Ιστορία|08.04.2024 06:35

Οι λήσταρχοι το μεγάλο πρόβλημα του πρώτου ελληνικού κράτους: Ο αθυρόστομος Τάσος Πούτσος που έτρεμε όλη η Φθιώτιδα

Κώστας Ασημακόπουλος

Τα χρόνια που το νεοσύστατο Ελληνικό κράτος προσπαθούσε να ορθοποδήσει και να αναπτυχθεί μετά την επανάσταση του 1821 ήταν δύσκολα.

Εκτός από τους Οθωμανούς που επιχειρούσαν να ανακαταλάβουν τα χαμένα εδάφη και τον ακήρυχτο εμφύλιο που κατέτρωγε εκ των έσω τις σάρκες του έθνους η ληστεία ήταν το τρίτο σοβαρότερο πρόβλημα που είχε να αντιμετωπίσει το νεοσύστατο κράτος.

Aπό την περίοδο του Βυζαντίου και παλαιότερα και ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούσαν, οι ληστές ήταν άλλοτε πρωταγωνιστές και άλλοτε κινούνταν στην αφάνεια της ιστορίας. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση οι ληστές και οι συμμορίες τους είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο. Σε πολλές περιπτώσεις ταυτίζονταν με τους σκληραγωγημένους ήρωες των αγροτικών και λαϊκών μαζών. Η ληστεία ήταν ένδειξη ηρωισμού, φούντωνε τη φαντασία και την ψυχή των αδυνάτων αλλά και πολλών φιλόδοξων και δυναμικών νέων που έβλεπαν το δρόμο προς το βουνό ως διέξοδο και ευκαιρία για να αναδείξουν τις αρετές τους και να ικανοποιήσουν τις φιλοδοξίες τους.

Η μεγάλη αναρχία

Μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 η Ελλάδα μπήκε σε μία πολύ σκοτεινή και δύσκολη περίοδο. Στη χώρα και ειδικά στην απομονωμένη ύπαιθρο επικράτησε μεγάλη αναρχία. Τα ελαφρά τάγματα διαλύθηκαν και οι στρατιώτες ξαναγύρισαν στους παλιούς άτακτους αρχηγούς τους με τους οποίους τους συνέδεαν τα κοινά πολεμικά βιώματα και οι νωπές δάφνες των μαχών και των αγώνων της Εθνεγερσίας. Διαλυμένα και διασκορπισμένα τα ελαφρά τάγματα στις ελληνικές επαρχίες καταπίεζαν τους αγροτικούς πληθυσμούς, αρπάζοντας τα ζώα τους και τις πενιχρές οικονομίες τους. Όταν ήρθε η Αντιβασιλεία προσπάθησε να βάλει τάξη με το διάταγμα 2/14 Μαρτίου 1833 όπου διέλυσε τα άτακτα στρατεύματα και στη θέση τους δημιούργησε 10 τάγματα ακροβολιστών.
Οι άτακτοι στρατιώτες δεν είδαν με καλό μάτι τη νέα στρατιωτική οργάνωση και αρνήθηκαν να καταταχτούν στα νέα τάγματα. Η αυστηρή πειθαρχία, οι συνεχείς ασκήσεις, η φράγκικη ενδυμασία (τα περιβόητα «στενά») ήταν αντίθετα από τις μακροχρόνιες άτακτες συνήθειές τους και τον ανυπότακτο χαρακτήρα τους.

Η συμφωνία Ελλήνων και Τούρκων

Τα σύνορα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους με την Τουρκία ήταν τα βόρεια σύνορα της σημερινής Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Το πιο εντυπωσιακό είναι πως η δράση των ληστών και η καταστολή τους ήταν από τα κοινά θέματα που απασχολούσαν Έλληνες και Τούρκους και ίσως το μοναδικό ζήτημα που τους έφερνε συχνά στο ίδιο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Έμεινε ιστορική η συμφωνία Ελλήνων και Τούρκων το 1856. Η πάταξη της ληστείας τους οδήγησε να συνάψουν σύμβαση η οποία στο άρθρο 3 που άφηνε ανοικτή την επέμβαση των στρατιωτικών αποσπασμάτων ακόμα και μέσα στην Επικράτεια των δύο χωρών.

