Κόσμος | 09.12.2018 11:17

Τα «Κίτρινα Γιλέκα» πνίγουν τον Μακρονισμό

Γιώργος Καπόπουλος

Ο Γάλλος πρωθυπουργός, που κατάφερε να διεμβολίσει τα άκρα της γαλλικής πολιτικής σκηνής, θεωρείται πια συνεχιστής της λιτότητας, η προοπτική επανεκκίνησης της Ευρώπης που ευαγγελιζόταν έχει βαλτώσει και το μόνο ζητούμενο είναι αν οι εξελίξεις θα κριθούν σε εξεγερσιακού τύπου συγκρούσεις ή θα μετουσιωθούν σε τσουνάμι σκληρής εκλογικής ήττας του.

Πριν από τρεις εβδομάδες,  όταν άρχισαν οι κινητοποιήσεις από τα «Κίτρινα Γιλέκα», η δημοτικότητα του Μακρόν ήδη βυθιζόταν στις δημοσκοπήσεις, αλλά υπήρχε περιθώριο εκτόνωσης μιας γενικευμένης κοινωνικής δυσαρέσκειας με το πάγωμα του φόρου επί των καυσίμων.

Σήμερα, η απόφαση για πάγωμα δεν πρόκειται να κλείσει τις πληγές που άνοιξαν - και το μόνο ζητούμενο είναι αν οι εξελίξεις θα κριθούν σε εξεγερσιακού τύπου συγκρούσεις ή αν μετά την εκτόνωσή τους θα μετουσιωθούν σε τσουνάμι σκληρής εκλογικής ήττας του Μακρόν και του κυβερνώντος κόμματος LREM στις κάλπες των ευρωεκλογών.

Αν μη τι άλλο, ο σημερινός ένοικος του Μεγάρου των Ηλυσίων ξεχωρίζει από τους προκατόχους του Σαρκοζί και Ολάντ από την πιο γρήγορη φθορά του.

Αν πριν από μερικούς μήνες επικρατούσε προβληματισμός για το αν ο μακρο-νισμός, η κεντρώα συσπείρωση δηλαδή κατά του λαϊκισμού των δύο άκρων, μπορεί να εξαχθεί στην υπόλοιπη ΕΕ και κυρίως την Ευρωζώνη, σήμερα τίθεται σε αμφισβήτηση η επιβίωσή του στην ίδια τη Γαλλία.

Παρά το γεγονός ότι ο Μακρόν στην προεκλογική εκστρατεία του 2017 δήλωνε ότι έχει μελετήσει τα λάθη των προκατόχων του, σήμερα βρίσκεται στο ίδιο σκηνικό αδιεξόδου που βρέθηκαν στο παρελθόν οι Σιράκ - Ζιπέ το 1995, ο Ζοσπέν το 2002 και στη συνέχεια ο Σαρκοζί και ο Ολάντ.

Μετά την ήττα του Ναπολέοντα και την παλινόρθωση της δυναστείας των Βουρβόνων το 1815, ο Ταλεϊράνδος, υπουργός Εξωτερικών του Βοναπάρτη και στη συνέχεια του βασιλιά Λουδοβίκου 18ου, είπε την ιστορική απαξιωτική φράση: «Δεν κατάλαβαν τίποτε, δεν έμαθαν τίποτε!», για να στιγματίσει την αδυναμία της μοναρχίας να μην επαναλάβει τα λάθη που οδήγησαν στην ανατροπή της το 1789.

Το διπλό στοίχημα

Η υποψηφιότητα Μακρόν ανέτρεψε στο παρά πέντε τη δυναμική νίκης της Λεπέν και του Εθνικού Μετώπου την άνοιξη του 2017 καθώς επιχειρούσε μια σύνθεση ευρύτατης συναίνεσης με τη συγκρότηση μιας κεντρώας παράταξης που θα συνδύαζε εσωτερικές αλλαγές με συνολική πρόταση μεταρρύθμισης για την ΕΕ-Ευρωζώνη.

Μεταρρυθμίσεις στη Γαλλία προς την κατεύθυνση μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων αλλά και διαρθρωτικές αλλαγές ως προαπαιτούμενα για να υπάρξει με λαϊκή νομιμοποίηση των θεσμικών της οργάνων.

