Μάνος Καρατζογιάννης στο ethnos.gr: «Μετά τον θάνατο του πατέρα μου έπρεπε ν' αναλάβω εξ’ ολοκλήρου την ευθύνη του εαυτού μου»
🕛 χρόνος ανάγνωσης: 13 λεπτά ┋
Από τότε που θυμάται τον εαυτό του, δεν είχε ποτέ κάποια άλλη επιθυμία. Ήξερε από μικρός ότι ήθελε ν' ασχοληθεί με τον χώρο της υποκριτικής. H επαγγελματική του πορεία φανερώνει την επίπονη και επίμονη προσπάθεια ενός «εργάτη» του θεάτρου και της τέχνης. Ο Μάνος Καρατζογιάννης έχει συνεργαστεί με πλήθος κορυφαίων ηθοποιών και έχει στο βιογραφικό του δουλειές που αρκετοί θα ζήλευαν.
Τα τελευταία χρόνια, έχει αναλάβει τον ρόλο του καλλιτεχνικού διευθυντή στο Θέατρο Σταθμός, ενώ αυτή την περίοδο πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Όταν μεγαλώσω, θα γίνω Νάνα Μούσχουρη» του συγγραφέα Νταβίντ Λελαί-Ελό, η οποία παρουσιάστηκε το 2019 στη Γαλλία, στο Φεστιβάλ της Αβινιόν, με εξαιρετική επιτυχία και, από τον Οκτώβριο 2023 θα παιχτεί στο Παρίσι. Στην Ελλάδα ξεκινάει την πορεία της από το Φεστιβάλ Θεατρικού Μονολόγου Ερμιόνης στις 8 Ιουλίου και στις 14 Ιουλίου θα συνεχίσει στο Θέατρο Βράχων «Άννα Συνοδινού» στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Στη Σκιά των Βράχων» 2023. Από τις αρχές Οκτωβρίου θ' ανεβεί στη σκηνή του Θεάτρου Σταθμός, στο Μεταξουργείο, για τη σεζόν 2023-24. Η προοπτική του Μάνου Καρατζογιάννη είναι ανοδική και συνεχίζει ν' αποτελεί μια σημαντική φιγούρα στα θεατρικά δρώμενα της χώρας μας.
Το έργο «Όταν μεγαλώσω, θα γίνω Νάνα Μούσχουρη» είναι μία αληθινή ιστορία, ειπωμένη με ειλικρίνεια, χιούμορ και ανθρώπινη ζεστασιά, που ξεδιπλώνεται σ’ έναν γοητευτικό μονόλογο, ενώ μέσα από το έργο ανασυντίθεται η εικόνα της Ελληνίδας καλλιτέχνιδας με τη διεθνή ακτινοβολία, της οποίας η μουσική διαδρομή, εκτός από αξιοθαύμαστο καλλιτεχνικό επίτευγμα, έχει αποτελέσει όχημα προβολής της ελληνικότητας σε όλο τον κόσμο. «Είναι μια συγκυρία πολλών πραγμάτων που μ' έκανε να καταπιαστώ με αυτό το κείμενο: το έργο, ο συγγραφέας, ο ρόλος, ο σκηνοθέτης κι ολόκληρη η δημιουργική ομάδα. Μα πάνω απ’ όλα με συγκίνησε η ανθρωπιά που φέρει το ίδιο το έργο. Η ανθρώπινη συνθήκη, την οποία δεν τη συναντάς πλέον συχνά. Αυτή αναζητάω κι αυτή θέλω πια να υπηρετώ. Κι όταν θυμώνω, θυμώνω όταν προσπερνάνε αυτό το κομμάτι σε μένα ή στους άλλους… Δεν το επιτρέπουν» αναφέρει, χαρακτηριστικά, ο Μάνος Καρατζογιάννης στο ethnos.gr.
Στην παράσταση, ο ταλαντούχος ηθοποιός και σκηνοθέτης υποδύεται τον Μιλού, έναν Γάλλο που μεγαλώνει σε μια επαρχιακή πόλη τη δεκαετία του ’80 και οποίος ανέκαθεν διέφερε από τους συνομηλίκους του. Στα οκτώ του τρελαινόταν να μεταμφιέζεται σε πριγκίπισσα και να παριστάνει τη βασίλισσα της Αιγύπτου, ενώ απεχθανόταν τα παιχνίδια με τη μπάλα και καθετί αγορίστικο. Στα δεκατέσσερα, ακούγοντας στην τηλεόραση της φωνή της Νάνας Μούσχουρη, αποφασίζει να της μοιάσει απόλυτα. Ο δρόμος του, βέβαια είναι γεμάτος εμπόδια: δεν είναι Έλληνας, ούτε μιλάει ελληνικά, δεν φοράει γυαλιά και τουαλέτες με στρας και παγιέτες, ούτε ξέρει να τραγουδά. Και το χειρότερο: είναι αγόρι… Τίποτα παρόλα αυτά δεν είναι ικανό να τον σταματήσει.
Τι είναι αυτό που σας γοήτευσε περισσότερο στον χαρακτήρα που υποδύεστε; Βρίσκετε σημεία ταύτισης;
Ένας φίλος, μου είπε πρόσφατα στο τηλέφωνο πως κάπου με συζητούσαν ως «έναν άνθρωπο που ακολουθεί τον δρόμο του». Σκέφτηκα αμέσως τον Μιλού… Τον ήρωά μου. Αυτό νομίζω πως μας χαρακτηρίζει. Α! Αλλάζει βέβαια κι η διάθεσή μας σαν τραινάκι του τρόμου! Εύθραυστος όσο και τα όνειρά του, λοξός όπως κι «η αγαπημένη του γιαγούκα», με μια τρυφερή καρδιά γεμάτη τραγούδια… αυτός είναι ο Μιλού μου.
Το έργο βασίζεται σε αληθινή ιστορία και πρόσωπα. Σε μία τέτοια περίπτωση πώς προσεγγίζετε τον χαρακτήρα που υποδύεστε; Προσπαθείτε να τον αποδώσετε με ακρίβεια ή επιδίδεστε σε μια δημιουργική εκδοχή του;
Διάβασα φυσικά για τη Νάνα Μούσχουρη και μίλησα και με τον Νταβίντ, αλλά έψαξα πρώτα στον μικρό μου εαυτό. Εκεί αναζήτησα τον Μιλού… Στο παιδί που ήμουν κι εξακολουθώ να είμαι! Άλλωστε νομίζω πως πάντα αφηγούμαστε τον εκάστοτε ρόλο μέσα πρώτα από τον εαυτό μας. Είναι μια επικίνδυνη ισορροπία, αλλά τόσο απαραίτητη.
Πώς θα περιγράφατε τη σχέση του χαρακτήρα που υποδύεστε με τη Νάνα Μούσχουρη;
Πολυκύμαντη, πολυσήμαντη κι αγαπησιάρικη... Κάτι μεταξύ ειδώλου, καλής νεραΐδας, Ελληνίδας γιαγιάς, φίλης, μούσας και μέντορα. Μ’ έναν τρόπο μια οικογένεια!
Εσείς έχετε κάποιον καλλιτέχνη που θαυμάζετε τόσο πολύ;
Παιδάκι είδα από κοντά την Αλίκη Βουγιουκλάκη στην «Κυρία δε με Μέλλει» του Σαρντού. Γύρισα και είπα στη μάνα μου. «Δεν είναι αυτή!». «Παιδί μου αυτή είναι!». «Μαμά, αυτή είναι κοντή, δεν παίζει καλά και δεν έχει πολλά μαλλιά». Και είχε άδικο ο παιδικός εαυτός μου. Αλλά ήταν βλέπετε κι η σύγκριση με την ανταγωνίστριά της. Εκείνη την ξανθιά σκανδαλιάρα μαθήτρια που μιλούσε με νάζι κι έλαμπε ολόκληρη σα να έχει καταπιεί προβολέα. Με αποτέλεσμα ν' ανοίξουν μέσα στον χειμώνα μέχρι και θερινά σινεμά… Τη Βουγιουκλάκη βέβαια στο πραγματικό της μέγεθος την κατάλαβα το 1996. Μαθητής ακόμα, έφηβος. Μόλις ανακάλυπτα τον θάνατο. Μαζί της. Εκείνη που είχε μάθει όλα τα παιδάκια «να τραβάνε μπρος» ανέμελα, γιατί «θάρρος η ζωή μας θέλει» κοίταζε τώρα τον θάνατο κατάματα. «Μου ‘παν πως έχω κάτι σοβαρό στο πάγκρεας, οπότε έχετε γεια βρυσούλες..» Λένε πως στο τέλος της ζωής μας φανερώνεται ο πραγματικός μας χαρακτήρας. Κι αν όλες μας οι πράξεις οδηγούν στη Μεγάλη Πράξη, στην έξοδο μας από τη ζωή, η Αλίκη Βουγιουκλάκη φανέρωσε στο τέλος ατόφια την τραγική της διάσταση.
Ισχύει ότι θαυμάζετε, επίσης, πάρα πολύ τη Λούλα Αναγνωστάκη;
Ναι, ισχύει! Στη φράση της Αντιγόνης «Είναι τώρα ο αδύναμος και θα σταθώ με τη μεριά του» θα μπορούσε να συνοψιστεί ολόκληρο το ιδεολογικό υπόβαθρο της δραματουργίας της. Και σε μια εικόνα: Ένα κορίτσι σε μια μεγάλη ανηφόρα. Την ανεβαίνει καθημερινά για να επισκεφθεί τον ετοιμοθάνατο αδελφό του, ο οποίος έχει καταδικαστεί για τα πολιτικά του φρονήματα, στις χειρότερες φυλακές της χώρας του. Αν η πνευματική καταγωγή του Καμπανέλλη, όπως την ορίζει ο ίδιος σε συνέντευξή του είναι το «στρατόπεδο» εννοώντας το Μαουτχάουζεν, η πνευματική αφετηρία της Αναγνωστάκη είναι σίγουρα ο εμφύλιος μιας και υπάρχει ως ιστορική αναφορά σχεδόν στο σύνολο των έργων της. Η Λούλα Αναγνωστάκη εξέφρασε όσο κανείς, όπως αντίστοιχα στην ποίηση ο αδελφός της Μανόλης Αναγνωστάκης, την ήττα και τα τραύματα του Νεοέλληνα. Η πρώτη φράση που ανταλλάξαμε άλλωστε αφορούσε μια προσωπική της ματαίωση: «Ήθελα να γράφω για τον κινηματογράφο»…Ήταν στο θεατρικό μου ντεμπούτο, ως ηθοποιός, στην Κασέτα της. Έκτοτε, σκηνοθέτησα για πρώτη φορά έργο της: το «Σ’ εσάς που με ακούτε», έγραψα το πρώτο μου βιβλίο «Στην Πόλη της Λούλας Αναγνωστάκη» και τώρα ολοκληρώνω το διδακτορικό μου πάνω στα έργο της. Όσο ζούσε αλλά και τα τελευταία 6 χρόνια που έχει φύγει από τη ζωή είναι πάντα στην καρδιά μου και στη σκέψη μου. Της οφείλω πολλά!
Ποιες είναι οι κύριες στιγμές ή σκηνές στο έργο που θεωρείτε ιδιαίτερα σημαντικές ή συναισθηματικά φορτισμένες; Γιατί έχουν αυτήν την ένταση ή σημασία για εσάς;
Ο τρόπος του Μιλού να υπερασπίζεται τ' όνειρό του: «Πεθαίνει ένα όνειρο; Μερικές φορές πεθαίνει κι είναι τρομερό. Και δεν σου μένει παρά να πεθάνεις αργά μαζί του... Αλλά κάποιες φορές, ως εκ θαύματος, μέσα από τις ανατροπές γεννιούνται ολοκαίνουργια όνειρα... Ένα όνειρο θέλει να το προστατεύεις, να το χαϊδεύεις, να το μοιράζεσαι, να το κουβαλάς, να το τραγουδάς, να το σχεδιάζεις, να γίνεται η ζωή σου... Αυτό γράφει την ιστορία σου!»
Η Νανά Μούσχουρη έχει ερμηνεύσει δεκάδες επιτυχίες. Τι ρόλο διαδραματίζει η μουσική στην πλοκή του έργου;
Όπως και στη ζωή του Νταβίντ, κινεί τα νήματα. Αφηγείται μουσικά τον σκοπό του, «χορεύει» την ιστορία του… Από εκείνη κυλάει το μελάνι. Και τα τραγούδια της είναι σαν να μιλούν για δυο παράλληλους κόσμους: τον δικό της και του μικρού Μιλού! Τους ενώνει η ντροπή και το πάθος.
Πώς νιώθετε για το γεγονός ότι η παράσταση έχει παίξει ήδη στη Γαλλία με μεγάλη επιτυχία και τώρα παρουσιάζεται στη χώρα μας; Πώς πιστεύετε ότι θα ανταποκριθούν οι Έλληνες θεατές;
Τιμή και χαρά όπως κάθε φορά όταν παρουσιάζω ένα ξένο έργο στην Ελλάδα για πρώτη φορά… Τώρα άγνωσται αι βουλαί του Έλληνα θεατή όπως και του Έλληνα ψηφοφόρου!
Πιστεύετε ότι η τέχνη είναι ένα αποκούμπι για την αντιμετώπιση της πραγματικότητας;
«Η τέχνη είναι ό,τι απέμεινε από τον Θεό» έλεγε ο Γιώργος Χειμωνάς. Ό,τι πιο κοντά στον άνθρωπο για να του θυμίζει την ανθρώπινη φύση του. Ένα ξόρκι από φως σε πείσμα της φθοράς και της ματαιότητας. Το να δημιουργείς, να λες ένα τραγούδι, να γράφεις, να ερμηνεύεις, είναι - στις μέρες μας - μια άλλου είδους καλοσύνη… Προϋποθέτει άλλωστε γνήσια και αβίαστη γενναιοδωρία.
Πώς σχολιάζετε την υποβάθμιση των καλλιτεχνών από την πολιτεία; Θεωρείτε ότι θα πάρουν οι καλλιτεχνικές σπουδές στην Ελλάδα τη θέση που τους αξίζει;
Όλη αυτή η ιστορία μού θυμίζει έναν στίχο του Βάρναλη: «Τους προγόνους ντράπου»… Όπως και να ‘χει το ’25, δεν είναι και τόσο μακριά… Τότε έχει αναγγελθεί η Ακαδημία. Για να δούμε!
Από το ξεκίνημα της καλλιτεχνικής σας πορεία μέχρι σήμερα, έχετε κάνει τις επιλογές που θα θέλατε;
Όχι πάντα, αλλά κατά πολύ μεγάλο ποσοστό. Εργάστηκα κυρίως με ανθρώπους και σε ρόλους που αγάπησα. Πολύ.
Το θέατρο σήμερα σε τι φάση βρίσκεται κατά τη γνώμη σας;
Η μυθοπλασία και οι πλατφόρμες μοιάζουν να έχουν την πρωτοκαθεδρία στην προτίμηση του κοινού, αλλά οι πραγματικές υποκλίσεις – το ξέρουμε - γίνονται στη σκηνή όχι στο τουίτερ. Το θέατρο ανανεώνεται διαρκώς κι αυτή τη στιγμή, παρά τα δεινά του: την ανεργία και την έλλειψη συχνά ικανοποιητικών συνθηκών εργασίας, δεν παύει να μας προσφέρει συγκινήσεις.
Ήταν ρίσκο για σας να αναλάβετε την καλλιτεχνική διεύθυνση του θεάτρου Σταθμός; Έχει αποφέρει τα αποτελέσματα που περιμένατε;
Ναι, αλλά δε γινόταν αλλιώς. Τα ιστορικά θέατρα έμοιαζαν αποπροσανατολισμένα και οι παραγωγοί μετά από εισπρακτικές επιτυχίες με άφηναν απλήρωτο. Έπρεπε μετά τον θάνατο του πατέρα μου ν' αναλάβω την ευθύνη του εαυτού μου εξ’ ολοκλήρου και οικονομικά. Πάλεψα σκληρά, αλλά πιστεύω πως το θέατρο Σταθμός έχει δώσει πια το δικό του στίγμα στη σύγχρονη θεατρική Αθήνα.
Ποιοι είναι οι λόγοι που καθιστούν την επιλογή των σύγχρονων ελληνικών έργων πιο περιορισμένη, ενώ τα κλασσικά έργα επαναλαμβάνονται πιο συχνά; Ποια είναι η προσέγγισή σας ως καλλιτεχνικός διευθυντής σε αυτό το θέμα και πώς αποφασίζετε ποια έργα θα εντάξετε κάθε χρόνο στο πρόγραμμά σας;
Εδώ και περίπου επτά χρόνια που βρίσκομαι στο Θέατρο Σταθμός το ρεπερτόριό μας κινείται σε τρεις θεματικές ενότητες: στο Νεοελληνικό Θέατρο, στην Ετερότητα και στα Μικρά Κλασικά. Το πρόγραμμα του θεάτρου ξεκίνησε με την τελευταία θεατρική εμφάνιση της αείμνηστης Κατερίνας Χέλμη (Βραβείο Κάρολος Κουν) στο έργο της Φωτεινής Τσαλίκογλου «Πατρίδα Τώρα – 8 ώρες και 35 λεπτά».
Έκτοτε, το θέατρο έχει τιμηθεί με περισσότερα από 15 καλλιτεχνικά βραβεία και υποψηφιότητες σε διάφορες κατηγορίες και έχει φιλοξενήσει εκδηλώσεις με τη συμμετοχή ξεχωριστών ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών (Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, Κική Δημουλά, Μάνος Ελευθερίου, Άλκη Ζέη, Ξένια Καλογεροπούλου κ.ά). Στο Θέατρο Σταθμός παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα διακεκριμένα έργα κοινωνικού προβληματισμού («Φυλές» της Νίνα Ρέιν, «Χάπι» του Έντα Γουόλς, «Όπως πάει το ποτάμι» του Μάρτιν Σέρμαν κ.ά.), ενώ στο πρόγραμμά μας έχει την τιμητική του και το ελληνικό έργο μιας και ανεβάσαμε τα τελευταία έργα των Βασίλη Κατσικονούρη («Τσιτάχ»), Γιάννη Τσίρου («Ημέρα Κυρίου»), Αλέξη Σταμάτη («Λευκό δωμάτιο»). Επίσης, αναδείχθηκαν ως θεατρικοί συγγραφείς ο πεζογράφος Δημήτρης Οικονόμου («Το τραγούδι της Φλέρυς») και η τραγουδοποιός Ευσταθία («Η Απολογία της Μαρί Κιουρί»), αλλά και αναβίωσαν σημαντικά έργα της Λούλας Αναγνωστάκη, του Ιάκωβου Καμπανέλλη και του Μάριου Ποντίκα.
Από πλευράς μου, λοιπόν, στηρίζω όσο μπορώ την καινούργια δραματουργία παρά το γεγονός ότι αποτελεί μεγαλύτερο ρίσκο από ένα δοκιμασμένο κλασικό έργο. Αισθάνομαι ότι αποτελεί χρέος ενός σύγχρονου θεάτρου ρεπερτορίου και σύμφωνα μ’ αυτήν την ανάγκη διαμορφώνω και το καλλιτεχνικό μας πρόγραμμά.
Τι θα δούμε την επόμενη σεζόν στο θέατρο Σταθμός;
Θα επαναληφθούν οι παραστάσεις: «Ταρτούφος», «Το τραγούδι της Φλέρυς», «Τσιτάχ» και «Μούρη γεμάτη μούρα» και θα ανεβούν μεταξύ άλλων το «Γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη, το «Όταν μεγαλώσω, θα γίνω Νάνα Μούσχουρη», καθώς και το τελευταίο, άπαιχτο στην Ελλάδα, έργο της Γιασμίνα Ρεζά «Μπέλα Φιγούρα». Ολόκληρο το πρόγραμμα του θεάτρου Σταθμός θ' ανακοινωθεί τον Σεπτέμβριο και θα μπορείτε να το δείτε αναλυτικά στην ιστοσελίδα μας.
Δολοφονία 36χρονης στην Κρήτη: Η ψυχιατρική έκθεση για τον 33χρονο – Είχε προσπαθήσει να πατήσει και άλλη γυναίκα
Δολοφονία στην Καλαμάτα: «Είχαμε προσωπικές διαφορές» - Πώς ο 35χρονος κατακρεούργησε το θύμα
Πώς θα κάνουμε τελικά Χριστούγεννα; Το «καιρικό καρουζέλ» και οι «χιονοεκπλήξεις» - Οι τελευταίες προγνώσεις
Γιώργος Καραμίχος για Χρήστο Μάστορα: «Δεν έχω τέτοια στεγανά ότι κάποιος πρέπει να είναι ηθοποιός για να παίξει»
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr