Θέατρο | 15.04.2024 09:15

Εθνική Λυρική Σκηνή: Θερμό χειροκρότημα για την όπερα «Η άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ»

Newsroom

Η νέα παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η εμβληματική όπερα «Η άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ» των Βάιλ και Μπρεχτ, έκανε πρεμιέρα την Παρασκευή 12 Απριλίου, στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος. Οι εξαιρετικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών και της Χορωδίας, το υψηλό επίπεδο της Ορχήστρας της ΕΛΣ με αρχιμουσικό τον Μίλτο Λογιάδη, αλλά και ο συναρπαστικός κόσμος της πόλης Μαχαγκόννυ, υπό τη σκηνοθετική ματιά του Γιάννη Χουβαρδά, ενθουσίασαν το κοινό, που χειροκρότησε θερμότατα όλους τους συντελεστές.

«Η άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ», το αριστούργημα του 20ού αιώνα, πήρε μορφή μπροστά στα μάτια των θεατών, μέσα από το σκηνικό σύμπαν που οραματίστηκε ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του ελληνικού θεάτρου, ο Γιάννης Χουβαρδάς, αναδεικνύοντας τον διαχρονικό χαρακτήρα του κοφτερού κειμένου του Μπρεχτ, αλλά και τις μοναδικές ατμόσφαιρες της μουσικής του Βάιλ. Η συνεργάτιδα σκηνοθέτρια Εμιλυ Λουίζου και η συνεργάτιδα δραματουργός Ερι Κύργια συνέβαλαν στην υλοποίηση του σκηνοθετικού οράματος. Τα εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια υπέγραψαν η Εύα Μανιδάκη και η Ιωάννα Τσάμη αντίστοιχα, τη χορογραφία-κινησιολογία η Αμάλια Μπένετ και τους φωτισμούς ο Ράινχαρντ Τράουμπ. Τα βίντεο δημιούργησε ο Παντελής Μάκκας, ενώ ο Δημήτρης Παπαδόπουλος ανέλαβε την επί σκηνής live κινηματογράφηση.

Το έργο των Βάιλ και Μπρεχτ είναι μια πολιτική-σατιρική όπερα. Περιγράφει την άνοδο και την πτώση μιας πόλης του κέρδους και των ηδονών, ασκώντας κριτική στο καπιταλιστικό σύστημα, όπως γινόταν αντιληπτό στο ιδεολογικό πλαίσιο της μεσοπολεμικής Γερμανίας της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Η πρεμιέρα το 1930 στη Λειψία διακόπηκε από διαμαρτυρίες υποκινούμενες από τους ναζί. Παρά τις θετικές κριτικές και τις τροποποιήσεις σε κείμενο και σκηνοθεσία, το έργο παρουσιάστηκε μόνο σε τέσσερις νέες παραγωγές σε γερμανικά θέατρα. H πρεμιέρα του Βερολίνου σημείωσε μεγάλη επιτυχία, η οποία όμως συνοδεύτηκε από την οριστική απαγόρευση της μουσικής του Βάιλ από τους ναζί, λίγο αργότερα.

Για την όπερα αυτή ο Βάιλ συνέθεσε μερικά από τα γνωστότερα τραγούδια του, όπως το «Τραγούδι της Αλαμπάμας» και το «Τραγούδι του Μπενάρες», τα οποία στη συνέχεια αυτονομήθηκαν, με αποτέλεσμα να τα ακούει κανείς και ξεχωριστά από διάσημους ερμηνευτές, από τη Λόττε Λένυα έως τους Doors και τον Ντέιβιντ Μπάουι. Όπως ήταν σύνηθες κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, στο πλαίσιο της συνομιλίας της κλασικής με την «εμπορική» μουσική, ο Κουρτ Βάιλ πειραματίστηκε με διάφορα είδη, όπως η τζαζ και το ράγκταϊμ, τα οποία ενσωματώνει στη μουσική γλώσσα του έργου.

Ενα τρομακτικά επίκαιρο έργο

Στις σημειώσεις του για την Άνοδο και την πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ ο Μπέρτολτ Μπρεχτ τόνιζε, μεταξύ άλλων: «Γιατί είναι το Μαχαγκόννυ όπερα; Διότι η βασική του στάση είναι αυτή μιας όπερας, δηλαδή αποβλέπει στην εφήμερη, απροβλημάτιστη απόλαυση. Προσεγγίζει το Μαχαγκόννυ το αντικείμενό του με διάθεση να το απολαύσει; Το πλησιάζει. Αποτελεί το Μαχαγκόννυ βίωμα; Ναι. Διότι το Μαχαγκόννυ είναι μια ψυχαγωγία. Η όπερα Μαχαγκόννυ συνειδητά δικαιώνει το παράλογο που ενυπάρχει στο είδος της όπερας».

Για το ύφος και την ερμηνεία της μουσικής στην «Άνοδο και την πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ», ο Κουρτ Βάιλ γράφει: «Η θεατρική κίνηση των τραγουδιστών, η κίνηση της χορωδίας όπως και συνολικά το όλο ύφος της σκηνοθεσίας αυτής της όπερας προσδιορίζεται από το ύφος της μουσικής. Η μουσική αυτή σε κανένα της σημείο δεν εικονογραφεί. Επιχειρεί να υλοποιήσει τη στάση του ανθρώπου σε διάφορες καταστάσεις που οδηγούν στην άνοδο και την πτώση της πόλης. Η στάση αυτή έχει προσδιοριστεί με τέτοιο τρόπο στη μουσική ώστε μια απλή, φυσική ερμηνεία της να προσδιορίζει από μόνη της το ερμηνευτικό ύφος. Γι’ αυτό ο υποκριτής μπορεί να περιοριστεί στις απλούστερες και φυσικότερες των χειρονομιών».

Σχεδόν έναν αιώνα μετά, η Άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ παραμένει τρομακτικά επίκαιρη, καθώς οι επαναλαμβανόμενες οικονομικές κρίσεις και το φάντασμα του ναζισμού χάσκουν ειρωνικά πάνω από την ανθρωπότητα. Σήμερα, η όπερα των Βάιλ και Μπρεχτ έχει αναδειχθεί σ' ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του 20ού αιώνα παγκοσμίως και συμπεριλαμβάνεται ανελλιπώς στο ρεπερτόριο των μεγαλύτερων λυρικών θεάτρων και φεστιβάλ όπερας.

Επόμενες παραστάσεις: 19, 21, 23 και 25 Απριλίου. Απομένουν ελάχιστα εισιτήρια για το σύνολο των παραστάσεων.

ΌπεραΕθνική Λυρική Σκηνήπρεμιέραειδήσεις τώρα