Οι Hume Assine δεν είναι απλώς ένα avant-pop μουσικό σχήμα. Είναι ένα καλλιτεχνικό πρότζεκτ που συνδυάζει τον άνθρωπο με τη μηχανή, την παράδοση με το πειραματικό, το γνώριμο με το αναπάντεχο. Πίσω από τον ήχο τους βρίσκεται ο Βαγγέλης Ορφανίδης, ο οποίος, με τη βοήθεια του Αλέξη Αντωνόπουλου και της Άννας Πασπάτη, καταφέρνει να γεννήσει μια μουσική ταυτότητα που ξεπερνά τα όρια της συμβατικότητας.
Με το νέο τους εγχείρημα, «Αχ Αθήνα», οι Hume Assine προτείνουν μια διαφορετική συναυλία. Κάθε μήνα, στήνουν ένα μοναδικό live σ' έναν αυθεντικό αθηναϊκό χώρο – μια πιτσαρία, μια ταράτσα, μια στοά. Η αρχή γίνεται στις 23 Φεβρουαρίου στο υπόγειο της εμβληματικής πιτσαρίας Crust, με πρώτο καλεσμένο τον Tony Bluebird, έναν εξαιρετικό καλλιτέχνη που θα ενώσει τις μουσικές του δυνάμεις με το συγκρότημα για μια βραδιά γεμάτη beats, μπασογραμμές και ατμοσφαιρικές μελωδίες.
Αυτό το ιδιαίτερο live series αποτελεί τη φυσική συνέχεια του «Athens Blues», του concept album που δημιούργησαν ως μια ηχητική αφήγηση της πόλης. Τώρα, το πρότζεκτ εξελίσσεται σε μια σειρά από μικρές συναυλίες, οι οποίες δεν είναι απλώς live εμφανίσεις, αλλά μια προσπάθεια ν' αποτυπωθεί η ζωντανή κουλτούρα της Αθήνας σε όλη της την πολυμορφία. Σε αυτή τη συνέντευξη, οι Hume Assine μιλούν για τη σχέση τους με την πόλη, τις ανησυχίες τους για το μέλλον της, αλλά και τη φιλοσοφία τους γύρω από τη μουσική και την τέχνη. Μια κουβέντα γεμάτη ρυθμό, αυθεντικότητα και αγάπη για την Αθήνα.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα για το «Αχ Αθήνα!» και τι σημαίνει αυτή η φράση για εσάς;
Το «Αχ Αθήνα» είναι η φυσική συνέχεια του project Athens Blues που ξεκίνησε με την κυκλοφορία του ομώνυμου άλμπουμ, συνεχίστηκε με μία σειρά podcasts και τώρα με μία σειρά μικρών μηνιαίων live. Η σημασία του είναι στον σχετικό στίχο «Αχ Αθήνα, τραβάμε πάλι την κουρτίνα, στη σπασμένη τη βιτρίνα, άνοιξε το φως. Απ’ την Κυψέλη, στην Παλλήνη και το Νέο Ψυχικό, Μας ενώνει μια ζωή, σ’ ένα κελί με το λουκέτο ανοιχτό».
Τι σας ελκύει σε χώρους, όπως μια πιτσαρία ή μια ταράτσα, για να παρουσιάσετε εκεί τις συναυλίες σας;
Το σκεπτικό είναι τα live να γίνονται σε χώρους που χαρακτηρίζουν μία πτυχή της καθημερινότητας στην πόλη. Από κρυφά υπόγεια και στοές της Αθήνας, μέχρι rooftops με θέα την Ακρόπολη.
Πόσο διαφορετική είναι η αίσθηση ενός live όταν γίνεται σε «ζωντανά» σημεία της πόλης, αντί σε μια κλασική μουσική σκηνή;
Θεωρούμε ότι ο κάθε χώρος θα συμβάλει στην εμπειρία με το περιβάλλον που χτίζει γύρω από το κάθε live. Στην Crust βλέπεις μία κλασσική πιτσαρία που όμως ανοίγεις μία πόρτα που σε κατεβάζει σ' ένα υπόγειο που γίνονται parties, κι εκεί θα υποδεχτούμε τον Tony Bluebird με βαριά μπάσα και δυνατά beat. Στην ταράτσα του ξενοδοχείου Theathine, με την επιμέλεια του Πάνου Σουρούνη και καλεσμένη την Elena Leoni, όπου με τη συνοδεία της άρπας της και downtempo electronica, θα παρουσιάσουμε μία πιο eclectic πλευρά της πόλης, με την Αθήνα «πιάτο», ενώ στο Underathens, σε μία στοά, της στοάς της Ιπποκράτους, παρέα με τον Kookooiloveu θα “πιάσουμε” μία πιο ανάλαφρη πλευρά της πόλης αφιερωμένη στη synth pop. Κι έρχονται κι άλλα!
