Θέατρο|16.04.2024 04:30

The Doctor: Στην άβυσσο της cancel culture

Κατερίνα Πεσταματζόγλου
Σετ φωτογραφιών, σύρετε προς τα αριστερά

Η Κατερίνα Ευαγγελάτου προσθέτει στο ρεπερτόριο του Αμφι-θεάτρου το «The Doctor», μια από τις τελευταίες συγγραφικές δουλειές του βραβευμένου βρετανού Robert Icke. Το έργο βασίζεται στον «ProfessorBernhardi» του Arthur Snitzler και παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε μετάφραση της σκηνοθέτιδας.

Στο έργο βλέπουμε μια κοπέλα που έχει προβεί σε αυτοσχέδια άμβλωση και πρόκειται να πεθάνει από σηψαιμία, να νοσηλεύεται στην κλινική που διευθύνει η Εβραία Ρουθ Γουλφ. Λίγο πριν κλείσει τα μάτια της, ένας μαύρος καθολικός ιερέας επισκέπτεται το κορίτσι για την τελευταία του μετάληψη και η Ρουθ τού απαγορεύει την είσοδο. Μετά απ’ αυτό το περιστατικό ξεσηκώνονται θύελλες αντιδράσεων που θέτουν την Ρουθ στο κέντρο του κυκλώνα.

Το πόνημα του Icke επιχειρεί μια τολμηρή καταβύθιση στον δαιδαλώδη κόσμο της woke κουλτούρας και αγγίζει τόσο τις ακανθώδεις πολιτικοκοινωνικές της προεκτάσεις (π.χ. cancelculture κτλ.) όσο και μείζονα θέματα που διχάζουν, όπως η άμβλωση, η φυλομετάβαση, ο σεξισμός, ο ρατσισμός κ.ά.

Ίσως το πιο έξυπνο τέχνασμα του συγγραφέα – που τηρήθηκε πιστά από την Κ. Ευαγγελάτου- είναι η ανορθόδοξη διανομή των ρόλων καθώς κανείς από τους ηθοποιούς δεν ταιριάζει με την φύση του ρόλου του. Ένας ανδρικός ρόλος, επί παραδείγματι, ενσαρκώνεται από μία γυναίκα ηθοποιό, ή ένας μαύρος ηθοποιός παίζει ρόλο λευκού προσώπου και το αντίστροφο. Αυτή η επιλογή που φέρει βαρύ σημειολογικό φορτίο και καταδεικνύει τα στερεότυπα της φυλετικής και έμφυλης ταυτότητας, μπερδεύει αλλά συγχρόνως γοητεύει. Δεν είναι πάντα εναργής η ταυτότητα του καθενός, κι έτσι απαιτείται μεγάλη προσπάθεια από τον θεατή για να παρακολουθήσει την παράσταση.

Η ανυποχώρητη στάση της Ρουθ που αρνείται στον ιερέα να τελέσει την θρησκευτική πράξη για την οποία μετέβη στην κλινική, φέρνει μοιραία στον νου την αδιαλλαξία και την άτεγκτη στάση του Κρέοντα απέναντι στην Αντιγόνη. Ο Icke εξάλλου έχει ασχοληθεί με την αρχαιοελληνική τραγωδία (βλ. Ορέστεια, Οιδίπους) και στους λεκτικούς διαξιφισμούς που υπάρχουν στο κείμενο, εντοπίζουμε σπέρματα της τεχνικής των μεγάλων Ελλήνων τραγικών. Τα επιχειρήματα και της Ρουθ και του ιερέα οικοδομούνται με στιβαρά υλικά (όπως του Κρέοντα και της Αντιγόνης), με αποτέλεσμα στο δεύτερο μέρος της παράστασης να βλέπουμε την Ρουθ ως υπόλογη απέναντι σε ένα πάνελ διαφωνούντων ανθρώπων οι οποίοι την «δικάζουν» σχηματίζοντας επί σκηνής ένα ηλεκτροφόρο πεδίο.Σημειωτέον, στέκεται ολομόναχη απέναντί τους και η πρότερη αλαζονεία της σταδιακά δίνει της θέση της στην ευαλωτότητα και την συντριβή.

