Οι 5+1 καλύτερες ελληνικές ταινίες σύμφωνα με το Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου
Μαίρη Τσίνου«Ο ελληνικός εθνικός κινηματογράφος, ως επιχείρηση και ως τέχνη, χαρακτηρίζεται από αντιθέσεις και αγώνες τον τελευταίο μισό αιώνα», αναφέρει σε δημοσίευμα της στον ιστότοπο του Βρετανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου (British Film Institute - BFI) η Christina Newland.
«Στη δεκαετία του '50 και στις αρχές της δεκαετίας του '60 υπήρξε μια καλλιτεχνική ανάπαυλα - που δικαιολογεί τον "νέο ελληνικό κινηματογράφο". Δανειζόμενοι από τον ιταλικό νεορεαλισμό και εκφράζοντας, έστω και πλάγια, τους αγώνες του πρόσφατου παρελθόντος, κινηματογραφιστές όπως ο Μιχάλης Κακογιάννης, ο Νίκος Κούνδουρος και ο Αλέξης Δαμιανός εγκαινίασαν μια νέα υφολογική αναγέννηση. Αλλά αυτή η δυναμική καταπνίγηκε το 1967, όταν ένα πραξικόπημα οδήγησε σε μια στρατιωτική χούντα που διήρκεσε σχεδόν μια δεκαετία», αναφέρει μεταξύ άλλων η αρθρογράφος.
Αν και οι εγχώριοι κινηματογραφιστές συχνά βρίσκουν τη διεθνή αναγνώριση άπιαστη- ιστορικά, λίγες ελληνόφωνες ταινίες έχουν φτάσει στο αγγλόφωνο κοινό, το δημοσίευμα τονίζει ότι αυτό έχει αλλάξε τα τελευταία χρόνια, καθώς κάποιοι πρωτοποριακοί σκηνοθετές έχουν ξεχωρίσει σε ευρωπαϊκά φεστιβάλ, όπως η Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη και ο Γιώργος Λάνθιμος.
Με αφορμή αυτή την αλλαγή, η Christina Newland επιλέγει κάποιες από τις καλύτερες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου υπογραμμίζοντας ότι «είναι συναρπαστικό να περιμένουμε να δούμε τι θα κάνει ο ελληνικός κινηματογράφος στη συνέχεια - ισορροπώντας ανάμεσα στην αναμέτρηση με την ιστορία του και την τολμηρή χάραξη ενός παράξενου δρόμου προς το μέλλον».
Στέλλα (1955)
Σκηνοθέτης: Μιχάλης Κακογιάννης
Ο σκηνοθέτης Μιχάλης Κακογιάννης (Ζορμπάς ο Έλληνας, 1964) είναι ίσως ο πιο γνωστός Έλληνας σκηνοθέτης στον αγγλόφωνο κόσμο- σπούδασε θέατρο στη Βρετανία προτού επιστρέψει στην Ελλάδα το 1953 για να κάνει το ντεμπούτο του σε μεγάλου μήκους ταινία, το Windfall in Athens (1954). Ακολούθησε η Στέλλα - μια ιστορία επηρεασμένη τόσο από τον ιταλικό νεορεαλισμό όσο και από την κλασική ελληνική τραγωδία.
Η Στέλλα (Μελίνα Μερκούρη) είναι ένα ελεύθερο πνεύμα που αναγκάζεται να παντρευτεί έναν ποδοσφαιριστή τον οποίο αγαπά, αλλά δεν θέλει να δεσμευτεί. Η Μερκούρη λάμπει ως η γοητευτική και ισχυρογνώμων Στέλλα, που δεν υποκύπτει σε εξωτερικές παρεμβάσεις. Η αποφασιστικότητα και η χαρά της θα μπορούσαν εύκολα να αντιπροσωπεύουν τη θέληση του απειλούμενου έθνους, αλλά ακόμη κι αν είναι έτσι, η μοίρα που την περιμένει δεν αποδεικνύεται αισιόδοξη.
Ο Δράκος (1956)
Σκηνοθέτης: Νίκος Κούνδουρος
Η ταινία του Νίκου Κούνδουρου είναι γεμάτη ολλανδικές κλίσεις αλά Carol Reed και συνθέσεις με αστική ατμόσφαιρα τύπου Weegee. Με άλλα λόγια, πρόκειται ουσιαστικά για ένα ελληνικό φιλμ νουάρ. Ο αγγλικός τίτλος είναι "The Fiend of Athens", που παραπέμπει σε έναν διαβόητο γκάνγκστερ. Ο Θωμάς, ο άτυχος πρωταγωνιστής (Ντίνος Ηλιόπουλος), είναι ο σωσίας του γκάνγκστερ - εμπνέοντας μια υπόθεση λανθασμένης ταυτότητας σε όλη την πόλη. Αλλά ο ήπιος καθημερινός άνθρωπος σύντομα συνειδητοποιεί ότι το να τον περνούν για εγκληματία έχει και τα καλά του. Ηθικά σκοτεινό και αξέχαστα τραγικό, το Ο Δράκος έχει ψηφιστεί σταθερά ως η πρώτη ελληνική ταινία όλων των εποχών από την Ένωση Ελλήνων Κριτικών Κινηματογράφου.
Ποτέ την Κυριακή (1960)
Σκηνοθέτης: Jules Dassin
Γνωστός για τα κλασικά αστικά νουάρ, όπως το "Νύχτα και πόλη" (1950) και το "Ριφιφί" (1955), ο Ζυλ Ντασέν - εξόριστος Αμερικανός και σύζυγος μιας από τις πιο διάσημες Ελληνίδες σταρ του κινηματογράφου όλων των εποχών - δημιούργησε αυτό το όχημα για τη σύζυγό του Μελίνα Μερκούρη. Εκείνη πρωταγωνιστεί απέναντί του ως μια ισχυρογνώμων πόρνη που προσπαθεί να θέσει υπό την εξουσία του- αλλά η Μερκούρη παραμένει πεισματικά ατομική απέναντι στις υπεροπτικές αμερικανικές προσπάθειές του να τη "βελτιώσει". Πρόκειται για μια αδέξια αν και καλοπροαίρετη παραβολή για την αμερικανική περιφρόνηση άλλων πολιτισμών, αλλά η ερμηνεία της Μερκούρη πραγματικά λάμπει, ενσαρκώνοντας το αγωνιστικό πνεύμα μιας γενιάς σκληρών Ελλήνων. Κατά ειρωνικό τρόπο, η ταινία είχε τεράστια επιτυχία στις ΗΠΑ.
Ο Θίασος (1975)
Σκηνοθέτης: Θεόδωρος Αγγελόπουλος
Αυτή η ιστορία ενός περιπλανώμενου θιάσου ηθοποιών, που καλύπτει ένα τεράστιο φάσμα της ελληνικής ιστορίας σε αναδρομή, εκτόξευσε τον Θόδωρο Αγγελόπουλο σε διεθνή αναγνώριση. Ξεκινώντας από το 1939 και παρακολουθώντας τις αναταράξεις της γερμανικής κατοχής και τις επαναστατικές αναταράξεις του εμφυλίου πολέμου, ο Αγγελόπουλος υιοθετεί έναν χαλαρό, σταδιακό ρυθμό, απλώνοντας την σχεδόν τετράωρη διάρκειά του σε ένα μωσαϊκό της λασπώδους, ρημαγμένης από τον πόλεμο Ελλάδας των μέσων του αιώνα. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους, οι ηθοποιοί συναντούν φιλοβασιλικά και αντιβασιλικά συλλαλητήρια, απαγχονισμένους αντάρτες και δυνάμεις των στρατευμάτων κατοχής, και κανείς δεν ξεφεύγει αλώβητος. Δεν τους δίνονται άλλα ονόματα εκτός από τα μυθικά τους επί σκηνής -Αγαμέμνων, Ηλέκτρα κ.ά.- και μόνο αυτά στους τίτλους, υπονοώντας μια ορισμένη μεταφορική διάσταση στο πεπρωμένο καθενός τους.
Η ταινία του Αγγελόπουλου είναι επίσης ένα αριστούργημα της φόρμας- αποτελείται μόνο από 80 χαριτωμένα, μακρόσυρτα ακίνητα πλάνα. Αποτυπώνει τους ταραχώδεις αθηναϊκούς δρόμους και το βραχώδες μεσογειακό τοπίο ως αναπόσπαστα κομμάτια του πολιτικού και ανθρώπινου δράματος που εκτυλίσσεται απέναντί τους.
Ρεμπέτικο (1983)
Σκηνοθέτης: Κώστας Φέρρης
Η ταινία του Κώστα Φέρρη, που πήρε το όνομά της από ένα είδος ελληνικής παραδοσιακής μουσικής και τον χορό που τη συνοδεύει, είναι μια χαλαρά μυθιστορηματική αφήγηση της ζωής της δημοφιλούς τραγουδίστριας Μαρίκας Νίνου (Σωτηρία Λεονάρδου) και της διαδρομής της στη μουσική. Γεννημένη το 1919, η πρωταγωνίστρια έρχεται αντιμέτωπη με μια ελληνική κοινωνική τάξη που καταρρέει διαρκώς- η ιστορία της χώρας στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν γεμάτη καταστροφές και πολέμους. Έτσι ξετυλίγεται το συγκλονιστικό μουσικό δράμα, καθώς ο Φέρρης - ένας αξιοσέβαστος τραγουδοποιός - χρησιμοποιεί το ρεμπέτικο ως πηγή υπερηφάνειας μέσα στο χάος. Η μουσική χρησιμεύει ως δοχείο πολιτιστικής μνήμης και πολιτικού σχολιασμού. Ο σκηνοθέτης δήλωσε σχετικά: «Το τραγούδι είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα του "Ρεμπέτικου". Καμία άλλη σύγχρονη δημιουργία δεν ξυπνάει, τόσο άμεσα και τόσο αυτόματα, την ελληνική ψυχή- τον επαναστάτη που κάθε Έλληνας έχει μέσα του».
Ταξίδι στα Κύθηρα (1984)
Σκηνοθέτης: Θεόδωρος Αγγελόπουλος
Το πρώτο μέρος της «Τριλογίας της Σιωπής» του Αγγελόπουλου (που ολοκληρώνεται με τον Μελισσοκόμο και το Τοπίο στην Ομίχλη), το Ταξίδι στα Κύθηρα αφηγείται την επιστροφή στην πατρίδα ενός ηλικιωμένου άνδρα (Μάνος Κατράκης) που εξορίστηκε μετά τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο -όπως τόσοι άλλοι- για την αριστερή του πολιτική. Αφού πέρασε περίπου 35 χρόνια στη Σοβιετική Ένωση, επιστρέφει για να βρει μια ηλικιωμένη σύζυγο και μεγάλα παιδιά να τον περιμένουν, αλλά παλεύει να βρει κάποιο βάθος συναισθήματος γι' αυτούς. Ο γιος του, ένας κινηματογραφιστής, είναι εξίσου χαμένος, καθώς βλέπει τον πατέρα του να αρνείται να πουλήσει την πατρογονική του γη.
Η χαρακτηριστική ασάφεια του Αγγελόπουλου και ο αργός ρυθμός προσφέρουν περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις. Τι συνέβη στον παλιό επαναστάτη στα χρόνια που μεσολάβησαν; Πόσο ξένη πρέπει να φαίνεται η πατρίδα του στα κουρασμένα μάτια του; Το Ταξίδι στα Κύθηρα είναι μια αινιγματική, μερικές φορές ανατρεπτική ταινία, αλλά από πολλές απόψεις αυτό αρμόζει στο ίδιο το ταξίδι. Το παρελθόν είναι ένας αδύνατος προορισμός, όπως ακριβώς αποδεικνύεται και το ιστορικό νησί των Κυθήρων.
Με πληροφορίες από BFΙ
- Η... απώλεια βιντεοληπτικού υλικού «εξαφανίζει» τους υπεύθυνους για τα Τέμπη - Τα κραυγαλέα λάθη που στοιχειώνουν τη δικογραφία
- ΕΣΥ: Αλλαγές στον νόμο Κεραμέως για την επιλογή στελεχών στο δημόσιο ετοιμάζει η κυβέρνηση - Τι είπε ο Άδωνις Γεωργιάδης
- Οι πρώτες κινήσεις της κυβέρνησης μετά τη διαγραφή Σαμαρά - Τέλος στα σενάρια για πρόωρες κάλπες
- Πού θα ταξιδέψουν οι Έλληνες την περίοδο των Χριστουγέννων - Μέχρι 10% η αύξηση στο κόστος των αποδράσεων