Πώς προκύπτει η επιλογή των καλεσμένων; Τι σας τράβηξε στον Tony Bluebird για το πρώτο live;
Το βασικό κριτήριο είναι να εκτιμούμε αυτούς τους καλεσμένους, προφανώς σε καλλιτεχνικό, αλλά κυρίως σε προσωπικό επίπεδο! Είμαστε «καλά παιδιά» και ψάχνουμε να κάνουμε παρέα μόνο με καλά παιδιά! Ο Tony Bluebird aka Αντώνης Κωνσταντάρας, είναι πολλά χρόνια δραστήριος στη σκηνή και έχουμε βρεθεί αρκετές φορές σε διάφορα project. Ποτέ όμως επάνω στη σκηνή, οπότε τώρα ήταν η ευκαιρία!
Όταν συναντιέστε μ' έναν άλλο καλλιτέχνη στη σκηνή, προσαρμόζετε το στυλ σας ή προσπαθείτε να δημιουργήσετε μια νέα κοινή μουσική ταυτότητα;
Ναι αυτός είναι ο σκοπός. Δε θέλαμε απλά να έχουμε έναν καλεσμένο που θα παίξει πριν από εμάς μόνος του ή να έρθει ως guest να πει τρία τραγούδια. Θέλαμε να τιμήσουμε τον καλεσμένο και να ρίξουμε τα φώτα πάνω του. Οπότε γινόμαστε εμείς η μπάντα του κάθε καλεσμένου όπου παίζουμε τα τραγούδια του, μαζί με τα δικά μας τραγούδια τα οποία επιλέγονται κάθε φορά να είναι «γύρω» από την αισθητική του κάθε καλεσμένου μας.
Υπάρχει κάποιος χώρος στην Αθήνα που ονειρεύεστε να φιλοξενήσει μία από τις επόμενες συναυλίες σας;
Οτιδήποτε μη αναμενόμενο ίσως! Για παράδειγμα, θα ήταν τέλεια ένα live σε κάποιο ηλιοβασίλεμα μέσα σ' ένα διαμέρισμα του Πύργου Απόλλων!
Ποια είναι η άποψή σας για την Αθήνα ως πόλη; Πώς τη βλέπετε ν’ αλλάζει μέσα στον χρόνο; Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να δείτε να βελτιώνεται;
Κάθε πόλη (έτσι και η Αθήνα) έχει τα καλά της και τα στραβά της. Κυρίως όμως έχει τις αναμνήσεις μας σε αυτή και τελικά αυτές είναι που καθορίζουν κατά πόσο μας αρέσει η πόλη η όχι! Πάντως τ' ότι όλοι «γκρινιάζουμε» αλλά με τίποτα δεν την εγκαταλείπουμε, κάτι λέει! Κι επειδή η πόλη είναι στην ουσία οι άνθρωποί της, αλλάζει μαζί τους! Πολλά θα θέλαμε, λοιπόν, να βελτιώσουμε στους ανθρώπους, αλλά καλύτερα ας ξεκινήσει ο καθένας από τον εαυτό του και τότε όλα θα φτιάξουν.
Υπάρχει κάποια αθηναϊκή γωνιά ή ανάμνηση που σας ενέπνευσε ιδιαίτερα στο άλμπουμ «Athens Blues»;
Όχι! Αφορμές για τον δίσκο ήταν πολλές διαφορετικές, μικρές και φαινομενικά αδιάφορες στιγμές, όπως ένα παθιασμένο φιλί στην Αγία Ειρήνη, ή ένας τύπος με τεράστια ακουστικά στ’ αυτιά που περνάει βιαστικά τις διαβάσεις στη Μεσογείων. Πίσω από τέτοιους χαρακτήρες ψάξαμε να βρούμε τις πιθανές ιστορίες τους, να ταυτιστούμε!
Θα μπορούσε το «Αχ Αθήνα» να ταξιδέψει σε άλλες πόλεις, διατηρώντας το ίδιο concept;
Ο δίσκος τελειώνει με τη συμμετοχή ενός ανθρώπου που ζει στη Θεσσαλονίκη, του συγγραφέα και ραδιοφωνικού παραγωγού, Στέφανου Τσιτσόπουλου, θέλοντας να δείξουμε ότι ουσιαστικά όλοι οι αθηναϊκοί «καημοί» δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο της Αθήνας αλλά και όλων των μεγάλων πόλεων. Θεωρώ ότι το πρότζεκτ αυτό θα είχε νόημα να ταξιδέψει σε άλλες πόλεις μόνο αν αυτή τη φορά, αντί να φιλοξενούμε εμείς, να μας φιλοξενεί κάποιος καλλιτέχνης στη δική του πόλη και να μας μυήσει στα δικά της μυστικά.
Τι ελπίζετε να νιώσουν όσοι βρεθούν στο πρώτο live στο υπόγειο της πιτσαρίας CRUST;
Να νιώσουν έτοιμοι να χορέψουν, από νωρίς (ξεκινάμε στις 20:30), ώστε να υποδεχθούν τη Δευτέρα, όπως της αρμόζει!