Lifestyle|27.08.2022 09:25

Σον Κόνερι: Στη Σκωτία σκόρπισε τις στάχτες του η οικογένεια του ηθοποιού - «Ήταν η τελευταία του επιθυμία»

Newsroom

Ο ανεπανάληπτος ηθοποιός Σον Κόνερι (Sean Connery), ο ηθοποιός που ενσάρκωσε πρώτος τον ρόλο του Άγγλου μυστικού πράκτορα James Bond, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 90 ετών τον Νοέμβριο του 2020 και η οικογένεια του ξεκίνησε ένα τριήμερο ταξίδι στη Σκωτία για να σκορπίσει τη στάχτη του σε περιοχές που λάτρεψε, όσο βρισκόταν εν ζωή.

Αν και οι ακριβείς προορισμοί, όπου απλώθηκε η στάχτη του αείμνηστου ηθοποιού παραμένουν άγνωστοι, ο γιος του, Τζέισον Κόνερι, επίσης ηθοποιός, είχε αποκαλύψει κατά το παρελθόν ότι η πόλη του St Andrew's, όπου ο πατέρας του έπαιζε τακτικά γκολφ, θα ήταν «πολύ κατάλληλη», για την τελετουργία. 

Σύμφωνα με την Daily Mail, η χήρα του θρύλου του Χόλιγουντ, η 93χρονη Micheline Roquebrune, φέρεται να ταξίδεψε με συγγενείς για να σκορπίσει ιδιωτικά κάποιες από τις στάχτες του, καθώς ήταν η «τελευταία του επιθυμία» να επιστρέψει στην πατρίδα του. Η ίδια είχε δηλώσει μετά το θάνατό του στο σπίτι τους στις Μπαχάμες το 2020: «Θα φέρουμε τον Sean πίσω στη Σκωτία - αυτή ήταν η τελευταία του επιθυμία».

Ο Sir Sean γεννήθηκε στο Εδιμβούργο στις 25 Αυγούστου 1930, μεγάλωσε στο Fountainbridge και ξεκίνησε ως γαλατάς πριν καταταγεί στο Βασιλικό Ναυτικό. Ξεκίνησε την καριέρα του ως ηθοποιός το 1957 και έγινε ο πρώτος James Bond, υποδυόμενος τον εμβληματικό μυστικό πράκτορα σε πέντε ταινίες μεταξύ 1962 και 1967. Ο γάμος του με τη μητέρα του γιου του Jason, Diane Cilento, έληξε με διαζύγιο το 1973 και παντρεύτηκε τη Micheline, μια Γαλλομαροκινή καλλιτέχνιδα, το 1975.

Δέχτηκε τον τίτλο του ιππότη από τη βασίλισσα το 2000, αλλά ήταν επίσης μακροχρόνιος υποστηρικτής της ανεξαρτησίας της Σκωτίας και υποστήριξε το SNP, παρά το γεγονός ότι έζησε στο εξωτερικό για πολλά χρόνια.Σε συνέντευξή του το 2008, ο Sir Sean δήλωσε: «Η Σκωτία είναι το σπίτι μου και συναισθηματικά δεν το έχω εγκαταλείψει ποτέ».

Σερ Σον Κόνερι - «Ήταν ένας άνδρας υπόδειγμα» 

Η 91χρονη γαλλομαροκινή ζωγράφος γνώρισε τον Σκοτσέζο ηθοποιό το 1970 σε ένα τουρνουά γκολφ και έγινε η δεύτερη σύζυγός του. Ήταν ο άνδρας της ζωής της και έζησαν μαζί αγαπημένοι για 45 χρόνια: «Ήταν εντυπωσιακός και είχαμε μια υπέροχη ζωή μαζί. Ήταν ένας άνδρας υπόδειγμα. Θα είναι πολύ δύσκολο χωρίς αυτόν, το ξέρω. Αλλά (η ιστορία της υγείας του) δεν μπορούσε να διαρκέσει για πάντα και έφυγε ήρεμα», είχε δηλώσει η σύζυγός του,  Μισελίν Ροκμπρίν.

AP Photo

Σον Κόνερι, μια ζωή σαν παραμύθι...

