Ελλάδα | 19.07.2023 06:55

Σκληρή κριτική για τις αυξήσεις σε τηλεφωνία και ίντερνετ: «Υπονόμευση του κράτους δικαίου» - Πώς θα υπολογίζεται η ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής

Μαρία Λιλιοπούλου

Την απόλυτη αντίθεσή του στην οριζόντια αύξηση των λογαριασμών τηλεφωνίας και Ίντερνετ μέσω της εφαρμογής της ρήτρας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, στην οποία προτίθεται να ανάψει το πράσινο φως η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) ύστερα από σχετικά αιτήματα των παρόχων, εκφράζει ο Συνήγορος του Καναλωτή.

Ο σχολιασμός του στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης που διενεργεί αυτήν την περίοδο η ΕΕΤΤ δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών τονίζοντας ότι σε ισχύοντα συμβόλαια δε θα έπρεπε καθόλου να συζητείται το θέμα. Η αντίθεση του Συνηγόρου είναι συνολική δεδομένου ότι, όπως αναφέρει: «αντιτίθεται κατηγορηματικά σε οποιαδήποτε ρυθμιστική παρέμβαση, όπως η εισαγωγή “ρήτρας (τιμαριθμικής) αναπροσαρμογής” η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα τη μετακύλιση του επιχειρηματικού κινδύνου των ισχυρών προμηθευτών σε βάρος των εξ ορισμού ασθενέστερων καταναλωτών».

Στον σχολιασμό της η Ανεξάρτητη Αρχή για την προστασία των καταναλωτών επαναλαμβάνει μάλιστα και αιτιάσεις που έχει κάνει και στο παρελθόν και αφορούν τόσο την ποιότητα όσο και την τιμή των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Υπενθυμίζεται ότι η ΕΕΤΤ προτίθεται να προχωρήσει σε αλλαγή του Κανονισμού Γενικών Αδειών προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής στις συμβάσεις τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών των παρόχων, μέσω αναπροσαρμογής του παγίου κατά τη διάρκεια της σύμβασης με την εισαγωγή ή εφαρμογή ρήτρας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, η οποία θα πρέπει να αναγράφεται με σαφήνεια στη σύμβαση ορισμένου χρόνου και «θα ενεργοποιείται βάσει αντικειμενικών και εύλογων κριτηρίων«, όπως αναφέρει.

Η Επιτροπή δικαιολογεί την πρωτοβουλία αυτή επισημαίνοντας πως υφίσταται υπερβολική και άνω του φυσιολογικού ρυθμού αύξησης του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ), όπως καταγράφεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή.

Η ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής θα υπολογίζεται βάσει του πληθωρισμού του προηγούμενου ημερολογιακού έτους, όπως αυτός ανακοινώνεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή ως Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ). Θα μπορεί να εφαρμόζεται μία φορά ανά ημερολογιακό έτος, μετά την οριστικοποίηση του ετήσιου πληθωρισμού του προηγούμενου χρόνου, πράγμα που σημαινει ότι σε διετή συμβόλαια, οι λογαριασμοί θα μπορούν να αυξηθούν δύο φορές.

Σε ό,τι αφορά τα υφιστάμενα συμβόλαια, η Αρχή σημειώνει ότι η εισαγωγή της ρήτρας συνιστά τροποποίηση τιμολογίων, κάτι το οποίο ο ισχύων κανονισμός δεν επιτρέπει. Ως εκ τούτου προτείνει να παρέχεται η δυνατότητα αζήμιας καταγγελίας της σύμβασης. Ορίζει επίσης ότι απαγορεύεται η ενεργοποίηση της ρήτρας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής πριν την πάροδο 3 μηνών από την σύναψη του συμβολαίου.

Σκληρή κριτική από τον Συνήγορο του Καταναλωτή

Από την πλευρά του η επίσης Ανεξάρτητη Αρχή του Συνηγόρου του Καταναλωτή, ξεκαθαρίζει πως «οιαδήποτε δυσμενής για τους καταναλωτές παρέμβαση σε εν ισχύ συμβάσεις και μάλιστα καθ' οριζόντιο – εναρμονισμένο τρόπο σε όλο το εύρος της αγοράς και εις βάρος του συνόλου των καταναλωτών αντιτίθεται στην καταναλωτική νομοθεσία, πλήττει ανεπανόρθωτα την ασφάλεια των συναλλαγών και υπονομεύει το κράτος δικαίου». Για το λόγο αυτό αντιτίθεται απολύτως σε οποιαδήποτε τέτοια παρέμβαση σε συμβάσεις που βρίσκονται σε ισχύ.

Αναφερόμενος στις αιτίες για την επιβολή ρήτρας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, σημειώνει πως οι προμηθευτές ειδικά στον τομέα των τηλεπικοινωνιών είναι μεγάλες εταιρείες – κολοσσοί για τα δεδομένα της εκάστοτε εγχώριας αγοράς που απασχολούν πλήθος εξειδικευμένων συνεργατών και διαθέτουν όλα εκείνα τα εργαλεία που τους δίνουν τη δυνατότητα να πραγματοποιούν οικονομικές προβλέψεις, να συντάσσουν προϋπολογισμούς και business plans και να διαμορφώνουν με βάση αυτά πολιτικές πωλήσεων, προσφορές κλπ, ώστε να περιορίζουν το επιχειρηματικό τους ρίσκο, επιδιώκοντας και επιτυγχάνοντας κατά κανόνα, σημαντικά κέρδη.

«Η Ανεξάρτητη Αρχή “Συνήγορος του Καταναλωτή” αντιτίθεται κατηγορηματικά σε οποιαδήποτε ρυθμιστική παρέμβαση, όπως η εισαγωγή “ρήτρας (τιμαριθμικής) αναπροσαρμογής” η οποια θα έχει ως αποτέλεσμα τη μετακύλιση του επιχειρηματικού κινδύνου των ισχυρών προμηθευτών σε βάρος των εξ ορισμού ασθενέστερων καταναλωτών».

Η Αρχή προστασίας των καταναλωτών αναφέρει επίσης ότι οι προμηθευτές καταρτίζοντας τις εκάστοτε προσφορές τους και συνάπτοντας με βάση αυτές συμβάσεις με τους καταναλωτές για διάστημα 12 ή 24 μηνών έχουν λάβει υπ' όψιν τους όλα τα οικονομικά μοντέλα και όλες τις προβλέψεις, ο δε καταναλωτής οδηγείται στην επιλογή της εκάστοτε προσφοράς με βάση τον οικογενειακό του προϋπολογισμό για το διάστημα που καλείται να δεσμευτεί έναντι του προμηθευτή. Ως εκ τούτου «δεν νοείται η ανατροπή αυτής της ισορροπίας και μάλιστα σε μια μικρής χρονικής διάρκειας σύμβασης με την υποχρεωτική συμβατική πρόβλεψη κάποιας μεταβλητής τιμής, είτε πρόκειται για τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή είτε για οποιαδήποτε άλλη. Μάλιστα, όπως προβλέπεται στο κείμενο της εν θέματι Διαβούλευσης, η ανατροπή αυτή μπορεί να συμβεί έως και δύο φορές μέσα στο χρονικό πλαίσιο της ίδιας διετούς σύμβασης με την ενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρμογής ανά ημερολογιακό έτος, με μόνη προϋπόθεση την παρέλευση τριών μηνών από την υπογραφή της, ώστε να εφαρμοστεί η πρώτη αναπροσαρμογή. Περαιτέρω αντιβαίνει στη λογική οι προμηθευτές να καταρτίζουν μια σύμβαση τον Ιανουάριο του 2023 χωρίς να έχουν λάβει υπόψιν το ΔΤΚ του 2022 ώστε να απαιτούν στη συνέχεια τιμαριθμική αναπροσαρμογή μέσα στο ίδιο έτος».

Παράλληλα ο Συνήγορος του Καταναλωτή επισημαίνει ότι:

  • Οι υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών και παροχής δεδομένων στην Ελλάδα είναι από τις υψηλότερες στην Ε.Ε, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη και την επιδείνωση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων καταναλωτών τα τελευταία χρόνια συγκριτικά με τους υπολοίπους Ευρωπαίους πολίτες.
  • Οι υπηρεσίες αυτές δεν είναι πάντοτε ισότιμες ή ανάλογης ποιότητας με αυτές που προσφέρονται σε άλλες χώρες της Ε.Ε.
  • Αρκετοί πάροχοι των υπηρεσιών αυτών στην Ελλάδα καταγράφουν σημαντικά κέρδη, παρά την αρνητική διεθνή οικονομική συγκυρία, σύμφωνα και με τα οικονομικά τους αποτελέσματα και τις ανακοινώσεις των ιδίων.

