δημιουργήσει πόλωση – αυτό, λίγο πολύ, έχει αποδειχθεί». Στις περιπτώσεις, όμως, που τεχνολογία και πολιτική δεν ευθυγραμμίζονται, ο μεγάλος χαμένος είναι η πολιτική. Οι κυβερνήσεις απέναντι στους κολοσσούς της τεχνολογίας φαίνονται αρκετά ανίσχυρες. «Σε αυτές τις πλατφόρμες επωάζονται το φυλετικό μίσος και οι απόπειρες δολοφονίας. Και οι πολίτες δεν πιστεύουν καν ότι είναι δυνατό να φέρουν τον Musk υπόλογο μπροστά στο κοινοβούλιο».

Η περίπτωση Πάβελ Ντούροφ

Στο Παρίσι, ο ιδρυτής του Telegram, Πάβελ Ντούροφ, ερευνάται από τις Αρχές για τον φερόμενο ρόλο της εφαρμογής του στο οργανωμένο έγκλημα. Ο Musk κατονομάζεται επίσημα στη μήνυση που κατέθεσε η χρυσή Ολυμπιονίκης, Ιμάνι Κελίφ, για διαδικτυακό εκφοβισμό. Η πυγμάχος, η οποία γεννήθηκε γυναίκα και δεν έχει ποτέ αναγνωριστεί ούτε ως τρανς ούτε ως ίντερσεξ, δέχθηκε συκοφαντικούς ισχυρισμούς σχετικά με το φύλο της από πολλά δημόσια πρόσωπα - Βρετανούς πολιτικούς, τη συγγραφέα JK Rowling, τον Ντόναλντ Τραμπ - όλα στο X. Την ίδια στιγμή, ο Άντριου Τέιτ, έχει κατηγορηθεί από τις Αρχές της Ρουμανίας για εμπορία ανθρώπων και βιασμούς. Οι διαδικτυακές μισογυνιστικές φαντασιώσεις του, για τις γυναίκες ως σκλάβους, οι οποίες επιδοκιμάστηκαν από χρήστες παγκοσμίων, δεν υπήρξαν αφορμή για να λογοκριθεί, παρά μόνο στο YouTube, το Insta, το TikTok και το Facebook που κατέβασαν κάποιες από τις αναρτήσεις του. Ο αντίκτυπος των απαγορεύσεων αυτών μετριάστηκε -ή και αναιρέθηκε, επί της ουσίας- από την ελευθερία που του παράσχει το Χ. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η  ΕΕ αντιλαμβάνεται, τουλάχιστον, τους κολοσσούς των μέσων κοινωνικούς δικτύωσης ως έχοντες την ίδια εταιρική ευθύνη με άλλες εταιρείες – για παράδειγμα, φαρμακευτικές ή πετρελαϊκές. Οι κανονισμοί, όμως, εξακολουθούν να τρέχουν για να προλάβουν τη μεταβαλλόμενη πραγματικότητα, που κινείται ταχύτερα από ποτέ, από τον εικονικό στον πραγματικό κόσμο.

Χρειαζόμαστε, όμως, την παρέμβαση μίας κυβέρνησης για να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε το Χ; Δεν θα μπορούσαμε να το κάνουμε και από μόνοι μας; Χωρίς Twitter, οι Βραζιλιάνοι έχουν  μεταναστεύσει στο Bluesky, το οποίο ιδρύθηκε το 2019 από τον συνιδρυτή του Twitter Jack Dorsey. H Wang ανέφερε τη Δευτέρα (02/09) πως, «από σήμερα το πρωί, στο Bluesky είχαμε κοντά στα 2 εκατομμύρια νέους χρήστες». Αν το κάναμε όλοι αυτό, θα εξαφανιζόταν η δύναμη του X; Ή θα υπήρχε απλώς μια διχοτόμηση, ένα καλό και ένα κακό μέρος; Όπως περιγράφει η Wang, το Bluesky εξυπηρετεί παρόμοιο σκοπό με το X, αλλά είναι σχεδιασμένο εντελώς διαφορετικά. «Καμία ενιαία οντότητα δεν έχει τον έλεγχο της πλατφόρμας που είναι ανοιχτού κώδικα και ο κάθε χρήστης μπορεί να αντιγράψει και να επικολλήσει τον κώδικά μας. Δεν κρατάμε τα δεδομένα σας, μπορείτε να τα μεταφέρετε όπου θέλετε. Κερδίζουμε χρήστες μέσω της απόδοσής μας, διαφορετικά αυτοί φεύγουν. Μοιάζει πολύ περισσότερο με τον τρόπο λειτουργίας των μηχανών αναζήτησης. Αν τις γεμίζουμε με τοποθετήσεις προϊόντων και διαφημίσεις, οι χρήστες απλώς θα χρησιμοποιήσουν διαφορετική μηχανή αναζήτησης».

Το κύριο εμπόδιο σε αυτό είναι ότι, οι χρήστες, «μεταναστεύουν» κατά ομάδες και, μέχρι στιγμής, όχι αρκετά γρήγορα. Αν το κάνουν και ο Saperia έχει δίκιο, το Bluesky και το Threads (το οποίο έχει πλέον 175 εκατομμύρια ενεργούς μηνιαίους χρήστες), θα αντικαταστήσουν τελικά το X. Θα είναι το ίδιο; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι θετική.

Μήπως ο Musk πήρε ένα μέσο που όλοι αγαπήσαμε και το διέλυσε; Σχεδόν. Αλλά, όπως εξηγεί η Wang, «μία μικρή ομάδα ατόμων που, χώρους στο όνομα δισεκατομμυρίων χρηστών, ελέγχει τόσο μαζικούς δεν μπορεί να πάει πολύ μακριά». Άρα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ήταν αναπόφευκτό.

TwitterΈλον Μασκfake newsακροδεξιάειδήσεις τώρα