Η Φθιώτιδα γη των ληστών

Στη Φθιώτιδα λόγω των ορεινώ ν όγκων, των απομονωμένων χωριών, των δύσκολων και κρυφών περασμάτων ευνοούνταν η ανάπτυξη πολλών και σκληροτράχηλων ληστοσυμμοριτών. Τα ελληνοτουρκικά σύνορα στην Φθιώτιδα άρχιζαν από τον Παγασητικό Κόλπο και το χωριό Μιντσέλα (Αμαλιάπουλη) και έφταναν έως και 150 χιλιόμετρα δυτικά. Η φρούρηση των συνόρων με τους Τούρκους ήταν δύσκολη και επικίνδυνη υπόθεση λόγω του ανάγλυφου και δασώδους εδάφους.

Υπό κανονικές συνθήκες θα απαιτούνταν πολλές χιλιάδες στρατιώτες για να φυλάξουν τα σύνορα και η Ελλάδα δεν είχε τη δύναμη για τέτοια σχέδια. Έτσι οι ληστές είχαν άτυπα το ρόλο των συνοριοφυλάκων χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν έκαναν επιχειρήσεις εντός του τουρκικού κράτους αποκτώντας έτσι και εξαιρετική φήμη αλλά και ιδιαίτερες σχέσεις με τους ντόπιους πληθυσμούς και ειδικά το ελληνικό στοιχείο που ακόμα δεν είχε απελευθερωθεί.

Το ληστρικό καθεστώς στην παραμεθόριο

Μάλιστα σύμφωνα με τον ιστορικό και λογοτέχνη Παύλο Καλλιγά «...δεν ήταν μόνο η εκτεταμένη και η ορεινή δασώδης οροθετική γραμμή της Φθιώτιδας που δυσκόλευαν την καταπολέμηση της ληστείας, ήταν και το ληστρικό καθεστώς που επικρατούσε στην παραμεθόριο. Οι ληστές που κινούνταν κατά μήκος της τουρκικής μεθορίου εισέρχονταν στο Ελληνικό και διέπρατταν διάφορες ληστοπραξίες. Καταδιωκόμενοι από τα ελληνικά μεταβατικά αποσπάσματα κατέφυγαν στο Τουρκικό, όπου στην κυριολεξία είχαν το άσυλό τους. Οι Τουρκαλβανοί δερβεναγάδες όχι μόνο δεν τους καταδίωκαν, αλλά αντίθετα τους περιέθαλπαν και, πολλές φορές, τους κατέτασσαν στα στρατιωτικά τους σώματα, διαμοιράζοντας τη ληστρική τους λεία μεταξύ τους. Λόγω των ληστρικών επιδρομών η επαρχία της Φθιώτιδας ήταν πάντοτε σχεδόν ανάστατη, υποφέροντας τόσο από τους ληστές όσο και από τη συμπεριφορά των μεταβατικών αποσπασμάτων, που κατατυραννούσαν και ζημίωναν τους κατοίκους με τα καταλύματα και την τροφοδοσία τους».

Οι ανένταχτοί στον τακτικό στρατό

Η ληστεία όμως συνεχίστηκε και μετά από τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους. Κάποιοι πρώην στρατιωτικοί με κλίση στην παραβατική συμπεριφορά -που δεν κατόρθωσαν να ενσωματωθούν τελικά στον στρατιωτικό βραχίονα που δημιούργησε κατ΄αρχήν ο Καποδίστριας και στη συνέχεια ο Όθωνας- δημιούργησαν συμμορίες και λυμαίνονταν διάφορες περιοχές. Έκλεβαν, απήγαγαν ανθρώπους και ζητούσαν λύτρα και άλλοτε, όπως στις δύο επιστολές που θα παρακολουθήσουμε σήμερα, ζητούν λύτρα γιατί αν δεν τα πάρουν, θα επιτεθούν στα χωριά.

Οι δύο επιστολές ντοκουμέντα από τα Γ.Α.Κ.

Το ethnos.gr δημοσιεύει δύο επιστολές που φέρνει στο φως από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.) ο ιστορικός και ερευνητής Γιώργος Πύργαρης. Τα σπάνια ντοκουμέντα φέρουν την υπογραφή ενός αρχιληστή που είχε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Είχε... διονυσιακή υπογραφή στις επιστολές του οι οποίες για τα δεδομένα της εποχής και σε σύγκριση με τις γραμματικές γνώσεις των ομολόγων του ήταν πολύ καλή και ιδιαίτερη.

Πιθανόν ο Πούτσος να είναι ο Καλαμάτας

Σύμφωνα με νεότερη έρευνα εκτιμάται πως πιθανότατα να πρόκειται για τον Αναστάσιο Καλαμάτα οποίος έδρασε από το 1834 έως το 1853 στη Φθιώτιδα και ειδικά στη Σπερχιάδα χωρίς να διστάζει να εισέρχεται στην οθωμανοκρατούμενη Θεσσαλία. Μαζί με τον Γιαταγάνα και τον Καταρραχιά ήταν μερικοί από τους πιο δυνατούς λήσταρχους.

Ο Τάσος Πούτσος και οι 45 πουτσαράδες του

«Ο συγκεκριμένος ληστής, ενδεχομένως να μην είναι πρώην πολεμιστής του ΄21, αφού τα παρακάτω γεγονότα συμβαίνουν επί Όθωνα, το 1848. Ενδεχομένως να είναι νεότερος. Επειδή υπογράφει ειρωνικά, ως... Τάσος Πούτσος, δεν κατόρθωσα να βρω μετά από μια πρόχειρη έρευνα, για ποιον ληστή πρόκειται. Πάντως δρα στην ευρύτερη περιοχή της Λαμίας και της Λειβαδιάς, ενώ - καθώς γράφει- έχει τη δυνατότητα να πάει με τη συμμορία του, ακόμη και μέχρι την Αθήνα. Η συμμορία του είναι αρκετά μεγάλη, αποτελείται από 45 άντρες, τους οποίους ο ίδιος ονομάζει... 45 πουτσαράδες όπως αναφέρει χαρακτηριστικά. Με τις επιστολές του εκβιάζει χωριά της ευρύτερης περιοχής της Λαμίας και της Λειβαδιάς να του φτιάξουν ποσότητα κολονάτων νομισμάτων (μάλλον πρόκειται για αργυρά) και να του τα παραδώσουν, γιατί αλλιώς θα τους επιτεθεί...», αναφέρει ο Γιώργος Πύργαρης και τονίζει: «Ας διαβάσουμε όμως τις επιστολές του. Εντύπωση κάνει η αμεσότητα και η αθυροστομία του...».

Πρώτη επιστολή,

Χατσαίοι, να ειδοποιήσετε τους χωριανούς σας να φιάσουν τα κολονάτα όπου τους λέγω, και να φιάσετε και εσείς άλλα τριακόσια κολονάτα, σε τρεις ημέρες και αν δεν τα φιάσετε να δυνατέψετε τα οσπίτια σας και να με καρτερήτε να πολεμήσωμεν. Εγώ δεν είχα σκοπόν να σας πειράξω αλλ΄εξ΄αιτίας του κυρ γεώργη όπου επήγε να απεράση γαλόνι και έλεγε του φράγκου. μας ήρθε το κελεπούρι και μας αλικότεψε την ξαγοράν και έχασα 400 τάλλαρα, τώρα θα τα πάρω από εσάς και από τους χωριανούς σας και αν δεν τα φιάσεις δε θα σε κρατήση ούτε η Λαμία, ούτε λειβαδιά, ούτε η αθήνα και μέσα στου βοδιού το κέρατο να μπεις εγώ θα σ΄εύρω και στοχάσου καλά που είσαι σήμερα στο κλειτσόν δεν είσαι στην αθήνα και καρτερώ την απάντηση ή θα μου δώσης τα χρήματα ή θα καρτερέσης να πολεμήσωμεν. περισσότερον δεν σου γράφω.

Τάσος πούτσος
με 45 πουτσαράδες και όλοι ξεβράκοτοι
28 σεπτεμβρίου 1848

Δεύτερη επιστολή,

Πάρεδρος και λοιποί... τι τριγυρίζετε κερατάδες και δεν μου φέρνετε τα τάλλαρα όπου σας έγραφα ή μου φέρνετε τα τάλλαρα ή καρτεράτε με φιάστε τρεις πόρτες να με πολεμήσετε ή πάρτε τον Γαλή, τον Καρκεντζέλα και τον Γιατζαγάννη. και συ Χατσόπουλε, τι νομίζεις και δεν μου στέλνεις τα τάλληρα, δεν μου γλιτώνης και μην πέρνης και τον κόσμον στον λεμόν σου και τους εμποδίζεις, έτζι κύριε το γιόμα καρτέρα...

3 οκτωβρίου 1848

Τάσος πούτσος
με 45 πουτσαράδες

Είχαν το δικό τους νόμο

Οι ληστές πολλές φορές αναλάμβαναν να επιβάλλουν και το νόμο στις παραμεθόριες περιοχές ενισχύοντας τους αδυνάτους έναντι των ισχυρών και των πλουσίων. Η δράση τους καταγράφηκε σε πολλά δημοτικά τραγούδια που περισσότερο εξυμνούν τη δράση τους παρά τους επικρίνουν.

Πως όμως οι ληστές απολάμβαναν τον θαυμασμό του λαού ενώ διέπρατταν φοβερά εγκλήματα;

Ο Θωμάς Γ. Καλοδήμος φιλόλογος, συγγραφέας αναφέρει: «Οι ληστές και οι λαός έτρεφαν κοινό μίσος προς την εξουσία, ενώ στις μεγάλες δοκιμασίες του λαού και των τοπικών κοινοτήτων οι ληστές έπαιρναν πρωτοβουλίες διατηρώντας ιδιαίτερους κανόνες συμπεριφοράς και «ηθικές αρχές».

Οι 4 απαράβατοι κανόνες

Είχαν το δικό τους απαράβατο κώδικα συμπεριφοράς και δικαιοσύνης που συνοπτικά αποτελούνταν από τέσσερις κανόνες:

1. Κυνηγούσαν και σκότωναν όλους εκείνους που τους κατέτρεχαν, τους αδικούσαν και επιδίωκαν την εξόντωσή τους.

2. Έκοβαν τις μύτες και τα αυτιά αυτών που τους έχουν προδώσει στην εξουσία. Με αυτό τον τρόπο τους στιγμάτιζαν για πάντα ώστε να είναι παράδειγμα αποτροπής για τους υπολοίπους.

3. Έπαιρναν χρήματα από τους δυνατούς και τους κατέχοντες για να επιβιώνουν οι ίδιοι και οι συμμορίες τους βοηθώντας σε πολλές περιπτώσεις φτωχούς και ορφανά.

4. Επιδίδονταν σε απαγωγές επωνύμων, πλουσίων και αξιωματούχων ζητώντας λύτρα. Σε διαφορετική περίπτωση αποκεφάλιζαν ή σκότωναν τα θύματα τους».

Το χάρισμα των Ελλήνων

Παρόλα αυτά οι Έλληνες ληστές είχαν και το... χάρισμα της «ηθικής ανωτερότητας» επιβεβαιώνει και εκφράζει και ο πρώτος πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα και γνωστός φιλέλληνας Κάρολος Τάκερμαν ο οποίος στις αναφορές του επικαλείται περιηγητές που είχαν πέσει θύματα. Τονίζει πως οι Έλληνες ληστές με τους ληστές στη Νότιο Ιταλία, Σικελία, Ισπανία και Ουγγαρία. Παρά την αγριότητα τους είχαν και ευαισθησίες, που εκδηλώνονταν με την ενίσχυση ορφανών, την προικοδότηση ορφανών κοριτσιών, το χτίσιμο εκκλησιών, την ανακαίνιση μοναστηριών, τη βάφτιση παιδιών κλπ».

Αδικίες και βεντέτες

Βασικός παράγοντας που τροφοδοτούσε τις συμμορίες των ληστών με νέο αίμα ήταν τα κριτήρια της στράτευσης που γινόταν με το σύστημα της κλήρωσης των στρατεύσιμων από τους καταλόγους που κατάρτιζαν οι Δήμαρχοι. Τα κριτήρια δεν ήταν αξιοκρατικά, γίνονταν αδικίες και νοθείες κατά την κλήρωση μεταξύ των υποψηφίων στρατιωτών. Οι μεροληψίες οδήγησαν πολλούς στη ληστεία για να αποφύγουν τη στράτευση και άλλους πάλι διότι έμεναν εκτός στρατεύματος και για λόγους εκδίκησης στρέφονταν κατά της εξουσίας. Οικογενειακές διαμάχες, ανθρωποκτονίες, βεντέτες, αποφυγή φυλάκισης εξαιτίας της διάπραξης κάποιου εγκλήματος και η προσδοκία για απόκτηση εύκολου πλούτου οδήγησαν πολλούς στη ληστεία.

Πότε τιμωρούσαν φτωχούς

Η μη εφαρμογή των νόμων και η μεροληπτική εφαρμογή τους υπέρ των ισχυρών και η αυστηρότητά τους έναντι των φτωχών και των αδυνάτων, οδηγούσε πολλούς στο κλαρί και στη διεκδίκηση του δίκιου τους από τους ίδιους και όχι από τη δικαιοσύνη. Οι ληστές, κατά κανόνα, τιμωρούσαν και ζητούσαν λύτρα από τους πλούσιους, τους δανειστές και τους καταπιεστές του λαού, δηλαδή από τους έχοντες, και όχι από το φτωχό λαό. Τιμωρούσαν φτωχούς ανθρώπους μόνον σε περιπτώσεις αντεκδίκησης και προδοσίας.

Το μυστήριο με το μύθο των ληστών

Έτσι η εικόνα του ληστή εξιδανικεύεται στη συνείδηση του λαού και ο ληστής ηρωοποιείται και αποτελεί πρότυπο προς μίμηση για τα ζωηρά και ανήσυχα άτομα. Ο ληστής λοιπόν έχει κάτι από την αίγλη των κλεφτών του 1821 και ο λαός τους θαυμάζει και τους εξυμνεί με τα ληστρικά τραγούδια, που έχουν την ίδια τεχνοτροπία και την ίδια μουσική απόδοση με τους άμεσους προγόνους τους τα κλέφτικα τραγούδια. Αυτή τη δόξα ζήλεψαν πολλοί και πήραν το δρόμο του ληστρικού βίου. Στη συνείδηση του λαού οι ληστές δεν ήταν μόνο ήρωες αλλά και, κατά κάποιο τρόπο, και κοινωνικοί συμπαραστάτες. ενίσχυαν ορφανά, προικοδοτούσαν φτωχά κορίτσια, έχτιζαν εκκλησίες και ανακαίνιζαν μοναστήρια, πράξεις που εξευγένιζαν τις ληστοπραξίες και τα εγκλήματά τους και τύγχαναν της επιδοκιμασίας του λαού, και γι’ αυτό τους έκρυβε, τους τροφοδοτούσε και τους φύλαγε από τα μεταβατικά αποσπάσματα που είχαν σκοπό την εξόντωση τους. 

Το έργο του Γιώργου Πύργαρη

Ο Γιώργος Πύργαρης γεννήθηκε το 1965 στην Καλλιθέα Θηβών. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Από νωρίς στράφηκε στη λογοτεχνία. Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές, τη «μαθητεία» και τον «Χαιρετισμό» καθώς και το μυθιστόρημα «Το δέντρο της αόρατης πόλης». Το 2007 άρχισε τις ιστορικές έρευνες για την περίοδο της ελληνικής επανάστασης του 1821 και το 2010 εκδίδει τον πρώτο καρπό των ιστορικών του ερευνών, το βιβλίο «Οπλαρχηγός Αθανάσιος Σκουρτανιώτης - Το άγνωστο ολοκαύτωμα».

Τo έργο «Στρατηγού Ευστρατίου Πίσσα - Απομνημονεύματα 1821», το οποίο εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο «Historical Quest» τον Φεβρουάριο του 2017, είναι η δεύτερη ιστορική έρευνά του. Η συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Τα Διηγήματα της Πλατείας» εκδόθηκε επίσης από τον εκδοτικό οίκο «Historical Quest» τον Ιούλιο του 2017. Μ' αφορμή τη συμπλήρωση 200 χρόνων από την Έναρξη του Αγώνα για την Ελευθερία του Ελληνικού Έθνους (Μάρτιος 1821) κυκλοφόρησαν από τον εκδοτικό οίκο «Historical Quest» τα βιβλία του «Τα Παραλειπόμενα του 1821 - Τόμος Α΄» και "Οδυσσέα Ανδρούτσου - Επιστολογραφία».

Γιώργος ΠύργαρηςΕλλάδαΕπανάσταση 1821Ιωάννης ΚαποδίστριαςΟθωμανική Αυτοκρατορία