Απόψεις|04.11.2021 10:25

Η σύνοδος των G20 και η συνάντηση Μπάϊντεν-Ερντογάν

Θεόδωρος Τσίκας

Την ώρα που όλος ο κόσμος είχε τα μάτια του στραμμένα στο περιεχόμενο της συνάντησης των ηγετών από τις 20 χώρες με τις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη μας, τα περισσότερα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης ασχολούνταν με το αν -στο περιθώριο της συνάντησης- θα γινόταν η συνάντηση του προέδρου της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, με τον Αμερικανό πρόεδρο, Τζο Μπάϊντεν.

Δεν είναι μόνο η εσωστρέφεια που γενικά χαρακτηρίζει την ενημέρωση, αλλά και γενικότερα την πολιτική ζωή και τον δημόσιο διάλογο στη χώρα μας. Είναι και η αίσθηση ότι είμαστε περίπου "ο ομφαλός της Γης". Ότι σχεδόν όλα περιστρέφονται γύρω μας, και ότι όλοι ασχολούνται μαζί μας, είτε για μας "υποστηρίξουν" είτε για μας "υπονομεύσουν".

Του Θόδωρου Τσίκα*

Αλλά ακόμα και γι' αυτό, έχουμε στρεβλή εικόνα των γεγονότων και της δυναμικής που αναπτύσσεται γύρω τους. Επί μέρες πολλά ελληνικά ΜΜΕ μίλαγαν για "χαστούκι στον Ερντογάν από τον Μπάϊντεν", καθώς "έφαγε πόρτα" από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος "δεν ήθελε να τον συναντήσει". Όταν ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Αμερικανού προέδρου δήλωσε -από την Ουάσιγκτον ακόμα- ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο συνάντησης με τον Τούρκο πρόεδρο, εμείς "ανακαλύπταμε" ότι η συνάντηση δεν περιλαμβανόταν στο επίσημο πρόγραμμα του Μπάϊντεν. Και όταν άρχισε στη Ρώμη η σύνοδος των G20, εδώ ερμηνεύαμε την κίνηση του Ερντογάν για χειραψία με τον Μπάϊντεν, ως ...εκβιασμό (!!) για διμερή συνάντηση.

Μη σοβαρά πράγματα, ασφαλώς. Αλλά διαμορφώνουν μια κοινή γνώμη που αγνοεί, πως είναι φυσιολογικές και αναμενόμενες οι συναντήσεις μεταξύ ηγετών, ακόμα κι αν έχουν διαφορές μεταξύ τους. Αφού εμείς ...κρατάμε μούτρα στον Ερντογάν, οι άλλοι δεν πρέπει να του μιλάνε! Ή αν του μιλάνε, δεν είναι δικοί μας φίλοι ! 

Η μόνη αντικειμενική παρατήρηση που μπορεί να κάνει κάποιος εδώ είναι ότι, ο Ταγίπ Ερντογάν έχει συναντήσει ήδη δύο φορές τον νέο Αμερικανό πρόεδρο, ενώ ο πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο πρόεδρος της Κύπρου καμία. Και προς το παρόν δεν διαφαίνεται κάτι σχετικό στον ορίζοντα.

Η συνάντηση Μπάϊντεν - Ερντογάν

Αυτό που έγινε για μια ακόμα φορά σαφές, είναι ότι οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες να αφήσουν την Τουρκία να αποκοπεί πλήρως από την Δύση και να πέσει στα χέρια της Ρωσίας του Πούτιν, του Ιράν ή της Κίνας. Κάτι τέτοιο θα ήταν σοβαρή αποτυχία για κάθε αμερικανική κυβέρνηση. Θα δημιουργούσε μείζονα προβλήματα στο ΝΑΤΟ - ειδικά τώρα που οι ΗΠΑ αποδυναμώνουν την παρουσία τους στην Ευρώπη για να στραφούν στον Ειρηνικό- ενώ θα επέφερε δυσμενείς στρατηγικές ανακατατάξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, στον Καύκασο και στην Μαύρη Θάλασσα.

Και σίγουρα μια τέτοια εξέλιξη, δεν θα ήταν προς όφελος της Ελλάδας και της Κύπρου. Θα όξυνε τα προβλήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στην εξέλιξη του Κυπριακού.

Κατά την συνάντηση οι δύο ηγέτες δεσμεύτηκαν για περαιτέρω ενίσχυση των σχέσεων ΗΠΑ - Τουρκίας, και αποφασίστηκε κάτι με ιδιαίτερη σημασία: η δημιουργία "κοινού μηχανισμού για τον σκοπό αυτόν". Ενώ τονίστηκε η "σημασία της συμμαχίας του ΝΑΤΟ και της στρατηγικής εταιρικής σχέσης".

Μπορούμε συνοπτικά να πούμε ότι τα σημεία που συμφώνησαν είναι η προοπτική του ΝΑΤΟ, η αντιμετώπιση του "Ισλαμικού Κράτους"-ISIS, το θέμα του Αφγανιστάν όπου η Τουρκία έχει δίαυλο με τους Ταλιμπάν και συνεχίζει να διατηρεί πρεσβεία, η αξιοποίηση των αμερικανικών βάσεων στην Τουρκία και η περαιτέρω ανάπτυξη του διμερούς εμπορίου.

Διαπιστώθηκε εκ νέου η διαφωνία των ΗΠΑ για την προμήθεια των ρωσικών πυραύλων S-400 από την Τουρκία, η αντίθεση της Τουρκίας στην αμερικανική ενίσχυση των Κούρδων της Συρίας (YPG), η επιμονή της Τουρκίας για έκδοση του Τούρκου μουσουλμάνου ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν από τις ΗΠΑ στην Τουρκία.

Ο πρόεδρος Μπάϊντεν, πιστός στις προεκλογικές διακηρύξεις του, έθεσε το θέμα του σεβασμού του κράτους δικαίου, των δημοκρατικών ελευθεριών, της ελευθεροτυπίας, της θρησκευτικής ελευθερίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Τουρκία.

Εφόσον η Τουρκία έχει αποκλειστεί από την αγορά των αμερικανικών πολεμικών αεροσκαφών F-35 (λόγω της προμήθειας των ρωσικών S-400), ζητά τα χρήματα που έχει καταβάλει ήδη, να αξιοποιηθούν για αγορά 60 F-16 και για εκσυγχρονισμό αυτών που κατέχει ήδη. Ο πρόεδρος Μπάϊντεν είχε θετική προσέγγιση στο θέμα.  Φαίνεται ότι συμφώνησε για τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων. Για την αγορά των νέων αεροσκαφών, είπε ότι "θα κάνει ότι μπορεί ", υπενθύμισε όμως ότι την αγορά πρέπει να εγκρίνει το Κογκρέσο των ΗΠΑ.

Εφόσον γίνουν εφικτά αυτά, κατανοεί και ο πιο αδαής ότι τα τουλάχιστον 10 δισεκατομμύρια ευρώ που θα δώσει η Ελλάδα για τα γαλλικά "Ραφάλ", φρεγάτες κλπ,  έχουν ήδη πεταχτεί στον κάλαθο των αχρήστων χωρίς να υπάρξει βελτίωση των συσχετισμών δύναμης στο Αιγαίο. 

Συμπέρασμα

Για τις διαφωνίες μεταξύ των δύο χωρών, συμφωνήθηκε να συνεχιστούν οι συνομιλίες. Η πολιτική βούληση της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ είναι να υπάρχουν όσο το δυνατόν καλές σχέσεις με την Τουρκία, αλλά με κανόνες. Και όχι "εν λευκώ", όπως είχαν καθιερωθεί επί προεδρίας Τραμπ.

Όπως παραδέχτηκε αργότερα ο πρόεδρος Ερντογάν, στην συνάντηση συζητήθηκαν και τα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου. Φαίνεται ότι γίνεται προσπάθεια από τις ΗΠΑ να υπάρξει ηρεμία στην περιοχή, ειδικά τώρα που οι ίδιες στρέφουν το βλέμμα προς την Κίνα. Ουδείς γνωρίζει τι είδους ανταλλάγματα είναι διατεθειμένες να δώσουν γι' αυτό, ειδικά για τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό.

Το θέμα είναι τι επιδιώκουμε εμείς. Θέλουμε να επενδύουμε στα αδιέξοδα των άλλων; Στην υποτιθέμενη "κατάρρευση" των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας ή της τουρκικής οικονομίας ; Να σπεύδουμε να βρίσκουμε διέξοδο σε τριμερείς "άξονες", Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ ή Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου; Θέλουμε να συνεχίσουμε την πολιτική της "μη-λύσης" και της αναμονής της στιγμής που θα "αποδυναμωθεί" ή θα "απομονωθεί" η Τουρκία, για να της επιβάλουμε την δική μας πολιτική στις ελληνοτουρκικές διαφορές; Μπορούμε να αντέξουμε τις οικονομικές, κοινωνικές και διπλωματικές συνέπειες που έχει αυτή η επιλογή;

Ή επιθυμούμε να αξιοποιήσουμε τα θετικά πλεονεκτήματα μας, όπως η θέση μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να ξεπεράσουμε τις ιστορικές ανασφάλειες μας, και να προχωρήσουμε με θάρρος, στην -δύσκολη αναμφίβολα, αλλά- απολύτως αναγκαία επιλογή της απευθείας επίλυσης των διαφορών μας με την Τουρκία, αλλά και στην λύση του Κυπριακού, που καρκινοβατεί και με ευθύνη της ελληνοκυπριακής ηγεσίας;

*Ο Θόδωρος Τσίκας είναι πολιτικός επιστήμονας και διεθνολόγος