Προς μία πιο συμπεριληπτική κοινωνία - Οι δημιουργοί του ντοκιμαντέρ «Λώξη» μιλούν στο ethnos.gr
Άγγελος ΓεραιουδάκηςΠριν από τρία χρόνια, η Λωξάνδρα Λούκας έγινε η πρώτη ηθοποιός με σύνδρομο Down που υπέγραψε συμβόλαιο με το Εθνικό Θέατρο της Ελλάδας για να εμφανιστεί στην κεντρική σκηνή του Τσίλερ, συμμετέχοντας στην παράσταση «Φουέντε Οβεχούνα». Η Λώξη, με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη, άφησε την πόλη και την καθημερινότητά της για να μετακομίσει στην Αθήνα με την οικογένειά της και να ενταχθεί στο θίασο του Εθνικού. Για έξι μήνες, έκανε πρόβες, δημιούργησε φιλίες, ερωτεύτηκε, διασκέδασε, απογοητεύτηκε και συνέχισε ακούραστα να διεκδικεί προσβασιμότητα, καταρρίπτοντας στερεότυπα ένα προς ένα.
Αυτό το ταξίδι αποτυπώνεται στο ντοκιμαντέρ «Λώξη», σκηνοθετημένο από τους Δημήτρη Ζάχο και Θανάση Καφετζή, που έκανε πρεμιέρα στο 26ο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης κερδίζοντας την αγάπη του κοινού. Μια ιστορία ειπωμένη χωρίς ταμπού και κλισέ, που δεν εξιδανικεύει (την κανονικότητα), ούτε εξωτικοποιεί (την αναπηρία), παρά μόνο δίνει τον χώρο και τον χρόνο στην πρωταγωνίστρια να υπάρξει όπου και όπως επιθυμεί, όπως θα έπρεπε πάντα να συμβαίνει σε μια αληθινά συμπεριληπτική κοινωνία. Η πρώτη αντίδραση της Λωξάνδρας στην πρόταση των δύο σκηνοθετών ήταν «Α, οκ εντάξει. Τέλεια», μια κλασική αντίδρασή της σε σημαντικά επαγγελματικά νέα, όπως αναφέρει η μητέρα της, Ελένη Δημοπούλου, στο ethnos.gr. «Ο ενθουσιασμός της έρχεται λίγο αργότερα, αλλά όταν έρχεται, είναι τεράστιος. Η συνεργασία τους ήταν καταπληκτική. Οι σκηνοθέτες κατάφεραν να γίνουν μέρος της ζωής της χωρίς να την επηρεάζουν, και αυτό φαίνεται στο ντοκιμαντέρ» προσθέτει.
Η επιλογή της νεαρής κοπέλας ως κεντρικού προσώπου για το ντοκιμαντέρ «Λώξη» βασίστηκε στην επιθυμία των δύο αντρών ν' αναδείξουν μια ιστορία που αντιπροσωπεύει την ανάγκη για πραγματική συμπερίληψη στην κοινωνία. «Η ιστορία της είναι ενδεικτική των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν τ' άτομα με αναπηρία και της ανάγκης ν' αναγνωριστεί η αξία τους στην κοινωνία» υπογραμμίζει ο Θανάσης Καφετζής στο ethnos.gr, με τον Δημήτρη Ζάχο να συνεχίζει: «Η ιδέα ήταν να βουτήξουμε στον κόσμο μιας γυναίκας με σύνδρομο Down και να ταρακουνήσουμε τα στερεότυπα, που θέλουν τ' ανάπηρα άτομα να μην έχουν επιθυμίες και όνειρα. Ειδικά σε μια κινηματογραφική αφήγηση όπου ο θεατής πρέπει να ταυτίζεται με τον ήρωα και την ιστορία του, η ταύτιση με τη Λωξάνδρα γίνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό εφικτή γιατί την βλέπουμε να ζει όπως όλοι».
Πώς προσπαθήσατε να αποφύγετε τα κλισέ και τα ταμπού που συχνά συνοδεύουν την απεικόνιση της αναπηρίας σε ταινίες και ντοκιμαντέρ;
ΘΚ: Νομίζω πως εστιάσαμε στην πραγματική ζωή της Λωξάνδρας, προσπαθώντας ν' αποφύγουμε τις υπερβολές. Θέλαμε ν' αναδείξουμε την πραγματικότητα της Λωξης ως μιας νέας γυναίκας με φιλοδοξίες και συναισθήματα, όπως κάθε άλλο άτομο. Επιλέξαμε συνειδητά να μην εστιάσουμε σε εντυπωσιακές σκηνές ή δραματικές καταστάσεις. Επιδίωξή μας ήταν ν' αναδείξουμε την καθημερινότητα και τις προσωπικές εμπειρίες σε αυτή τη νέα κατάσταση, στην προσπάθειά μας να βγάλουμε προς τα έξω μια πιο αληθινή εικόνα της ζωής ενός ατόμου με αναπηρία.
ΔΖ: Η εμπειρία της συνύπαρξης με την Λωξάνδρα και τους γονείς της, την Ελένη Δημοπούλου και τον Ρίτσαρντ Λούκας, μας έδειξε αυτόν τον δρόμο. Τους ξέρουμε χρόνια, και εστιάσαμε σε αυτό που θέλαμε ν' αναδείξουμε και είναι η αλήθεια τους. Εκείνοι απο τη μεριά τους μας έδωσαν την ελευθερία να πούμε την ιστορία που αφηγηθήκαμε. Τα κλισέ και τα ταμπού προκύπτουν όταν επιλέγεις βεβιασμένα να παρουσιάσεις μια κατάσταση και αναπαράγεις τα ήδη ειπωμένα.
Δημήτρη, η «Λώξη» είναι το πρώτο σου μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ. Πώς θα περιέγραφες αυτή την εμπειρία;
Δεν σας κρύβω ότι συνηθισμένος στη φόρμα και το ρυθμό της αφήγησης που έχει μια μικρού μήκους ταινία, είτε μιλάμε για μυθοπλασία είτε για ντοκιμαντέρ, είχα αμφιβολίες για το αν το υλικό μας είναι αρκετό για να υποστηρίξουμε την ιστορία που είχαμε αποφασίσει να πούμε. Η διαχείριση αυτού του όγκου του υλικού και η σύνθεσή του στο μοντάζ ήταν ένα τεράστιο μάθημα για μένα ως προς το σενάριο και τη δραματουργία και σίγουρα αισθάνομαι πιο έτοιμος να ξεκινήσω να δουλεύω το σενάριο της επόμενης ταινίας μεγάλου μήκους, μυθοπλασίας αυτή τη φορά.
Γενικά, ποιες θα λέγατε ότι ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων και πώς τις ξεπεράσατε;
ΘΚ: Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσαμε ήταν η διατήρηση μιας ισορροπημένης και αυθεντικής αφήγησης χωρίς να πέσουμε σε υπερβολές ή κλισέ. Αυτό απαιτούσε προσεκτικό σχεδιασμό και συνεχή διάλογο μεταξύ μας, αλλά και με τους συνεργάτες μας, προκειμένου να κατανοήσουμε σε βάθος την Λώξη και την εμπειρία της.
ΔΖ: Η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν να καταφέρουμε να είμαστε συνεπείς και να αναδείξουμε την αλήθεια των χαρακτήρων. Κάποιες σκηνές, για παράδειγμα, όπου η μητέρα της Λωξάνδρας εξομολογείται σκέψεις και συναισθήματά της μας ζόρισαν και τις μοντάραμε πάνω από δέκα φορές μέχρι να καταλήξουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Θα πρόσθετα και τα τεχνικά μέσα τα οποία δεν είχαμε, ειδικά στο ξεκίνημα και στηριχθήκαμε σε παροχές εξοπλισμού από φίλους, όπως ο μοντέρ Γιώργος Πατεράκης, καθώς κάναμε μόνοι μας την παραγωγή. Ευτυχώς, η οικονομική υποστήριξη από την ΕΡΤ και το ΕΚΚ ήρθαν στο τέλος για να μπορέσουμε να δώσουμε τον απαραίτητο χρόνο στο μοντάζ.
Ποια ήταν η πιο σημαντική στιγμή ή το πιο συγκινητικό γεγονός που καταγράψατε από τα γυρίσματα;
ΘΚ: Προσωπικά ταυτίζομαι πολύ με τη φράση της μητέρας της Λώξη, της Ελένης Δημοπούλου, που λέει «Πιστεύω πως την καλύτερη ζωή μπορείς να τη ζήσεις μέσα από την τέχνη. Εχει τις περισσότερες αναμνήσεις, τις περισσότερες ομορφιές, τις πιο πολλές συγγνώμες..». Ισως να μην είναι η πιο σημαντική στιγμή του ντοκιμαντέρ, αλλά μας δίνει ένα πλαίσιο για να κατανοήσουμε βαθύτερα την ιστορία μας.
ΔΖ: Είναι μια σκηνή χωρίς πολλά λόγια αλλά πολύ ενδεικτική του πώς η Λωξάνδρα αναδεικνύει αυτό που οι περισσότεροι προσπερνάμε στο τρέξιμο της καθημερινότητας και δίνει προσοχή και αγάπη στους άλλους. Είναι μια στιγμή λίγο πριν την πρεμιέρα, όπου η Λώξη μετά από ένα βαθύ μεσημεριανό ύπνο κατεβαίνει ράθυμα τις σκάλες του σπιτιού πηγαίνοντας στο θέατρο, και ξαφνικά όταν ακούει μια μουσική να έρχεται από το σπίτι των γειτόνων - φίλων, αλλάζει κατεύθυνση, σαν μαγεμένη από τον ήχο του πιάνου χτυπάει την πόρτα για να φτάσει πιο κοντά στη μουσική, να συνδεθεί με την πηγή του συναισθήματος που βιώνει. Η σκηνή τελειώνει με την Κατερίνα, την κόρη του γείτονα, να παίζει ένα αγγλικό κομμάτι στο πιάνο και τη Λωξάνδρα να την αγκαλιάζει τρυφερά με ευγνωμοσύνη και αγάπη για αυτό που βίωσε.
Πιστεύετε ότι η ιστορία της Λωξάνδρας είναι μια εξαίρεση ή αποτελεί παράδειγμα για μια ευρύτερη αλλαγή στην αντιμετώπιση των ατόμων με αναπηρία στην εργασία;
ΘΚ: Η ιστορία της Λωξάνδρας αποτελεί ένα σημαντικό παράδειγμα για μια ευρύτερη αλλαγή στην αντιμετώπιση των ατόμων με αναπηρία στην εργασία και την κοινωνική ζωή. Μέσα από την αφήγηση της ιστορίας της, στόχος μας ήταν ν' αναδείξουμε την ανάγκη για πραγματική ισότητα και δικαιοσύνη στον χώρο της εργασίας και της τέχνης, καθώς και τη σημασία της πρόσβασης σε ίσες ευκαιρίες για τα άτομα με αναπηρία. Ελπίζουμε η ιστορία της Λωξάνδρας να μην είναι ένα απλό πυροτέχνημα και η αποφασιστικότητα της να ζήσει μια ζωή όσο το δυνατόν πιο αυτόνομη και πλήρης είναι παράδειγμα για όλους μας.
ΔΖ: Δεν τρέφω αυταπάτες ότι βρισκόμαστε ακόμα έτη φωτός μακριά από την πραγματική ισοτιμία και την άρση των αποκλεισμών που βιωνουν τ' ανάπηρα άτομα. Όμως το οτι έχουμε αρχίσει να συζητάμε αυτά τα θέματα και να παίρνουν το λόγο δημοσίως ακτιβιστές και συλλογικότητες από την κοινότητα της αναπηρίας είναι σημαντικό και δείχνει και μια κατεύθυνση ελπίδας για το μέλλον.
Τι ελπίζετε ν’ αποκομίσει το κοινό από το ντοκιμαντέρ και ποιο μήνυμα θέλατε να περάσετε σχετικά με την προσβασιμότητα και την συμπερίληψη;
ΘΚ: Ελπίζουμε ότι το κοινό θ' αντιληφθεί τη σημασία της προσβασιμότητας και της συμπερίληψης στην κοινωνία, καθώς και την ανάγκη για αλληλεγγύη και σεβασμό προς όλα τα άτομα, ανεξαρτήτως τυχόν αναπηρίας. Πρέπει καταρχήν να εξοικειωθούμε με την αναπηρία για να καταλάβουμε πως η διαφορετικότητα κρύβεται μέσα σε όλους μας.
ΔΖ: Ελπίζουμε οι θεατές να μην φοβηθούν το θέμα και να έρθουν στην σκοτεινή αίθουσα για να διασκεδάσουν, να γελάσουν, να συγκινηθούν και να φύγουν ανάλαφροι μετά το τέλος της προβολής. Είναι σημαντικό να πηγαίνουμε στον κινηματογράφο, να συναντιόμαστε και να βλέπουμε ταινίες μαζί με άλλους. Δημιουργείται ένας κοινός τόπος που μας φέρνει πιο κοντά, γιατί τα πράγματα έχουν αγριέψει εκεί έξω.
Τι σημαίνει για εσάς μια πραγματικά συμπεριληπτική κοινωνία και ποια βήματα θα μας οδηγήσουν προς αυτή την κατεύθυνση;
ΘΚ: Συμπεριληπτική κοινωνία είναι αυτή που αναγνωρίζει και στηρίζει πάντα και παντού τη διαφορετικότητα και την αξία κάθε ατόμου ανεξαρτήτως αναπηρίας. Το ζήτημα για το τι χρειάζεται να γίνει για να φτάσουμε σε αυτή, είναι στη βάση του πολιτικό. Προσωπικά δεν νιώθω ο κατάλληλος για ν' απαντήσω στο τι πρέπει να γίνει. Η συζήτηση πρέπει στη βάση της να 'ναι συμπεριληπτική αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα. Ας ακούσουμε πρώτα τις φωνές των ανάπηρων ατόμων, ας αφουγκραστούμε τις αγωνίες τους και ας παλέψουμε μαζί τους και πλάι τους σε αυτή τη διεκδίκηση για μία πραγματικά συμπεριληπτική και δίκαιη κοινωνία.
ΔΖ: Ο ανάπηρος να έχει την υποστήριξη που χρειάζεται για να μην στερείται καμία ευκαιρία που έχει ο τυπικός. Ισως πρέπει να θυμηθούμε ότι οι άνθρωποι είμαστε πλασμένοι για να ζούμε μαζί και να φροντίζουμε τον πιο αδύνατο. Όχι από φιλανθρωπία, αλλά από αποδοχή ότι όλοι έχουν μια θέση στην κοινωνία. Μέσα στο υπάρχον πολιτικό και οικονομικό σύστημα αυτό μπορεί να ακούγεται ουτοπικό, αλλά δεν σταματάμε να απαιτούμε, μαζί με την αναπηρική κοινότητα.
Θανάση, τι είναι αυτό που σε γοητεύει περισσότερο στη διαδικασία του ντοκιμαντέρ και γενικά στον κινηματόγραφο;
ΘΚ: Για μένα, αυτό που με γοητεύει περισσότερο στον κινηματόγραφο είναι η δυνατότητα που παρέχει για την βαθύτερη εξερεύνηση ανθρώπινων ιστοριών και εμπειριών. Ειδικότερα στο ντοκιμαντέρ εκτιμώ πολύ τη σύνδεσή του με την πραγματικότητα, την επαφή με το τώρα. Εκτιμώ τα ντοκιμαντέρ που μυρίζουν ανθρωπίλα, που σε βάζουν στη διαδικασία να γευτείς μία κατάσταση, που σε κουνάνε από την καρέκλα.
Πώς βλέπετε το μέλλον των ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα; Υπάρχει χώρος για περισσότερες ιστορίες που προωθούν την αποδοχή και τη συμπερίληψη;
ΘΚ: Βεβαίως, υπάρχει χώρος για όλες/όλα/όλους.
ΔΖ: Αν δεν το πιστεύαμε δεν θα είχαμε κάνει αυτήν την ταινία. Αυτό που μας λείπει δεν είναι οι ιστορίες αλλά η σχέση με το κοινό. Το ντοκιμαντέρ είναι κατ' εξοχήν λαϊκό είδος αλλά για κάποιο παράξενο λόγο θεωρείται οτι απευθύνεται σε λίγους. Βέβαια, συνολικά το ελληνικό σινεμά έχει μια δυσκολία να φτάσει στο θεατή, όχι μόνο το ντοκιμαντέρ.
Υπάρχουν άλλα θέματα ή ιστορίες που θα θέλατε να εξερευνήσετε στα μελλοντικά σας ντοκιμαντέρ;
ΘΚ: Φυσικά και υπάρχουν. Ευτυχώς ή δυστυχώς ο κόσμος έξω έχει αμέτρητες ιστορίες που αξίζει να ειπωθούν. Προσωπικά ετοιμάζω εδώ και κάποιο καιρό ένα επόμενο ντοκιμαντέρ, με πολύ διαφορετική θεματική από την «Λώξη». Πάντως, για μένα ήταν πολύ σημαντική εμπειρία το οτι μοιραστήκαμε αυτή την δουλειά με τον Δημήτρη και ελπίζω σύντομα να κάνουμε πάλι κάτι μαζί.
ΔΖ: Προσωπικά μου αρέσουν τα πορτρέτα ανθρώπων που συνομιλούν με τις ανάγκες και τις ανησυχίες του σήμερα. Πώς κάνουμε τέχνη σήμερα στην εποχή της ατομικότητας; Είχαμε ξεκινήσει και ένα ντοκιμαντέρ για την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, μια πολύ σημαντική ομάδα που άφησε το στίγμα της στα θεατρικά πράγματα και πλέον δεν υπάρχει. Ελπίζω να καταφέρουμε να το βάλουμε μπρος.
Μια δραστήρια και πολυτάλαντη γυναίκα
Η Λωξάνδρα Λούκας είναι κόρη της ηθοποιού Ελένης Δημοπούλου και του Αυστραλού σκηνογράφου Ρίτσαρντ Αντονι. Εκτός από την παράσταση «Φουέντε Οβεχούνα» του Εθνικού Θεάτρου, στο βιογραφικό της περιλαμβάνονται οι «Τρωάδες» του ΚΘΒΕ και πολλές εμφανίσεις με τη θεατρική κολλεκτίβα ΑΜΕΑ «Εν Δυνάμει», κερδίζοντας διθυραμβικές κριτικές. Πριν από μερικούς μήνες, την είδαμε και στο δέκατο επεισόδιο της σειράς «Ο Γιατρός» του Alpha, όπου υποδύθηκε μία κοπέλα που νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο, μετά από μία μυστηριώδη ασθένεια. «Η Λωξάνδρα λατρεύει τις τηλεοπτικές σειρές και ήταν τόσο τυχερή που κατάφερε να πάρει μέρος σε παραγωγές με κάποιους από τους αγαπημένους της ηθοποιούς. Η χαρά που παίρνει όταν βλέπει τον εαυτό της στη μεγάλη και μικρή οθόνη είναι απερίγραπτη και ο στόχος της είναι να τον δει ξανά. Ελπίζουμε να υπάρχουν πιο πολλές ευκαιρίες σε όλους τους κλάδους όχι μόνο στην τέχνη και όχι μόνο για άτομα με αναπηρία αλλά και για όλους τους "διαφορετικούς" ανθρώπους της κοινωνίας μας» αναφέρει η μητέρα της Λωξάνδρα στο ethnos.gr.
Η Λωξάνδρα είναι μια δραστήρια γυναίκα που στα 32 της χρόνια, μας αποκάλυψε και το ζωγραφικό της ταλέντο, πέρα από το υποκριτικό, με την πρώτη ατομική της έκθεση στο χώρο Ρω Art Space στη Θεσσαλονίκη. «Η Λωξάνδρα πλέον ζει σε μια πιο ανοιχτή κοινωνία από αυτή στην οποία γεννήθηκε. Σίγουρα μεγαλώνοντας ένιωθε πιο έντονα τη "διαφορετικότητα" της στα μάτια του άλλου. Η έναρξη της ομάδας "Εν Δυνάμει" όμως είναι ένας από τους λόγους που η Λώξη πλέον νιώθει τόσο άνετα με τον εαυτό της και τον κοινωνικό της περίγυρο. Ελπίζουμε να συνεχίσουν να δημιουργούνται τέτοιες συμπεριληπτικές ομάδες και χώροι» καταλήγει η Ελένη Δημοπούλου.
*Η «Λώξη» προβάλλεται στον κινηματογράφο Δαναό κάθε Σάββατο και Κυριακή και στους κινηματογράφους Village Athens Mall και Village Cinemas Ρέντη καθημερινές και σαββατοκύριακα. Στη Θεσσαλονίκη στον κινηματογράφο Cine Βακούρα κάθε Σάββατο και Κυριακή και στο Village Mediterranean Cosmos τις καθημερινές και τα σαββατοκύριακα. Η ταινία προβάλλεται με υπότιτλους για κωφούς και βαρήκοους.