Ο Κόνερι έγινε ευρέως γνωστός ενσαρκώνοντας τον πράκτορα Τζέιμς Μποντ, σε επτά κατασκοπικές ταινίες. Μέχρι σήμερα θεωρείται ο καλύτερος «007» που εμφανίστηκε ποτέ στη μεγάλη οθόνη. Στην πολυετή καριέρα του απέσπασε μεταξύ άλλων ένα βραβείο Όσκαρ, δύο Bafta και τρεις Χρυσές Σφαίρες. Πρωταγωνίστησε σε δεκάδες ταινίες, όπως στο «Κυνήγι του Κόκκινου Οκτώβρη», στον «Ιντιάνα Τζόουνς και η Τελευταία Σταυροφορία» και στον «Βράχο». Βραβεύτηκε με Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου το 1988 για την ερμηνεία του στην ταινία «Οι Αδιάφθοροι». Το 2000, για την προσφορά του στην τέχνη, η βασίλισσα Ελισάβετ του απένειμε τον τίτλο του «σερ».

Ο Τόμας Σον Κόνερι, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στο Φάουντεμπριτζ, μια φτωχογειτονιά του Εδιμβούργου, στις 25 Αυγούστου 1930. Ήταν γιος ενός Καθολικού εργάτη και μιας Προτεστάντισσας καθαρίστριας. Η οικογένεια του πατέρα του είχε μεταναστεύσει στη Σκωτία από την Ιρλανδία κατά τον 19ο αιώνα. Ο νεαρός Τόμι μεγάλωσε σε ένα σπίτι με ένα μόνο δωμάτιο, κοινόχρηστη τουαλέτα, χωρίς ζεστό νερό. Εγκατέλειψε το σχολείο στα 13 του και έκανε διάφορες δουλειές του ποδαριού -μεταξύ άλλων μοίραζε γάλα και γυάλιζε φέρετρα- προτού να ενταχθεί, στα 16 του, στο Βασιλικό Ναυτικό, απ’ όπου όμως απολύθηκε τρία χρόνια αργότερα για ιατρικούς λόγους, καθώς είχε έλκος στο στομάχι.

Από εκείνη την εποχή χρονολογούνταν τα δύο τατουάζ στο δεξί του μπράτσο: "Μαμά και μπαμπάς" και "Σκωτία για πάντα". Η οικογένεια και η Σκωτία ήταν οι προτεραιότητες της ζωής του. Επιστρέφοντας στο Εδιμβούργο, κέρδισε τη φήμη του «σκληρού» όταν μια εξαμελής συμμορία προσπάθησε να τον κλέψει – κι εκείνος τους έβγαλε νοκ άουτ. Την περίοδο εκείνη προσπαθούσε να επιβιώσει όπως μπορούσε: έγινε οδηγός φορτηγού, ναυαγοσώστης, μοντέλο στη Σχολή Τεχνών του Εδιμβούργου. Του άρεσε το μπόντι μπίλντινγκ και μάλιστα συμμετείχε και σε διαγωνισμό για τον «Μίστερ Υφήλιος», κατακτώντας την τρίτη θέση.

Ασχολήθηκε επίσης με το ποδόσφαιρο αλλά όταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του πρόσφερε ένα συμβόλαιο για να παίξει στην ομάδα έναντι 25 λιρών την εβδομάδα, εκείνος προτίμησε να δοκιμάσει την τύχη του στο σανίδι: είχε μολυνθεί από το μικρόβιο της σκηνής όταν έκανε διάφορες μικροδουλειές σε ένα τοπικό θέατρο. «Ήταν μια από τις εξυπνότερες επιλογές μου», θα έλεγε, χρόνια αργότερα. Το 1954 κατάφερε να εξασφαλίσει έναν ρόλο σε ένα μιούζικαλ στο Λονδίνο και σε μια ταινία, το Lilacs in the Spring. Ακολούθησαν ρολάκια στην τηλεόραση – μεταξύ άλλων έπαιξε και έναν γκάνγκστερ σε ένα σίριαλ του BBC. Και μετά, ήρθε ο Μποντ. Οι παραγωγοί Κάμπι Μπρόκολι και Χάρι Σάλτσμαν είχαν αποκτήσει τα δικαιώματα για να μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη τα μυθιστορήματα του Ίαν Φλέμινγκ και αναζητούσαν έναν ηθοποιό για να παίξει τον 007. Υποψήφιοι για τον ρόλο ήταν μεταξύ άλλων ο Ρίτσαρντ Μπάρτον, ο Κάρι Γκραντ και ο Ρεξ Χάρισον.

Η σύζυγος του Μπρόκολι ήταν εκείνη που τον έπεισε ότι ο Σον Κόνερι είχε αυτό που χρειαζόταν για τον ρόλο: μαγνητισμό και σεξουαλική χημεία. Ο Φλέμινγκ, διαφωνούσε αρχικά με την επιλογή, όμως άλλαξε γνώμη όταν είδε τον Κόνερι στην οθόνη. Ο Κόνερι έκανε «δικό του» τον χαρακτήρα, αναμιγνύοντας τη σκληρότητα με σαρδόνιο χιούμορ. Η πρώτη ταινία, ο «Δρ. Νο», σημείωσε τεράστια επιτυχία, στη Βρετανία και στο εξωτερικό. Ακολούθησαν οι ταινίες «Από τη Ρωσία με αγάπη» (1963), «Ο Χρυσοδάκτυλος» (1964), «Επιχείρηση Κεραυνός» (1965), «Ζεις μονάχα δυο φορές» (1967), «Τα διαμάντια είναι παντοτινά» (1971) και, μερικά χρόνια αργότερα, το (ανεπίσημος) «Ποτέ μην ξαναπείς ποτέ» (1983).

Πρωταγωνίστησε επίσης, μαζί με τον στενό φίλο του, τον Μάικλ Κέιν, στην ταινία «Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς», όμως τη δεκαετία του 1970 του έδιναν δεύτερους ρόλους, όπως στην ταινία «Οι υπέροχοι ληστές και τα κουλουβάχατα της ιστορίας». Το 1987 κέρδισε το βραβείο Bafta, ερμηνεύοντας τον Ούλιαμ της Μπάσκερβιλ στην ταινία «Το όνομα του Ρόδου», μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος του Ουμπέρτο Έκο. Και έναν χρόνο αργότερα, τιμήθηκε με το Όσκαρ καλύτερου δεύτερου ανδρικού ρόλου παίζοντας έναν Ιρλανδό αστυνομικό (αν και με σαφέστατη σκωτσέζικη προφορά) στους «Αδιάφθορους».

Στον «Ιντιάνα Τζόουνς» έπαιζε τον πατέρα του Χάρισον Φορντ, αν και ήταν μόνο 12 χρόνια μεγαλύτερός του, ενώ κατόπιν, στο πλάι του Νίκολας Κέιτζ στον «Βραχο», επέστρεψε στον ρόλο του «Βρετανού κατασκόπου». Το 2006 του προτάθηκε ο ρόλος του Γκάνταλφ στον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», όμως εκείνος δήλωσε ότι κουράστηκε από την ηθοποιία μετά από 64 ταινίες και βαρέθηκε τους «ηλίθιους που γυρίζουν ταινίες στο Χόλιγουντ». Η δημοτικότητά του δεν αμφισβητήθηκε ποτέ: στα 59 του το περιοδικό People τον ανακήρυξε "πιο σέξι" άνδρα του πλανήτη ενώ το 2013, σχεδόν δέκα χρόνια μετά τη "συνταξιοδότησή" του, ανακηρύχθηκε ο αγαπημένος ηθοποιός των Αμερικανών. Ο Σον Κόνερι ήταν παντρεμένος από το 1975 με τη Γαλλίδα ζωγράφο Μισελίν Ροκμπρίν. Από τον πρώτο του γάμο, με την Νταϊάν Σιλέντο, απέκτησε έναν γιο, τον επίσης ηθοποιό Τζέισον Κόνερι. 

ΌΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ειδήσεις τώραΣκωτίαΣον ΚόνεριJames Bondηθοποιός