Θέατρο|03.06.2024 08:20

Φεστιβάλ Αθηνών: Θερμό χειροκρότημα για την Τόσκα στο κατάμεστο Ηρώδειο

Newsroom
Σετ φωτογραφιών, σύρετε προς τα αριστερά
Copyright: Χ. Ακριβιάδης
Copyright: Γιώργος Καλκανιδης
Copyright: Γιώργος Καλκανιδης

Η πρεμιέρα της Τόσκας πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 1 Ιουνίου 2024 στο Ηρώδειο, αποσπώντας θερμό χειροκρότημα από το ενθουσιώδες κοινό που γέμισε ασφυκτικά το ρωμαϊκό Ωδείο. Η συγκλονιστική όπερα του Τζάκομο Πουτσίνι, σε μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού, σκηνοθεσία Ούγκο ντε Άνα και αναβίωση σκηνοθεσίας Κατερίνας Πετσατώδη, είναι η πρώτη φετινή καλοκαιρινή παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, με την οποία άνοιξε το πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2024.

Ακολουθούν παραστάσεις στις 4, 6 και 11 Ιουνίου. Διαθέσιμα εισιτήρια υπάρχουν μόνο για την παράσταση της 4ης Ιουνίου, η οποία προστέθηκε μετά την εξάντληση των εισιτηρίων. Προπώληση: Ταμεία ΕΛΣ, εκδοτήρια Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, more.com.

Η συναρπαστική παραγωγή του Ούγκο ντε Άνα με τα εντυπωσιακά σκηνικά, τα κοστούμια εποχής και τις κινηματογραφικές προβολές –η οποία ενθουσίασε το κοινό– είναι συνεπής στο πνεύμα του συνθέτη και στο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο αναφέρεται το λιμπρέτο.

Οι χιλιάδες θεατές επιβράβευσαν όλους τους πρωταγωνιστές με θερμότατο χειροκρότημα, τόσο στο φινάλε όσο και κατά τη διάρκεια της παράστασης. Η διεθνώς καταξιωμένη Ρωσίδα υψίφωνος Γεβγκένια Μουραβιέβα έπλασε μια ευαίσθητη όσο και σπαρακτική Φλόρια Τόσκα. Ο διακεκριμένος Ιταλός τενόρος Ρικκάρντο Μάσσι ερμήνευσε με μεγάλη ευαισθησία τον Μάριο Καβαραντόσσι, ενώ ο κορυφαίος Έλληνας βαρύτονος Τάσης Χριστογιαννόπουλος παρουσίασε έναν σκληρό, διεστραμμένο Βαρόνο Σκάρπια. Στον ρόλο του Τσέζαρε Αντζελόττι ο Τάσος Αποστόλου, του Νεωκόρου ο Πέτρος Μαγουλάς, του Σαρρόνε και του Δεσμοφύλακα o Βαγγέλης Μανιάτης, του Σπολέττα ο Γιάννης Καλύβας και του Βοσκού η Εβίτα Χιώτη.

Ο διακεκριμένος αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός και η Ορχήστρα της ΕΛΣ αποθεώθηκαν από το κοινό για τη σπάνιας ευαισθησίας ερμηνεία της αριστουργηματικής μουσικής του Πουτσίνι. Τη Χορωδία της ΕΛΣ διεύθυνε ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος και την Παιδική Χορωδία της ΕΛΣ η Κωνσταντίνα Πιτσιάκου.

Eνα οπερατικό θρίλερ

Η Τόσκα, ένα μοναδικό οπερατικό θρίλερ, έκανε παγκόσμια πρεμιέρα το 1900 στη Ρώμη. Δίκαια μια από τις δημοφιλέστερες όπερες του ρεπερτορίου, όπου τα παράφορα πάθη υπογραμμίζονται από την άκρως υποβλητική μουσική του Τζάκομο Πουτσίνι. Από την ΕΛΣ παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1942 στο Θερινό Θέατρο της πλατείας Κλαυθμώνος, με τη δεκαεννιάχρονη Μαρία Καλογεροπούλου (μετέπειτα Κάλλας) στον ομώνυμο ρόλο, και από τότε παρουσιάζεται πολύ συχνά μετά από ισχυρή απαίτηση του κοινού.

Η Φλόρια Τόσκα, μια ντίβα της όπερας, είναι μια γυναίκα παράφορα ερωτευμένη, που ζηλεύει παθολογικά τον σύντροφό της. Ο βαρόνος Σκάρπια, ένας σκοτεινός άνδρας με απόλυτη εξουσία, ηδονίζεται από τον πόνο των θυμάτων του. Ανάμεσα στους δύο βρίσκεται ο εραστής και αγνός πατριώτης Μάριο Καβαραντόσσι, ο οποίος οδηγείται στον θάνατο, όχι για τις ιδέες του, αλλά επειδή κατέχει την Τόσκα, την οποία ποθεί ο Σκάρπια. Η μηχανή είναι καλά στημένη: απ’ τις παγίδες του Σκάρπια δεν θα ξεφύγει κανείς.

