Θάνος Λέκκας και Δημήτρης Καπουράνης στο ethnos.gr: «Πρέπει ν' αδράξουμε τη ζωή με έναν καινούργιο, τολμηρό τρόπο»
🕛 χρόνος ανάγνωσης: 22 λεπτά ┋ 🗣️ Ανοικτό για σχολιασμό
Κάθε φορά που ανεβαίνουν στη σκηνή, εκπέμπουν φως και επιβεβαιώνουν το ταλέντο τους. Ο Δημήτρης Καπουράνης, μεγαλωμένος στα Χανιά, αποφάσισε να εγκαταλείψει το Πολυτεχνείο λίγο πριν αποκτήσει το πτυχίο του. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Εθνικό Θέατρο εν μέσω του πρώτου lockdown, και από το 2020 δεν έχει σταματήσει ν' ασχολείται με την τέχνη του. Αποτελεί ένα από τα πιο δραστήρια άτομα που έχουμε γνωρίσει, δουλεύοντας ασταμάτητα από τότε, ενώ έγινε ευρύτερα γνωστός μέσα από τη συμμετοχή που είχε στην τηλεοπτική σειρά «Τα Καλύτερά μας χρόνια» στην ΕΡΤ1.
Από την άλλη, οι θεατρόφιλοι θυμούνται τον Θάνο Λέκκα από τις συνεργασίες που είχε με την ομάδα των Patari Project στους «Χιονάνους» και στο «Πιάνω παπούτσι πάνω στο πιάνο», αλλά και από τις συνεργασίες του με τον Θωμά Μοσχόπουλο. Ωστόσο, το τηλεοπτικό κοινό τον έμαθε από την «Τούρτα της Μαμάς» στην ΕΡΤ1. Γεννημένος στο Χολαργό και μεγαλωμένος κοντά στο νεκροταφείο της Κηφισιάς, ήταν καλός μαθητής, αλλά όχι από τους καλύτερους, ενώ περιγράφει τον εαυτό του ως κοινωνικό, αν και όχι με πολλές παρέες. Παράλληλα, δε διστάζει να προσφέρει απλόχερα καλά λόγια για ανθρώπους που θαυμάζει. «Ο Δημήτρης Καπουράνης είναι ένας απίστευτα γενναιόδωρος, ταλαντούχος, με ενσυναίσθηση όμορφος ροκ σταρ. Μπορείς να βασιστείς πάνω του. Σε κοιτάει και ξέρεις ότι σε βλέπει. Συγκινείται με τους ανθρώπους και τον αφορούν τα προβλήματά τους. Τους νιώθει όλους. Δεν έχω κάτι παραπάνω να ζητήσω ή να θέλω να αλλάξω» υπογραμμίζει ο ίδιος στο ethnos.gr.
Τη φετινή σεζόν, οι δύο ταλαντούχοι ηθοποιοί συμπρωταγωνιστούν στην επιτυχημένη καθημερινή σειρά «Ναυάγιο» στο MEGA, αλλά και στη θεατρική παράσταση «Μια άλλη Θήβα» που επανέρχεται στην κεντρική σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. Ο Γαλλο-ουρουγουανός, Σέρχιο Μπλάνκο, από τις πιο δυνατές σύγχρονες φωνές του ισπανόφωνου θεάτρου, μας παραδίδει μια σύγχρονη σπουδή για την ανδρική ταυτότητα, την καταπίεση, τη βία και το έγκλημα, την τιμωρία και τις διακρίσεις, αλλά ταυτόχρονα και τις ίδιες τις δημιουργικές διαδικασίες της τέχνης του θεάτρου, με αναφορές στο μύθο του «Οιδίποδα» αλλά και στο «Εγκλημα και τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι.
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ανέδειξε το πολυεπίπεδο αυτό έργο, με μια σκηνοθεσία που επαινέθηκε ιδιαίτερα από την κριτική και το κοινό για τον εξαιρετικό ρυθμό και την υποβλητική της ατμόσφαιρα. Η παράσταση συζητήθηκε ιδιαίτερα και λόγω των εξαιρετικών ερμηνειών των ηθοποιών, του Θάνου Λέκκα στον ρόλο του συγγραφέα και του Δημήτρη Καπουράνη στον διπλό ρόλο Μαρτίν/Φεδερίκο, ενώ σημείωσε αλλεπάλληλα sold out και παρατάσεις μέχρι και το κλείσιμο της προηγούμενης σεζόν.
