Οικονομία|08.12.2020 14:47

Γραφείο προϋπολογισμού: Διαχειρίσιμες οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας

Αλέξανδρος Διαμάντης

Τα θετικά αλλά και τα αρνητικά σημεία της ελληνικής οικονομίας που διαμορφώνονται μετά και το δεύτερο κύμα της πανδημίας του κορονοϊού καταγράφει στην έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Ειδικότερα, ναι οι μακροοικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα εξακολουθούν να καθορίζονται από τις επιπτώσεις της πανδημίας, εντούτοις η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας το τρίτο τρίμηνο διαμορφώθηκε στο -11,7% (σε ετήσια βάση) και αποτελεί τη χειρότερη επίδοση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, ο πληθωρισμός παραμένει σε αρνητικό έδαφος (-2,0% τον Οκτώβριο) και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έφτασε τα 8,6 δις ευρώ το εννεάμηνο (από 90 εκατ. ευρώ πέρυσι).

Την ίδια ώρα, όμως, όπως αναφέρεται στην έκθεση η εικόνα της αγοράς εργασίας είναι επίσης ανησυχητική, παρότι λιγότερο δραματική. «Σύμφωνα με τα στοιχεία του Αυγούστου, η απασχόληση έχει μειωθεί κατά 2,5% σε ετήσια βάση, όμως η ανεργία παραμένει σχεδόν αμετάβλητη στο 16,8%, αφενός λόγω της μείωσης του εργατικού δυναμικού κατά 2,8% και αφετέρου λόγω των ειδικών μέτρων διατήρησης των θέσεων εργασίας».

Σε ότι αφορά τη δημοσιονομική εικόνα, κατά το Γραφείο Προϋπολογισμού είναι εξίσου προβληματική καθώς «την περίοδο Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου καταγράφεται πρωτογενές έλλειμμα κοντά στα 7 δις ευρώ που αντιστοιχεί σε επιδείνωση κατά 10,8 δις σε σχέση με πέρυσι».

Εντούτοις, θετικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι «αυτό δεν δείχνει να επηρεάζει τις αποδόσεις των τίτλων του ελληνικού δημοσίου που παραμένουν ιδιαίτερα χαμηλές, καθώς συνεχίζουν να στηρίζονται από την εξαιρετικά διευκολυντική νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας». Επίσης, το Γραφείο Προϋπολιγισμού σημειώνει ότι αποτελεί θετική εξέλιξη η πρόσφατη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s.

«Σε κάθε περίπτωση, οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας παραμένουν βραχυχρόνια διαχειρίσιμες, λόγω των ειδικών συνθηκών που επέβαλαν τη χαλάρωση των δημοσιονομικών περιορισμών του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και τη διευκολυντική νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Παρ' όλα αυτά, το δεύτερο κύμα της πανδημίας εντείνει την αβεβαιότητα και τους μεσοπρόθεσμους κίνδυνους για την οικονομία. Η διάρκεια όσο και η έκταση των επιπτώσεων αυτού του δεύτερου κύματος είναι άγνωστες, γνωρίζουμε όμως πως όσο διευρύνονται οι οικονομικές και δημοσιονομικές απώλειες της πανδημίας, τόσο παρατείνεται ο χρόνος που θα χρειαστεί μέχρι την επαναφορά στην προ κορονοϊού κατάσταση», αναφέρεται χαρακτηριστικά στη σύνοψη της έκθεσης.

Την ίδια ώρα, το Γραφείο Προϋπολογισμού υπογραμμίζει ότι καθίσταται αναγκαία η εκπόνηση μιας στρατηγικής διαχείρισης της πανδημίας που δεν θα περιορίζεται μόνο στις αναγκαίες μεταβιβάσεις και φοροαπαλλαγές αλλά θα στοχεύει στην ενίσχυση της δημόσιας υγείας, της εκπαίδευσης και των μέσων μαζικής μεταφοράς, τόσο σε ανθρώπινο επιστημονικό προσωπικό όσο και σε υποδομές, προκειμένου βραχυπρόθεσμα να περιοριστεί η μετάδοση της πανδημίας με την ελάχιστη δυνατή διαταραχή στις καθημερινές δραστηριότητες και μετακινήσεις των πολιτών – και κατά συνέπεια στις οικονομικές επιπτώσεις – και μεσοπρόθεσμα να αναβαθμιστεί το επίπεδο των δημόσιων υπηρεσιών και υποδομών που αποτελούν προϋποθέσεις για τον δυνητικό ρυθμό μεγέθυνσης.

Σε ότι αφορά τον κρίσιμο παράγοντα, δηλαδή το εμβόλιο οι συντάκτες της έκθεσης επισημαίνουν πως οι θετικές προοπτικές για την οικονομία προέρχονται πρώτον, από τα ενθαρρυντικά νέα για την ανάπτυξη εμβολίου κατά του COVID-19 και δεύτερον, από τα διαθέσιμα κονδύλια του ταμείου ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU) που, εφόσον ξεπεραστεί η εμπλοκή από τις αντιρρήσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, αναμένεται ότι θα κατευθυνθούν, κατά κύριο λόγο σε νέες επενδύσεις οδηγώντας σε μια σημαντική άνοδο του πραγματικού ΑΕΠ για την περίοδο 2021-26.

Έκθεση Πισσαρίδη

Τέλος, αναφορικά με την έκθεση Πισσαρίδη το Γραφείο Προϋπολογισμού αναφέρει ότι οι περισσότερες προτάσεις που περιλαμβάνει έχουν σημαντικό οικονομικό και πολιτικό κόστος και η υλοποίησή τους προϋποθέτει έναν σημαντικό βαθμό πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης. «Συνεπώς, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην υλοποίηση των προτάσεων που οδηγούν στην αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου, στη βελτίωση των όρων συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, στην πράσινη ανάκαμψη και στην ψηφιακή μετάβαση της ελληνικής οικονομίας. Τα πεδία αυτά συγκεντρώνουν τις περισσότερες πιθανότητες συναίνεσης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων και αποτελούν σπάνια ευκαιρία να συμφωνηθεί μια κοινά αποδεκτή μακροπρόθεσμη στρατηγική», καταλήγει.

ΚορονοϊόςΒουλήπροϋπολογισμός