Στη διαδικασία της σύνθεσης της Τόσκας, η λέξη κλειδί για τον Πουτσίνι ήταν ο ρεαλισμός. Άλλωστε, η Τόσκα είναι το κατεξοχήν έργο του κορυφαίου συνθέτη που ευθυγραμμίζεται στα ιδεώδη του βερισμού – του ιταλικού κινήματος του νατουραλισμού. Για τον Πουτσίνι ο ρεαλισμός έγκειται στην αγριότητα των καταστάσεων και των εντάσεων ανάμεσα στους πρωταγωνιστές και αποδίδεται από τη μουσική με τρόπο άμεσο, χωρίς αφύσικες ωραιοποιήσεις.

Η αφηγηματική πλοκή της Τόσκας συμπεριλαμβάνει μια σειρά από ανθρώπινα θεμελιώδη ζητήματα: τον έρωτα, τη ζήλια, τη διεστραμμένη λαγνεία, την πίστη στη φιλία. Και παρά το γεγονός ότι ο θάνατος σφραγίζει το έργο, εντούτοις η ουσία της πλοκής του έργου είναι ο αβίωτος διχασμός της ηρωίδας η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα εφιαλτικό δίλημμα.

Η Τόσκα του Ούγκο ντε Άνα –παραγωγή που πρωτοανέβηκε το 2012 στο Ηρώδειο– είναι συναρπαστική, δραματική και απολύτως συνεπής στο πνεύμα του συνθέτη, καθώς και στο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο αναφέρεται το λιμπρέτο. Τα εντυπωσιακά σκηνικά, ένας τεράστιος σταυρός με τον εσταυρωμένο, μια ιερή τράπεζα, ένα εργαστήρι ζωγραφικής πλαισιώνονται από θεαματικές προβολές μνημείων της Ρώμης, θρησκευτικών συμβόλων, αλλά και βίντεο που δίνουν μια κινηματογραφική διάσταση στην παραγωγή.

«Mια μουσική που έρχεται από την καρδιά και μιλάει στην καρδιά»

«Χωρίς αμφιβολία και όχι συμπτωματικά, η Τόσκα συγκαταλέγεται στις δημοφιλέστερες όπερες του Πουτσίνι. Ο Πουτσίνι επιθυμούσε να συνθέσει μια μελωδική όπερα: ήθελε να δημιουργήσει μια μουσική που έρχεται από την καρδιά και μιλάει στην καρδιά. Ως προς αυτό, ο μουσικός εμφανίζεται αδιαχώριστος από τον «άνθρωπο του θεάτρου», όπως ο "μελωδιστής" δεν μπορεί να διαχωριστεί από τον "συμφωνιστή". Στη μουσική του διακρίνεται με σαφήνεια ο χαρακτήρας των σκηνικών προσώπων, τα χρώματα και οι χειρονομίες των ερμηνευτών. Ο ίδιος έλεγε: "Κάνω θέατρο, οπτικοποιώ τη σκηνική δράση".

Γι’ αυτόν τον λόγο, περισσότερο από άλλα έργα του, η Τόσκα σηματοδοτεί το πέρασμα στο πεδίο του βερισμού (επιμονή σε ρεαλιστικές λεπτομέρειες, αναζήτηση των σκηνικών εφέ με έντονες αποχρώσεις, οξυμμένα συναισθήματα, όπως ο έρωτας, το μίσος, το πνεύμα θυσίας, η αγάπη για την πατρίδα…), περιλαμβάνοντας ακόμα και σκληρές, νοσηρές όψεις, καθώς επίσης αποσπασματικούς, φορτισμένους διαλόγους έντονης δραματικότητας.

Η πολύ γνωστή υπόθεση, μια ιστορία παθιασμένου έρωτα ανάμεσα στη Φλόρια Τόσκα και τον Μάριο Καβαραντόσσι, έχει ως φόντο μια πολιτική κατάσταση στην οποία επικρατεί έξαρση των ιδανικών της ελευθερίας και της δικαιοσύνης σε αντιδιαστολή προς τη δεσποτική και σκληρή εξουσία του Σκάρπια, ο οποίος με διαβολικό τρόπο καθορίζει μια ροή εξελίξεων που επιφέρει τον δικό του χαμό, την καταδίκη του εραστή της Τόσκας και τη θεαματική αυτοκτονία της ίδιας: "Ω, Σκάρπια, ενώπιον του Θεού!» αναφέρει ο σκηνοθέτης Ούγκο Ντε Άνα.

Μαρία ΚάλλαςπρεμιέραΕθνική Λυρική ΣκηνήΗρώδειοΦεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου