Κόσμος | 10.03.2020 21:22

Οι «στρατιώτες» της Ρίζεσπορ και ο Ερντογάν σε ρόλο «Ιμάμ Μπεκενμπάουερ»

Γιώργος Σκαφιδάς

Δεν είναι στρατιώτες οι ίδιοι αλλά τους παριστάνουν… παίζοντας μπάλα στο νέο-οθωμανικό γήπεδο του ισλαμοεθνικιστή Ερντογάν. Τούρκοι ποδοσφαιριστές επιμένουν εδώ και μήνες να χαιρετούν στρατιωτικά μέσα από τα πολιτικώς φορτισμένα γήπεδα της γείτονος, διαδηλώνοντας έτσι την υποστήριξή τους προς τους Τούρκους στρατιώτες που μάχονται στη Συρία ή όπου αλλού κρίνει σκόπιμο ο Τούρκος πρόεδρος ο οποίος είχε άλλωστε υπάρξει και ο ίδιος στο παρελθόν ποδοσφαιριστής, παίζοντας λίμπερο σε ομάδες της Κωνσταντινούπολης με το παρατσούκλι «Ιμάμ Μπεκενμπάουερ». Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, μόλις την περασμένη Κυριακή (8 Μαρτίου), οι παίκτες της Rizespor – από τη Ριζούντα του Εύξεινου Πόντου – θα έμπαιναν στο γήπεδο ενάντια στην Alanyaspor φορώντας στρατιωτικές στολές και μπερέδες. Ακόμη και για τους «φίλους» του τουρκικού ποδοσφαίρου, η εικόνα ήταν πρωτόγνωρη πλην όμως όχι αναπάντεχη.

«Ήταν λίγο περίεργο να βλέπεις τους παίκτες της Rizespor με στρατιωτικά τζάκετ και μπερέδες. Δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο», δηλώνει στο Ethnos.gr ο Πάτρικ Κέντι (Patrick Keddie), Βρετανός δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου «The Passion: Football and the Story of Modern Turkey» (εκδόσεις I.B. Tauris - Bloomsbury). Ο ίδιος, βέβαια, δεν πέφτει από τα σύννεφα. Κάθε άλλο… «Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι παίκτες στην Τουρκία χαιρετούν στρατιωτικά. Έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν. Παλαιότερα πολλοί Τούρκοι παίκτες χαιρετούσαν στρατιωτικά όταν πανηγύριζαν γκολ ενάντια σε ομάδες προερχόμενες από πλειοψηφικά κουρδικές περιοχές, για παράδειγμα ενάντια στην Amedspor (σ.σ. από το Ντιγιάρμπακιρ) το 2016, και πιο πρόσφατα για να επιδείξουν τη στήριξή τους προς τον τουρκικό στρατό στη Συρία». 

«Στην Τουρκία ο εθνικός ύμνος ακούγεται πριν από κάθε ποδοσφαιρικό αγώνα, πράγμα που καθιερώθηκε πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 1990, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου όξυνσης της βίας με το PKK. Οπαδοί όλων των μεγάλων ομάδων ενίοτε φωνάζουν και συνθήματα υπέρ των “μαρτύρων” και της πατρίδας έπειτα από την ανάκρουση του εθνικού ύμνου», σημειώνει ο Πάτρικ Κέντι (Patrick Keddie) μιλώντας στο Ethnos.gr και τον γράφοντα.   

Το ποδόσφαιρο ήταν, λοιπόν, πάντοτε βαθιά πολιτικοποιημένο στην Τουρκία, «ποτέ όμως περισσότερο από όσο κατά την περίοδο της εξουσίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν» όπως υπογραμμίζει ο Βρετανός δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου «The Passion: Football and the Story of Modern Turkey».

«Ο Ερντογάν χρησιμοποιεί το ποδόσφαιρο ως γλώσσα για να επικοινωνεί με τον τουρκικό λαό - μέσω ποδοσφαιρικών αναλογιών, φορώντας τα κασκόλ των τοπικών ομάδων στις πόλεις που επισκέπτεται, εγκαινιάζοντας νέα γήπεδα, ακόμη και παίζοντας μπάλα ο ίδιος, ή δημιουργώντας τη δική του ποδοσφαιρική μυθολογία για να επιδείξει τα λαϊκιστικά του διαπιστευτήρια. Ισχυρίζεται, για παράδειγμα μεταξύ άλλων, ότι η Fenerbahce προσπάθησε δύο φορές να υπογράψει συμβόλαιο μαζί του όταν ήταν ημιεπαγγελματίας και ότι εκείνος αρνήθηκε προκειμένου να αφιερωθεί στις σπουδές του όπως ήθελε ο πατέρας του». Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει ισχυριστεί, επίσης, ότι εγκατέλειψε το ποδόσφαιρο ως ένδειξη αντίδρασης απέναντι στο τουρκικό πραξικόπημα του 1980, όταν ένας στρατιωτικός-υποστηρικτής του πραξικοπήματος πήρε τον έλεγχο της ποδοσφαιρικής ομάδας στην οποία εκείνος τότε έπαιζε.

Είναι γεγονός ότι ο Τούρκος πρόεδρος υπήρξε ποδοσφαιριστής στα νιάτα του, από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 έως και τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Ως αρχηγός μάλιστα της ομάδας IEET Spor (των εργαζομένων δηλαδή στα τραμ και τα τελεφερίκ της Κωνσταντινούπολης), εκείνος έχει κερδίσει και το ερασιτεχνικό πρωτάθλημα «Istanbul Amateur One» τη σεζόν 1976-1977. Ξεκινώντας από το 1967 και τη συνοικία Κασίμπασα στην ευρωπαϊκή πλευρά της Πόλης, ο Ερντογάν είχε προηγουμένως παίξει για τις ερασιτεχνικές ομάδες Erokspor και Camialti Spor, περνώντας από τις θέσεις του επιθετικού αρχικά, του μέσου και έπειτα του λίμπερο. Ο ίδιος έχει μάλιστα ισχυριστεί ότι η Fenerbahce, της οποίας τυγχάνει και οπαδός, είχε επιχειρήσει δύο φορές να τον εντάξει στο δυναμικό της, το 1973 και το 1976.

Ο Ερντογάν δεν είναι, βέβαια, ο μοναδικός Τούρκος πολιτικός που τυγχάνει παράλληλα και πρώην ποδοσφαιριστής. Ημιεπαγγελματίας ποδοσφαιριστής, και πιο συγκεκριμένα τερματοφύλακας, ήταν και ο προερχόμενος από την κεμαλική αντιπολίτευση νυν δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, ο οποίος φέρεται μάλιστα να είχε παίξει μπάλα ως φοιτητής και στα κατεχόμενα της Κύπρου, για την Türk Ocağı Limasol. Όπως ο Ερντογάν μάλιστα, έτσι και ο Ιμάμογλου υποστηρίζει ότι στα νιάτα του είχε απορρίψει πρόταση να υπογράψει συμβόλαιο με επαγγελματική ομάδα (εν προκειμένω με την Akcaabat Sebatspor της Τραπεζούντας) για να μπορέσει να αφιερωθεί στις σπουδές του. Στην πορεία, ωστόσο, ο ίδιος θα εμπλεκόταν πιο ενεργά στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, όχι ως ποδοσφαιριστής αλλά ως μέλος των διοικητικών συμβουλίων σε ομάδες όπως είναι η Trabzonspor της Τραπεζούντας (οπαδός της οποίας τυγχάνει και ο γαμπρός του Ερντογάν, νυν υπουργός Οικονομικών της Τουρκίας, Μπεράτ Αλμπαϊράκ) και η Beylikdüzüspor της Κωνσταντινούπολης. 

Από τον Μεντερές στον Ερντογάν   

Ο Αντνάν Μεντερές, πάλαι ποτέ πρωθυπουργός και υποκινητής των «Σεπτεμβριανών» πογκρόμ του 1955 κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, είχε επίσης παίξει μπάλα στη Σμύρνη, για τις ομάδες Karşıyaka και Altay. Με το δεξιό Δημοκρατικό Κόμμα (DP) του Μεντερές είχαν εκλεγεί βουλευτές τη δεκαετία του 1950 και γνωστοί Τούρκοι ποδοσφαιριστές όπως ο Ζεκί Ριζά Σπορέλ της Fenerbahce και ο Νιχάτ Μπεκντίκ της Galatasaray. Αλλά και από την πλευράς της τουρκικής Αριστεράς, ένας ποδοσφαιριστής που έχει αφήσει ιστορία για την πολιτική και συνδικαλιστική του δράση ήταν ο κομμουνιστής Μετίν Κουρτ που είχε κάνει καριέρα με τη Galatasaray.

Εν έτει 2020, το ποδόσφαιρο ξεχωρίζει πια ως «ένα από τα σημαντικότερα δίκτυα εξουσίας στην Τουρκία - συνδέοντας πολιτικούς, επιχειρηματίες και τράπεζες», όπως σημειώνει ο Πάτρικ Κέντι μιλώντας στο Ethnos.gr και τον γράφοντα. Ειδικότερα η κυβέρνηση του ισλαμοσυντηρητικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) έχει επιχειρήσει υπό τον Ερντογάν να αξιοποιήσει προς όφελός της τεράστια χρηματικά ποσά «καλοπιάνοντας χορηγούς (που συχνά συνδέονται με το κράτος), διογκώνοντας τις προσφορές για τηλεοπτικά δικαιώματα και διαγράφοντας ή αναδιαρθρώνοντας τεράστια χρέη». «Έχουν χτίσει έναν τεράστιο αριθμό νέων σταδίων - τουλάχιστον 30 νέες εγκαταστάσεις σε 27 πόλεις», συνεχίζει ο Κέντι υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι «η κυβέρνηση του AKP έχει υπό τον έλεγχό της και την Τουρκική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία» στην οποία διορίζει ημετέρους. Η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει επιχειρήσει να ενισχύσει αποφασιστικά τον έλεγχο που ασκεί συνολικά στον κόσμο του ποδοσφαίρου «λαμβάνοντας μέτρα ενάντια σε όποιον τυχαίνει να διαφωνεί, απαγορεύοντας τα πολιτικά συνθήματα και τα πανό, υιοθετώντας ένα σύστημα ηλεκτρονικών εισιτηρίων (κάρτα Passolig) το οποίο όμως υποστηρίζεται και από συστήματα παρακολούθησης».  

Η ερντογανική Basaksehir και οι απείθαρχοι της Besiktas 

Ακόμη και έτσι ωστόσο, σε πείσμα των άνωθεν επιβαλλόμενων συνθηκών ελέγχου και χειραγώγησης, «το ποδόσφαιρο είναι πιθανόν ο πιο απείθαρχος και περισσότερο δύσκολος να ελεγχθεί χώρος στην Τουρκία», όπως σημειώνει στο Ethnos.gr ο Βρετανός δημοσιογράφος Πάτρικ Κέντι. «Το τουρκικό ποδόσφαιρο διατηρεί έναν επαναστατικό πυρήνα», συνεχίζει ο Κέντι. «Οπαδοί συμμετείχαν στις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας του Γκεζί το 2013. Πολλοί εξ αυτών βρέθηκαν αντιμέτωποι και με διώξεις. Τριανταπέντε οπαδοί της Besiktas κατηγορήθηκαν ακόμη και ως πραξικοπηματίες, αν και τελικώς απαλλάχθηκαν, ενώ το κλαμπ Çarşı των οπαδών της Besiktas εμφανίζεται σε γενικές γραμμές να συνδέεται με την Αριστερά. Στα γήπεδα της Τουρκίας έχουν ακουστεί και αντικυβερνητικά ή πολιτικά συνθήματα, για παράδειγμα σχετικά πρόσφατα υπέρ του προερχόμενου από την αντιπολίτευση δημάρχου Ιμάμογλου αλλά και μεταξύ των οπαδών της Fenerbahce που έχουν στραφεί εναντίον του υπουργού Οικονομικών (και γαμπρού του Ερντογάν) Μπεράτ Αλμπαϊράκ (με την κατηγορία ότι εκείνος ευνοεί την Trabzobspor σε βάρος της δικής τους ομάδας). Το τουρκικό ποδόσφαιρο έχει όμως λειτουργήσει και ως πηγή ακτιβισμού τα τελευταία χρόνια υπέρ των δικαιωμάτων των γυναικών, των ΛΟΑΤ, των Κούρδων, αλλά και ενάντια στον ρατσισμό, καθώς και ως μέσο για την οργάνωση κοινωνικής βοήθειας (για παράδειγμα, την παροχή βοήθειας στα θύματα του σεισμού).»

Ο ίδιος ο Ερντογάν, πάντως, δεν φαίνεται ικανοποιημένος, τουλάχιστον όχι στον βαθμό που θα ήθελε. Διότι εκείνος μπορεί να ελέγχει σήμερα ομάδες όπως είναι για παράδειγμα η Basaksehir της Κωνσταντινούπολης με την οποία η οικογένεια του Τούρκου προέδρου συνδέεται ποικιλοτρόπως, αλλά δεν ελέγχει… όλες τις ομάδες. Ακόμη και μεταξύ εκείνων που χαιρετούν στρατιωτικά, άλλωστε, υπάρχουν αρκετοί που τον έχουν καταψηφίσει…

ΡιζεσπόρποδόσφαιροEκρέμ ΙμάμογλουΡετζέπ Ταγίπ Ερντογάν