Θέατρο | 27.10.2024 12:00

Ανέστης Αζάς στο ethnos.gr: «Η σάτιρα δεν χάνει τη δύναμή της, απλώς εξελίσσεται»

Άγγελος Γεραιουδάκης

Ο Ανέστης Αζάς είναι ένας από τους πιο δημιουργικούς σκηνοθέτες της σύγχρονης θεατρικής σκηνής, με έργο που ξεπερνά τα σύνορα της Ελλάδας. Γεννημένος και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη, ο Αζάς δεν προερχόταν από καλλιτεχνικό περιβάλλον και, όπως ο ίδιος έχει παραδεχτεί, η πόλη τότε δεν είχε έντονη θεατρική παρουσία, κάτι που τον έστρεψε αρχικά στον κινηματογράφο. Ωστόσο, η εισαγωγή του στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, άλλαξε την πορεία του και το θέατρο έγινε το μέσο που του «κόλλησε το μικρόβιο» και το εργαλείο της καλλιτεχνικής του έκφρασης.

Μετά τη Θεσσαλονίκη, σε μια νεανική και τολμηρή κίνηση, μετακόμισε στο Βερολίνο για να συνεχίσει τις σπουδές του. Αν και σήμερα ο ίδιος αναγνωρίζει ότι η απόφαση να φύγει τόσο νέος ήταν ένα ρίσκο που τον έφερε αντιμέτωπο με πολλές δυσκολίες, δεν παύει να θεωρεί αυτή την περίοδο καθοριστική για την επαγγελματική του διαδρομή. Το 2006 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, όπου πραγματοποίησε την πτυχιακή του παράσταση, τον «Αγαπητικό της Βοσκοπούλας», στο θέατρο Επί Κολωνώ. Από τότε, ο Ανέστης Αζάς εργάζεται εντός και εκτός Ελλάδας, συνεργαζόμενος με σημαντικούς καλλιτεχνικούς θεσμούς, όπως το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και το Εθνικό Θέατρο, καθώς και με κορυφαία γερμανικά θέατρα όπως το Maxim Gorki Theater στο Βερολίνο και το Kammerspiele στο Μόναχο.

Η πορεία του περιλαμβάνει ένα πλούσιο ρεπερτόριο που εκτείνεται από κλασικά έργα μέχρι σύγχρονα θεατρικά κείμενα, με ιδιαίτερη έμφαση στο θέατρο ντοκιμαντέρ και την τεχνική του devised. Ανάμεσα στα πιο αναγνωρισμένα έργα του είναι η «Δημοκρατία του Μπακλαβά», μια σουρεαλιστική κωμωδία που θίγει με χιούμορ και οξύτητα τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μέσα από την ιστορία ενός μεικτού ζευγαριού, το οποίο ιδρύει ένα ανεξάρτητο κράτος μέσα από ένα... μαγαζί με μπακλαβά στο Μεσολόγγι.

Η παράσταση αυτή, μετά από μια διεθνή περιοδεία σε 10 χώρες και τη θερμή αποδοχή κοινού και κριτικών, επιστρέφει στην Αθήνα για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων στο θέατρο Αλέκος Αλεξανδράκης. Η «Δημοκρατία του Μπακλαβά» έχει βραβευτεί και ξεχωρίσει για τη σατιρική της προσέγγιση σε ζητήματα ταυτότητας και πολιτικής οργάνωσης μέσα από το φίλτρο του σήμερα, και έχει καταφέρει να συγκινήσει εξίσου το ελληνικό όσο και το τουρκικό κοινό.

Τι θεωρείτε ότι καθιστά το έργο τόσο δημοφιλές και σημαντικό στη σημερινή εποχή;

Να πούμε για αρχή ότι υπάρχει μεγάλη χαρά στην ομάδα για το ότι ξαναπαίζουμε αυτό το έργο. Νομίζω οι πολύ δυνατές ερμηνείες των ηθοποιών και το ιδιαίτερο χιούμορ της παράστασης είναι οι λόγοι που είχε αυτή την απήχηση εντός και εκτός Ελλάδας. Επειδή δια της σάτιρας θίγονται κάποια θέματα που κατά τα άλλα είναι πολύ σοβαρά, όπως οι ελληνοτουρκικές εντάσεις και ο φόβος του πολέμου, το έργο λειτουργεί εκτονωτικά για μια μεγάλη μερίδα των θεατών. Δεν είναι τυχαίο ότι η παράσταση είχε πολύ μεγάλη απήχηση και στην Κων/πολη, όπου το κοινό αντιδρούσε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως στην Αθήνα. Επιπλέον κινούμαστε στο υπο-είδος των πολιτικών ερωτικών κομεντί, πχ «Σύνορα της Αγάπης», η πιθανότητα της συμφιλίωσης με τον «προαιώνιο εχθρό» δια του έρωτα, εξακολουθεί να τροφοδοτεί την φαντασία και να ελκύει το κοινό. Πολλά έργα παίζουν με αυτό το μοτίβο, ακόμη και στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» η συνθήκη είναι ότι ερωτεύονται δύο παιδιά από εχθρικές οικογένειες. Οι θεατές ταυτιζόμαστε με τα δύο παιδιά και τον έρωτα τους και αποστρεφόμαστε το μίσος που θέλει να σκοτώσει τον έρωτα, το παρατηρούμε ως κάτι το αναχρονιστικό και άκυρο.

Σε μια εποχή που η σάτιρα φαίνεται να περνά κρίση, ποιες πτυχές της σύγχρονης Ελλάδας επιλέξατε να σχολιάσετε μέσα από τη «Δημοκρατία του Μπακλαβά» και γιατί θεωρείτε ότι αυτό το είδος θεάτρου εξακολουθεί να είναι αποτελεσματικό για να θίγει κοινωνικά ζητήματα;

Δεν θεωρώ ότι η σάτιρα περνάει κρίση, μπορεί να αλλάζει μορφές ή να αλλάζουν τα μέσα από τα οποία εκφράζεται, αλλά νομίζω ότι ήταν και είναι ένας τρόπος να σχολιάσει κανείς την επικαιρότητα και να καυτηριάσει τα κακώς κείμενα. Στη «Δημοκρατία του Μπακλαβά» σίγουρα μας ενδιέφερε να σατιρίσουμε τον θεσμοθετημένο ρατσισμό και τη μισαλλοδοξία, ειδικά όπως αναπαράγονται μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα, ότι δηλαδή σου μαθαίνουν από παιδί να μισείς τον Άλλο και κάθετι το διαφορετικό. Δεν ξέρω αν τα πράγματα έχουν αλλάξει σήμερα, όταν πήγαινα εγώ σχολείο πάντως σχεδόν όλες οι καθηγήτριες και οι καθηγητές ήταν ρατσιστές και ομοφοβικοί. Πάντως δεν πιστεύω ότι τα προβλήματα αυτά είναι αποκλειστικά ελληνικά. Μου έκανε εντύπωση στη Ρουμανία, ότι οι άνθρωποι είχαν ξεκαρδιστεί στα γέλια με τον κύριο Λυχναράκη, που ενώ με τη συμπεριφορά του ενθάρρυνε το μπούλινγκ ενάντια σ’ έναν μαθητή, προσπαθεί μετά να βγάλει την ουρά του απέξω και υπογράφει ως παιδαγωγός. Παντού υπάρχουνε βλέπετε τέτοιοι χαρακτήρες.

Ο μπακλαβάς ως σύμβολο του έργου συνδέεται με την έννοια της οικουμενικότητας και του διαπολιτισμικού διαλόγου. Πώς επιλέξατε αυτό το γλυκό για να ενσωματώσει;

Είναι ένα γλυκό που υπάρχει παντού στην ανατολική Μεσόγειο και έτσι μπορεί στη φαντασία να λειτουργήσει συμβολικά όπως λέτε, αλλά είναι και ένας αστείος τίτλος για το έργο, ένας τίτλος που σου μένει. Επιπλέον μας έδωσε τη δυνατότητα να κάνουμε πολλά λογοπαίγνια και να παίξουμε με την ιδέα μιας αυτοκρατορίας ζαχαροπλαστείων που κατακτά την παγκόσμια αγορά, παράγοντας μπακλαβά με χαμηλές θερμίδες!

Το έργο αναφέρεται κυρίως στη γενιά των millennials και στη σχέση τους με την τεχνολογία. Πώς αντιλαμβάνεστε την επίδραση της τεχνολογίας στις ανθρώπινες σχέσεις, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της πολιτικής και της κοινωνικής ταυτότητας;

Σίγουρα η τεχνολογία επηρεάζει τον τρόπο που εκφραζόμαστε, εμένα με ανησυχεί το φαινόμενο των παράλληλων μικρόκοσμων που έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια εξαιτίας των αλγόριθμων. Στο thread εμφανίζεται ό,τι ενδιαφέρει εσένα με αποτέλεσμα να νομίζεις ότι ο κόσμος όλος ασχολείται με τα ίδια θέματα που απασχολούν εσένα, σαν να μην υπάρχει κάτι άλλο. Αυτό είναι κάτι καινούριο, δεν νομίζω να έχει υπάρξει στο παρελθόν κάτι αντίστοιχο, βασικά ενισχύει φαινόμενα πόλωσης και δεν ξέρω τι επιπτώσεις μπορεί αυτό να έχει πολιτικά. Κατά τα άλλα, βλέπω την τεχνολογία απλά ως ένα μέσο, ο άνθρωπος βιολογικά παραμένει το ίδιο ζώο που ήταν πάντα.

Αν μπορούσατε να ζήσετε στη Δημοκρατία του Μπακλαβά, ποιο ρόλο θα επιλέγατε να έχετε στο νέο αυτό κράτος;

Υπουργός κρυπτονομισμάτων! Υποτίθεται ότι ο πλούτος στη Δημοκρατία του Μπακλαβά προέρχεται από τα κρυπτονομίσματα, ένα μεγάλο ποσό των οποίων βρίσκεται ακόμα κρυμμένο στις στάχτες του.

Πέρα από τη «Δημοκρατία του Μπακλαβά», έχετε αναλάβει και τη σκηνοθεσία της επιτυχημένης παράστασης «Το πάρτυ της Ζωής μου» με την Ελένη Ράντου, που συνεχίζει για τρίτη χρονιά. Τι σας ενέπνευσε να συνεργαστείτε με τη συγκεκριμένη ηθοποιό και πώς νιώθετε που η παράσταση συνεχίζεται για τρίτη χρονιά και είναι sold out;

Με την Ελένη μας συνέδεσε μια αμοιβαία αγάπη και «τρέλα» για τη δουλειά μας. Παρά το γεγονός ότι είναι μια πολύ δημοφιλής και αγαπητή ηθοποιός, που θα μπορούσε ίσως να αναπαυθεί στις δάφνες της, είναι άνθρωπος ανήσυχος καλλιτεχνικά, αφοσιωμένη στη δουλειά, που βλέπει πάρα πολύ θέατρο. Αυτό μου έκανε πολύ θετική εντύπωση όταν γνωριστήκαμε. Στην πορεία βρήκαμε πολλά κοινά στοιχεία στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το θέατρο και έτσι αναπτύξαμε μέσα από τις πρόβες τη δική μας γλώσσα. Κι αυτό νομίζω φαίνεται στο αποτέλεσμα και είναι μεγάλη χαρά ότι επιβραβεύεται από το κοινό, που γέμισε τα θέατρα, όπου κι αν παίχτηκε αυτό το έργο.

Ποιο θεωρείτε ότι είναι το κοινό νήμα που συνδέει τη δουλειά σας, είτε αφορά μια διεθνώς αναγνωρισμένη παράσταση όπως η «Δημοκρατία του Μπακλαβά» είτε μια πιο «οικεία» παραγωγή, όπως το «Πάρτυ της Ζωής»;

Η δουλειά με τους ηθοποιούς. Προσπαθώ να έχω μια ισότιμη σχέση με τους ηθοποιούς, να τους καθοδηγήσω προς ενδιαφέρουσες και δυνατές ερμηνείες, αλλά ταυτόχρονα να μάθω και να πάρω πράγματα από αυτούς. Νομίζω στο θέατρο είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει αμοιβαία εμπιστοσύνη και ισοτιμία με τους ανθρώπους που δουλεύεις σε μία πρόβα και αυτό είναι κάτι που πάντα προσπαθώ να υπάρχει στις δουλειές μου.

ΔημοκρατίαΑνέστης ΑζάςΕλένη Ράντουσυνέντευξησκηνοθέτηςμπακλαβάς