Η Στεφανία Γουλιώτη έδωσε μια άρτια ερμηνεία ως Ρουθ, βασιζόμενη στα στέρεα τεχνικά της ερείσματα. Ανάλγητη στις μάχες – πριν ξεκινήσει η αποκαθήλωσή της – και σπαρακτική στις ευαίσθητες στιγμές της. Η Ρουθ λίγο πριν δώσει τέλος στη ζωή της, διατρανώνει με όση φωνή της απέμεινε:«είμαι γιατρός». Βασικό της πρόταγμα είναι η επιστημοσύνη της την οποία προασπίζεται μέχρι τελευταίας ρανίδος κι ο λόγος της εμφορείται από διαθέσεις σφιχτά αγκιστρωμένες στο γάντζο της επιστήμης. Δεν υπάρχει χώρος για μεταφυσικές ανησυχίες και θρησκευτικά τελετουργικά. Η ακραία εμμονή στις θέσεις της μεταρσιώνεται στη σφαίρα της ύβρεως κι αυτό επιβεβαιώνεται με το τραγικό της τέλος. Η αυτοχειρία της αποδεικνύει πως η Ρουθ βίωσε τον «αβάσταχτο πόνο μιας αδιέξοδης δυστυχίας» (όπως σημειώνει η NicolLoraux στο βιβλίο της Faconstragiques de tuerunefemme (μτφρ). Βίαιοι θάνατοι γυναικών στην τραγωδία). Και πώς να μην θυμηθούμε τα λόγια του Σοφοκλή διά στόματος Κρέοντα: Αλλ ίσθι τοι τα άγαν σκλήρ' φρονήματα πίπτειν μάλιστα (=Αλλά μάθε ότι τα πιο σκληρά φρονήματα συχνά ταπεινώνονται).

Ο Νίκος Χατζόπουλος υποδύεται δύο χαρακτήρες, τον ιερέα και τον πατέρα της ΈμιλυΡόναν, καταφέρνοντας να τους προσδώσει αξιοσημείωτο εκτόπισμα.

Ο υπόλοιπος θίασος αφού έχει απεκδυθεί από κάθε στερεότυπο ή επίκτητο χαρακτηριστικό της ταυτότητάς του, υποστηρίζει με θέρμη τη σκηνοθετική γραμμή – αν και οι ερμηνευτικές ανισότητες είναι εμφανείς. Η ομάδα των ηθοποιών: Μαριάννα Δημητρίου (Τσάρλι), Αμαλία Νίνου (Σάμι), Ζωή Ρηγοπούλου (Μπράιαν Σύπριαν), ΚίττυΠαϊταζόγλου (Ρότζερ Χάρντιμαν), Λευτέρης Πολυχρόνης (Πωλ Μέρφυ), Σταύρος Καλλιγάς (Μάικλ Κόπλει), Νίκη Σερέτη (Ρεμπέκα Ρόμπερτς), Αλίκη Ανδρειωμένου (γιατρός), AuroraMarion(ΤζεμάιμαΦλιντ, Υπουργός Υγείας).

Η σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάτου (βοηθός της η Μελίνα Φορτετσανάκη), αξιοποιεί ολόκληρο το εύρος της σκηνής του Αμφι-θεάτρου και κρατά ζωηρό το ενδιαφέρον του θεατή σε ένα κείμενο που αντανακλά τα δυσεπίλυτα θέματα της σύγχρονης εποχής και τους κινδύνους που ελλοχεύουν πίσω από αυτά. Συγχρόνως καταφέρνει να συνταιριάξει γόνιμα την θεατρική πράξη με την κινηματογραφική τεχνική μέσω της προβολής του προσώπου της Στ. Γουλιώτη κατά τη διάρκεια του debate. Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχουν στιγμές ατόνησης του ρυθμού οι οποίες θα μπορούσαν να αποφευχθούν με μια κειμενική συρρίκνωση που κρίνεται αναγκαία σε σχοινοτενείς μονολόγους περιορισμένου ενδιαφέροντος (π.χ. του Μάικλ Κόπλει και της Υπουργού Υγείας).

Η Εύα Μανιδάκη με βοηθό την Μαρία Καλοφούτη, στήνει επί σκηνής μια λιτή αίθουσα συσκέψεων στην οποία δεσπόζει ένα κυκλικό τραπέζι – ένα, τρόπον τινά, δραματουργικό σχόλιο, αφού το έργο ξεκινά και τελειώνει με την ίδια σκηνή, ακολουθώντας ένα σχήμα κύκλου. Στη μέση του τραπεζιού, κενό. Ένα κενό έτοιμο να κατασπαράξει όποιον χάσει την ισορροπία του και πέσει στην ανθρωποφάγα άβυσσο που χτίζει επιπόλαια η σημερινή κοινωνία μέσω της cancel culture.

Τα απλά και καλαίσθητα κοστούμια είναι της Βασιλικής Σύρμα (βοηθός της η Ειρήνη Γεωργακίλα).

Οι εύστοχοι φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου – και κυρίως τα αιφνίδια σκοτάδια του – σε συνδυασμό με τις μουσικές συνθέσεις του Αλέξανδρου-Δράκου Κτιστάκη συμβάλλουν καθοριστικά στο χτίσιμο μιαςθριλερικής ατμόσφαιρας.

Ο θεατής λοιπόν, βιώνει την αγωνία για την εξέλιξη της παράστασης και συγχρόνως την αγωνία για την εξέλιξη της κοινωνίας. Πρόκειται για μια δυνατή παράσταση ενός καίριου βρετανικού κειμένου που σίγουρα θα διαγράψει στο μέλλον την δική του, ιδιαίτερη, πορεία στις ελληνικές θεατρικές σκηνές.

παράστασηθέατροειδήσεις τώρα