Κόσμος|24.09.2019 19:53

Κλιματική αλλαγή 1966 - 2019: Ολα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα χειροτερεύουν

Γιώργος Σκαφιδάς

Ο όρος «κλιματική αλλαγή» χρησιμοποιείται επισήμως από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1960. Πρωτοεμφανίστηκε το μακρινό 1966, πριν από… 53 χρόνια, ως «climatic change» (και όχι «climate change»), μέσα από τις σελίδες έκθεσης του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού που αποτελεί τον μετεωρολογικό βραχίονα των Ηνωμένων Εθνών.

Τον Μάρτιο του 1977 θα κυκλοφορούσε το πρώτο τεύχος μιας επιστημονικής επιθεώρησης με τον τίτλο «Climatic Change» από το εκδοτικό οίκο «D. Reidel». Ο λόγος για μια ακαδημαϊκή περιοδική έκδοση που εξακολουθεί ακάθεκτη έως και σήμερα, 42 χρόνια μετά, πλέον υπό τη σκέπη των εκδόσεων «Springer».

Από το 1988 θα ξεκινούσε όμως να δρα, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, και η επιστημονική «Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος» (Intergovernmental Panel on Climate Change - IPCC), που τιμήθηκε, μάλιστα, για την προσφορά της και με Νόμπελ Ειρήνης, το 2007, από κοινού τότε με τον πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Αλ Γκορ. Όταν ο Γκορ παραλάμβανε το 2007 το Νόμπελ για την «ενοχλητική αλήθεια» της «παγκόσμιας υπερθέρμανσης» που είχε ο ίδιος αναδείξει μέσα από το φερώνυμο βιβλίο του, «An Inconvenient Truth», του 2006, η Σουηδή ακτιβίστρια Γκρέτα Τούνμπεργκ ήταν μόλις… τεσσάρων ετών.

Pacta sunt servanda

H Γκρέτα γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 2003. Όταν, όμως, ήρθε στον κόσμο, υπήρχαν ήδη επικυρωμένες όχι μία, αλλά δύο διεθνείς συμφωνίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Υπήρχε η Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις Κλιματικές Μεταβολές (UNFCCC), που εγκρίθηκε το 1992, και το Πρωτόκολλο του Κιότο, που εγκρίθηκε το 1997. Αμφότερες οι παραπάνω συμφωνίες έθεταν στόχους κυρίως ως προς τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, στόχους που στην πορεία θα γίνονταν θεωρητικώς ακόμη πιο αυστηροί με την καλούμενη Τροποποίηση της Ντόχα (Doha Amendment) του 2012. Τον Δεκέμβριο του 2015 θα ακολουθούσε και μια νέα παγκόσμια συμφωνία ενάντια στην κλιματική αλλαγή, η καλούμενη Συμφωνία των Παρισίων, στη βάση της οποίας το μεγαλύτερο μέρος της υφηλίου αποδέχτηκε την ανάγκη να μπει ένα φρένο στην άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη.

Στο δια ταύτα, περίπου τρεις δεκαετίες αφότου ο ΟΗΕ ανέλαβε επισήμως δράση για τoν περιορισμών των ρύπων, τα στοιχεία απογοητεύουν.

Στα ύψη υδράργυρος και ρύποι 

Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου εξακολουθούν, σε παγκόσμιο επίπεδο, να ανεβαίνουν (κατά περίπου 1,6% το 2017 και κατά περίπου 2% το 2018… σε σχέση με το 2017). Το 2018, μάλιστα, εκείνες άγγιξαν επίπεδα ρεκόρ, ξεπερνώντας τους 37 δισεκατομμύρια μετρικούς τόνους, με τη συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα να αγγίζει επίσης επίπεδα ρεκόρ: τα 407,8 μέρη ανά εκατομμύριο (ppm), καθώς οδεύει προς ένα νέο ρεκόρ: τα 410 ppm έως τα τέλη του 2019.

Όσο για τη μέση θερμοκρασία παγκοσμίως, και εκείνη συνεχίζει να ανεβαίνει. Εάν μάλιστα πιστέψουμε τις έρευνες, τότε η πενταετία 2015-2019 έχει βάλει πλώρη για να μείνει στην ιστορία ως η πιο θερμή πενταετία από το 1850 (οπότε ξεκινούν τα υπάρχοντα αρχεία) και έπειτα, με τη μέση θερμοκρασία να αυξάνεται τα τελευταία πέντε χρόνια κατά 1,1°C σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα (1850–1900) και κατά 0,2°C σε σύγκριση με τη μέση θερμοκρασία της αμέσως προηγούμενης πενταετίας (2011–2015).

Ανοδικά κινείται, όμως, και η στάθμη του νερού (ανεβαίνοντας κατά 3 με 4 mm ετησίως εδώ και περισσότερα από 20 χρόνια), καθώς οι πάγοι παράλληλα λιώνουν (σε Γροιλανδία, Αρκτική, δυτική Ανταρκτική) και η οξίνιση/οξύτητα των θαλασσών αυξάνεται, με ό,τι ανησυχητικό μπορεί να συνεπάγεται μια εξέλιξη συνολικά για το θαλάσσιο οικοσύστημα.  

Με τα στοιχεία να δείχνουν αποκαρδιωτικά και το μέλλον να διαγράφεται δυσοίωνο, διερωτάται πλέον κανείς τι πήγε στραβά και δεν υπήρξε αξιοσημείωτη πρόοδος τα τελευταία περίπου 30 χρόνια στο μέτωπο της κλιματικής αλλαγής. Μήπως βρισκόμαστε ήδη σε ένα σημείο από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή;

Είναι αλήθεια ότι σε πρακτικό επίπεδο, ακόμη και αν ξαφνικά όλοι έσβηναν τις μηχανές τους ανά την υφήλιο, τα δεδομένα δεν θα άλλαζαν. «Ακόμη και αν σταματούσαμε να εκπέμπουμε αέρια του θερμοκηπίου σήμερα, η παγκόσμια υπερθέρμανση θα συνέχιζε να συμβαίνει για τουλάχιστον αρκετές ακόμη δεκαετίες, εάν όχι για αιώνες. Χρειάζεται καιρό ο πλανήτης για να ανταποκριθεί, ενώ το διοξείδιο του άνθρακα παραμένει στην ατμόσφαιρα για εκατοντάδες χρόνια», σημειώνει στην ιστοσελίδα της η NASA, με τη Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) να συμφωνεί υποστηρίζοντας ότι στην καλύτερη περίπτωση «οι παγκόσμιες θερμοκρασίες θα σταθεροποιούνταν αλλά δεν θα υποχωρούσαν».

Κανένα κράτος όμως και καμία εταιρεία δεν εμφανίζονται στην πραγματικότητα έτοιμα ούτε να κατεβάσουν διακόπτες αλλά ούτε και να στραφούν πλήρως σε «πράσινες» πηγές ενέργειας με περιορισμένο αποτύπωμα άνθρακα.

Μη δεσμευτικές οι συμφωνίες 

Οι στόχοι και τα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί κατά καιρούς, εν μέσω τυμπανοκρουσιών, από τη διεθνή κοινότητα συνέβαινε ενίοτε να μην είναι δεσμευτικά. Και όποτε εκείνα παρουσιάζονταν ως νομικώς δεσμευτικά, το θερμόμετρο της αντιπαράθεσης αυτομάτως ανέβαινε. Διότι οι αναπτυσσόμενοι (Κίνα, Ινδία κ.ά.) προφανώς και δεν θέλουν να πληρώσουν να «σπασμένα» της βιομηχανικής γιγάντωσης των ανεπτυγμένων. Αφού εκείνοι (οι ΗΠΑ και η Ευρώπη) γιγαντώθηκαν τους περασμένους αιώνες μολύνοντας το περιβάλλον, ας σβήσουν πρώτοι και κατά κύριο λόγο εκείνοι (οι ΗΠΑ και η Ευρώπη) τις μηχανές τους και ας αφήσουν σε εμάς (την Κίνα, την Ινδία κ.ά.) τα περιθώρια ώστε να αναπτυχθούμε. Οι ανεπτυγμένοι έχουν, άλλωστε, και τα οικονομικά μέσα ή τα περιθώρια ώστε να ανταποκριθούν στις ανάγκες της όποιας οικολογικής στροφής, «μέσα» που πολλοί φτωχοί και αναπτυσσόμενοι όμως δεν έχουν.