Από τη θεατρική σκηνή μέχρι τη μεγάλη και μικρή οθόνη, αυτή η συνέντευξη αναδεικνύει το πώς οι δύο αυτοί καλλιτέχνες δένουν με μοναδικό τρόπο, δημιουργώντας ένα συναρπαστικό κολάζ από ταλέντο, πάθος και καλλιτεχνική ευαισθησία.
Πρωταγωνιστείτε στην παράσταση «Μια άλλη Θήβα», η οποία ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στον Νέο Κόσμο. Πώς νιώθετε και πού θεωρείτε ότι οφείλεται η μεγάλη επιτυχία του έργου;
Θάνος Λέκκας: Χαρά και άγχος. Χαρά που ξαναπάει η παράστασή μας και άγχος να καταφέρουμε να είμαστε καλύτεροι από πέρυσι και φυσικά να τα πάμε και καλά. Εχω αισιοδοξία σε σχέση με αυτό γιατί αυτή η παράσταση μιλάει για μια πολύ τρυφερή σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στους δυο αυτούς άντρες και που όλοι, ανεξαιρέτως φύλου ή ηλικίας, έχουμε αποζητήσει στη ζωή μας. Να έχουμε έναν άνθρωπο που θα εμπιστευτούμε πέρα από οποιονδήποτε. Την ουσία της αγάπης και του σεβασμού που χτίζεται με το χρόνο και το αγκάλιασμα της ψυχής του άλλου... όπως ακριβώς είναι...για αυτό ακριβώς που είναι... σπάνιο και αν μου επιτρέπετε, πολύ όμορφο.
Δημήτρης Καπουράνης: Δεν αισθανόμουν ότι η παράσταση έκανε τον κύκλο της - οπότε χαίρομαι ιδιαίτερα που η παράσταση συνεχίζεται και φέτος και να σας πω την αλήθεια, ούτε και φέτος αισθάνομαι ότι θα είμαι έτοιμος να τελειώσει η «Μια άλλη Θήβα». Όπως επίσης με χαροποιεί το ότι μου δίνεται η ευκαιρία να είμαι τόση ώρα επί σκηνής και να δοκιμάζω τον εαυτό μου μαζί με έναν άνθρωπο που έχω τόσο αγαπήσει. Δεν μπορώ να διευκρινίσω με ακρίβεια το που οφείλεται η «επιτυχία» αυτή, πολλά πράγματα συντέλεσαν στο να βγει αυτό το αποτέλεσμα οπότε θα ήταν δίκαιο αυτό να οφείλεται στο καθένα από αυτά ξεχωριστά. Φτιάξαμε μια ωραία ομάδα - αντιμετωπίσαμε το κείμενο με ειλικρίνεια καθώς και τους συνεργάτες μας και νομίζω ότι αυτό φτάνει στο κοινό που μας στηρίζει με τα γέλια, τα δάκρυα ,τη σιωπή και τέλος με το χειροκρότημα τους κάθε βράδυ.
Τι σας δυσκόλεψε και τι σας γοήτευσε περισσότερο στους ήρωες σας;
Θ.Λ.: Ο ήρωάς μου ο Σ. είναι από θέσης ο αφηγητής και δημιουργός της ιστορίας. Ένας ρόλος πιο απόμακρος και άχρωμος σε σχέση με τον νεαρό πατροκτόνο. Ψάξαμε - και ακόμη ψάχνω - την ισορροπία ανάμεσα στην ένταση του ρόλου μου και του χώρου που πρέπει να δοθεί στον Μαρτίν. Το γεγονός ότι πρέπει να διατηρώ μια στιβαρότητα και ένα στάτους ενώ θέλω ταυτόχρονα να παραμένω ενδιαφέρων για τον θεατή με δυσκόλεψε αρκετά. Τώρα πλέον κάνω αυτό που έκανα και ως Θάνος και ουσιαστικά με γοητεύει σε αυτή την παράσταση, εμπιστεύομαι και παίζω με τον Δημήτρη που έχω απέναντί μου.
Δ.Κ.: Με δυσκόλεψε τρομακτικά ο Φεδερίκο καθώς είναι πάντοτε αλλόκοτο να υποδύεσαι έναν ηθοποιό επί σκηνής χωρίς αυτό να γίνει καρικατούρα. Άργησα αρκετά να βρω τα πατήματα μου σε αυτόν τον ρόλο καθώς και τα αντικρίσματα του - καθώς πάντοτε αντιμετώπιζα ειρωνικά αυτή την συνθήκη. Από την άλλη νομίζω είναι ξεκάθαρο το πόσο με γοητεύει η ζωώδη φύση του Μαρτίν, η ειλικρινά στον λόγο του καθώς και στην φύση του.
Σε πρώτο επίπεδο, η ιστορία θέτει στο επίκεντρο την πατροκτονία. Ωστόσο, ποιες είναι οι επιπλέον αναγνώσεις του; Βλέπουμε στο έργο κομμάτια του εαυτού μας;
Δ.Κ.: Η πατροκτονία είναι το υποκινούμενο γεγονός για την ιστορία μας - επίσης είναι μια αφορμή, ένας τόπος για συζήτηση. Στην πραγματικότητα παρατηρούμε δυο ανθρώπους από δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους να συναντιόνται ο ένας για να φτιάξει ένα έργο τέχνης και ο άλλος για να νιώσει λίγο ελεύθερος. Νομίζω ότι η παράσταση έχει αρκετά οικεία στοιχεία όπως και αρκετά ανοίκεια στοιχεία - ακριβώς όπως πρέπει να συμβαίνει σε παραστάσεις. Προτιμώ την αίσθηση του ανοίκειου στο θέατρο.
Θ.Λ.: Η παράσταση σχηματίζεται με αφορμή την πατροκτονία, και αυτό ήταν ίσως ένα επικοινωνιακό λάθος κατά την προώθηση που έγινε. Η παράσταση δεν ασχολείται με το «πότε» και «αν» πρέπει να «σκοτώνουμε τον Πατέρα μας», παρά μόνο φιλολογικά ίσως. Η ουσία της παράστασης βρίσκεται πιο πολύ στην έννοια της φυλακής και στη δύναμη της σχέσης που βλέπουμε να αναπτύσσεται μπροστά στα μάτια μας παρά σε οτιδήποτε άλλο.
Πρόκειται για ένα σκληρό έργο;
Δ.Κ.: Πρόκειται για μια βαθιά τρυφερή ιστορία.
Θ.Λ.: Πιάνουμε τους ήρωες στην επούλωση. Όταν περιεργάζεσαι μια πληγή μπορείς να φανταστείς πώς ήταν ανοιχτή, ποιο όπλο την προκάλεσε. Αλλά κυρίως βλέπεις πώς κλείνει σιγά σιγά... βλέπεις τα μάτια του ανθρώπου που σε κοιτάνε με δισταγμό, μετά με εμπιστοσύνη και τέλος με ευγνωμοσύνη. Πολύς κόσμος κλαίει στο τέλος της παράστασης... Δεν ξέρω αν είναι από την σκληρότητα...
Πώς αντιλαμβάνεστε την φράση «Όλοι θέλουμε να σκοτώσουμε τον πατέρα μας» που ακούγεται στην παράσταση;
Θ.Λ.: Ολοι θέλουμε ν' απαλλαγούμε, σε κάποια φάση, από αυτό που μας καθόρισε, μας όρισε και άρα μας περιορίζει. Αυτό το αντιπροσωπεύουν οι γονείς και ειδικά ο πατέρας. Αυτός εισάγει τους κανόνες, τον νόμο. Και αυτόν πρέπει να «σκοτώσουμε» για να ζήσουμε υπό τους δικούς μας νόμους.
Πώς η ανάλυση του Οιδίποδα από τον Φρόυντ βοηθά στην εμβάθυνση της κατανόησης της πλοκής και των θεμάτων του έργου;
Θ.Λ.: Νομίζω είναι ακόμα μια ψηφίδα που ορίζει τον κόσμο μέσα στον οποίο ζούν οι δύο ήρωες. Σίγουρα δεν αποτελεί στοιχείο για την λύση κάποιου μυστηρίου. Αντίθετα προστίθεται στα πάμπολλα πράγματα που ακούγονται σε αυτό το έργο και που τελικά περιγράφουν τον πλούσιο και πολύπλοκο κόσμο που ζούμε, τον οποίο πρέπει να αποδεχτούμε και να βρούμε τον τρόπο να εμπιστευτούμε και να αγαπήσουμε μέσα σε αυτόν.
Παρατηρούμε πως μετά την καραντίνα τα θέατρα πάνε πολύ καλά. Θεωρείτε πως ο κόσμος το είχε ανάγκη;
Θ.Λ.: Σαφώς. Οσο κι αν προσπαθούμε, το θέατρο δεν έχει ακόμα ψηφιοποιηθεί ή μπεί σε ταχύτητες μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Οταν παρακολουθεί κανείς θέατρο μπαίνει στη γνωστή λυτρωτική συνθήκη ενός ψυχικού μπάνιου ας πούμε. Κρύο ή ζεστό πρέπει να κάτσεις να το υπομείνεις, δεν έχει σκρόλ ντάουν. Αυτό από μόνο του πλέον είναι μια σπάνια εμπειρία και ειδικά μετά την καραντίνα που όλοι την περάσαμε υπό τον βομβαρδισμό των Μ.Μ.Ε. και Μ.Κ.Δ.
Δ.Κ.: Το θέατρο είναι ένας τόπος συνάντησης - περιφραγμένος από το οικείο της καθημερινότητας που βιώσαμε εν είδη παραδείγματος στην καραντίνα -, ένας «αναπαυτικός» ή και όχι χώρος έκφρασης και δημιουργίας. Θέλω να πιστεύω πως ο κόσμος συνειδητά ή ασυνείδητα το αντιλαμβάνεται αυτό και το έχει ανάγκη.
Θάνο, τι πρέπει ν’ αποφύγει και τι να επιδιώξει ένας ηθοποιός για να κερδίσει τον θεατή στο θέατρο; Τι έχεις καταλάβει;
Προσπαθώ να είμαι όσο πιο ειλικρινής και συνεπής στην αφήγηση της ιστορίας μπορώ. Την αλαζονεία και το ψέμα τα ξερνάει αμέσως η σκηνή. Θέλει ψυχραιμία, ισορροπίες, πολλή όρεξη και να εμπιστεύομαι την μεγαλύτερη εικόνα που έχει ο θεατής. Έχω ένα ρόλο να παίξω. Το κείμενο, η μουσική, η σκηνοθεσία, τα φώτα, τα σκηνικά θα κάνουν κι αυτά τη δουλειά τους ενώ ο θεατής θα συνθέσει την τελικά εικόνα.
Κάποιοι λένε ότι έγιναν ηθοποιοί για να μπορούν να κρύβονται μέσα σε ρόλους και να αποφεύγουν τον εαυτό τους. Συμφωνείτε; Στη δική σας περίπτωση, τι σας οδήγησε στην υποκριτική;
Δ.Κ.: Εγώ πιστεύω ότι στη σκηνή είσαι γυμνός - δεν κρύβεσαι μέσα στους ρόλους αλλά το αντίθετο. Οι ρόλοι ξεγυμνώνουν τον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο, τον ρυθμό, τις σχέσεις σου με τους άλλους ανθρώπους τον χώρο. Ίσως η ανάγκη μου να κατανοήσω τα πράγματα ( ή και εμένα ) με έκανε να ερωτευτώ αυτό το επάγγελμα.
Θ.Λ.: Αν είσαι καλά με τον εαυτό σου δεν έχεις λόγο να γίνεις ηθοποιός. Δεν έχεις λόγο να θες να βουτάς σε χαρακτήρες άλλων για να κρυφτείς -ναι- αλλά ίσως και να μάθεις καλύτερα τί στο καλό συμβαίνει μέσα σου. Όσο πιο γνωστός θες να γίνεις δε, τόσο πιο πολλά τα ψυχολογικά και η ανάγκη επιβεβαίωσης. Εγώ, λοιπόν, έγινα ηθοποιός γιατί σε αυτή τη δουλειά νιώθω ότι αυτό που μπορώ να προσφέρω, η όποια ενόραση δηλαδή έχω σε χαρακτήρες και ψυχισμούς άλλων, αντισταθμίζεται με αυτό που παίρνω πίσω. Μια αίσθηση ικανοποίησης απόλυτα παιδικής. Σαν να πέφτει δροσερό νερό πάνω μου μια μέρα με καύσωνα.
Έχετε σηκώσει το τηλέφωνο να καλέσετε για δουλειά;
Δ.Κ.: Δεν το έχω κάνει - αλλά δεν θα είχα κανένα πρόβλημα να το κάνω.
Θ.Λ.: Για άλλες δουλειές που έχω κάνει στο παρελθόν, ναι. Για το θέατρο και την τηλεόραση ακόμα, όχι. Κάπως η μια δουλειά έφερνε την άλλη. Είναι κάτι που ντρέπομαι να κάνω η αλήθεια είναι, όχι επειδή το θεωρώ υποτιμητικό αλλά επειδή δεν το έχω ξανακάνει και δεν ξέρω πώς να φερθώ...
Εκτός από την παράσταση «Μια άλλη Θήβα», συμμετέχετε στη νέα σειρά «Ναυάγιο» του MEGA. Τι σας παρακίνησε και αποδεχθήκατε την πρόταση αυτή;
Δ.Κ.: Με παρακίνησαν οι συντελεστές, καθώς και ο Γιάννης Χαριτίδης όταν έμαθα ότι θα σκηνοθετήσει την σειρά. Το σενάριο μου φάνηκε αρκετά γειωμένο και καλοφτιαγμένο, καθώς και η ιστορία πολύ συγκινητική. Το οικονομικό αντάλλαγμα, επίσης, έπαιξε καθοριστικό λόγο - καθώς ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας, είναι ένας από τους κύριους λόγους που κάνουμε τηλεόραση.
Θ.Λ.: Είναι ένα καλογραμμένο σενάριο, με ακέραιους χαρακτήρες και δυνατή και επίκαιρη όσο ποτέ υπόθεση. Ήθελα δηλαδή να διαβάσω τι θα συμβεί παρακάτω. Επίσης η εμπιστοσύνη που μου έδειξε προσωπικά ο σκηνοθέτης μας και όλη η ομάδα μυθοπλασίας του MEGA με έκανε να τους εμπιστευτώ κι εγώ με τη σειρά μου και να δεχτώ ένα δραματικό ρόλο. Δεν έχω ξανακάνει -σχεδόν- καθημερινή σειρά και είχα τους ενδοιασμούς μου, αλλά φαίνεται ότι οι εξαιρετικά έντονοι ρυθμοί των γυρισμάτων τελικά σε βάζουν σε μια επαγγελματική εγρήγορση που με κινητοποιεί πολύ θετικά.
Το άγχος της τηλεθέασης υπάρχει;
Θ.Λ.: Οπως είπα και προηγουμένως η δουλειά μου είναι ο ρόλος μου και αυτόν πρέπει να κάνω καλά. Το άγχος, που είναι μεγάλο και βαθύ σταματά εκεί. Η σκηνοθεσία, η μουσική, η ατμόσφαιρα, η προώθηση και τελικά η ακροαματικότητα είναι πράγματα που δεν ελέγχω και δεν με αφορούν. Χαίρομαι παρόλ' αυτά πολύ και νιώθω περήφανος με ένα καλό αποτέλεσμα !
Δ.Κ.: Αν ήταν χαμηλό θα υπήρχε - φαντάζομαι.
Το γεγονός ότι η σειρά βασίζεται σε βιβλίο σάς προβληματίζει ως προς το γεγονός ότι οι τηλεθεατές θα έχουν πρόσβαση στις εξελίξεις;
Θ.Λ.: Καθόλου. Το σενάριο βασίζεται στο βιβλίο αλλά πολλές ιστορίες έχουν μπλεχτεί, άλλες έχουν προστεθεί, κάποιες έχουν αφαιρεθεί τελείως. Εξάλλου η γνώση της πλοκής δεν μειώνει το ενδιαφέρον την παρακολούθησης. Ξέρουμε όλες τις ελληνικές τραγωδίες αλλά της ανεβάζουμε και πάμε να τις παρακολουθήσουμε κάθε χρόνο με το ίδιο ενδιαφέρον.
Δ.Κ.: Νομίζω αυτό, ευτυχώς, προβλημάτισε πρώτα τους σεναριογράφους οι οποίοι αποφάσισαν να παραστρατήσουν από την αφήγηση του βιβλίου.
Το τραγικό ναυάγιο του Ηράκλειον στη Φαλκονέρα λειτουργεί ως καμβάς στη βασική πλοκή του βιβλίου αλλά και της σειράς. Είχατε προηγουμένως γνώση για το συμβάν; Μπήκατε στη διαδικασία να ψάξετε περισσότερες πληροφορίες ώστε να κατανοήσετε καλύτερα τη σημασία της ιστορίας;
Θ.Λ.: Ομολογουμένως δεν είχα γνώση της τραγικής ιστορίας. Στις ενημερώσεις από τους συντελεστές και στις μετέπειτα συζητήσεις που κάναμε έμαθα πολλά πράγματα και ακόμα μαθαίνω. Δεν έκανα κάποια έρευνα για την εποχή, αφενός γιατί το σενάριο δίνει πολλές πληροφορίες, αφετέρου γιατί βρίσκω τόσες ομοιότητες και αναφορές στο τώρα που με καλύπτουν και θεωρώ πως είναι και το ζητούμενο. Θέλω ο ρόλος μου να ακούγεται σαν να λέει τα λόγια του τώρα και όχι το '66.
Δ.Κ.: Έχω μεγαλώσει στα Χανιά - μικρός πήγαινα αρκετά συχνά στο μνημείο που έχει στηθεί στο παλιό λιμάνι για το ναυάγιο, οπότε ήξερα αρκετά πράγματα. Αλλιώς όμως αντιμετωπίζεις ένα τέτοιο συμβάν όταν καλείσαι να γίνεις μέρος του εν είδει της σειράς. Έψαξα αρκετά στοιχεία για την εποχή - ιστορικά, κοινωνικά, πολιτικά - ώστε να μπορέσω να κατανοήσω καλύτερα την αντίδραση του χαρακτήρα μου «Μάκη» μετά το συμβάν. Είναι αναγκαίο να γνωρίζει κανείς το “πλαίσιο” της ζωής του χαρακτήρα για να μπορέσει να κρίνει ακριβώς το πως θα διαχειριστεί ένα τόσο τραγικό συμβάν. Το κάθε άτομο διαχειρίζεται διαφορετικά το πένθος και την απώλεια - ίσως κάποιες φορές απροσδόκητα, και το απροσδόκητο θέλει μελέτη και επιμονή.
Θάνος Λέκκας: «Τα ακροδεξιά κόμματα προσφέρουν μια αίσθηση συσπείρωσης αγέλης που αρκετός κόσμος έχει ανάγκη»
Θάνο, η «Τούρτα της μαμάς» όπου πρωταγωνιστούσες είχε στο κέντρο της ένα ομόφυλο ζευγάρι. Θεωρείς πως ένα γκέι φιλί σε μια ελληνική σειρά αποτελεί πολιτική πράξη;
Αν με τον όρο πολιτική πράξη εννοούμε πώς θα έπρεπε να γίνονται τα πράγματα, τότε ναι. Όπως πολιτική πράξη είναι και ένας γιατρός που κάνει καλά τη δουλειά του και δεν παίρνει φακελάκια.
Πιστεύεις ότι η ελληνική τηλεόραση είναι κακοποιητική; Με ποιους τρόπους μπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση;
Για να είναι κάτι ενδιαφέρον πρέπει να είναι ζωντανό, να έχει παλμό και αναπάντεχη εξέλιξη. Αναγκαστικά λοιπόν η τηλεόραση χρησιμοποιεί τη ζωή, τις ιστορίες και τα όνειρα των ανθρώπων στην πιο ελαφριά μορφή της μέχρι τον πόνο, την σκληρή, γελοία ή βίαιη καθημερινότητά τους στην χειρότερη περίπτωση. Όπως και να 'χει «εκμεταλλεύεται» τη ζωή προς όφελός της. Ένας ρόλος της, ο ιερός της ρόλος, είναι να ενημερώνει και να συγκινεί, να συσπειρώνει τον κόσμο που παρακολουθεί. Δυστυχώς πολλές φορές στο βωμό του ανταγωνισμού και της τηλεθέασης γίνεται Κολοσσαίο που πετάνε ανθρώπους στα λιοντάρια για το θέαμα.
Η λύση βρίσκεται πάντα στην παιδεία. Στην επιλογή να κλείσεις την τηλεόραση όταν βλέπεις ότι προσβάλλει τις αξίες σου. Όμως επειδή φαίνεται ότι ακόμα πολύς κόσμος δεν προσβάλλεται, ίσα ίσα απολαμβάνει το μακελειό και πώς πολλοί κλείνουν την τηλεόραση όταν προσβάλλονται “οικογενειακές αξίες” με ένα γκέυ φιλί πχ, δεν μπορώ να πω πότε θα είμαστε έτοιμοι ως κοινωνία να φτιάξουμε αυτό το μέσο… το οποίο άλλωστε είναι και η αντανάκλαση του ποιοι είμαστε ως κοινωνία. Ως δημιουργοί του περιεχομένου της τηλεόρασης τώρα, είναι πάλι θέμα παιδείας, και έχουμε ευθύνη απέναντι σε αυτό που είναι σωστό και πανανθρώπινο και όχι μόνο το αρεστό και την κατανάλωση.
Η τέχνη μπορεί να συμβάλλει στην καταπολέμηση των κοινωνικών στερεοτύπων; Αν ναι, με ποιον τρόπο μπορεί να γίνει;
Επανάληψη μήτηρ μαθήσεως. Η τέχνη από το παρελθόν έχει στρατευθεί για να περάσει μηνύματα στο λαό. Στη Ρωσία για τον Κομμουνισμό, στην Αμερική για το Αμερικάνικο όνειρο, στη Ναζιστική Γερμανία για την Άρια Φυλή. Σε αντίθεση όμως με τις προηγούμενες περιπτώσεις όπου στόχο είχαν να δημιουργήσουν στερεότυπα και ιερά αρχέτυπα, πλέον ο στόχος στην εποχή που ζούμε πρέπει να είναι η όξυνση της κριτικής σκέψης και η κατάλυση αυτών των στερεοτύπων. Ο άνθρωπος, όμως, νιώθει τεράστια ανασφάλεια και άρνηση όταν δεν έχει σε κάτι στέρεο να πιστέψει κι έτσι η βίαιη επίθεση στα στερεοτύπα μόνο αντίθετα αποτελέσματα θα φέρει.
Αυτό που παρατηρείται πλέον στις σειρές και στις ταινίες είναι η ομαλή εισαγωγή μη στερεοτυπικών χαρακτήρων και πλοκών που ενοχλούν και ακόμα ίσως είναι λίγο άκομψα και χονδοειδώς τοποθετημένα. Ο στόχος όμως είναι η συζήτηση ! Θα συζητηθεί κάτι που ενοχλεί. Και θα συζητηθεί ξανα. Και θα κατακριθεί...αλλά θα συζητηθεί. Και ίσως σε 5 χρόνια να μην ενοχλεί. Και ίσως σε άλλα 10 χρόνια να το αγκαλιάσει η κοινωνία, γιατί θα έχει συνειδητοποιήσει τότε ο κόσμος ότι δεν ήταν ποτέ η εξαίρεση το πρόβλημα, αλλά αυτό που μέχρι τότε θεωρούνταν ο κανόνας.
Τι σκέψεις και συναισθήματα σου δημιουργεί η είσοδος τριών ακροδεξιών / φασιστικών κομμάτων στη Βουλή από τις πρόσφατες εκλογές;
Ο κόσμος φοβάται. Και έχει οργή. Και η κοινωνική συσπείρωση έχει ακρωτηριαστεί τόσο από τις οικονομικές συνθήκες που μας θέλουν όλους να ανταγωνιζόμαστε σε μοναχικές πίστες, όσο και από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που γεμίζουν τόσο ασφυκτικά τον χώρο ανάμεσά μας που ελάχιστοι καταφέρνουν να ενωθούν και να συνδεθούν πραγματικά.
Τα ακροδεξιά κόμματα προσφέρουν μια οργισμένη, βίαιη απάντηση και μια αίσθηση συσπείρωσης αγέλης που αρκετός κόσμος έχει ανάγκη. Το πρόβλημα φυσικά είναι ότι πέρα απο οργή και βίαιες κοντόφθαλμες λύσεις αυτά τα κόμματα δεν έχουν τίποτα άλλο να προσφέρουν. Οι άνθρωποι που σίγουρα αγανακτισμένοι και πιθανόν καλοπροαίρετα εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε αυτά τα κόμματα, δεν μπορούν να διακρίνουν ότι τα προβλήματα που προανέφερα είναι η πηγή και ταυτόχρονα ο τόπος που βρίσκεται η λύση τους. Ψάχνουν ανακούφιση, κάπου να ακουμπήσουν, αλλά τους λείπει παιδεία. Έχουν πολλά στερεότυπα και «πρέπει» στο μυαλό και στην καρδιά τους.
Πώς σχολιάζεις το φαινόμενο Κασσελάκη και τα υψηλά ποσοστά που έλαβε στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ;
Δεν είμαι ο πιο πολιτικοποιημένος άνθρωπος. Παρόλ' αυτά αυτό που διέκρινα είναι ένα απόλυτα ευφυές, επικοινωνιακά, φαινόμενο που έχει σκάσει σαν βόμβα από το πουθενά. Πρόκειται σίγουρα για έναν ικανότατο και αποφασισμένο άνθρωπο, που αν είχε ενταχθεί σε ένα δεξιό κόμμα θα ήταν απλώς ένας ακόμα της σειράς. Τώρα όμως έχει φέρει τα πάνω-κάτω. Δεν υπάρχει στιβαρή αριστερή ή δεξιά ιδεολογία από πίσω, υπάρχει μια πρακτικότητα που σε σχέση με τον πολιτικό διπολισμό που διοικεί αυτή τη χώρα αιώνες τώρα, είναι σίγουρα κάτι το αναπάντεχο και ελπιδοφόρο. Έχω ειλικρινά μεγάλη περιέργεια.
