Θέατρο|17.04.2022 09:17

Ο Μπέμπης: Ένα σοβαρό κοινωνικό ζήτημα μέσα από τα μάτια ενός παιδιού

Κατερίνα Πεσταματζόγλου

Ο μπέμπης δεν μπορεί να καταλάβει καλά τι συμβαίνει γύρω του και για ποια αιτία – πώς θα μπορούσε άλλωστε αφού δεν είναι ούτε τριών ετών. Μονάχα νιώθει. Κι ό,τι νιώθει προσπαθεί να το επικοινωνήσει μέσω του λόγου. Ενός λόγου που ακούγεται παιδικός αλλά μιλά κατευθείαν στους ενήλικες. Έτσι λοιπόν η βίαιη μητέρα, η στοργική αδελφή, όλα τα περίεργα που διαδραματίζονται γύρω του, μεταφέρονται ιδωμένα μέσα από την αθώα ματιά ενός μωρού.

Το έργο βραβεύτηκε το 2018 στο διαγωνισμό EURODRAM και είναι το πρώτο έργο Έλληνα συγγραφέα που πραγματεύεται το πολύπλοκο θέμα της υιοθεσίας μέσα από αυτό το πρίσμα.

Ηθοποιοί

Τα πρόσωπα του έργου αναζητούν την ταυτότητά τους μέσα σε μια αφιλόξενη, αλλοτριωμένη κοινωνία, γι’ αυτό και οι ανησυχίες τους μας αφορούν όλους.

Η Ροζαμάλια Κυρίου αναλαμβάνει το δύσκολο έργο της ενσάρκωσης του μπέμπη με επιτυχία. Πιστή στις σκηνοθετικές οδηγίες ερμηνεύει το κείμενο ισορροπώντας άρτια την τεχνική με το συναίσθημα.

Η ηθοποιός και συγγραφέας του έργου Βίλη Σωτηροπούλου, μέσω του ρόλου της μητέρας σκιαγραφεί μια φιγούρα όχι και τόσο άγνωστη. Πρόκειται για μια αθυρόστομη γυναίκα, με κιτς ντύσιμο και βάψιμο, που αγαπά το αλκοόλ, παραμελεί τα παιδιά της και συχνά γίνεται βίαιη.

Η κόρη της -την υποδύεται η Αντιγόνη Δρακουλάκη- που όσο μπορεί στέκεται δίπλα στο μικρό αδερφό της, μισεί την μητέρα τους και μεγαλώνοντας ακολουθεί έκλυτο βίο. Ντυμένη με μαύρα δερμάτινα ρούχα, λίγο «μάγκας», λίγο ροκ, η Ηλέκτρα (αυτό ήταν το ψευδώνυμό της γιατί μισούσε τη μητέρα της όπως η συνονόματη τραγική ηρωίδα) κινείται στο περιθώριο αλλά πασχίζει να ξεφύγει και καταπιάνεται με την ψυχοθεραπεία. Ο δυναμισμός του ρόλου ταιριάζει στην ηθοποιό η οποία δε μένει στην έντονη επιφάνειά του, αλλά ιχνηλατεί όλες τις πτυχές του χαρακτήρα και παρουσιάζει τις ευαισθησίες και τις ματαιωμένες ελπίδες της Ηλέκτρας.

Ο Θεμιστοκλής Καρποδίνης ως υπαστυνόμος Διαμαντής, δίνει έναν ήρωα που στην αρχή φαίνεται αυστηρός και απόμακρος αλλά στη συνέχεια με τη βοήθεια της συνομιλήτριάς του αναμοχλεύει αναμνήσεις που είχε απωθήσει και φανερώνει τα κεκαλυμμένα τραύματα της παιδικής του ηλικίας.

Σκηνοθεσία

Στη σκηνή του θεάτρου Αλκμήνη, η Άσπα Τομπούλη με βοηθό τον Κωνσταντίνο Ρόδη, σκηνοθετεί με τρόπο σύγχρονο ένα έργο με χιούμορ και σκληρές αλήθειες. Στους μονολόγους τοποθετεί τους ηθοποιούς σε ένα σημείο αλλά φροντίζει να διατηρεί το οπτικό ενδιαφέρον μέσω μικροκινήσεων κι ελαφρών μετατοπίσεων. Συγχρόνως η παρουσία των βιντεοπροβολών (τα καλαίσθητα video είναι του Διονύση Σιδηροκαστρίτη) λειτουργεί σαν σπίθα και δημιουργεί ένα μοτίβο δόμησης της παράστασης και επεξήγησης – τιτλοφόρησης των κειμενικών ενοτήτων.

Κείμενο

Ίσως η σημαντικότερη αρετή του έργου είναι η «διχοτόμησή» του. Ενώ ξεκινά με μονολόγους του μπέμπη και της μητέρας, στη μέση αλλάζει αυτή η φόρμα, φεύγουν οι δύο ηθοποιοί και έρχονται οι Αντ. Δρακουλάκη με τον Θ. Καρποδίνη με αμιγώς διαλογικές σκηνές και λόγο στακάτο και τολμηρό. Μολονότι η σκέψη της διπλής φόρμας έχει μεγάλο ενδιαφέρον, τα εκτεταμένα μονολογικά χωρία του πρώτου μισού αφαιρούν από τη δυναμικότητα και το νεύρο του κειμένου με αποτέλεσμα η προσοχή του θεατή να διασπάται. Οι στιχομυθίες που ακολουθούν στο δεύτερο μισό λειτουργούν σαν ανανεωτική ένεση αλλά και πάλι πολλές πληροφορίες θα μπορούσαν να αφαιρεθούν προκειμένου να καταστεί εναργέστερος ο πυρήνας του έργου και να μην πλατειάζει.    

Η σχέση μεταξύ σκηνοθεσίας και δραματουργίας δεν είναι ανέφελη. Μοιάζει με διελκυστίνδα τη μία άκρη της οποίας κρατά η μοντέρνα σκηνοθεσία και την άλλη άκρη το κείμενο που θέλοντας να μιλήσει για πολλά και σοβαρά, χάνει το μέτρο και ολισθαίνει προς κειμενικές φόρμες που πλέον είναι δύσκολο να παρακολουθήσει ο σύγχρονος, «βιαστικός» θεατής.  

Σκηνικά - Κοστούμια 

Εξαιρετική η Μαρία Καραθάνου σε διπλό ρόλο. Οι ενδυματολογικές της επιλογές είναι απόλυτα δηλωτικές για τον κάθε χαρακτήρα και εξίσου επιτυχημένα είναι τα σκηνικά της: διάσπαρτα αντικείμενα στο χώρο δημιουργούν ένα χάος μέσα στο οποίο καθρεπτίζεται ο αποδιοργανωμένος ψυχισμός ενός παιδιού που μεγαλώνει σε ακατάλληλο περιβάλλον αλλά και το ακατάστατο σπίτι που ζούσε. Βοηθός σκηνογράφου η Μαργαρίτα Τζαννέτου.

Θα παραθέσω μία ατάκα της μητέρας που είπε στην υπεύθυνη του ιδρύματος στο οποίο έμεναν τα παιδιά της: «δεν ήρθα την προηγούμενη φορά να δω τα παιδιά γιατί είχε κίνηση» (κάπως έτσι το είπε).

Θέτω λοιπόν το ερώτημα: ακόμη κι αν δεν είχαμε ακούσει τους σχοινοτενείς μονολόγους που προηγήθηκαν από τη μάνα και τον μπέμπη - παρά μόνο λίγες, βασικές πληροφορίες - από την εικόνα και μόνο της μάνας σε συνδυασμό με αυτή την ατάκα, δεν θα είχαμε καταλάβει επακριβώς τι συμβαίνει;

Συμπερασματικά θα λέγαμε πως μια πύκνωση των πληροφοριών θα έδινε ένα κείμενο πολύ πιο αποτελεσματικό και όλη η παράσταση θα ήταν περισσότερο «φιλική» στον σύγχρονο θεατή. Ωστόσο δεν πρέπει να παραληφθεί η σημείωση ότι πρόκειται για μια δουλειά προσεγμένη, με καλοζυγισμένο εσωτερικό ρυθμό και ωραίες ερμηνείες.

κριτικήθεατρική παράστασηειδήσεις τώρα