Αλλά και μεταξύ των ανεπτυγμένων ανέκυπταν αντιδράσεις, διότι δεν γίνεται μόνο οι ανεπτυγμένες χώρες να αναλάβουν δράση, αφήνοντας στο απυρόβλητο την Κίνα που, παρά το μέγεθός της και την παγκόσμια επέκτασή της δια του εμπορίου, συνεχίζει να θεωρείται… αναπτυσσόμενη.

«Η βασική αδυναμία του Πρωτοκόλλου του Κιότο είναι ότι υποχρεώνει μόνον τις ανεπτυγμένες χώρες να αναλάβουν δράση. Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν το υπέγραψαν ποτέ, ο Καναδάς αποχώρησε πριν από το τέλος της πρώτης περιόδου δεσμεύσεων και η Ρωσία, η Ιαπωνία και η Νέα Ζηλανδία δεν συμμετέχουν στη δεύτερη περίοδο δεσμεύσεων, το Πρωτόκολλο του Κιότο αφορά πλέον μόνον το 14% περίπου των παγκόσμιων εκπομπών», σημειώνει χαρακτηριστικά στην ιστοσελίδα του το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, προτού αναφερθεί και στη Συμφωνία των Παρισίων του 2015, από την οποία όμως οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποσυρθεί με απόφαση Τραμπ, ήδη από τον Ιούνιο του 2017.

«Βρώμικα» επιχειρηματικά παιχνίδια 

Αλλά και σε επίπεδο καθαρά επιχειρηματικό, είναι πολλά τα ιδιωτικά συμφέροντα ανά την υφήλιο που συνεχίζουν να παίζουν «βρώμικα» παιχνίδια. Αφού πρώτα πέρασαν δεκαετίες επί δεκαετιών «πολεμώντας» κατά τρόπο θεμιτό (lobbying) και αθέμιτο (διαπλοκή) τις όποιες οικολογικές πρωτοβουλίες, οι ενεργειακοί κολοσσοί τώρα αναζητούν αναπτυξιακές προοπτικές στην οικολογία ως επικοινωνιακό τρικ αλλά και για λόγους καθαρά πρακτικούς. Οι υδρογονάνθρακες είναι άλλωστε πεπερασμένοι. Κάποιοι στιγμή θα εξαντληθούν και για εκείνη τη στιγμή οι ενεργειακοί κολοσσοί έχουν ξεκινήσει ήδη να προετοιμάζονται. Πως; Επενδύοντας σε νέα περισσότερο φιλικά προς το περιβάλλον ενεργειακά πρότζεκτ και «νέα πράσινα ντιλ», σε μια οικολογική στροφή την οποία μάλιστα προβάλλουν επικοινωνιακά μέσα και από διεθνείς πρωτοβουλίες όπως είναι για παράδειγμα το «Oil and Gas Climate Initiative»…   

Μέσα σε όλα αυτά, βέβαια, υπάρχει και ένα κορίτσι από τη Σουηδία που φωνάζει, ονόματι Γκρέτα Τούνμπεργκ. Κοιτώντας την, κάποιοι-πολλοί αποπροσανατολίζονται. Περιορίζονται στο δάχτυλο που δείχνει και χάνουν την ουσία. Διότι το θέμα δεν ήταν ποτέ μια 16χρονη από τη Σουηδία και το ύφος της… αλλά το περιβάλλον μέσα στο οποίο εκείνη ζει.      

υπερθέρμανσηκλιματική αλλαγήΑλ ΓκορΟΗΕΓκρέτα Τούνμπεργκ