«Επί αυτού λοιπόν του εδάφους δεν μπορεί να ευσταθεί λογικό επιχείρημα που να δικαιολογεί: α) αυξήσεις στα τιμολόγια υφιστάμενων συμβάσεων και μάλιστα με οριζόντιο τρόπο και εις βάρος του συνόλου των καταναλωτών και β) θεσμοθέτηση της συστηματικής ανατροπής των συμβάσεων παροχής των ανωτέρω υπηρεσιών δια της εισαγωγής ρήτρας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής», καταλήγει ο Συνήγορος.

Αντίθετη και η Ένωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας

Για μία άκρως αντικαταναλωτική ενέργεια εκ μέρους της ΕΕΤΤ, κάνει λόγο σε ανακοίνωσή της η Ενωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας (ΕΕΚΕ) τονίζοντας ότι η δυνατότητα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής στις συμβάσεις τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών των παρόχων, λόγω υπερβολικής και άνω του φυσιολογικού ρυθμού αύξησης του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή «στην πράξη σημαίνει ότι οι λογαριασμοί που εκδίδουν οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι, θα μπορούν να αυξηθούν με την εισαγωγή μηχανισμού τιμαριθμικής αναπροσαρμογής συνδεδεμένος με τον δείκτη τιμών καταναλωτή» συμπληρώνοντας πως όλη η πρόσθετη χρέωση θα μετακυλίεται στους καταναλωτές.

Σημειώνει ότι η Επιτροπή αιτιολογεί την πρότασή της προτάσσοντας γενικότερες αυξήσεις σε κλάδους που επηρεάζουν την οικονομική θέση των εταιρειών τηλεπικοινωνίας όπως το κόστος ρευματοδότησης δικτύου, των Data centers, καθώς και των κτιρίων γραφείων των παρόχων από 21% έως 43%, το κόστος παροχής υπηρεσιών από συνδεόμενες εταιρείες, όπως ενδεικτικά η εταιρεία διαχείρισης των κτιρίων γραφείων των παρόχων (υπηρεσίες συντήρησης, ασφάλειας κλπ.) έως 5%, το κόστος των μισθώσεων των σταθμών βάσης καθώς και κόστος του καυσίμου για τη λειτουργία των γεννητριών παραγωγής ρεύματος, έως 3%, τα έξοδα προβολής και διαφήμισης, κυρίως της διαφήμισης μέσω τηλεόρασης, έως 5%, τους τόκους και τα έξοδα δανεισμού, έως 13% κλπ.

«Μετακυλίει δηλαδή στους καταναλωτές ολόκληρο τον επιχειρηματικό κίνδυνο τον οποίον οι εταιρείες τηλεπικοινωνιών έχουν ήδη λάβει υπόψη τους και προϋπολογίσει, επειδή αυξήθηκαν, μεταξύ άλλων, τα έξοδα διαφήμισης των εταιρειών».

Η ΕΕΚΕ προσθέτει ότι με τη δυνατότητα εφαρμογής αυξήσεων ακόμα και δύο φορές σε συμβόλαια 24 μηνών, «Καταρρέει πλήρως ο οικογενειακός προϋπολογισμός, ο οποίος οδηγεί στη σύναψη παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών με συγκεκριμένο οικονομικό αντικείμενο, το οποίο δεν είναι δυνατό να μπορεί να ανατραπεί δύο φορές (προς τα πάνω) μέχρι τη λήξη του συμβολαίου. Είναι μαθηματικά βέβαιος ο πολλαπλασιασμός των καταναλωτών που θα αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις ξαφνικές αυτές αυξήσεις, τη στιγμή που είναι προφανώς άτοπο να ισχυρίζεται κάποιος ότι οι εταιρείες-κολοσσοί δεν προϋπολογίζουν τόσο τον ΔΤΚ του προηγούμενου έτους (της υπογραφής ενός συμβολαίου) ή την πορεία των οικονομικών πραγμάτων, κατά την υπογραφή μίας σύμβασης».

Για το λόγο αυτό η ΕΕΚΕ καλεί την ΕΕΤΤ να αποσύρει άμεσα την πρότασή της, δηλώνοντας πως «οι καταναλωτές, δεν θα δεχθούμε περαιτέρω χρεώσεις, ξαφνικές και αναδρομικές, μόνο και μόνο για να μετακυλιστεί το κόστος λειτουργίας των εταιρειών, για ακόμα μία φορά, σε εμάς. Η ΕΕΚΕ θα βρίσκεται σε εγρήγορση, έτσι ώστε να αντιδράσει με κάθε νόμιμο μέσο στην προσπάθεια αυτή».

πάροχοιίντερνετκινητή τηλεφωνίαειδήσεις τώραλογαριασμός