Μόνον έτσι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα μπορούσε να είναι συνώνυμη της επανεκκίνησης της ανάπτυξης ως βασικής παραμέτρου αποκατάστασης της πολιτικής και της κοινωνικής σταθερότητας στη Γαλλία.

Το πρώτο σκέλος του στοιχήματος χάθηκε στην παρατεταμένη πολιτική κρίση της Γερμανίας, με αποτέλεσμα η μεγαλεπήβολη αρχική πρόταση Μακρόν για υπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης, Κοινοβούλιο του ευρώ και κοινό προϋπολογισμό κάποιων εκατοντάδων δισ. να συρρικνωθεί, να απονευρωθεί και να χάσει κάθε χαρακτήρα νομιμοποίησης των μέτρων προσαρμογής στη Γαλλία.

Ετσι, σε μια Ευρωζώνη όπου η μόνη δυναμική είναι η διαρκής αυστηροποίηση της μόνιμης δημοσιονομικής λιτότητας, οι περικοπές των δημοσίων δαπανών αλλά και η ελασπκοποίηση της εργασίας μαζί με μια πολιτική μείωσης των φόρων που ευνοεί τα υψηλά εισοδήματα πολύ γρήγορα ταύτισαν τον Μακρόν με τους προκατόχους του και όχι μόνον.

Με σημείο αναφοράς τη θέση ότι «αν αποτύχω θα έλθει η Λεπέν», καθώς το κίνημα LREM οδήγησε σε εξαέρωση το Σοσιαλιστικό Κόμμα και σε αφαίμαξη τη Δεξιά, ο Μακρόν προχώρησε σε ένα σοκ μεταρρυθμίσεων υψηλού κοινωνικού κόστους μέσα σε μια ατμόσφαιρα που θύμιζε κακέκτυπο της θατσερικής επικοινωνιακής πολιτικής που είχε σαν κύριο σύνθημα το «Δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή», γνωστό ευρύτερα με το ακρώνυμο ΤΙΝΑ (There is no alternative).

Ετσι ο Μακρόν συνέχισε μια πολιτική λιτότητας τριών και πλέον δεκαετιών όπου τα σκληρά μέτρα προσαρμογής επιβάλλονται ως προαπαιτούμενα μιας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης το πλαίσιο και οι όροι της οποίας είναι αδιαπραγμάτευτοι.

Συνειδητή επιλογή

Η Γαλλία έχει δύο ιδιομορφίες που την αναδεικνύουν είτε ως μοντέλο είτε ως εξαίρεση ανάλογα με το αν η προσέγγιση είναι θετική ή αρνητική:

  • Τον κρατικό παρεμβατισμό στην οικονομία από την εποχή του Λουδοβίκου του 14ου και του υπουργού Οικονομικών Κολ-μπέρ.
  • Το μοντέλο κοινωνικού κράτους όπως αυτό διαμορφώθηκε από τις κυβερνήσεις του Λαϊκού Μετώπου μετά το 1936 αλλά και από τις κυβερνήσεις Εθνικής Ενότητας στην περίοδο 1944-47.

Με δεδομένο ότι στη Γαλλία δεν υπήρχε ποτέ χώρος για μια φιλελεύθερη και πολύ περισσότερο νεοφιλελεύθερη θατσερική Δεξιά, με δεδομένο ότι στη γαλλική πολιτική κουλτούρα δεν υπάρχει περιθώριο για συναινέσεις σαν τον Μεγάλο Συνασπισμό στη Γερμανία, η μόνη λύση για την άρχουσα ελίτ είναι όλες οι προσαρμογές και όχι μόνον να γίνουν στο όνομα της Ευρώπης.

Και όχι μόνον καθώς η πιστοληπτική αξιοπιστία της Γαλλίας έχει αναχθεί από αγορές και οίκους αξιολόγησης την τελευταία δεκαετία ως συνάρτηση της πρόσδεσης της χώρας στις επιλογές της Γερμανίας.

Το διπλό στοίχημα έχει χαθεί για τον Μακρόν: Για το ορατό μέλλον δεν υπάρχει προοπτική επανεκκίνησης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης με προϋποθέσεις που να επιτρέπουν επεκτατική αναπτυξιακή διαχείριση, ενώ στο εσωτερικό της χώρας το κεντρώο πολιτικό του εγχείρημα καταγράφεται ολοένα και περισσότερο ως ανακύκλωση παλαιών σχημάτων και πολιτικών σε ένα αποσταθεροποιημένο πολιτικό τοπίο.

Στον ορίζοντα των Ευρωεκλογών

Να το επαναλάβουμε ότι το ζητούμενο πλέον είναι όχι αν θα εκτονωθεί το κύμα εξεγερσιακής απόρριψης του Μακρόν, αλλά ποια μορφή θα πάρει, πώς θα εκφραστεί και πώς θα αντιμετωπισθεί.

Ηδη τα «Κίτρινα Γιλέκα» έχουν καταγράψει ποσοστά αποδοχής στις δημοσκοπήσεις της τάξης του 8ο% και καθημερινά καταγράφονται κινητοποιήσεις μαθητών και φοιτητών αλλά και αγροτών.

Το συνολικό αίτημα, ο κοινός παρονομαστής αυτού του ετερόκλητου ρεύματος διαμαρτυρίας δεν είναι άλλο από την ανατροπή της μόνιμης λιτότητας.

Μια στροφή την οποία ο Μακρόν και το κίνημα LREM δεν θέλουν και δεν μπορούν να υλοποιήσουν. Συνεπώς η φθορά του Μακρόν και της παράταξής του που στις δημοσκοπήσεις έχουν βυθιστεί λίγο πιο κάτω από το 20%, με τον Εθνικό Συναγερμό της Λεπέν να έχει κατοχυρώσει δημοσκοπική πρωτιά για τις ευρωεκλογές, είναι δεδομένα που δεν μπορούν να αλλάξουν.

Με τη διαρκή διεύρυνση του κοινωνικού μετώπου που στηρίζει τις κινητοποιήσεις καθίσταται δύσκολη και η κλιμάκωση της καταστολής.

Δεν είμαστε ούτε στον Μάη του 1968 όταν οι φοιτητές ήταν μια δυναμική μειοψηφία, η εξέγερση της οποίας αρχικά χειραγωγήθηκε από την παρέμβαση συνδικάτων και κομμάτων της Αριστεράς και στη συνέχεια αντιμετωπίσθηκε με ελεγχόμενη καταστολή και πρόωρες εκλογές στις οποίες θριάμβευσε εκλογικά η γκολική Δεξιά.

Ούτε ζούμε τις κινητοποιήσεις των δημοσίων υπαλλήλων που παρέλυσαν τη χώρα το τελευταίο τρίμηνο του 1995 με απεργιακές κινητοποιήσεις κατά των περικοπών των Σιράκ - Ζιπέ.

Η ποιοτική διαφορά των σημερινών κινητοποιήσεων είναι ότι η πλειοψηφία όσων διαδηλώνουν είναι η συμπιεσμένη μεσαία τάξη που απορρίπτει όλα τα εκβιαστικά διλήμματα:

  • Το δίλημμα Μακρόν ή Λεπέν
  • Το δίλημμα μείωση των φόρων ίσον συρρίκνωση των δημοσίων ισορροπιών.

Ενα μεγάλο με πλειοψηφική δυναμική τμήμα της γαλλικής κοινωνίας δεν βλέπει το μέλλον του μέσα από μια ευρωπαϊκή ολοκλήρωση εντός της οποίας είναι πλέον αδύνατες εναλλακτικές πολιτικές δημοσιονομικής διαχείρισης που να στηρίζουν την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή.

Πριν από λίγες βδομάδες, η ιταλική ανταρσία για τον προϋπολογισμό του 2019 αλλά και το θολό τοπίο του Brexit έμοιαζαν σαν οι δύο κύριες απειλές στην ευρωπαϊκή σταθερότητα και κανονικότητα.

Το σκηνικό ανατράπηκε καθοριστικά από μια αχειραγώγητη πολιτικά επί του παρόντος κοινωνική ανάφλεξη στη Γαλλία.

Ετσι τίθεται το ερώτημα του κατά πόσον μετά από μια βαριά ήττα στις ευρωεκλογές, ο Μακρόν θα μπορεί να προσδοκά να ολοκληρώσει τη θητεία του που λήγει την άνοιξη του 2022...
 

«Κίτρινα γιλέκα»Εμανουέλ ΜακρόνΠαρίσι