Τους τελευταίους μήνες, μαθαίνουμε απίστευτα «μαύρες» ειδήσεις, οι οποίες φαντάζουν να είναι συνεχόμενες και με ροή που θα τη χαρακτήριζε κανείς ασταμάτητη. Ποια ήταν η πιο έντονη στιγμή για σένα;
Δυστυχώς δεν είχα μια πιο έντονη στιγμή. Εχω μια θλίψη μόνιμη που περιμένει το επόμενο κακό, κι αυτό είναι ίσως χειρότερο. Προσπαθώ να το πετάξω αυτό από πάνω μου γιατί μόνο έτσι θ' αλλάξουν τα πράγματα.
Από τι παλεύεις ν’ απελευθερωθείς σήμερα;
Θεωρώ, ειδικά μετά την καραντίνα, πως ο κόσμος χρειάζεται μια επανεκκίνηση. Τίποτα από τα όσα θεωρούσαμε δεδομένα δεν υφίσταται πλέον. Προνόμια και δικαιώματά μας χάνονται, στο βωμό της δημόσιας ασφάλειας και του κοινού καλού, βασικές υποδομές καταρρέουν και δεν επιδιορθώνονται, ο κόσμος γενικά κινείται και εμείς είμαστε μουδιασμένοι. Όχι τόσο από τις απώλειες, αλλά επειδή αυτά που είχαμε μάθει τόσο καιρό να κάνουμε βλέπουμε πως δεν έχουν πλέον νόημα... και δεν ξέρουμε τι καινούργιο πρέπει να κάνουμε...και όλα αυτά γίνοται μπροστά στα μάτια μας, στα κινητά μας... Πρέπει ν' αδράξουμε τη ζωή με έναν καινούργιο, τολμηρό τρόπο. Προσωπικά, λοιπόν, φοβάμαι να αλλάξω. Να γίνω αυτός ο τολμηρός άνθρωπος που θα αντικαταστήσει τον προηγούμενο εαυτό του. Γιατί έχω μάθει, όπως και πολύ κόσμος, να είμαι το καλό παιδί.
Είσαι τόσο καλό παιδί όσο φαίνεσαι; Ποια θεωρείς ως τη μικρή σου επανάσταση, είτε στα χρόνια της εφηβείας, είτε στα πρώτα σου χρόνια στη δουλειά;
Είμαστε τα καλύτερα παιδιά. Για μένα το «θέατρο» ήταν μια επανάσταση. Επανάσταση προσωπική, να κάνω αυτό που πραγματικά αγαπώ και όχι αυτό που ένιωθα ότι έπρεπε να κάνω. Και επανάσταση οικογενειακή, που νόμιζα ότι με ήθελαν επιστήμονα... στη δεύτερη συνάντησα λιγότερη αντίσταση και αμέσως στήριξη και αγάπη. Δεν μου βγήκαν σε κακό λοιπόν οι επαναστάσεις μου... τα λέω για να τα ακούω κι εγώ..
Καλλιτεχνικά τι περιμένεις από τον εαυτό σου μελλοντικά;
Θα ήθελα να κάνω σινεμά στο μέλλον. Πιο τολμηρά βήματα. Και πάντα συνεργάτες που αγαπώ.
Κατέρρευσε ψηφιακά το Νοσοκομείο της Νίκαιας: Εξετάσεις, εξιτήρια, μισθοδοσίες... στο χέρι
Η μάχη των... ντεσιμπέλ στη Θεσσαλονίκη: Κάθε μέρα 10 επιχειρηματίες οδηγούνται με χειροπέδες στο κρατητήριο
Φοβερός και «τριπλός» ο Γιάννης Αντετοκούνμπο! Κυπελλούχοι οι Μπακς
Πρεμιέρα σήμερα για το «Καλάθι του Αϊ-Βασίλη»: Ποια μαγαζιά με παιχνίδια αφορά - Τι περιλαμβάνει
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr